Ανύπαρκτοι τύποι που δανείζουν φράγκα που δεν έχουν, ενίοτε και φράγκα που δεν υπάρχουν και μετά μας πρήζουν τις ορχιδέες. Ως ατάκα μας την κοπανάνε κάθε βράδυ οι γνωστοί ανύπαρκτοι ανθυπάνθρωποι πρετεντέρηδες και λοιποί καρυοθραύστες. Ακόμα κάθομαι και συλλογίζομαι κάθε πρωί στη χέστρα, όλα αυτά τα λογιστικά έστω κέρδη πού στο διάλο δηλώνουν έδρα, την στιγμή που όλα τα κράτη μέχρι και τα νησιά gayman και τα τζιτζιfiji έχουν συνολικό εξωτερικό (όχι δημόσιο) χρέος.

- Γιατί δεν έχεις όρεξη ρε μαλάκα να βγούμε;
- Άσε, με πιέζουν οι αγορές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φλώρος που, λόγω καταστάσεων που τον ευνοούν, το παίζει μάγκας. Λέγεται και αγριόφλωρας.

Κοίτα το μαλάκα που ήρθε από τον κωστέα γείτονα να μας το παίξει αγριόφλωρος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μασαμπούκα. Φρεσκότατη σλανγκ, σπαρταράει.

Να κάνουμε στάση Κάββουρα για καμιά απεργία πείνας;

(από xalikoutis, 10/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι σχολές των ηλιθίων και φλώρων στην Αγγλία και στην Αμερική, οπού καταλήγουν οι παρακάτω κατηγορίες ανθρώπων (;;):

  1. φλώροι με λεφτά
  2. φλώροι και ηλίθιοι με λεφτά
  3. ηλίθιοι του τει αφισσοκόλησης-αφισσορύπανσης με λεφτά
  4. φυτά με λεφτά

όλοι οι παραπάνω προορίζονται και για πρωθυπουργοί τουλάχιστον.

Η βοϊδοσχολή του LSE

(Γιώργος Τράγκας)

(από daisy_mantroskylos, 17/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι ανάμεσα στο πούτσα και καράτε και στο κερατάς και δαρμένος.

Όπως και νά 'χει, μιλάμε για πούτσα με το μέτρο.

  1. Πήγε να ζητήσει τα ρέστα ο αλεξάκης στον μαλάκα με το παπί που τον έκλεισε και του 'σπασε τον καθρέφτη και και έφαγε και μπουνίδι. Και γκολ και ξύλο δηλαδή.

  2. Έγινε ο τελικός στη αλεπότρυπα χτες και έγινε μύθος. 3 μπαλάκια με το καλημέρα και ατελείωτο ντου στην κερκίδα με πτυσσόμενο και λουκέτο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Kατά το «ήμουν κι εγώ στο κότερο». Σλανγκ νεογέννητη, σπαρταράει.

Ρε παιδιά μόνο ο Τσακ Νόρις δεν κάλυπτε τον Κατσουράνη.

(από Khan, 21/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που συντάσσεται με ειρωνικό τόνο, και συνδυάζεται με εκφράσεις του στυλ:

- Καταπληκτικό παιδί, να τον καλέσεις στο γάμο σου να σου πει και του χρόνου.
ή - Καταπληκτικό παιδί, να τον στείλεις στο φούρνο να σου πάρει ψωμί

και τα σχετικά.

(αν έχετε κι άλλα σχετικά παραδείγματα, προσθέστε)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καυλόγερος / καυλόγρια, δηλαδή γύρω στα 50 με 60-65, μαλλί βαμμένο ό,τι νά 'ναι και καυλερό ύφος και look σαν να ήταν τζόβενα. Μπορεί να ανήκουν στην κατηγορία και κάποιες περιπτώσεις των 45 ετών.

  1. Για δες την καυλόγρια που έιναι τίγκα στην πατσά και το παίζει και μιλφάρα. Το στρινγκάκι της έλειπε και το κολάν.

  2. Η Μάρω από τότε που πήγε στο ΤΕΙ στην Άρτα νταραβερίζεται με έναν καυλόγερο με μια αλβανική μπέμπα κάμπριο.

David Coverdale, η ενσάρκωση του γεροντότεκνου- καυλόγερου (από Sasa, 13/02/11)

βλ. και ξεκωλόγρια

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μαλακό πακέτο μάρλμπορο. Κατάλληλο για κωλόμπαρα όπου συχνάζουν μόνο πρώην φυλακισμένοι με τατουάζ της πούτσας.

3ο πακέτο καύλορο από το πρωί και το στόμα δηλητήριο.

βλ. και Μάλμπουρο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σα να λέμε «λείπει ο Μάρτης από τη σαρακοστή». Εξυπακούεται ότι το πάνελ δεν είναι φωτοβολταϊκό αλλά μεσημεριανάδικου.

- Φέτα δεν έχει η σαλάτα ρε;
- Όχι!
- Μα γίνεται πάνελ χωρίς πούστη;;

Παρακμή μαύρη, αλλά αυτό μου ήρθε ως παράδειγμα. (από Khan, 11/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified