Ο κατεστραμμένος, συνήθως από τα ναρκωτικά ή το αλκοόλ. Αυτός που έχει κάψει πάρα πολλά εγκεφαλικά κύτταρα με τις παραπάνω καταχρήσεις και φαίνεται στον τρόπο που μιλάει και φέρεται.

Κοίτα ρε τον καμένο! Μόνος του μιλάει, μόνος του γελάει, μόνος του χορεύει. Τι έχει πάρει και κάνει έτσι άραγε;

Δες και κάρβουνο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ίδια σημασία με τον καμένο. Ο κατεστραμμένος από τα ναρκωτικά ή το αλκοόλ.

-Εγώ πλέον δεν μπορώ να συνεννοηθώ με τον Κώστα. Αφού είναι καΐλας, άλλα του λέω και άλλα καταλαβαίνει. Δεν του 'χει μείνει κύτταρο για κύτταρο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βρέχομαι, γίνομαι λούτσα.

- Καλά, πώς είσαι έτσι βρεγμένος;
- Ερχόμουν σπίτι με τα πόδια και πιάνει μια μπόρα, δεν φαντάζεσαι, παπί έγινα μέχρι να φτάσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε για τον χαζό, για τον αργό στην σκέψη.

- Πάλι τα ίδια θα λέμε, τόσες φορές στο εξήγησα. Καλά κάρβουνο καις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική μορφή έλληνα φιλάθλου που από την κερκίδα ή από τον καναπέ του παριστάνει τον προπονητή της ομάδας του με σχόλια όπως: «Πρέπει να τραβηχτεί ο Πατσατζόγλου λίγο προς τα πίσω και αριστερά ώστε να καλύψει το αμυντικό κενό ενώ ο Τζορτζεβιτς να προωθείται πιο πολύ και να αλλάζει γρήγορα πάσες με τον Ριβάλντο ο οποίος πρέπει να γυρίσει λίγο πιο πίσω ώστε να βοηθάει στο κόψιμο των αντεπιθέσεων...» ή: «Μα τι τον κρατάει μέσα; Να βγει ο Ανατολάκης και να μπει ο Μάριτς ώστε να προωθηθεί όλη η αμυντική γραμμή πιο μπροστά.»

Φυσικά θεωρεί τον προπονητή της ομάδας του άχρηστο επειδή δεν κάνει της αλλαγές που ο ίδιος θέλει και δεν σηκώνει και κουβέντα πάνω στις επιλογές του που είναι πάντα ολόσωστες (για τον ίδιο).

- Προωθηθείτε ρε!!! - ... - Καλύψτε τα κενά στην άμυνα, αμαρκάριστος είναι ο άλλος στην μικρή περιοχή!! - .... - Δώσε πάσα ρε, τι σουτάρεις από τα 40 μέτρα ρε γαμώτο;;; - ...
- Μα γιατί δεν τον βγάζει, αφού σέρνεται! - Σταμάτα πια ρε Νίκο, μου τα 'χεις πρήξει από την αρχή του παιχνιδιού. Προπονηταρά της κερκίδας! Ξέρεις εσύ καλύτερα από αυτόν που είναι η δουλειά του και είναι προπονητής 20 χρόνια;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που παίζει καλό ποδόσφαιρο. Ο «τεχνίτης της μπάλας».

- Πολύ μπαλαδόρος αυτός ο πιτσιρικάς της Κέρκυρας. Να μου το θυμηθείς, σε 1-2 χρόνια αυτός θα παίζει σε ομάδα της πρώτης εθνικής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκαζώνω το αυτοκίνητο ως το τέρμα, έτσι ώστε το πεντάλ του γκαζιού να ακουμπήσει στο πάτο του αμαξιού.

- Άδειος είναι ο δρόμος ρε, σανίδωσε το! –Σανιδωμένο το 'χω αλλά δεν πάει άλλο, 900άρι Fiat είναι, τι περιμένεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που είναι στην μόδα. Από το αγγλικό trendy (=μοδάτο, μοδάτος). Χρησιμοποιείται και σαν προσβολή για αυτούς που ακολουθούν τυφλά την μόδα.

Παραλλαγή: τρέντουλας.

-Κοίτα ρε πώς αλλάζει ο άνθρωπος, ο Γιώργος που πριν δυο χρόνια μας το έπαιζε σκληρός punk τώρα είναι τρέντουλας και τρέχει στα clubs.

(από Khan, 05/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ερωτεύομαι.

- Έχεις δει καθόλου τον Μήτσο; - Όχι, από τότε που τα 'φτιαξε με την Κατερίνα έχει χαθεί. - Έλα ρε, είναι σοβαρό δηλαδή; - Ναι, την έχει δαγκώσει την λαμαρίνα, μας βλέπω να 'χουμε αρραβώνες σύντομα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πλούσιος, αυτός που έχει πολλά χρήματα και συνήθως το επιδεικνύει.

Σωστός ο Κυριάκος, βρήκε εκεί την Σούλα που είναι φραγκάτη και τώρα μου κάνει διακοπές στην Μύκονο τα καλοκαίρια.

Δες και -άτος. Συνώνυμα του πλούσιος: λεφτάς, ματσό, μπρούκλης, φραγκάτος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified