πσκ, πουσουκού

Το τριήμερο από Παρασκευή έως Κυριακή. Το λένε κυρίως οι φαντάροι για τυχόν τέτοια άδεια.

Βλ. και σκ.

- Θα ζητήσω πσκ έξω, αλλά σιγά μη μου την δώσουν τα καθίκια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

σκ, σουκού, σου κου

Tο σαββατοκύριακο. Είναι αργκό που λέγεται πολύ μεταξύ των φαντάρων κυρίως για να δηλώσουν αν έχουν άδεια ή όχι το σαββατοκύριακο. Αντίστοιχα και πσκ για Παρασκευο-σαββατοκύριακο.

Επιτέλους πήρα σκ έξω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φυλακή στα μόρτικα. Λεγόταν έτσι από τους ρεμπέτες ίσως και παλαιότερα.

-Ορμήσαν οι πολισμάνοι στον τεκέ, τους μπουζουριάσανε και τους χώσαν στην ψειρού...

βλ. και στενή, καγκελλαρία, κάγκελο, πλεχτό

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βλάκας, αλλά το λέμε πιο χαϊδευτικά, όταν δεν θέλουμε να προσβάλουμε τον άλλον ευθέως.

- Δεν κατάλαβα, μπορείς να μου το εξηγήσεις πάλι;
- Τρίτη φορά; Είσαι λίγο βλακάκος τελικά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το στριφτό τσιγάρο που είναι πολύ χοντρό. Συνήθως και ο υπερμεγέθης μπάφος.

Τι μπουρί είναι αυτό που έστριψες; Να δω πώς θα το καπνίσεις.

(από patsis, 02/10/09)

βλ και καρότο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μεγάλος σωλήνας. Xρησιμοποιείται όμως και για τις χοντρές εξατμίσεις που έχουν τα πειραγμένα αυτοκίνητα. Τέτοιες εξατμίσεις βάζουν συνήθως τα σπατάνια, οι κάγκουρες και οι μπουρναζιώτες.

Κοίτα ρε το μπουρί που 'χει βάλει το άτομο στο αμάξι, λες και είναι καμιά φερράρι 5000 κυβικών!

(από protnet, 26/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μικρός, το μικρό. Το λέμε για να υποβιβάσουμε κάποιον.

- Κοίτα να δεις που μας την λέει το τσουτσέκι και ακόμα δεν βγήκε από το αυγό του!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μπάτσος, δηλαδή ο αστυνομικός στα ποδανά (=ανάποδα).

Πάμε να φύγουμε γιατί θα σκάσει κανένας τσομπάς και θα μπλέξουμε!

Βλ. και τσοσμπά, τσος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σαράβαλο. Χρησιμοποιείται για μέσα μεταφοράς, κυρίως αυτοκίνητο αλλά και μηχανάκι, ποδήλατο κτλ.

-Κάνε άκρη μωρέ με το καρούλι σου. Ούτε τα 60 δεν πιάνει και είσαι και στην αριστερή λωρίδα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified