Μαύρη τρύπα είναι μια συγκέντρωση μάζας στο σύμπαν σημαντικά μεγάλης, ώστε η δύναμη της βαρύτητας να μην επιτρέπει σε οτιδήποτε να ξεφεύγει από αυτή, παρά μόνο μέσω κβαντικής συμπεριφοράς. Το βαρυτικό πεδίο είναι τόσο δυνατό, ώστε η ταχύτητα διαφυγής κοντά του ξεπερνά την ταχύτητα του φωτός. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ότι τίποτα, ούτε καν το φως, δεν μπορεί να ξεφύγει από τη βαρύτητα της μαύρης τρύπας, εξ ου και η λέξη «μαύρη» (Βικούλα). Η ισχύς της βαρυτικής έλξης έχει ως αποτέλεσμα οι μαύρες τρύπες να ρουφάν κάθε σώμα που βρίσκεται κοντά τους. (εδώ).

Στη νεοελληνική δημόσια ζωή οι μεταφορικές μαύρες τρύπες άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους περί τα τέλη της 10ετίας του 80 και αρχές του 90 και πρωτοεντοπίστηκαν στα ασφαλιστικά ταμεία. Από τότε εμφανίζονται όλο και συχνότερα, στη διαχείριση των νοσοκομείων, στα λογιστικά των δήμων, και τέλος του ίδιου του κράτους. Επίσης έκαναν μετάσταση στον ιδιωτικό τομέα, στο χώρο των ασφαλιστικών εταιρειών (π.χ. ΑΣΠΙΣ ΠΡΟΝΟΙΑ), των τραπεζών (π.χ. Proton Bank), των Π.Α.Ε. κλπ. Όπως συμβαίνει και με τις μαύρες τρύπες του σύμπαντος, οι μαύρες τρύπες της ελληνικής οικονομίας απορροφούν όσο χρήμα περιέρχεται στη σφαίρα επιρροής τους και το εξαφανίζουν δια παντός. Θα μπορούσε ίσως κάποιος να το αναζητήσει στα νησιά Καϊμάν, το Λιχτενστάιν ή την Ανδόρα; Ακόμη κι αν βρεθούν τέτοιοι παράτολμοι και άμυαλοι εξερευνητές, το χρήμα δεν πρόκειται να βρεθεί, διότι η μαύρη τρύπα θα τους απορροφήσει και αυτούς επέκεινα του ορίζοντα των γεγονότων, από τον οποίο καμία πληροφορία δεν μπορεί πλέον να ξεφύγει, και αντί να βρεθεί το χρήμα θα εξαφανιστούν οι ερευνητές.

Οι πολλαπλές μαύρες τρύπες των ελληνικών δημοσίων οικονομικών, με την αέναη μεγέθυνσή τους τείνουν να συγχωνευθούν σε μια μαύρη τρύπα δυσανάλογα μεγάλη προς το μέγεθος της οικονομίας της μικρής Ελλάδας. Με την αδηφαγία τους, οι μαύρες τρύπες τείνουν να καταβροχθίζουν όλο και περισσότερα δις, ενώ ασκούν μια παράξενη ελκτική γοητεία που ωθεί τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και το διεθνές νομισματικό ταμείο να τις τροφοδοτούν με τη σειρά τους με δεκάδες δισεκατομμυρίων, που κι αυτά εξαφανίζονται πέρα από τον ορίζοντα των γεγονότων.

Αρχικά ο όρος χρησιμοποιούνταν για να δηλώσει το ταμειακό έλλειμμα (παρ. 1), δηλ. άλλα ποσά έβγαζαν τα χαρτιά και άλλα υπήρχαν στο ταμείο, οπότε παρέπεμπε σε υπεξαίρεση εκ μέρους των λειτουργών του οργανισμού που την εμφάνιζε. Ήδη όμως έχει γενικευθεί και δηλώνει συλλήβδην, κατά περίπτωση, και το λογιστικό έλλειμμα.

Η λογιστική μαύρη τρύπα διέπεται από την κβαντική αρχή της απροσδιοριστίας και έτσι είναι απολύτως αδύνατο να διαπιστωθεί το μέγεθός της. Μόνον εκτιμήσεις είναι δυνατές, που ποικίλλουν σε βαθμό που να είναι αδύνατο να εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα, έστω και κατά προσέγγιση (παρ. 2).

Ο δεσπόζων ρόλος της μαύρης τρύπας στα δημόσια οικονομικά έχει ήδη οδηγήσει στην περαιτέρω μετάσταση του φαινομένου και σε άλλους τομείς της δημόσιας ζωής, όπως είναι οι νόμοι του κράτους γενικώς, όπου τα παλιότερα παραθυράκια έχουν αρχίσει να μετατρέπονται σε μαύρες τρύπες, το ποδόσφαιρο, το κομματικό σύστημα, η εξωτερική πολιτική, ο πολιτισμός, κ.ο.κ. (παρ. 3).

Αν σκεφτεί κανείς ότι η σύμμαχος και γείτων χώρα περιστοιχίζει τη μικρή Ελλάδα με γκρίζες ζώνες, ενώ εντός της μικρής Ελλάδας οι μαύρες τρύπες αυξάνονται και πληθύνονται, μπορούμε να εικάσουμε μια μελλοντική κατάσταση όπου η χώρα μας ολόκληρη θα είναι μια μαύρη τρύπα περιστοιχισμένη από γκρίζες ζώνες.

  1. Συμπληρωματική δίωξη για ξέπλυμα βρόμικου χρήματος σε βάρος του βασικού κατηγορούμενου Παναγιώτη Σαξώνη άσκησε χθες ο εισαγγελέας για την υπόθεση της «μαύρης τρύπας» στα ταμεία του Δήμου Θεσσαλονίκης.
    εδώ.

  2. Τεράστια μαύρη τρύπα ύψους 4,572 δισ. ευρώ εμφανίζει ο Προϋπολογισμός στο οκτάμηνο Ιανουαρίου - Αυγούστου.εδώ.

Κυβερνητική αποτυχία η μαύρη τρύπα 2,5 δισ. ευρώ στα έσοδα εδώ.

Συνάντηση Παπαδήμου με Βενιζέλο - Νέα μαύρη «τρύπα» 1 δισ. ευρώ εδώ.

Μαύρη τρύπα που αγγίζει τα 3 δισ. ευρώ στο 9μηνο του 2011, αποκαλύπτουν τα τελικά στοιχεία για την εκτέλεση του προϋπολογισμού την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου. εδώ.

  1. Εντυπωσιακή διεθνής παρουσία, «μαύρη τρύπα» τα ελληνοτουρκικά εδώ.

Εξαμίλια Κορινθίας: Μαύρη τρύπα στον πολιτισμό μας οι απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης 160 οικογενειών στον καταυλισμό Ρομά εδώ.

Στη «μαυρη τρυπα» της μη εφαρμογης οι νομοι για την Μεταναστευση εδώ.

Η «μαύρη τρύπα» του Βιεϊρίνια
Ο Πορτογάλος μεσοεπιθετικός βρίσκεται ποιοτικά στην κορυφαία τριάδα παικτών του ελληνικού πρωταθλήματος. Στους τελευταίους αγώνες του ΠΑΟΚ, όμως, δεν το δείχνει στερώντας του το σημαντικότερο επιθετικό «όπλο» εδώ.

Η «μαύρη τρύπα» των κομμάτων εδώ.

(από joe909, 17/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απάντηση πασπαρτού σε ερωτήσεις ρητορικές, ενοχλητικές, ανόητες ή αδιάφορες. Σημαίνει ανάλογα με την περίσταση:

  1. Πολύ σωστό το ερώτημά σας, την αυτήν απορία έχω και εγώ.
  2. Κι εγώ πού θες να ξέρω;
  3. Άσε τώρα, πού να σου εξηγώ.
  4. Καλά που το κατάλαβες.
  5. Παράτα μας.

Δηλώνει: Συμφωνία και σύμπνοια με τον ερωτώντα, συνήθως επί ρητορικών ερωτημάτων.
Ή: Απροθυμία απαντήσεως στην ερώτηση. Αποφεύγουμε ν’ απαντήσουμε επιστρέφοντάς την. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ηλίθιον της ερωτήσεως, ή στο αδιάκριτον αυτής. Το χρησιμοποιούμε δλδ όταν είμαστε υπεράνω του νοητικού επιπέδου του συνομιλητή μας, κι ενώ γνωρίζουμε την απάντηση, ξέρουμε επίσης ότι αυτός δεν πρόκειται να την καταλάβει, οπότε τη χρησιμοποιούμε για να μη χάνουμε το χρόνο μας, ή όταν είμαστε προδήλως αναρμόδιοι για ν’ απαντήσουμε την ερώτηση, ή, τέλος, και όταν έχουμε χεσμένη τη φωλιά μας.

Παρατίθενται ενδεικτικώς ερωτήσεις που χρήζουν της ως άνω απαντήσεως:

(Μετά από πολύωρο ζάπινγκ στα τηλεοπτικά παράθυρα που καλύπτουν την αναζήτηση πρωθυπουργού): -Μα καλά, πόσο μαλάκες είναι επιτέλους;

-Μα αφού το είχα προγραμματίσει το ντιβιντί, γιατί δε γράφηκε τίποτε;

-Αμάν, πού τα’χω αφήσει τα κλειδιά μου ρε συ;

-Όχι, πες μου, φαίνομαι για μαλάκας;

-Ρε φίλο, τι έγινε το μαύρο που είχα στο συρτάρι μου;

-Τι είναι αυτά εδώ τα κοκκινάδια στο λαιμό σου;

-Από ποιους παράγοντες εξαρτάται το ύψος μιας ισοβαρικής επιφάνειας; Η εξάρτηση από τους παράγοντες αυτούς μεταβάλλεται όσο μειώνεται η πίεση μιας ισοβαρικής επιφάνειας;

Got a better definition? Add it!

Published

Διδακτική παροιμία που απευθύνεται βασικά στον ντροπαλό άντρα, σε αγάμητους χαρακτήρες όπως ο κόκκορας του Αρκά, που βασανίζονται συνεχώς από το παράπονο γιατί οι γκόμενες προτιμούν τους μαλάκες, ενώ τα ωραία, ευαίσθητα, σοβαρά και προβληματισμένα άτομα μένουν στην απέξω. Παρομοιάζει δε αυτόν τον ωραίο πλην άπειρο και ντροπαλό νέο με τον ψαρά, ο οποίος τη στήνει έξω απ’ το νερό, ρίχνει την πετονιά του και περιμένει τα ψαράκια να μυριστούν το δόλωμα, να ’ρθούνε μόνα τους στο αγκίστρι, να το τσιμπήσουν και να γουστάρει κι ο ψαράς. Και υπενθυμίζει σ’ αυτό το ρομαντικό αιθερογάμονα τον παραδοσιακό ρόλο του αρσενικού στο ερωτικό παιχνίδι, που είναι αυτός του κυνηγού.

Ο αρσενικός πρέπει να τα ρίξει στη γυναίκα, να εκτεθεί, να της την πέσει, να την ψήσει, να της πει πως τη γουστάρει, να την πείσει ότι είναι ωραίος και αξίζει, να την καταφέρει τέλος πάντων, κι αν φάει χυλόπιτα να μην αποκαρδιωθεί και τα παρατήσει, αλλά να συνεχίσει. Να συνεχίσει με τη φίλη της, αλλά να επιμείνει και με την καριόλα. Ο δε ναρκισσευόμενος ωραίος που στην αυνανιστική του απομόνωση αναρωτιέται αν αρέσει και κρυφοκοιτάζει τις γκόμενες για να μαντέψει στο βλέμμα τους τον πόθο προς το άτομό του, ενόσω περιμένει άτολμος να του’ρθει το μουνί στο πιάτο, θα μείνει ο δυστυχής με την ψωλή στο χέρι. Νομίζω πάντως πως μέρος του νοήματος έχει θυσιαστεί στις ανάγκες του ιαμβικού δεκαπεντασυλλάβου. Στην πραγματικότητα το μουνί θέλει και κυνήγι, και υπομονή (το ψήσιμο που λέγαμε).

- Κοίτα ρε άτομο που γουστάρουν οι γκόμενες. Το Ρούλη το μαλάκα με το αϊκιού ραδικιού. Αυτό τον ηλίθιο που δυο λέξεις να πει δεν ξέρει, άσε που είναι και σιχαμερός με το λαδωμένο το μαλλί και την τσατσάρα στην κωλοτσέπη. - Το ψάρι θέλει υπομονή και το μουνί κυνήγι δικέ μου. Μαλάκας ξεμαλάκας, ο Ρούλης είναι παίκτης και αγωνιστής, γι’ αυτό γαμάει τις ωραίες γκόμενες. Εσύ που τις αρχίζεις στη φιλοσοφία και την ψυχανάλυση, όταν δηλαδή δεν καταπίνεις εντελώς τη γλώσσα σου, πώς περιμένεις να σταυρώσεις γκόμενα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Γαμάω κώλο, σοδομίζω.

  2. Υποβάλλω τον ύποπτο σε ενδελεχέστατη σωματική έρευνα, χωρίς ν’ αφήσω όχι σπιθαμή που λέει ο λόγος, αλλά ούτε χιλιοστό που να μην ψάξω.

  1. Μ’ έχει αρρωστήσει η πουτάνα. Έχει την πιο πρόστυχη κωλάρα που έχω δει στη ζωή μου και δεν τη δίνει. Αν δεν της πάρω τα κωλοτρυπιδικά της αποτυπώματα να μη με λεν Βαγγέλα.

  2. Στο αεροδρόμιο της Νέας Υόρκης τα κάναν όλα φύλλο και φτερό, μόνο τα κωλοτρυπιδικά αποτυπώματα που δε μας πήραν.

κωλοτρυπιδικά αποτυπώματα (από PUNKELISD, 02/11/11)(από Khan, 03/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το άκρον άωτον της μουνίλας, που συνίσταται σε κοκτέιλ κολπικών υγρών, εκκρίσεων της περιόδου και μπαγιάτικων ούρων, σε συνδυασμό με την επιμελή παράλειψη της ατομικής υγιεινής για ικανό αριθμό ημερών. Αυτό που η ironick στο κλασικό λήμμα της περιγράφει ως την «αρνητική όψη του φαινομένου» - όχι για όλους αρνητική πάντως. Συνώνυμα: καμένο ντουί.

Η ειδικοτητα μου ειναι τα βρωμικα μουνια...Να ξυπναω χαραματα κ να αλλαζω σεντονια απο την τσικνα στο δωματιο...κιτρινα σημαδια στα σεντονια, που εχουν φτασει στο στρωμα...κοκκινοι λεκεδες λες κ ειχα κανενα σφαχτο στο κρεβατι.
Γαμησε τα!!!
εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εισπνεόμενες ναρκωτικές ουσίες, σκόνες, ηρωίνη και κοκό.

- Θα τρομάξεις να το γνωρίσεις το Λάκη. Έμπλεξε εδώ και κάνα χρόνο με κάτι πλουσιόπαιδα και έχει εξελιχθεί σε καλλιτέχνη των μυριστικών.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καταχωρίζω κάποιον στη μαύρη λίστα του ΤΕΙΡΕΣΙΑ, δηλ. της τράπεζας πληροφοριών των ελληνικών τραπεζών, όπου καταχωρίζεται σειρά οικονομικών δεδομένων όλων όσων συναλλάσσονται μ’ αυτές. Ειδικότερα στα «δυσμενή», που είναι η μαύρη λίστα, καταχωρίζονται οι ακάλυπτες επιταγές, απλήρωτες συναλλαγματικές, διαταγές πληρωμής, κατασχέσεις και πάσης φύσεως δάνεια που δεν εξυπηρετούνται. Ως συνέπεια, όποιος γράφεται στη μαύρη λίστα δεν μπορεί να πάρει μπλοκ επιταγών, ούτε δάνειο. Εκφέρεται στο τρίτο πληθυντικό «τον μαυρίσανε, θα τον μαυρίσουνε, είναι μαυρισμένος», όπου ως υποκείμενο νοούνται οι τράπεζες συλλογικά. Αντίστοιχο του “blacklist” ως ρήματος (they blacklisted him).

  1. Έχωσε ένα φέσι γύρω στα δυο εκατομμύρια στις τράπεζες, άνοιξε ύστερα καινούργια επιχείρηση στο όνομα του γιου του, τον μαυρίσανε κι αυτόν, τώρα άνοιξε στο όνομα της κόρης του, μόλις ενηλικιώθηκε η μικρή, θα δει προκοπή κι αυτή με τον μπαμπά της.

  2. Μπήκα αφανής εταίρος στο σουβλατζίδικο γιατί ήμουν μαυρισμένος. Τους έστησα την επιχείρηση, έγινε το πρώτο μαγαζί σ’ όλο τον Εύοσμο και τώρα με πέταξαν έξω και ψάχνομαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακολουθώ αποκλίνουσα συμπεριφορά στα πλαίσια ενός επαγγελματικού ως επί το πλείστον κύκλου, με τρόπο που να θέτω σε κίνδυνο τα καλώς ή κακώς εννοούμενα συμφέροντα του κύκλου αυτού.

Τα καλώς εννοούμενα συμφέροντα είναι η τήρηση ενός έντιμου και υγιούς ανταγωνισμού, και η επαγγελματική αλληλεγγύη μεταξύ των συναδέλφων. Σε μια τέτοια περίπτωση, χαλάω την πιάτσα σημαίνει ότι μετέρχομαι πρακτικές είτε ευθέως αθέμιτες, είτε κατά παράβαση της δεοντολογίας του συγκεκριμένου κύκλου μου. Προπάντων ρίχνω υπερβολικά τις τιμές ή τις αμοιβές προκειμένου να προσελκύσω τους πελάτες των ανταγωνιστών μου. Με τον τρόπο αυτό βεβαίως ξεκινάω έναν καθοδικό κύκλο που τελικά θα γυρίσει μπούμερανγκ και σε βάρος μου, εφόσον όλο και κάποιος άλλος «εξυπνότερος» θα βρεθεί κάποια στιγμή και θα μειοδοτήσει.

Ωστόσο χρησιμοποιείται σχεδόν αποκλειστικά με ειρωνικό τρόπο, οπότε αναφέρεται στον ευσυνείδητο και σωστό επαγγελματία, υπάλληλο κλπ., που δουλεύει όταν οι άλλοι λουφάρουν, δεν λαδώνεται όταν οι άλλοι τα παίρνουν, είναι εξυπηρετικός όταν οι άλλοι είναι αγενείς, χρεώνει κανονικά όταν οι άλλοι γδέρνουν κ.ο.κ. Μια τέτοια συμπεριφορά, όπως είναι φυσικό, προκαλεί τη μήνιν των συναδέλφων του, που αισθάνονται ότι ο σωστός θέτει σε κίνδυνο τα κακώς εννοούμενα συμφέροντά τους, ήτοι τη βολή και καλοπέρασή τους σε βάρος του κοινωνικού συνόλου. Προνομιακό πεδίο εφαρμογής ο δημόσιος τομέας.

-Άντε ρε Αγαθοκλή, δύο η ώρα πήγε, πάμε να φύγουμε.
-Αφού στις τρεις τελειώνουμε. Έχω ένα σωρό φακέλους να διεκπεραιώσω. -Ε κι αν τελειώσουν θα σου φέρουν άλλους τόσους αύριο. Σήκω τώρα αδελφάκι μου να φύγουμε και μη μας χαλάς την πιάτσα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιφραστικός επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει λόγο ασυνάρτητο, με άσχετες και ασύνδετες μεταβάσεις από το ένα θέμα στο άλλο, που δε βγάζει νόημα.

- Και του λέει η Αννούλα, ξέρεις, εκείνη που τα είχε με τον Τάσο όταν δούλευε στου Βερόπουλου, αυτός δούλευε στην αποθήκη, είχε κι ένα γκολφ, αλλά τα χαλάσανε μετά γιατί ο Τάσος τα'φτιαξε με τη Λίτσα, μεγάλο τσουλί, τη φιλενάδα της Μερόπης, την ξέρεις τη Μερόπη, αυτή ντε, την ξανθούλα, τη μικροκαμωμένη, που έμενε στην Τριανδρία μαζί με την Ντίνα, αλλά μετά έφυγε, γύρισε πίσω στη Βέροια, είχα πάει να τη δω μια φορά, ωραία είχαμε περάσει, είχαμε φάει και ένα στιφάδο είχε κάνει η μαμά της φοβερό, όταν χώρισε με το Νίκο, κρίμα, ωραίο παλικάρι, αλλά παλιοχαραχτήρας, ρεμάλι, τεμπελόσκυλο, μα σάμπως τα είχαν φτιάξει και ποτέ; Ωραίος κύριος ο μπαμπάς της, ομορφάντρας...
- Από τον Αλή στον κατή πας μωρέ Κικίτσα μου, δεν μπορώ να σε παρακολουθήσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάστημα, κυρίως στον χώρο της διασκέδασης / εστίασης / τουρισμού, που πιάνει κώλο, τουτέστιν χρεώνει υπερβολικά τις υπηρεσίες του. Φαρμακείο. Μπορεί ν’ αναφέρεται είτε σε σούπερ κυριλέ μαγαζί, είτε, το συνηθέστερο, σε τυχάρπαστα λαμόγια που, ιδίως κατά τη θερινή σεζόν, επιθυμούν να εκμεταλλευτούν στο έπακρο τον μήνα που θρέφει τους δώδεκα, την περατζάδα ή την καλή θέα του καταστήματος, την άγνοια της τοπικής κουζίνας από τους αλλοδαπούς επισκέπτες που όσο να ’ναι δυσχεραίνει τον άμεσο γευστικό εντοπισμό της φόλας και το γεγονός ότι μέχρι να την καταλάβουν θα έχουν φύγει και θα έχει αφιχθεί η επόμενη φουρνιά θυμάτων.

Ο δε ιδιοκτήτης της επιχειρήσεως κωλοπιάστης.

- Πάμε στο bar restaurant; Έχω ακούσει ότι έχει φοβερή κουζίνα;
- Όχι ρε φίλε, κωλοπιαστράδικο είναι. Πάμε να φάμε καμιά μαρίδα να φχαριστηθούμε, να ’χει και χύμα κρασί να πιούμε όσο θέλουμε!

Δες και -άδικο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified