Μουνί με κουκιά. Ειρωνική απάντηση στην ερώτηση: «Τι θα φάμε;».
-Ρε παιδιά, πείνασα. Έχετε τίποτα να φάω;
-Αμέ, μουνοκούκι!
Μουνί με κουκιά. Ειρωνική απάντηση στην ερώτηση: «Τι θα φάμε;».
-Ρε παιδιά, πείνασα. Έχετε τίποτα να φάω;
-Αμέ, μουνοκούκι!
Got a better definition? Add it!
Η όμορφη, καμαρωτή, καλλίγραμμη γυναίκα.
- Χθες συνάντησα τον Κώστα με την αδερφή του.
- Ναι, την έχω γνωρίσει. Πολύ καλή, φίλε. Αλφαδογκόμενα!
Got a better definition? Add it!
Οι τρίχες πάνω από τα γεννητικά όργανα της γυναίκας, το τρίχωμα του αιδοίου.
Ο αέρας σήκωσε την φούστα της και επειδή δεν φόραγε βρακί φάνηκε για λίγο ο μπούφος της.
Got a better definition? Add it!
Από τις λέξεις ψωλή + compress (συμπιέζω). Η τρανσέξουαλ γυναίκα που δεν έχει κάνει επέμβαση αλλαγής φύλου οπότε διαθέτει πέος.
Περάσαμε χθες βράδυ μια βόλτα από τη Συγγρού να δούμε καμιά ψωλοκομπρέσα.
Got a better definition? Add it!
Κατάσταση κατά την οποία σε κάποιο μέρος βρίσκονται συγκεντρωμένες πολλές ωραίες γυναίκες, η μουνοθύελλα.
-Πήγα χθες για καφέ στον πεζόδρομο. Χαμός γινότανε.
-Είχε κόσμο;
-Έπαθα πλάκα. full moon, φίλε. Δεν ήξερα προς τα πού να πρωτοκοιτάξω...
Got a better definition? Add it!
Αυτός που είναι μεν καυλωμένος αλλά λόγω έλλειψης ερωτικής συντρόφου το ρίχνει στη μαλακία. Κατ' επέκταση δηλώνει τον άντρα που δεν έχει σχέση για μεγάλο διάστημα. Δεν πρέπει να συγχέεται με τον μαλακοκαύλη (μαλακοκαύλης)
Ο Γιάννης έχει να βγει ραντεβού με γυναίκα πάνω από δυο χρόνια. Καυλομαλάκας κατάντησε.
Got a better definition? Add it!
Συζητώ χαλαρά περί ανέμων και υδάτων με γυναίκα η οποία με έλκει ερωτικά. Η κουβέντα παραμένει αυστηρά σε φιλικό επίπεδο αλλιώς περνάμε στο επόμενο στάδιο που είναι το καυλαντίζω, καβλαντίζω.
-Γιώργο, πως πήγε η δουλειά σήμερα;
-Βαρετά. Ευτυχώς ήρθε η Μαιρούλα, κάναμε ένα τσιγάρο και χαζομούνιασα λίγο.
Got a better definition? Add it!
Η φράση σαν να έχει άδικο ή έχει άδικο χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει την άσχημη γυναίκα. Μάλλον προήλθε από το αντίθετο του ότι μια όμορφη γυναίκα έχει (για τους άντρες) πάντα δίκιο.
-Ο Γιάννης έχει αδερφή, το ήξερες;
-Άσε φίλε, την έχω γνωρίσει. Έχει άδικο...
Got a better definition? Add it!
Η άσχημη γυναίκα, η οποία είναι σχετικά ψηλή (όχι κοντή) και απαραίτητα αδύνατη, όπως και το ομώνυμο ζωάκι.
Τι μαγκούστα είναι αυτή η Μαρία ρε φίλε; Δε βλέπεται...
Got a better definition? Add it!
Η πουτανίτσα.
Είδα χθες στην παραλία την Μαρία με καινούριο γκόμενο. Ο τρίτος για φέτος, καλά την είχα κόψει για ψωλοπιπέτα.
Got a better definition? Add it!