Επιφώνημα για που κάτι δεν αντέχεται, δεν είναι σωστό. Πολλές φορές συνοδεύεται με τα χέρια και το κεφάλι στραμμένα προς τον ουρανό.

Επίσης χρησιμοποιείται και ως επίθετο για άτομα με περίεργα γούστα ή περίεργη συμπεριφορά.

  1. - Τον είδες πώς είναι ντυμένος;
    - Έλεος!

  2. Καλά μιλάμε, είσαι έλεος! Δεν περίμενα να κάνεις κάτι τέτοιο!

Βλ. και έλεορ, πολυέλεος, νισάφι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Αγανακτώ
  2. Μαστουρώνω (από το μπάφος)

Είχε τόσο καπνό εκεί μέσα... μπάφιασα κι έφυγα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο που όταν ο Θεός έβρεχε μυαλά, κρατούσε ομπρέλα. Το γεια σου άτομο.

- Άκουσες τι είπε;
- Εντελώς φεύγα το παιδί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτό που παθαίνουν οι άντρες μόλις δουν μια ωραία γυναίκα. Έχει τα εξής στάδια:

  • Άνοιγμα του στόματος διάπλατα, ωσάν παγίδα για μύγες.
  • Πέταγμα της γλώσσας έξω, λες και μιμούνται μπουλντόγκ λυσσασμένο.
  • Εκφώνηση του «πού πας μάνα μου;!»

- Είδες πώς μας κοιτούσαν όλοι όταν μπήκαμε στο μπαρ!
- Τρεχοσαλίαση έπαθαν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γλωσσόφιλο, το μπαλαμούτιασμα, το αλληλοχούφτωμα και τέτοια.

- Αυτό δεν ήταν πάρτυ μασκέ, πάρτυ σε μπουρδέλο ήταν... Έπεσε φάσωμα σου λέω! Όλοι πήγαν με όλους!

Εκ του κάνω φάση. Βλ. και μπαλαμουτιάζω, χαμουρεύω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται στην έκφραση Δεν καταλαβαίνω Χριστό και γίνεται Δεν καταλαβαίνω Χριστούγεννα.

Καθηγητής: - ...και έτσι καταλήγουμε στο x= -48/56, καταλάβατε;
μαθητής: - Κύριε, εγώ δεν κατάλαβα!
Καθηγητής: - Τι δεν κατάλαβες;
μαθητής: - Δεν κατάλαβα Χριστούγεννα, κύριε...
Καθηγητής: - Πάμε πάλι απ'την αρχή...

Merry Χρίστμας.. (από BuBis, 11/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που σημαίνει "πού πηγαίνουμε;" και χρησιμοποιείται κυρίως σε περίπτωση που κάποιος έχει χαθεί.

Δημιουργήθηκε από καθηγητή αγγλικών στον Εύοσμο Θεσ/νίκης κατά την προσπάθεια ακριβους μετάφρασης μιας πρότασης και από τότε όλος ο Εύοσμος τη χρησιμοποιεί.

- Είμαστε πηγαινόμενοι προς;
- Όντως, νομίζω ότι χαθήκαμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή αποκατάστα, μια κατάσταση που δεν είναι καλή.

Χάλια το πάρτυ, αποκατάστα σου λέω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μη φυτρώνεις εκεί που δε σε σπέρνουν, μην ανακατεύεσαι σε θέματα που δε σε αφορούν και είναι έξω από τα όριά σου.

- Δεν έπρεπε να του φερθείς έτσι, μπορεί να σε έβρισε, αλλά δεν έπρεπε να τον πλακώσεις κιόλας!
- Μην πατάς το πράσινο! Είναι προσωπικό θέμα, δικός μου λογαριασμός!

(από patsis, 23/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνεργος.

- Αυτός τελικά τι δουλειά κάνει; Όλο τον βλέπω να κάθεται...
- Αυτός; Καταναλωτής πατρικού εισοδήματος! Δεν δούλεψε ποτέ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified