Λογοπαίγνιο με το όνομα του γνωστού μοντέλου της Nissan (Micra) για να προσδιορίσουμε την πραγματική αξία του συγκεκριμένου αυτοκινήτου.

- Άντε ρε...βιάζομαι, πήγαινε λίγο πιο γρήγορα!
- Τι θες ρε μ****α;!;!; Nissan Picra έχω...όχι Ζ4!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γνωστή Γερμανική γιορτή μπύρας και λουκάνικου, αλλά στην προκειμένη περίπτωση μας ενδιαφέρει μόνο του λουκάνικου όταν θέλουμε να υπονοήσουμε ότι ένας χώρος είναι τίγκα στους άνδρες.

- Πού μας έφερες ρε γελοίε... ούτε μια γυναίκα δεν υπάρχει γύρω. Σκέτο Octoberfest.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μόρτικος τρόπος να πεις το «δικηγόρος». Συνιστάται να μασάς και τσίχλα όταν το λες.

Δεν λέω τίποτα... θα μιλήσετε με το δικαιόρο μου (δήλωση γνωστού σκυλά της εθνικής Αθηνών - Λαμίας μετά από σύλληψη για κατοχή).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το βουλευτής, οπού μετά από αποκοπή του -υ- η λέξη πλέον αποκτά διφορούμενη έννοια: από τη μια όλοι καταλαβαίνουν ότι μιλάμε για έναν από τους 300 και από την άλλη εννοείται ότι το συγκεκριμένο άτομο «βολεύει» και κόσμο.

- Ρε φίλε... πώς θα γίνει να πιάσω δουλειά στο υπουργείο μεταφορών; - Θες να μιλήσω στον μπατζανάκη της ξαδέρφης μου; Είναι βολευτής ... κάτι θα κάνει και για σένα...

(από GATZMAN, 17/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σύνολο των γυναικών που πάνε ανά πεντάδες (τουλάχιστον) στην εκκλησία, φέρουν τα ίδια χαρακτηριστικά (1.55 το πολύ, κοιλάρες, βυζάρες, λεπτά ποδαράκια και απαραιτήτως κοντό μαλλί βαμμένο και φτιαγμένο στο κομμωτήριο την προηγουμένη το πολύ, χρυσός σταυρός και καλτσόν). Ο χαρακτηρισμός τους αποδίδεται στον χαρακτηριστικό θορύβο που παράγουν όταν βρίσκονται σε ομάδες (και μιλάνε ταυτόχρονα) που θυμίζει έντονα κοπάδι από γλάρους που πετάει κοντά στο ακρογιάλι.

- Φιλέ η γιαγιά σου είναι αυτή;
- Πω έχεις δίκιο ρε... καλύτερα να αλλάξουμε δρόμο γιατί θα πέσουμε μέσα στο κοπάδι με τις γλαρίνες και θα μας ζαλίσουν τα @@ για το μαλλί και τα σκουλαρίκια...

δώστε βάση στον ήχο που παράγουν οι γλάροι (από King_Alobar24, 04/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινώς μια γκόμενα που έχει τρελό σώμα και χάλια μάπα. Κόβεις το κεφάλι και τρως το υπόλοιπο.

- Μαλάκα, κοίτα κωλαράκι η κοπελιά... Και βυζί... μπαλκόνι...
- Στάσου μαλάκα να γυρίσει να δεις πρόσωπο... Γκόμενα-γαρίδα σε φάση!!

Γκόμενα τ. butterface (< but her face), αν και πολύ αυστηρά κττμγ (από Khan, 13/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολύ γέλιο δε, έχει όταν χρησιμοποείται από κάποιους έλληνες στην Αγγλία ή άλλη χώρα στο τέλος μιας φράσης...

Can I have a pack of cigarettes ναούμ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συγχώνευση των λέξεων Ας + (πού)μ(ε) = Ασμ

- Και τώρα εσύ τι γουστάρεις, ας πούμε; Να φας ξύλο;
ή - Και τώρα εσύ τι γουστάρεις, ασμ...; Να φας ξύλο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άντρας που συνοδεύει πολλές γυναίκες σε έξοδο.

- Πωωωωω ρε φίλε... Με πόσες γκόμενες είναι ο τύπος;
- Άσε μάγκα... Μουνοβοσκός ο τυπάς...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να περιγράψει, συνήθως μεταφορικά, ότι είτε κάποιος έχει κουραστεί πολύ, είτε έχει φάει πολύ ξύλο, είτε ότι όντως του / της έχουν γαμήσει τα βάρδουλα.

- Τι έγινε, πήγες προπόνηση σήμερα;
- Άσε... πήγα και μας γάμησε τα βάρδουλα ο προπονητής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified