Αηδός με εξαιρετικές ικανότητες στην εκτέλεση ασμάτων (< φωνή).

Οι εύκωλες φώνισσες φτάνουν στον κωλοφώνα (< κώλος + φωνή) της δόξας τους με απίστευτη ευκωλία. Βλ. και λήμμα από φωνή μουνί κι από μουνί φωνάρα.

Ο φωνιάς ή η φώνισσα που πέφτει στην αφάνεια μετά από σύντομο μεσουράνημα ονομάζεται ψοφήμηετυμό είναι προφανής, μη με βάζετε να τα εξηγώ όλα).

Ε ωρέ μοντουλαίοι: Ως αναλφάβητος, για να κάνω τα πρώτα μου λίνκια έκαψα κύτταρα, οπότε και ράκος έγινα, και το λήμμα δεν είναι επαρκώς ανεπτυγμένο.
Εκ μέρους σας ελπίζω σε:
1. Kατανόηση
2. Μύδι (και όχι τίποτα άλλο, ομοιοκατάληκτο)
3. Γούτσου-γούτσου

- Πω ρε πούστη μου, τι αγριόμουνο είναι αυτή η καινούργια του μαγαζιού;
- Ναι, αλλά από φωνή γάμα τα. Το πετσόκοψε το άσμα, μιλάμε για φώνισσα.
- Και τι με νοιάζει εμένα ρε μαλάκα, έτσι και την ξεμοναχιάσω πουθενά, νομίζεις οτι θα της διαβάσω Παπαδιαμάντη;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Eπαγγελματική αργκό εργοδοτών (συνήθως εργολάβων ή τσιφλικάδων), σε χρήση τουλάχιστον τον 19ο/αρχές 20ου αιώνα, και, αν δε σφάλλω, περισσότερο στην Ήπειρο.

Αφορούσε το καθεστώς σιτηρεσίου για τους εργάτες. Σύψωμος λεγόταν ο εργάτης ο οποίος έφερνε στη δουλειά και το φαγητό του ιδίοις εξόδοις, ενώ ταϊστός εκείνος στον οποίον, πέραν της (όποιας) αμοιβής, το αφεντικό παρείχε και τα αντίστοιχα γεύματα.

Εννοείται ότι ο σύψωμος αμειβόταν με περισσότερα μετρητά από τον ταϊστό. Τώρα, τι σόι προκοπή κάνανε κι οι δυο τους, θα σας γελάσω και δεν είναι στον χαρακτήρα μου...

Πηγή: Κάποιο παμπάλαιο τεύχος του περιοδικού «Ιστορία». Δυστυχώς δεν μπόρεσα να το ξαναβρώ για να δω μπας κι είχε καμιά πληροφορία παραπάνω, οπότε θα βολευτείτε με αυτά που παραθέτω από μνήμης και με πάσα επιφύλαξη.

Κυρ-Γιάννη, πώς τους έχεις τους εργάτες, σύψωμους ή ταϊστούς ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μισοσοβαρή-μισοαστεία κατάρα από Αιτωλοακαρνανία μεριά.
Το παλιούρι είναι ένας γεμάτος αγκάθια θάμνος, εναντίον του οποίου δεν συνιστάται η κατά μέτωπον επίθεση, κοινώς γιούργια. Προφάνουσλυ, ένας αγκαθωτός διάολος που κόβει βόλτες στα σωθικά του αποδέκτη της κατάρας δεν είναι και ό,τι καλύτερο...

Πηγή : Ο φάδερ.

Μωρέ φαταούλα, μισό μπακλαβά είχα φυλάξει να γλυκάνω το δόντι μου, και μόλις γύρισα την πλάτη μου τον σαβούρωσες; Μπα που να 'μπει ο διάολος μέσα σου και να 'ναι φορτωμένος παλιούρια, κερατά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως είναι γνωστό, η υπό του χύδην όχλου χρησιμοποιούμενη λέξη «κώλος» δηλοί τον πρωκτό ή αφεδρώνα.

Αφεδύο, όπως ισχυρίζεται ο Μπάμπι το Ελαφάκι, «φόδρα» σημαίνει εσωτερική επένδυση ενδύματος ή άλλου αντικειμένου.

«Φόδρα του κώλου», λοιπόν. Εν πρώτοις, ας αφήσουμε κατά μέρος τις κακής ποιότητος εσωτερικές επενδύσεις ενδυμάτων. Δεν είμεθα υφασματέμποροι. Ως φόδρα του κώλου μπορεί να νοηθεί μόνο το ορθόν ή απευθυσμένο, δλδ το ακραίο τμήμα του εντέρου που απολήγει στη λεγόμενη σούφρα.

Ο μόνος τρόπος για να γίνει ορατό το απευθυσμένο είναι η εξαγωγή του, είτε μέσω του στόματος (Βαγγελίστρα μου!), είτε μέσω της σούφρας, μετά την απαραίτητη διεύρυνση των κωλοβάρδουλων. Η απόσταση μεταξύ αυτών των δύο σημείων της ανθρώπινης ανατομίας καθιστά απαγορευτική την επιλογή του στόματος, άρα η προσφορότερη μέθοδος είναι η δια της σούφρας εξαγωγή.

Δεδομένου ότι μέχρι σήμερα δεν έχουν καταγραφεί περιπτώσεις εθελοντών για να υποστούν την εν λόγω επέμβαση, μπορούμε βάσιμα να υποθέσουμε ότι πρόκειται για μάλλον βίαιη και επώδυνη διαδικασία. Η φράση λοιπόν δέον όπως θεωρείται ελάχιστα συγκεκαλυμμένη απειλή που αφορά είτε οθωμανικού στυλ καταναγκασμό, είτε άσκηση σωματικής βίας (ή συνδυασμό των δύο αυτών τεχνικών).

Οίκοθεν νοείται ότι η χρήση ή μη κατάλληλων εργαλείων για την πραγματοποίηση της επέμβασης εξαρτάται από την επιδεξιότητα του κωλοσχίστου.

- Το '69 στη φυλακή Saverov της Adina εγνώρισα έναν Κατάδικο που του χώσανε γκλοπ στον κώλο και μετά το τραβήξανε έξω με δύναμη - το κωλάντερό του κρεμότανε σαν ποτήρι. Ο γιατρός της φυλακής Saverov (ένα κάθαρμα) τον ενοσήλευε για έλκος στομάχου.
(Ηλ. Πετρόπουλου «Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη»).

([...]μπλέχτηκε [...] σε καβγά [...] για χάρη ενός ζωηρού στρατιώτη που θέλανε να πάρουν οι χωροφύλακες [...])
- Διαταγές [...] δέχομαι μόνο από ανωτέρους μου.
- Κι εγώ τι είμαι μωρή καριόλα μπασκίνα ;
- Είστε ομοιόβαθμος και θα σας αναφέρω διότι...
- Θα μου τα κλάσεις.
- Ο στρατιώτης...
- Άμα τον ακουμπήσεις θα σου βγάλω έξω το κωλάντερο σαν κάλτσα !
(Διον. Χαριτόπουλου «525 Τάγμα Πεζικού»).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τέλη δεκαετίας '70, αρχές '80 απεκαλείτο ευρέως καρότσα η σπρωχτή (και όχι κοφτή και μονοκόμματη κομιλφό) στεκιά στο μπιλιάρδο, η οποία εθεωρείτο άκυρη και ζαβολιά.

Παρεμπίπταμπλυ, κορδόνι αποκαλείται το σύνολο των πως-διάολο-τα-λένε, αυτά μωρέ τα τρύπια που είναι περασμένα στον ειδικό άβακα για να μετράνε τις καραμπόλες. Νομίζω ήταν 25 σε κάθε σειρά, άρα 1 κορδόνι= 25 καραμπόλες.

Έχω να πιάσω στέκα από τότε που έπεσε εκείνος ο ρημαδιασμένος ο μετεωρίτης και δεν ενθυμούμαι πλέον ποίαν στεκιάν περιγράφαμε ως «μπρικόλα».

Ακούει κανείς ;

- Πετράκη, κερνάς τις μπύρες έτσι ; Είχα δεν είχα δύο κορδόνια σου 'ριξα στ' αυτιά.
- Άντε ρε μαλάκα, έτσι ξέρω κι εγώ. Αφού οι μισές στεκιές σου καρότσες ήτανε ρε απατεώνα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H φράση αναφέρεται στην καταπόνηση κάποιου που ξεκωλώνεται στη δουλειά, είτε για πάρτη του είτε όντας στην υπηρεσία κάποιου εργοδότη.

Ας σημειωθεί ότι η λέξη «υπηρέτης» προέρχεται από το υπό + ερέτης = κωπηλάτης. Πρβλ τα σχετικά «κατεργάρης», «πάγκος» κλπ. Ως γνωστόν, οι σκλάβοι στις γαλέρες τραβούσαν κουπί μέχρι θανάτου.

Τούτου δοθέντος, και παραβάλλοντας το γαλλ. travailler / ισπαν. trabajar, η σωστή απάντηση στο πασίγνωστο ελληνικό «τι τραβάω ρε πούστη μου για ένα ξεροκόμματο» είναι «κουπί».

Τέλος, όπως φαίνεται από το παράδειγμα που ακολουθεί, η σχετική με την κωπηλασία ορολογία έβρισκε, τουλάχιστον παλαιότερα, εφαρμογή και σε καταστάσεις που αφορούσαν περισσότερο το χλαπάκιασμα παρά την παραγωγή έργου.

  1. Εννοείται πως, τη φασουλάδα την κατεβρόχθιζαν με το κουπί (χουλιάρι). Στην φυλακή, όταν κάποιος τρώει με λαιμαργία, του λένε : βλέπω τραβάς άγριο κουπί !
    (Ηλ. Πετρόπουλου «η Εθνική Φασουλάδα»).

  2. - Τι γίνεται ρε φίλε, πως πάει η δουλειά ;
    - Άσε μεγάλε, το μαγαζί μπαίνει μέσα και τ' αφεντικό μας έχει να τραβάμε μέρα-νύχτα κουπί μπας και τα φέρει βόλτα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάθηση σχετική με την συμπεριφορά ή / και το ήθος τσόγλανου.
Ιατρικώς κατηγοριοποιείται ως οξεία ή καλπάζουσα.
Συνήθως διαγιγνώσκεται με συνοδά φαινόμενα κωλοπαιδισμού.

Η παρούσα επισήμανση ας θεωρηθεί πάσα προς κάθε ενδιαφερόμενο να ανεβάσει το σχετικό λήμμα.

Ο λημματογράφος δεν είναι σε ψυχολογική κατάσταση να ασχοληθεί και με κωλόπαιδα. Οι τσόγλανοι του είναι υπεραρκετοί.

«Σταμάτα ρε τσογλάνι !», του ξανάπα κι ο Μήτσος σταμάτησε, αλλά όχι εντελώς, έβλεπα στο ύφος του την ανυπομονησία του, ή θ ε λ ε να κατέβω ο Μήτσος, ο Μήτσος ο π α τ ρ ι ώ τ η ς, χάρηκε που επιτέλους δεν άντεξα την τ σ ο γ λ α ν ί α σ ή του και πήδηξα κάτω, κλείνοντάς του την πόρτα στα μούτρα [...]

(Γιώργου Σκούρτη «Ο Μήτσος απ' τ' Αγρίνιο», από το βιβλίο «Αυτά κι άλλα πολλά»).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διοικητής λόχου αυνανιστών (< αγγλ. captain = λοχαγός). Συνήθως δεν έχει αποφοιτήσει από κάποια σχετική σχολή, αλλά αναδεικνύεται στο πεδίο της μάχης σε φυσικό ηγέτη της ομάδας, λόγω των αναμφισβήτητων προσόντων του και του έμφυτου χαρίσματος που διαθέτει.

Ο καπετάν-μαλάκας υποστηρίζεται κατά την άσκηση των καθηκόντων του από έναν ή περισσότερους ανθυπομαλάκες των οποίων τις δραστηριότητες συντονίζει με ζήλο.

Χότζα μου, δουλεύοντας ήδη το μέχρι σήμερα ανύπαρκτο λήμμα, έπεσα πάνω σε σχετικό σχόλιό σου στον καπετάν Φλωριά. Έχεις απόλυτο δίκιο, ο λημματογραφούμενος καπετάνιος κρύβεται στις σελίδες του Κονδυλάκη. Κατέβασα όσα κείμενά του διαθέτω, κατέβασα και κάμποσα καντήλια και ΧΠ αλλά εις μάτην, του κάκου. Ο καπετάνιος παρέμεινε ασύλληπτος.

Ίσως γι αυτό να λένε ότι η μαλακία είναι ανίκητη.

Για να βγάλω λοιπόν το άχτι μου, στο παράδειγμα παραθέτω από μνήμης και στο περίπου τη φράση του Κονδυλάκη.

«Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι αυτός ο καπετάν-μαλάκας ήταν πατέρας μου».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανώτερος αξιωματικός των Ενόπλων Δυνάμεων, του οποίου το τζετζεροκαπάκι της κεφαλής φέρει στο γείσο χρυσοκέντητη κλάρα δάφνης (ή μαϊντανού).

Πρόκειται για σλανγκικό όρο του Π.Ν. τουλάχιστον από τη δεκαετία του 80.

Οι ανώτατοι αξιωματικοί με πολλές ολυμπιάδες πίσω τους φέρουν δύο τέτοιες κλάρες και ονομάζονται «δίκλαροι».

Ειρήσθω εν παρόδω ότι η λέξη «ολυμπιάδα», για λόγους που βαριέμαι να εξηγήσω, σημαίνει χρονικό διάστημα τετραετίας.

Για περισσότερες πληροφορίες απευθυνθείτε στη ΔΟΕ, εγώ πάω να την πέσω.

Όπως είπαμε στραβόγιαννε. Άμα δεις κλαρά σκας προσοχή κραπ- κραπ και χαιρετάς. Άμα είναι δίκλαρος, του κάνεις και μια πίπα.

(από Vrastaman, 26/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

*Η πεντασέλιδη σινδονιάδα που ακολουθεί βγήκε από την κατάψυξη του λημματογράφου προς χάριν του σχολίου του vikar στο λήμμα τον καίγετ' η καρδιά μου της Pirate Jenny. Αιδεσιμότατε, φαίνεται πως είχαμε, εν αγνοία μας, τις ίδιες αναζητήσεις. Ανεβάζω με θράσος το παλιό κείμενο γιατί τα περισσότερα από τα ρήματα που σχολιάζει έχουν και μια σαφή σλανγκική απόχρωση πέραν της συμβατικής τους χρήσης. Και όπως είπες και στον Ιωάννη τον Μέλανα, το πράμα έχει ψωμί. Του johnblack λοιπόν απόντος, παίρνω την ευθύνη να ρίξω τα ζάρια. Αν φέρω ντόρτια, απλώς εξαφανίστε το λήμμα, δεν θα κάνω μπου-χου-χου. Αν έρθουν εξάρες, προσθέστε κι άλλα ρήματα, ο καθένας στο στυλ γραφής του. Και τότε θα κάνω μπου-α-χα-χα.

Για να μην αναλωθούμε σε γραμματολογικούς καβγάδες, δηλώνω εξ αρχής ότι, όπου με βόλευε, παρέκαμψα συνειδητά την ακρίβεια των ορισμών μεταβατικό / αμετάβατο, εντάσσοντας αυθαίρετα στη μία ή την άλλη κατηγορία ρήματα που κανονικά δεν ανήκουν σ' αυτές. Μετέτρεψα δλδ το ρήμα σε ρημάδι για να μιλήσω γιά άλλα πράγματα, ποιητική αδεία.

At the down-down, το κείμενο δεν προοριζόταν για λήμμα λεξικού όταν γράφτηκε. Στη χειρότερη, ας θεωρηθεί το λήμμα μιά πρώτη προσέγγιση. Με το μπαρδόν λοιπόν.*

Αν και ως γνωστόν οι καλοί φίλοι είναι αυθεντίες στα μαθηματικά και συνεπώς είναι περιττό να κάνουν λογαριασμούς, εμείς ας λογαριαστούμε εξ αρχής ευθέως: Ο γράφων δεν έχει την παραμικρή πρόθεση να είναι αντικειμενικός. Στο κάτω-κάτω, περάσαμε τόσες δεκαετίες αγωνιζόμενοι σκληρά και ανυποχώρητα για να συγκροτήσουμε και να χαλυβδώσουμε την υποκειμενικότητά μας. Θα ήταν τρέλα να τινάξουμε τώρα στον αέρα τους κόπους μιας ολόκληρης ζωής εν ονόματι μιας αίολης και ασαφούς αντικειμενικότητας.

Όλως αντιθέτως λοιπόν, για τον γράφοντα είναι απολύτως αδύνατον να κατανοήσει τους λόγους για τους οποίους η λέξη «υποκείμενο» έχει παλαιόθεν επιβαρυνθεί με το πασίγνωστο, όσο και δυσβάστακτο φορτίο απαξίας.

Φράσεις όπως «Μμμ, σπουδαίο υποκείμενο βρήκες για παρέα», «Άκουσε κόρη μου, αυτό το ύποπτο υποκείμενο που μας κουβάλησες εγώ δεν το κάνω γαμπρό μου», «Το ευρισκόμενο στο εδώλιο άθλιο υποκείμενο Κύριοι Δικαστές...» κλπ, επιβαρύνουν αυτό το αγρίως συκοφαντηθέν μέρος του Λόγου με ιδιότητες οι οποίες υπό κανονικές συνθήκες θα χαρακτήριζαν ένα μούτρο ή ένα κουμάσι.

Ωστόσο, μια προσεκτικότερη προσέγγιση του θέματος θα έπειθε και τον πλέον κακοπροαίρετο συζητητή πως το υποκείμενο όχι μόνο δεν αξίζει την ισόβια ποινή διαπόμπευσης στην οποία έχει αδίκως καταδικαστεί, αλλά αντιθέτως αναδεικνύεται σε κρίσιμο καταλύτη και ρυθμιστικό παράγοντα καταστάσεων που χαρακτηρίζονται από εξαιρετικά ευαίσθητες ισορροπίες. Ίσως ακόμα σπουδαιότερος να είναι ο ρόλος του υποκειμένου στην αποκάλυψη της ύπουλης, διπρόσωπης στάσης του ρήματος, το οποίο συλλαμβάνεται πολλάκις επ’ αυτοφώρω άλλα να δηλώνει και άλλα να υπονοεί.

Με την καθοριστική όμως παρέμβαση του υποκειμένου γίνεται ξεκάθαρο το ποιος είναι ποιος και τίνος τα συμφέροντα υπηρετεί ο καθένας.

Ελάτε λοιπόν, ανοίξτε την πτυσσόμενη αλουμινένια σκάλα και ας ξεσκονίσουμε τα θαμμένα στο πατάρι σχολικά βιβλία της Ελληνικής Γραμματικής, για να θυμηθούμε μαζί κάποιους βασικούς ορισμούς στους οποίους εντρυφούσαμε στα ξένοιαστα μαθητικά μας χρόνια:

  • υποκείμενο: όρος της πρότασης ο οποίος δηλώνει το πρόσωπο που ενεργεί, παθαίνει ή βρίσκεται σε μία κατάσταση,
  • ρήμα: μέρος του Λόγου το οποίο δηλώνει ότι το υποκείμενο ενεργεί, παθαίνει ή βρίσκεται σε μία κατάσταση,
  • αντικείμενο: όρος της πρότασης στον οποίο μεταβαίνει η ενέργεια του ρήματος,
  • αμετάβατο ρήμα: ρήμα του οποίου η ενέργεια παραμένει στο υποκείμενο,
  • μεταβατικό ρήμα: ρήμα του οποίου η ενέργεια μεταβαίνει σε αντικείμενο.

Στην περίπτωση που είστε περισσότερο άνθρωπος της πρακτικής εφαρμογής παρά των θεωρητικών αναλύσεων, δύο απλά, όσο και διαχρονικά παραδείγματα ίσως αφυπνίσουν την εντός σας καθεύδουσα γνώση:

Μεταβατικά ρήματα

Η Αστυνομία (Υ) χτυπά (Ρ) τους απεργούς (Α) και ο Υπουργός (Υ) εγκρίνει (Ρ) τον ξυλοδαρμό (Α).

Προσέξτε πώς η ενέργεια του ρήματος του πρώτου υποκειμένου μεταβαίνει στα σώματα των αντικειμένων υπό μορφήν εκχυμώσεων, θλαστικών τραυμάτων, εκτεταμένων μωλώπων και βαρυτάτων κρανιοεγκεφαλικών κακώσεων. Στο δεύτερο σκέλος της πρότασης, η ενέργεια του ρήματος μεταβαίνει μέσω του υποκειμένου στο αντικείμενο του ρήματος υπό μορφήν άφεσης αμαρτιών, εύφημης μνείας, αύξησης αποδοχών και προαγωγής των εμπλεκομένων Σκυθών ραβδούχων.

Αμετάβατα ρήματα

Ο κόσμος (Υ) καίγεται (Ρ) και ο Πρωθυπουργός (Υ) χτενίζεται (Ρ).

Σε αυτή την περίπτωση η κατάσταση / πάθηση του α’ υποκειμένου η οποία δηλώνεται από το α’ ρήμα είναι αποκλειστικά και μόνο δικό του πρόβλημα, καθώς δεν μεταβαίνει πουθενά ούτε ενδιαφέρει κανέναν. Το μόνο που έχει να κάνει το β’ υποκείμενο είναι να απαλλάξει μέσω της ενέργειας του β’ ρήματος την κόμη του από τα αιωρούμενα στην ατμόσφαιρα κατάλοιπα της καύσης, πράξη που επίσης αφορά αποκλειστικά και μόνο το ίδιο το β’ υποκείμενο και την ευπρεπή εμφάνισή του.

Αφού λοιπόν θυμηθήκαμε τους βασικούς κανόνες ασφαλούς ναυσιπλοΐας, ελάτε να εξερευνήσουμε άφοβα μερικά ε-ρημο-νήσια του Αρχιπελάγους του Λόγου όπου λαμβάνουν χώρα δραστηριότητες στις οποίες εκατομμύρια φυσιολογικοί άνθρωποι επιδίδονται σε καθημερινή βάση. Ο γράφων είναι πεπεισμένος ότι η αποκάλυψη του πραγματικού, ουσιώδους ρόλου που διαδραματίζει το υποκείμενο θα αλλάξει διαπαντός τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται από το ευρύ κοινό αυτό το κατάφωρα αδικημένο μέρος του Λόγου:

τρώω

Ρήμα αμετάβατο όταν αφορά την καθημερινή πρόσληψη εύγευστης ενέργειας στην οποία προβαίνετε με όρεξη μετά από μια ημέρα τίμιας, κοπιαστικής και παραγωγικής εργασίας, ενέργειας η οποία παραμένει σε σας (καλή όρεξη). Μετατρέπεται ωστόσο μυστηριωδώς σε μεταβατικό όταν το υποκείμενό του δεν είστε εσείς αλλά υψηλόβαθμο στέλεχος της Κυβέρνησης.

Οι αδιάσειστες αποδείξεις αυτής της μετάλλαξης γίνονται σύντομα εμφανείς τόσο στον υπερπόντιο, μυστικό τραπεζικό λογαριασμό του εν λόγω Υπουργού, όσο και στο εκκαθαριστικό φορολογικό σημείωμα που θα σας αποσταλεί από την Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία στην οποία υπάγεστε. Σε αυτά ακριβώς τα φαινόμενα βασίζεται και η πασίγνωστη Θεωρία του Χάους, σύμφωνα με την οποία η πάχυνση ενός βιβλιαρίου καταθέσεων στην Καραϊβική μπορεί να προκαλέσει το ξέσπασμα αιματηρών διαδηλώσεων στα Βαλκάνια. Την ίδια ακριβώς αχαρακτήριστη συμπεριφορά επιδεικνύουν και τα συνώνυμα ρήματα μασάω, χάβω, χλαπακιάζω, σαβουρώνω, ντερλικώνω κλπ.

κοιμάμαι

Ρήμα αμετάβατο στην περίπτωση που επιδίδεστε ως υποκείμενό του στην πράξη την οποία περιγράφει, μετά από τον τίμιο κόπο μιας εργάσιμης ημέρας. Αποκτά ωστόσο μεταβατικό χαρακτήρα του οποίου τις συνέπειες θα αντιληφθείτε στο όχι και πολύ μακρινό μέλλον, όταν το υποκείμενό του είναι κυβερνητικός αξιωματούχος σε εποχές κοσμογονικών αλλαγών και εμφάνισης νέων δεδομένων στη διεθνή πολιτική, τεχνολογική και κοινωνική πραγματικότητα. Με τον ίδιο τρόπο, στην περίπτωση που το υποκείμενο του ρήματος είναι φύλακας ισόπεδης σιδηροδρομικής διάβασης σε ώρα προσέγγισης ταχείας αμαξοστοιχίας, το ρήμα μετατρέπεται εν ριπή οφθαλμού σε μεταβατικό, οπότε και ενδείκνυται η απομάκρυνσή σας από την περιοχή το συντομότερο δυνατόν. Σε περίπτωση που δεν λάβετε τάχιστα τη σχετική πρόνοια, η προαναφερθείσα αμαξοστοιχία μεταμορφώνεται σε υποκείμενο των αποτρόπαιων ρημάτων διαμελίζω και πολτοποιώ. Είναι περιττό να διευκρινιστεί ποιος θα βρίσκεται στην θέση του αντικειμένου τους.

Τα ίδια και χειρότερα συμβαίνουν με το δήθεν αμετάβατο ρήμα κάθομαι. Είτε είστε πολυθρόνα που στενάζει κάτω από το ασήκωτο βάρος του προγάστορος ιδιοκτήτη της, είτε είστε αχθοφόροι στην υπηρεσία του, η μεταβατικότητα του ρήματος αποκαλύπτεται σε όλη της την φρικτή μεγαλοπρέπεια, κάνοντας να τρίζουν απαίσια οι αρμοί σας ή οι σπόνδυλοί σας, αναλόγως της περίπτωσης.

(Ας ανοίξουμε εδώ μια παρένθεση αναγκαία για να επισημανθεί η απαράδεκτη συμπεριφορά του ρήματος. Ο γράφων, χωρίς την παραμικρή διάθεση απαξίωσης του έργου των έγκριτων λεξικογράφων μας, οφείλει να παρατηρήσει ότι όλοι ανεξαιρέτως, προφανέστατα εξαπατηθέντες, συμπεριλαμβάνουν το ρήμα επαναστατώ στα αμετάβατα. Όμως όσον αφορά τη μεταφορική του έννοια, όταν επαναστατεί το στομάχι σας, για το πού μεταβαίνει η ενέργεια του ρήματος ρωτήστε στην καλύτερη περίπτωση τη λεκάνη της τουαλέτας σαςֺ στη χειρότερη, το ολομέταξο κουστουμάκι που αγοράσατε με το δώρο Χριστουγέννων. Όσο για την κυριολεκτική του έννοια, για τον τόπο μετάβασης της ενέργειάς του κάτι θα είχαν πιθανότατα να πουν η Μαρία Αντουανέτα και ο πασών των Ρωσιών Νικόλαος, αλλά ο γράφων υποψιάζεται ότι κωλύονται για τεχνικούς λόγους.)

δουλεύω

Εύγε νέε μου!!! Είστε αξιέπαινος!!! Συγχαρητήρια στους γονείς σας και στους καθηγητάς σας!!! Ως υποκείμενο μπορείτε να είστε περήφανος για το αμετάβατο ρήμα σας, στην απίθανη περίπτωση που οι γλίσχρες αποδοχές σας καταλήγουν στη δική σας τσέπη. Σε περίπτωση όμως που ζητήσετε αύξησή τους, θα μεταμορφωθείτε αυτομάτως σε αντικείμενο του ρήματος, το οποίο μετατρέπεται αμέσως σε μεταβατικό με τη μορφή υπόσχεσης και αποκτά υποκείμενο στο πρόσωπο του εργοδότη σας. Στην ακραία δε περίπτωση που επιμείνετε φορτικά και με ακλόνητο πείσμα στην ικανοποίηση του σχετικού σας αιτήματος, είναι εξαιρετικά πιθανό να βρεθείτε στη δυσάρεστη κατάσταση την οποία περιγράφει παραστατικότατα το δήθεν αμετάβατο ρήμα απολύομαι. Την αληθή φύση του εν λόγω ρήματος ως μεταβατικού θα έχετε σύντομα την ευκαιρία να συνειδητοποιήσετε, εφόσον αυτή θα αντικατοπτρίζεται ευκρινώς στις στερήσεις στις οποίες θα υποβληθούν αναγκαστικά τα άτυχα ανήλικα τέκνα σας.

τρέχω

Ρήμα αμετάβατο όταν το υποκείμενό του είναι βαθύπλουτος βιομήχανος ο οποίος αθλείται με κατάλληλη περιβολή σε γυμναστήριο ή στις σκιερές αλέες του ασφαλούς και γαλήνιου προαστίου στο οποίο κατοικεί. Μεταβατικό, αν ο δρομέας και υποκείμενο του ρήματος είναι υπάλληλος του προαναφερθέντος κεφαλαιούχου, εφόσον το αποτέλεσμα της ενέργειας του ρήματος μεταβαίνει στον τραπεζικό λογαριασμό του εν λόγω μεγιστάνα με τη μορφή υπεραξίας. Η εκδοχή αυτή προϋποθέτει τη μετατροπή του υπαλλήλου σε αντικείμενο του ρήματος από τον εργοδότη, ο οποίος και παίρνει τη θέση του υποκειμένου του.

γράφω

Εδώ το πράγμα είναι σαφές. Το απατηλά μεταβατικό σας ρήμα βοηθά αποτελεσματικά στην πάχυνση του τραπεζικού σας λογαριασμού αν εσείς, ως συγγραφεύς και υποκείμενό του βάλετε στη θέση του αντικειμένου του ανούσια πλην εύπεπτα, άρα και ευπώλητα αναγνώσματα για πλατιά λαϊκή κατανάλωση. Εδώ μιλάμε για τυπική περίπτωση παραλλαγής στρατιωτικού τύπου, εφόσον στην ουσία πρόκειται για αμετάβατο ρήμα, του οποίου η ενέργεια και τα οφέλη παραμένουν σε σας, το υποκείμενό του. Αν όμως βρεθείτε εσείς ο ίδιος στη θέση του αντικειμένου του ως πολίτης με αίτημα για έκδοση κάποιου πιστοποιητικού από Δημόσια Υπηρεσία η οποία και θα παίζει τον ρόλο του υποκειμένου του, το ρήμα αποκτά πάραυτα μεταβατικό χαρακτήρα και εσείς έχετε αποκτήσει σοβαρότατο πρόβλημα. Προσοχή λοιπόν!!

εκδίδω

Έχετε κερδίσει με το σπαθί σας ένα ρόλο πλήθους στη στρατιά των αφανών εργατών του Πνεύματος. Το καλό βιβλίο ως αντικείμενο του ρήματος αλλά και του επαγγέλματός σας παραμένει, κόντρα στον ζόφο των καιρών μας, ένας φωτεινός φάρος γνώσης και καλλιέργειας, και εσείς, ως εκδότης του και υποκείμενο του ρήματος μπορείτε να σεμνύνεστε για την προσφορά σας στα πνευματικά πράγματα του τόπου και στην κοινωνία, στην οποία και μεταβαίνει το προκύπτον από την δραστηριότητά σας όφελος. Είναι όμως εντελώς διαφορετικό το να βρεθείτε στην θέση του αντικειμένου του ρήματος ως νεαρή, χυμώδης και ευειδής απόγονος της Εύας προερχόμενη από κάποια εξαθλιωμένη περιοχή του πλανήτη. Σε αυτή την περίπτωση, το (χαμερπές ) υποκείμενο του αμετάβατου πλέον ρήματος είναι κάποιος ειδεχθής μαστροπός, οπότε η ψυχοσωματική κακοποίηση, η χρήση ουσιών και οι διεφθαρμένοι εκπρόσωποι του Νόμου αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της καθημερινότητάς σας και –με την εξαίρεση των αφροδισίων νοσημάτων– μάλλον δεν μεταβαίνουν πουθενά, δεν αφορούν ούτε ενοχλούν κανέναν άλλοֺ σίγουρα πάντως όχι τους κατά τεκμήριο ευυπόληπτους πελάτες σας. Ας μην σας ξεγελά λοιπόν η επίφαση μεταβατικότητας του ρήματος. Μελετήστε με πάθος γραμματική και δοκιμάστε κάτι άλλο, σε κάποια άλλη χώρα.

πετάω

Μα φυσικά φίλτατε. Είστε νέος, γεμάτος ενέργεια και πάθος, το αίμα σας βράζει και τα φτερά που κουρνιάζουν στους ώμους σας αναζητούν δράση. Ως υποκείμενο του αιθέριου, αμετάβατου ρήματος απολαμβάνετε μια πανοραμική θέα του πολύχρωμου κόσμου μας, τέτοια που μόνο οι ερωτευμένοι μπορούν να έχουν. Θα ήταν ωστόσο σκόπιμο να κρατάτε πάντα σε μια γωνιά της μνήμης σας τον μύθο του Ίκαρου. Σε περίπτωση –ο μη γένοιτο– αστοχίας του πτητικού σας εξοπλισμού, η κατακόρυφη πτώση και συντριβή σας θα σημάνει ταυτοχρόνως την μετατροπή του ρήματος σε μεταβατικό, την παρέμβαση του Κρατικού Μηχανισμού ως ανάλγητου υποκειμένου του και την αναπόφευκτη κατάληξή σας ως άχρηστου αντικειμένου του σε κάποιον κοινωνικό σκουπιδοτενεκέ. Εκεί όπου η σύνταξη, η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, η προσωπική αξιοπρέπεια και η αισιοδοξία για το μέλλον αποτελούν επιστημονική φαντασία. Σαν αυτή που υπέβαλλε στον Άνθρωπο την ιδέα ότι μπορεί να μιμηθεί τα πουλιά. Εφοδιαστείτε λοιπόν εγκαίρως με κάποιο αξιόπιστο αλεξίπτωτο. Ο γράφων θεωρεί ότι έχετε ήδη προειδοποιηθεί επαρκώς. Στην περίπτωση που το απευκταίο γίνει πραγματικότητα, δεν θα δικαιούστε επ’ ουδενί να ισχυριστείτε ότι πέσατε από τα σύννεφα.

πηδάω

Όλα καλά για σας, τις καταθέσεις σας, τη δόξα και την υστεροφημία σας αν είστε παγκόσμιας, ή έστω πανεθνικής κλάσεως αθλητής του άλματος εις μήκος ή ύψος. Όλα καλά· και για σας, και για το αμετάβατο ρήμα σας. Το οποίο όμως, αν βρεθείτε στη θέση του αντικειμένου του ως βιομηχανικός εργάτης αποκτά αυτομάτως υποκείμενο στο πρόσωπο του εργοδότη σας, μεταμορφώνεται ταυτοχρόνως σε μεταβατικό και αφορά άμεσα και οδυνηρά το απευθυσμένο σας.

αφοδεύω

Αμετάβατο, όσο και δύσοσμο ρήμα όταν αφορά την απαλλαγή του οργανισμού σας από άχρηστα κατάλοιπα τροφής. Απαιτείται ωστόσο ιδιαίτερη προσοχή αν είστε διαδηλωτής σε αντιπαράθεση με κυβερνητικό αξιωματούχο. Το ρήμα μεταλλάσσεται αμέσως σε μεταβατικό, εσείς σε αντικείμενό του, ενώ ο εν λόγω Πατήρ του Έθνους αναλαμβάνει τον ρόλο του υποκειμένου του. Εθιμικώ δικαίω, το απαραίτητο στον Υπουργό χαρτί υγείας προσφέρουν ευγενώς οι κατάφρακτοι Ήρωες των Σωμάτων Ασφαλείας.

αυνανίζομαι

Τα μόνα αντικείμενα στα οποία μεταβαίνουν οι γλοιώδεις και κολλώδεις συνέπειες της νυχτερινής σας μυσταγωγίας είναι τα εσώρουχα και τα σεντόνια σας. Δεδομένου ότι μέχρι σήμερα δεν έχει αναφερθεί περίπτωση διαμαρτυρίας προερχόμενης από βαμβακερά υφάσματα, το μοναχικό σας ρήμα είναι αναμφισβήτητα αμετάβατο και η ενέργειά του κατανοητή και συγγνωστή εφόσον εσείς, νεαρέ μου κύριε, είστε έφηβος και υποκείμενό του. Στο κάτω-κάτω, οι επί της κλίνης και εν τω σκότει χειρωνακτικές δραστηριότητές σας είναι αθώες σε σύγκριση με το ζοφερό μέλλον και τις τραγικές για τη χώρα συνέπειες όταν το υποκείμενο του πικρά ηδονικού ρήματος είναι δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση. Αλίμονο νέε μου, η μεταβατικότητα του ρήματος εκδηλώνεται σε αυτήν την περίπτωση σε ποικίλες εκφάνσεις του δημόσιου και ιδιωτικού βίου, από την κατάρρευση του κρατικού μηχανισμού και τη σωρεία χαμένων για τη χώρα ευκαιριών μέχρι την υποθήκευση του μέλλοντός σας, τη διασπάθιση του δημόσιου πλούτου και την απίσχνανση του βιβλιαρίου καταθέσεών σας μέσω της ληστρικής και αλλοπρόσαλλης φορολόγησης.

Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε με τον ίδιο τρόπο επ’ άπειρον. Όμως ο γράφων πιστεύει πως τα συκοφαντικά εναντίον του υποκειμένου επιχειρήματα έχουν ήδη ανασκευαστεί πλήρως, πως ο σκοτεινός μηχανισμός απαξίωσής του έχει καταρρεύσει με πάταγο κάτω από το βάρος της ίδιας του της ανεπάρκειας και πως ο πρωταγωνιστικός ρόλος αυτού του βάναυσα αδικημένου μέρους του Λόγου στα καθημερινά πράγματα έχει πλέον φωτιστεί επαρκώς. Ως εκ τούτου, φρονεί ότι η οποιαδήποτε διατηρούμενη επιφύλαξη προέρχεται από αληθώς αχρεία υποκείμενα.

Αν το λήμμα πέτυχε, προσθέστε κι άλλα ρήματα. Πυρ κατά βούληση !

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified