Τεμπέλης.
- Όλη μέρα φαΐ, ύπνο και καυλομαχητό ο τύπος. Σκέτη κουραδομηχανή.
Σχετικά: ξυσαρχίδας, καναπές, κοπρίτης, κούννος, βοηθός τεμπέλη, κουπούκι, μαμκακανανύστας, μεξικάνος, μπάζο, χαραμοφάης
Got a better definition? Add it!
Δεν έχω γκόμενα και βολεύομαι μόνος.
Από τότε που τα χάλασε με την Καίτη κρατάει την κατάσταση στο χέρι.
Got a better definition? Add it!
Κορίτσι στην εφηβεία.
Σοβαρέψου, είσαι κοτζάμ μαλλιαρομούνα, μεγάλωσες πια.
%
Got a better definition? Add it!
Μελαχρινή.
Δεν είναι γνήσια ξανθή. Είναι μαυρομούνα βαμμένη.
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Βαρύ φτηνιάρικο άρωμα που μυρίζει από μακρυά και σε απωθεί.
- Μας φλόμωσες αδελφάκι μου με το πατσουλί που φόρεσες.
- Πατσουλί το POISON, πρώτη φορά το ακούω.
Got a better definition? Add it!
Πόρνη που δεν στεγάζεται σε οίκο ανοχής, αλλά κάνει πιάτσα στον δρόμο.
Οι μόνες περιπατητικές που έμειναν στην εποχή μας είναι τα «κορίτσια» στη Συγγρού.
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Εχω αποβλακωθεί.
Ο τύπος είπε μιά απέραντη βλακεία. Και την πιστεύει για φιλοσοφία. Πρέπει νά 'χει φάει πολύ ηλιέλαιο! Έχει κάψει εγκέφαλο...
Got a better definition? Add it!
Μαλάκας νεαρής ηλικίας, παιδαρέλι.
- Καλά, εδώ πλακώσαν τα τσουτσούν νταχτιρντί. Πάμε να φύγουμε, θα μας τα ζαλίσουν.
Got a better definition? Add it!