Δεν έχω γκόμενα και βολεύομαι μόνος.

Από τότε που τα χάλασε με την Καίτη κρατάει την κατάσταση στο χέρι.

Από το μάτς Ελλάδα-Αργεντινή. Μέχρι το 90, κρατάγαμε την κατάσταση στο χέρι (από GATZMAN, 01/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παππάς κουνιστός.

Πήγα να εξομολογηθώ και με ζαχάρωνε. Ουστ ρε πρωκτόπαππα!

(από xalikoutis, 17/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουνιέμαι υπερβολικά περπατώντας στον δρόμο.

Η τύπισσα κουνιόταν σα να είχε καταπιεί τον Εγκέλαδο. Όλοι την σχολίαζαν, αλλά αυτή καμάρωνε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εφαψίας.

- Είχε μεγάλο στριμωξίδι στο μετρό το πρωί και βρήκε ευκαιρία ένας ψυχάκιας χούφτερμαν να χουφτώσει μια γυναίκα. Έφαγε όμως με τη σειρά του μια τσιμπιά στα παπάρια κι ακόμα σκούζει ο ανώμαλος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που χώνεται παντού απρόσκλητος και αναπάντεχα, σαν την πορδή.

-Μη πετιέσαι ρε φίτσουλα εκεί που δε σε σπέρνουν...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ΓΑ.Μ.Ε.Α (Γάτος.Με.Ειδικές.Ανάγκες).

Τι γάτος, μωρέ, μου λες ότι είναι ο μπουζουκοκέφαλος; Πιο βλακέντιος δεν γίνεται! Σκέτος ΓΑ.Μ.Ε.Α το άτομο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified