Το άτομο που μιλάει πάρα πολύ άσχημα, που στον λόγο του, χρησιμοποιεί λέξεις ή εκφράσεις άσεμνες, προσβλητικές, μη πρέπουσες, αγοραίες και βωμολοχίες.

(Χαλές = Τουαλέτα)

Είναι αυτός ένα χαλιόστομα....! Άμα αρχίσει δεν σε ξεπλένει ούτε ο Νιαγάρας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατεπείγουσα μέθοδος για τη αφαίρεση φράντζας-κουρτίνας, άραχνου μακιγιάζ και κλαψομούνικου ύφους, εν όψει εισόδου στην οικία ή την εργασία του γονέα ή σε οιονδήποτε χώρο είναι απαραίτητη η ευπρεπισμένη εμφάνιση.

Η αποτυχία της μεθόδου μπορεί να επιφέρει από απλούς κακεντρεχείς σχολιασμούς και βλέμματα, έως καρδιακά κι εγκεφαλικά επεισόδια σε εγγύτερα πρόσωπα (μητέρα, πατέρας και λοιποί συγγενείς).

- Θα πάμε σπίτι σου αργότερα;
- Πρέπει να κάνουμε emoκάθαρση πρώτα, διαφορετικά η μάνα μου θα πάθει ταμπλά....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μη έχων μαλλιά στο τριχωτό της κεφαλής (ή και σε άλλα επίμαχα σημεία), ο φαλακρός. Μπορεί να χαρακτηριστεί κι ως γλόμπος...

«Πω πω έσκασε μύτη ο ακάλυπτος!! Τυφλώθηκα από τη λάμψη!!»

Βλ. σχετικό λήμμα ελ γλόμπο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η άβυζη γυναίκα που μοιάζει με αγόρι στην προεφηβική ηλικία. Χαρακτηρίζεται επίσης «τάβλα».

Το παίζει και σέξι, η παντόφλα!!

Βλ. και πλάκα, κόντρα πλακέ, απλώστρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αδιαφορώ. Χρησιμοποιείται για καταστάσεις ανιαρές, χωρίς κανένα απολύτως ενδιαφέρον, και γενικότερα κοψοφλεβίστικες, που όμως δεν μπορούν να αποφευχθούν.

Το συνέδριο ήταν τόσο πληκτικό.... Ειδικά κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του κύριου ομιλητή, κατέβασα παροχή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified