Πασίγνωστη λαϊκή έκφραση σχετικά με την στάση ζωής, απόρροια αβυσσαλέας φιλοσοφίας και μακροχρόνιας εμπειρίας βάσει του τριγώνου γεύση-όσφρηση-κώλος.

Η μεγαλύτερη συχνότητα παπαγαλισμού της έκφρασης παρατηρείται από σταρχιδιστές και βετεράνους συνταξιούχους σε καφενεία, ουζερί και τσιπουράδικα μετά την πόση του τρίτου ποτηριού από το εκάστοτε οινοπνευματώδες ποτό -τελετουργικό με ρίζες απ'την Πυθία- οπότε και περιέρχονται σε φιλοσοφικό οίστρο και έκσταση. Κατ' αυτόν τον τρόπο καταπιάνονται από τα αρχέγονα μυστήρια της ζωής και του σύμπαντος μέχρι και το μυστήριο της απόλυτης γεύσης του ελληνικού καφέ στην χόβολη.

Επίσης άξιο αναφοράς είναι πως αν ειπωθεί και στο τέλος συνοδευτεί από πονηρό σεξουλιάρικο χαμόγελο, 99% το άτομο αυτό είναι πισωγλεντζές.

Σαν κύριο σκοπό και στόχο η ρήση της έκφρασης έχει την άρση αρχών και την υποβίβαση και ασημαντότητα οποιουδήποτε προβλήματος, κυρίως λόγω του εφήμερου της ανθρώπινης ζωής, καθιστώντας το αυτόματα πρόβλημα του κώλου.

Φυσικά η έκφραση του πάνσοφου ελληνικού λαού είναι αλληγορική. Το τρίτο σημείο αναφοράς όπου και εξελίσσεται κλιμακωτά η κορύφωση -ο κώλος για τους αδαείς, συμβολίζει το βαθύ τούνελ της ζωής, όπου οποιαδήποτε ευκαιρία πρέπει να την αρπάζουμε, όπως αρπάζει ο κώλος τα συναφή του.

Μπάμπη, τόσο κεράτωμα που σου έριξε η πρώην σου, αν ύψωνες το κεφάλι στον δρόμο θα έκανες το τρόλεϊ. Έπρεπε να χωρίσεις. Εξάλλου τίποτα δεν κρατάει για πάντα σε αυτή την ζωή, ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε και ό,τι αρπάξει ο κώλος μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος που χαρακτηρίζει συνήθως γκόμενα κακοφτιαγμένης σωματικής διάπλασης όπου παραπέμπει αστραπιαία σε έκθεση/απορρόφηση τεραστίων ποσοτήτων ραδιενέργειας κατά το ατύχημα του Τσερνομπίλ το σωτήριον έτος 1986.

Εντούτοις μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως συνώνυμο της φλόμπας, σώρας, φακλάνας πεταμένης κτλ Δεν έχει παρατηρηθεί προς το παρόν αν υποσυνείδητα μαγνητίζεται από τη ραδιενέργεια αυτός ο ξεχωριστός πληθυσμός γυναικών, έστω και εικονικά υπό την μορφή ταινιών(Godzilla, Hulk κτλ)

- Γιώργο κοίτα το καινούργιο μου δαχτυλίδι στο πόδι! Δεν είναι τρομερό?!!

- Μωρή Τσερνομπιλιάρα πως στραβώνει έτσι το δάχτυλο σου, τώρα το είδα!

- Αγαμήσου Γιώργο...

Τυχαίο δείγμα ποδιού Τσερνομπιλιάρας απο την διάλεξη "Τσερνομπίλ: Ημουν και εγώ εκεί"

Got a better definition? Add it!

Published

Το βαθύ και απόκρημνο χάσμα του κόλπου, η λεγόμενη μουνοχαράδρα, όπου η ψωλή μπαίνει και χάνεται, αποτέλεσμα κληρονομικότητας ή απλά υπέρμετρου ξεμουνιάσματος.

Φίλε έριξα χθές μια αστραποψωλιά στην Μικαέλα, κόντεψα να φέρω βαρομετρικό χαμηλό μαλάκα... Μουνοβάραθρο του Ολύμπου βέβαια και κώλος δίευρω, σαν να γαμούσα το υπερπέραν ήταν. Βάζω στοίχημα πρέπει να την έχει καρφοκωλιάσει η μισή Δυτική Αττική.

Got a better definition? Add it!

Published

Τα φλόκια της Ψωλής, συνονθύλευμα σπερματοζωαρίων, σπέρμα, χύσια.

Η Ζέτα χθές στο αμάξι ενώ μου έπαιζε κλαρίνο της κρατούσα το κεφάλι και όταν τελείωσα πνίγηκε μαλάκα μου.. Τα χρειάστηκα. Εβηχε η καργιόλα και μου το σοβάτισε το αμάξι με ψωλοφλόκια.

Got a better definition? Add it!

Published

Συνώνυμο του Ψωλαρέου, δηλαδή του άντρα που διαθέτει ψωλή. Όπως και το Ψωλαρέος συνήθως χρησιμοποιείται στον πληθυντικό για αντροπαρέα. Πρωταρχικός και κύριος στόχος των Μασουλαρέων είναι να "μασουλήσουν", δηλαδή να "φάνε" κανά μουνάκι.

- Μίλησες με την Ελενα για απόψε? Θα φέρει και τις μουνάρες της φίλες της? - Θα τις φέρει ναί, αλλά θα έχουν και ένα μασουλαρέο μαζί. Απ'οτι μου είπε η Ελενα είναι λίγο κομπάρσος αυτός, οπότε εντάξει είμαστε.

Got a better definition? Add it!

Published

Η εξαιρετικά ισχυρή συνουσία με απόρροια το σωματικό "σμπαράλιασμα" του θηλυκού.

Μαλάκα ηρθε εχθές η Αθηνά η ψωλαρπάχτρα σπίτι μου και όπως ξέρεις έχω να γαμήσω απο το καιρό του Νώε. Ενα θα σου πω: Της έσκισα τα βάρδουλα!! Τη ξεφλόκιασα όλο το βράδυ, μύρισε λάστιχο!!!

Got a better definition? Add it!

Published