Άσχημος, κακοφτιαγμένος.

Τι αμπράζικη είναι αυτή η γυναίκα, μεγάλα δόντια, καμπούρα μύτη, δε βλέπεται λέμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μολύνω. Μαγάρας, μεταφορικά, για άνθρωπο που κάνει κουτοπονηριές και απατεωνιές.

  1. Μη φας το τυρί, το έχουν μαγαρίσει οι μύγες.

  2. Ο βρωμιάρης φίλησε το παιδί στο μάγουλο και το μαγάρισε.

  3. Μη κάνεις παρέα με αυτόν, είναι μεγάλος μαγάρας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμβουλή.

  1. Τον ορμήνεψα να πάει να μάθει μια τέχνη, αλλά αυτός αλλού είχε το μυαλό του.

  2. Τι ορμήνεια να του δώσω, που δεν έχει μυαλό μες το κεφάλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η βρωμιά (αρβανίτικα).

Σχετικό το επίθετο σκαρτσίλης: βρωμιάρης.

Για δες το σακκάκι του, έχει δυο δάχτυλα σκάρτσα επάνω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που κάνει ατιμίες, μεταφορικά ο παμπόνηρος, αυτός που ελίσσεται, διπλωμάτης, ο καταφερτζής.

Ε ρε τρικέρη, την κατάφερες τη γυναίκα σου τελικά να πάτε διακοπές στο χωριό σου για το Πάσχα, και όχι στο γυναικοχώρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέσιμο.

Εχθές έφαγα μια σφανταλιά και με πονάει ακόμα η μέση μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πολύ μεγάλη πείνα.

Έχει πέσει μεγάλη ψωμολύσσα, δεν υπάρχει ούτε ψωμί να φάμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εγωίστρια.

Είναι μεγάλη ψωρομύτα, γι' αυτήν οι άλλοι δεν αξίζουν τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που δεν πάει στη λειτουργία-εκκλησία, στη Μεσσηνία. Μεταφορικά αυτός που δεν έχει ιερό και όσιο, αυτός που λέει βλαστήμιες, αυτός που κάνει σοβαρές βλακείες.

Μην ακούς τι λέει αυτός ρε, είναι αλειτούργηγος, δε ξέρει τι λέει και τι κάνει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος έχει αγριέψει πολύ λέμε «αυτός έχει κόψει καπίστρι».

Καπίστρια είναι τα λουριά που κρατούν το σαμάρι στο σώμα του γαϊδάρου.

-

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified