Ο χαζός, ο βλάκας.

Ρε τι ντούντος είναι αυτός, δε μπορεί να χωρίσει δυο γαιδουριών άχερο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κλαψιάρης, αυτός που κλαίγεται συνέχεια.

Άσε μας μωρέ, αυτός είναι μεγάλος κλαούνας, δε τον αντέχουμε πια.

Στο 0΄35 λέγεται. (από Khan, 26/11/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λότζιο είναι ο χώρος όπου τρώει και κοιμάται το γουρούνι (από Μεσσηνία). Μεταφορικά ο βρώμικος χώρος.

Έχει κάνει το δωμάτιό του σκέτο λότζιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψηλός, αργός και άγαρμπος.

Αυτός είναι σκέτος φασιακούτας, δε μπορεί να κάνει μια δουλειά σωστά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κόψιμο, η ευκοίλια.

Τον πήγε μπριόλα και δε πρόλαβε να κατεβάσει ούτε τα παντελόνια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος βατράχου, μεταφορικά η φουσκωτή κοιλιά.

Αυτός που έχει φτιάξει μπράσκα, λέγεται και μπρασκανίλος.

Aυτός από το καθισιό έχει φτιάξει μια μπράσκα άλλο πράγμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σκόνη στα αρβανίτικα.

Πνιγήκαμε από τη μπόχα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βάτραχος στα αρβανίτικα.

Άκου πώς φωνάζει ο μπακακάς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κοιλιά. Μπακ είναι η κοιλιά στα αρβανίτικα.

Άμα τρως θα φτιάξεις μπάκα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αράχνη (στα αρβανίτικα).

Πρόσεχε, γιατί θα σε φάει η μαρμάγκα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified