Κατά λέξη, μου φεύγει η γόβα. Στο κατάλληλο κόνσεπτ βγάζει ραφινάτο χιούμορ (λέμε τώρα!) και όλιγον από υποσκάπτουσα ομοφυλοφιλία.

Δυο φίλοι περπατούν, ένας παραπατάει και τρώει σαβούρδα:
- Ρε συ Τάκη, πρόσεχε, είσαι καλά;
- Ξεγοβιάστηκα ο μαλάκας, χαχα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατηγορία ύβρεως που επικεντρώνεται στην απαξίωση της μητέρας του άλλου. Βαριές κουβέντες όπως: «Σου γαμώ τη μάνα (την πουτάνα)», «γαμώ το μουνί που σε πέταγε» κατηγοριοποιούνται ως γαμωμάνες.

- Θα αρχίσω τις γαμωμάνες με το μαλάκα που μπλέξαμε
- Έλα ρε συ ξεκόλλα!
- E κοίτα που πάρκαρε το αρχίδι!

- Σου γαμώ τη μάνα ρε!
- Την έχεις δει ρε μαλάκα τη μάνα μου πως είναι; Αν την πηδήξεις μπράβο σου (twist of the plot)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρόλο που υπάρχει ο όρος «της πουτάνας», εμπλουτίζω με την (καλή πρόθεση) «Θα».

Συνώνυμα, θα γίνει χαμός, θα φύγουν τα τσιμέντα.

-Καλά μιλάμε, το Μαράκι έστειλε κίνκι μήνυμα στο κινιτέισον, θα γίνει της πουτάνας το βράδυ...!

-Έφτιαξε το θερμοσίφωνο ο μπάρμπας ή λέει μαλακίες; Θα γίνει της πουτάνας, δεν μπορούμε να κάνουμε ένα μπάνιο. Περιμένει και το Μαράκι έξοδο.

-Έχω τα γενέθλιά μου σήμερα. Θα το γιορτάσουμε. Θα οργανώσουμε τη μεγαλύτερη παρτούζα.
-Θα γίνει της πουτάνας. Εδώ.

(από Metrononos, 28/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λωρίδα ξύλου σε σχήμα γιου (U, περίπου δηλαδής) το οποίο συγκρατεί το σκάφος έγχορδου όργανου στο κάτω μέρος.

Στη σλανγκ των δρομέων σημαἰνει απροπόνητος, με όχι τρομερές επιδὀσεις. Μιας και το δρομικό κίνημα έχει αλματώδη άνοδο, άλλο τόσο έχουν αυξηθεί και οι κολάντζες. Παραδεἰγματοσχάριν:

Ημιμαραθώνιος Ταυγέτου, 500 μέτρα σχεδόν κάθετη ανηφόρα σε αντιπυρική ζώνη. Ακούγεται φωνή μεσήλικα, ίσως πρώην τεφατζή και νυν αστειἀτορα να αναφέρεται σε συντρέχτες του: Άντε ρε κολάντζες, κουραστήκατε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακούστηκε σε στρατόπεδο της Ελληνικής επικράτειας γύρω στο 1996-1997. Επιφώνημα και προσκάλεσμα για χαλαρότητα, λούφα και γενικά καλοπέραση, ίσως ρίχνοντας τα βάρη στους άλλους, μια φιλοσοφία που εστιάζει στη γείωση των όποιων μιλιτέρ προβλημάτων. Ο συνδυασμός ηρεμιστικών χαπιών τα οποία προσφέρουν την προσδοκούμενη ντάγκλα και το κλασικό σνακ των ελληνικών δυνάμεων έχει ως αποτέλεσμα μια κατάσταση ζεν η οποία αντισταθμίζει τη δύσκολη, και καλά, ζωή των στρατιωτών μας.

Και καμπάνα να φάμε δεν πειράζει μάγκες, αρντάν και κρουασάν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράδειγμα εδώ

Εκ του bottleneck, όπου η απόδοση ενός συστήματος ελαττώνεται λόγω ενός μικρού μέρους αυτού. Χρησιμοποιείται από κομπιουτεράδες κατά κόρον όπου κάρτες γραφικών, τσιπς κτλ ψιλογαμιούνται μεταξύ τους.

Got a better definition? Add it!

Published

Γυναίκα ανάμεσα στα 45-60, με απλά λόγια ένα σιτεμένο μετα-μιλφ προς το προ-γκιλφ. Ο χαρακτηρισμός προιδεάζει για παρουσιάσιμη, σεξουαλική και ώριμη γυναίκα, είτε και όχι.

Παράδειγμα εδώ

-Τι έγινε Νικολάκη με την πουράτζα που σε γυρνόφερνε;

-Καλά μωρε, πέφτει κανάς φιρφιρίκος που και που

-Καβάτζα η πουράτζα δηλαδής

Παρ 2

Λέω και γω θα σκάσει το μιλφάκι από το γαμησοσαιτ και θα γίνει σκηνικό και σκάει τελικά μια πουράτζα, εντελώς θείτσα, έγινα λούης

Got a better definition? Add it!

Published

-Άσε ρε Κωνσταντίνε με τις φαντασιώσεις σου, όταν βγεις από τον κόσμο του Μarlboro θα δεις πόσο καριολάκι ήταν η Εύη και σε έπαιζε, το έτρωγε και από αλλού το παλούκι λουκ.

-Άσε με ρε μαλάκα και εσύ, πιάσε ένα τσιγάρο..

Στον κόσμο του Marlboro (ή ο κόσμος του Marlboro). Μια ουτοπία born in usa όπως μας την παρουσίασαν οι παλιές διαφημίσεις του Marlboro, γκαομπόυδες με θεληματικά πιγούνια, άλογα και γενικά ένας αέρας γουέστερν land of the free φάση. Η προσγείωση στην πραγματικότητα μπορεί να είναι σκληρή, το τσιγάρο σκοτώνει, τα άλογα όταν γεράσουν επίσης και οι γκαμπόυδες δεν είναι και τόσο άνδρες (πουστοαστείο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εν ολίγοις, αυτός που προσπαθεί να περάσει το μέσο όρο στο χόμπυ/πεδίο που τον ενδιαφέρει, συνήθως ερασιτέχνης και συνήθως σπασαρχίδης. 'Ενας επαγγελματίας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως επιδοσάκιας. Ερασιτέχνης δρομέας με τα σούπερ ντούπερ ντράι φιτ φανελάκια και τα παπούτσια με γέλη, παρόλο που έχει αφιερώσει χρόνο, και θα μπορούσες να του δώσεις και ένα ρισπέκτ, σου σπάει τ’αρχίδια με τις χρονομετρήσεις κτλ κτλ. Θετικό επίσης ότι κρατιέται σε φόρμα και δεν έχει κάνει κοιλαρόνι, μπάκα στο πιο επιστημονικό, αλλά στα 45 προσέχει μην χάσει το παιχνίδι με τα γκομενάκια (συνήθως μικρότερα). Επίσης, κομπιουτεράδες που βάζουν τα ψηφιακά τούρμπο μπας και δουν τσόντα 5msec πιο γρήγορα θα μπορούσαν τα χαρακτηριστούν ώς επιδοσάκιδες-και στη μαλακία.

- Ρε τι μαλάκας αυτός ο δρομέας, πήρε φόρα και έπεσε στη λάσπη, χαχα -Επιδοσάκιας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινώς οι ψεκασμένοι, τσιπάκια παντού, συνομοσία ερπετοειδών κτλ κτλ ο ψέκας σαν συντομογραφία προσθέτει λούμπεν πόντους στο ήδη καμένο (sic) και ψεκασμένο.

- Θα μας γεμίσει ο Μπιλ Γκέιτς τσιπάκια με τις μάσκες
- Ασε ρε μάλακα ψέκα, μας έχεις πρήξει με τις παπαριές σου
- Ναι ρε, αλήθεια είναι....

Got a better definition? Add it!

Published