Εκ του άμα τη εμφανίσει (με την εμφάνιση, μόλις εμφανίστηκες)... Σημαίνει λόγω της «γαμάτης» εμφάνισης. Γιατί είσαι ωραίο μωρό Hot λόγω Φατσέα!

Σε ερωτεύτηκα γάμα τη εμφανίσει !

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επείγουσα κατάσταση... Ανάγκη και κόψιμο που έλεγε και η γιαγιά μου. Χρησιμοποιείται για ζόρικα περιστατικά και μεταφορικά για κένωση!

  1. - Τι έπαθες ρε μαλάκα, γιατί διπλώθηκες;
    - Είναι κανείς στο μπάνιο;
    - ...(τροχάδην) (μπροστά απ την πόρτα) Ανωτέρα βία!

  2. Πες του καργιόλη να σηκώσει κανένα τηλεφωνο... έχουμε κατάσταση ανωτέρας βίας λέμε... δω ο κόσμος καίγεται και κείνος το χαβά του!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πρωτάρης, ο καινούργιος, ο ψαρωμένος.

1.Μην τον παρεξηγείς μωρέ ασούλης είναι και κομπλάρει...
2.Άραξε ρε ασούλη ακόμη δεν ξεκίνησες... Πήρες και τον αμανέ ψηλά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γίνομαι καπνός / λούης, την κάνω α λα γαλλικά όταν πιέζομαι ή ξενερώνω αποτομα από μια κατάσταση ή φοβούμενος τις επιπτώσεις εξαφανίζομαι.

Π.χ Στίχος από το τραγούδι των Ημισκουμπριων «Αν ήσουν άλλος»:

Σου 'ταζα γάμο... και την έκανα λάμο.

Στο 2.33. (από Khan, 11/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με συνεπήρε (ερωτικά) μια εικόνα...

Δηλωτικότατο παράδειγμα:
Είδε μπουτάκι το πουρό κ γυαλισαν τα μπατζακλίκια του!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θα σε σκίσω/θα σε φάω. Δηλώνει ενόχληση από γεγονός.

Γύρνα την κάμερα αλλού, είμαι άβαφη ρε θα σε καρικώσω.
(Όχι κ τόσο πετυχημένο παράδειγμα... Αυτοσχεδιάστε!)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χρήμα, το παραδάκι!

.

Βλ. και μαρούλι, όπου και παραδείγματα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαζοχαρούμενος, ανώριμος. Λάιτ μπινελίκι.

Με εσένα θα ασχολούμαστε;... Άντε τράβα άλλου ρε χαρχάλη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως λέμε κεριά και λιβάνια, εεε αυτό... Για όσους περνάνε κρίση ηλικίας ή δε γουστάρουν τα κυριλίκια ("κύριε/κυρία τάδε")!

- Συγγνώμη κύριε σας έπεσε απ την τσέπη αυτό το χαρτί.
- Κεριά και παλούκια ζωντόβολο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που χρηματίζεται, λαδώνεται, και το λαδοτύρι (αυτός που λαδώνει).

- Ααα, κοίτα τον πουλημένο τον διαιτητή, ταπαιρνίδης..
- Τον ξέρεις;
- Δεν είναι επίθετο, λαδώνεται.
- Ααα τον ξεφτίλα.

(Και παρομοίως για τον ταχωνίδη...)

Δες ακόμη: τα χώνω, σχήμα γνωστού αγνώστου και -ίδης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified