Με τη μορφή πιες ξίδι: Παρότρυνση - συμβουλή για όποιον έχει πάθει κρίση ξινίλας, αντιπαθούκλας και γενικότερα κακιοσύνης. Συνομοσιολογία παντού κατά του, το σύνδρομο της γρίλιας, αλλά ο υπό παροξυσμόν αγαπητός μας συνομιλητής δεν είναι για τίποτε παραπάνω παρά μόνο για ψαρέλαια.

Το ότι το ξίδι μπορεί να κατευνάσει τα πνεύματα για να επέλθει στανιάρισμα και να έρθει ο τάλας χριστιανός στα ίσα του ήταν κοινός τόπος από την αρχαιότητα. Το ξίδι με το όξινο ph του αλληλεπιδρά με τον αιματοκρίτη ως διάλυμα του οργανισμού με αποτέλεσμα να ρίχνει την πίεση και έτσι να αποσυμφορεί από το άγχος και την ψυχολογική πίεση έξωθεν που εσωτερικεύεται και καθιστά το άτομο ανυπόφορο και για τον εαυτό του αλλά και για τους άτυχους που θα τον συναναστραφούν σε αυτήν την κρίση. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και το λεμόνι ως υποκατάστατό του με τα ίδια αποτελέσματα.

Δεν είναι τυχαίο ότι ο Χριστός, όταν επάνω στον Σταυρό ζήτησε να πιει νερό, του έφεραν ξίδι, για να τον ανακουφίσουν από τον πόνο των καρφιών και το μαρτύριο της δύσπνοιας από την άβολη στάση, για να του πέσει η πίεση, να αισθάνεται λιγότερο και έτσι να υποφέρει λιγότερο στο ξεψύχισμά του. Αυτό συνέβη από μαθητή του ή από κάποιον που είχε ακούσει τις ομιλίες του - στην Ιουδαία ήταν πρώτο όνομα και οι Ρωμαίοι γνώριζαν ειδικά αυτοί που κυκλοφορούσαν και περιπολούσαν τακτικά από τα υπαίθρια μέρη που σύχναζε κι έβγαζε λόγους. Σύμφωνα με θεωρίες (εξωχριστιανικές πηγές και καταγραφές τις εποχής που δεν έγιναν Ευαγγέλια, αλλά και με σύγχρονες προσεγγίσεις τους) αυτό ήταν προσχεδιασμένο. Το ξίδι δόθηκε για να τον αναισθητοποιήσει. Εξαθλιωμένος καθώς ήταν με μια μικρή ποσότητα μπορούσε να λιποθυμήσει. Αργότερα, καθώς ήταν ο πρώτος που φαινόταν πως πέθανε πάνω στο σταυρό, όταν τον αποκαθήλωναν - σε μία εποχή που η διάκριση ανάμεσα στο κώμα και στη βαριά λιποθυμία με το θάνατο ήταν ανύπαρκτη κι όλοι λογίζονταν ως πεθαμένοι, τον έβαλαν κατευθείαν στον τάφο χωρίς να του σπάσουν τα πόδια όπως έκαναν στους εσταυρωμένους των τριών ημερών που αργοπέθαιναν και αποκαθηλώνονταν μισοζώντανοι για να τους ξεκάνουν μια και καλή. Κατόπιν μαθητές του - που ήταν πολλοί, 12 ήταν ο στενός του κύκλος, οι ακόλουθοί του παντού και υπήρχαν και γυναίκες μαθήτριες - τον έβγαλαν και τον άφησαν να συνέλθει, δηλαδή να "αναστηθεί" (ανίσταμαι = ξαναστέκομαι, συνέρχομαι, επανέρχομαι από περίοδο αδυναμίας), με το να ξανάρθει η πίεση στα φυσιολογικά της, βγάζοντάς τον έξω στον καθαρό αέρα.

Κάπως έτσι το ξίδι (οτιδήποτε όξινο) σε ρίχνει όταν ζορίζεσαι και ο κρύος αέρας έξω σε κάνει να δροσίζεσαι όταν με το κατεύνασμα το έχεις παρακάνει και να βρεις τις ισορροπίες σου.

1.- Άι στο διάολο, μωρέ... Αχάριστα γαϊδούρια! Όλα από μένα τα περιμένετε! Εγώ να σας πλένω, εγώ να σας μαγερεύω, να σφουγγαρίζω, να σκουπίζω... Πότε θα σας παρατήσω και θα φύγω... Να πιάσετε σκουλήκους...
- Αν επιάσανέ σε τα διαόλια σου πάλι και τρώγεσαι με τα ρούχα σου, πιες ξίδι!

2.- Και κείνη η πρόστυχη αν δεν κουνηθεί, θα σκάσει. Τί παριστάνεις μωρή; Και τα τούτα σου τα είδαμε και τα κείνα σου. Εντάξει, είσαι θεά, πώς μας μοστράρεσαι όμως έτσι, ρε παιδί μου; Άι σιχτίρ πια με το κάθε ξέκωλο...
- Να'σουν κι εσύ ξεπεταγμένη και με κότσια για τέτοια σείσματα και λυγίσματα. Όχι επειδή είσαι κομπλεξάρα να μειώνεις αυτές που μπορούν να είναι απευλεθερωμένες. Και ξέρεις κάτι; Χεστήκανε για τη γνώμη σου. Κι εγώ επίσης. Σε βαρέθηκα. Μουρμού και άμε πιες ξίδι να στρώσεις.

Υ.Γ.:Η γραφή "ξίδι" που χρησιμοποιείται εδώ αντί της πιο διαδεδομένης "ξύδι" είναι η ορθή ετυμολογικά από το "οξείδιον" ουδέτερο υποκοριστικό του επιθέτου οξύς - οξεία - οξύ, με αποβολή του αρχικού φωνήεντος και απλοποίηση της υποκοριστικής ελληνιστικών κοινών ελληνικών κατάληξη "-ιον" σε "-ι". Η παλαιότερη γραφή ήταν "ξείδι" και με απλούστεση "ξίδι". Η γραφή "ξύδι" παρεμβάλεται λόγω εσφαλμένης ορθογραφικής εντύπωσης με το "οξύς", όπου μπερδεύεται η κατάληξη με την ορθογραφία της ρίζας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ήτοι δε λειτουργώ, δεν επικοινωνώ, δεν αλληλεπιδρώ με το περιβάλλον, δεν επικοινωνώ με τον αφαλό μου και λοιπά από την κούραση στη δουλειά, την εξάντληση από τα ψυχολογικά, το γονάτισμα από το "πρώτη φορά αριστερά τόσο δεξιά", από την πίεση, το γκρούψιμο και την ανάγκαση. Μπορεί να χαροπαλεύω κι όλα. Συνώνυμο του "δε dη bαλεύω", "δεν αντέχω" και γι'αυτό αφήστε με μόνο μου λίγο να ηρεμήσω, να σκεφτώ και να ανασυγκροτηθώ.Να μη συγχέεται με το έχω τη μέρα οφ, δηλαδή τη γκρικλιά για το έχω ρεπό, άρα έχω χεστεί απ'τη χαρά μου που την επόμενη δε θα χρειαστεί να κουνηθώ από το χάραμα - αλλά μια μέρα, τί να σου κάνει, κρατάει λίγο...


- Έλα ρε, Κώτσο, είσαι για κάνα άφτερ μετά; Θα'ναι και τ'άλλα τα παιδιά μαζί.
- Μη με κοιτάς, αφού είμαι οφ, ρε... Λέω να πάω να την πέσω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο διάολος στην Κρήτη είναι γέρος, γιατί μόνο τα γηρατειά ταιριάζουν στην ασχήμια των προθέσεών του. Όπως τα γηρατειά είναι ζαρωμένα και άσχημα εμφανισιακά,μπορεί για κάποιους να είναι πρόστυχα επενδεδυμένα με βρισιές σεξουαλικού περιεχομένου και έκφυλα με πρόθεση πραγματοποίησης των λεκτικών πράξεων των βρισιών άσχετα απ'την υπάρχουσα δυνατότητα. Άρα λοιπόν ο διάολος είναι γέρος, πρόστυχος, έκφυλος και αλλοίμονο σε όποιον τον πάρει (η μόνη που δε θα είχε αντίρρηση θα ήταν η Λουκρητία του Αρκά, άντε και η Βοργία, με τις μεγάλες παρακαταθήκες των Ισπανών βασιλικών στην αιμομειξία). Και μόλις ο διάολος τελειώσει με τα παιδιά του, γυρεύει αλλού θύματα. Πρόκειται για ισχυρή κατάρα. Πιο ισχυρή απ' το να πεις να πάει ο άλλος στο διάολο απλά, γιατί ο νέος είναι ωραίος μπροστά στον παλιό που είναι αλλιώς και ζοφερός. Στο γέρο ν-το διάολο, στην πιο βαθιά και παλιά κόλαση να καταλήξεις δηλαδή, άμα σε πάρει και σε σηκώσει.


- Ήρθε απόψε ο Μανιός και σού'φερε τούτα να σ'ένα ναϋλάκι μέσα...
- Μμμ...
- Και τούτα στα δίνει η Ψήλαινα απ'τσ'ελιές τση, πού'χανε φέτος μπεντέμα...
- ...
- Και παέ μού'δωκε ο Τζήμης τούτο να το γαργαλιστήρι να ξιεις την πλάτη σου όντεν πλένεσαι γή φαγουρίζεσαι...
-Άμε πες τονε στο γέρο ν-το διάολο να πάνε ούλοι τόνε, απού με κάψανε οι έγνοιες τωνε και η καψούρα που μου θέκανε με τα λόγια τωνε ήτονε το ευχαριστώ τωνε. Εδά στα πίσω πίσω μου γερεύγουνε τσι συγχώρεσές μου, μα δεν τωνε τσι δίνω. Την κατάρα μου νά'χουνε να τσι κρατεί γι'αντίδωρο,κι όσο για τούτα να τα κουρκουλούκια απού μου παρουσιάζεις, να πάνε τα τα θέσονε των κώλων τωνε! Στο γέρο ν-το διάολο ούλοι. Μπρος!...

Got a better definition? Add it!

Published

Αναγραμματισμός της φράσης "μπέρδεψα τη γλώσσα μου". Ο ίδιος ο ομιλών όταν θέλει να προλάβει το σαρκασμό των άλλων, αυτοσαρκάζεται αμέσως μόλις αντιλαμβάνεται το σαρδάμ του. Η αγωνία, η αμηχανία, η αίσθηση του μετέωρου εξανεμίζονται με χιούμορ και αποφορτίζει τον ομιλητή από την μπούρδα που μόλις ξεστόμισε για να συνεχίσει παρακάτω την κουβέντα του.

Είναι συνώνυμο του "μα τί λέω", ή του "(καααλά), ό,τι θέλω λέω", ως αυτοσχολιασμού, όταν γίνεται συνειδητό πως κάτι που μόλις ειπώθηκε δεν κολλάει με τα προηγούμενα με ποικίλες έννοιες, αλλοιώνοντας το νόημα, από σαρδάμ - γι'αυτό και ο αυτοσαρκασμός γίνεται με σχολιασμό στανταρισμένης σαρδαμικής φράσης, ακόμα και μέχρι ασυναρτησίας που δεν στέκει κι έχει ξεφύγει εντελώς η λέξη. Το δεύτερο συμβαίνει κατά το φαινόμενο "εδώ το'χω, αλλά μου βγαίνει κάτι άλλο", λόγω εγκεφαλικού βραχυκυκλώματος όπου το ηλεκτροχημικό μήνυμα δε μεταβιβάζεται ομαλά στις νευρωνικές συνάψεις και προκύπτει το φαινόμενο του "δεν επικοινωνώ με τον αφαλό μου" ή σε πιο ακραία μορφή την αφασία τύπου Broca όπου ο ασθενής έχει σκέψη αλλά δεν μπορεί να αρθρώσει τίποτε άλλο πέρα από μια απλή συλλαβή (ο ασθενής του Broca άρθρωνε μόνο "ταν"), από εγκεφαλικά κολλήματα κατά τις ηλεκτρικές κενώσεις διαβίβασης πληροφοριών προς τα αρθρωτήρια όργανα.

Σε σφιχτόκωλες επικοινωνιακές περιστάσεις η διαπίστωση της λεκτικής γκάφας γίνεται με τη φράση "με συγχωρείτε", ή "συγγνώμη, λάθος". Τα πιο συνήθη περιστατικά "γλώσσεψα την μπέρδα μου" απαντώνται σε συνεχόμενες φράσεις όπου επιτυγχάνεται συγκυριακή και αυθόρμητη φωνηεντική αρμονία, λόγω ρυθμού και επιτονισμού που παρασύρει τον κουρασμένο ή ζαλισμένο ομιλητή ακόμα κι από την ίδια του την πολυλογία (π.χ. δυο αλλεπάλληλες φράσεις που τελειώνουν στην ίδια συλλαβή ή σε παρόμοια (με σύμφωνα κοινού τόπου άρθρωσης) ή έστω στο ίδιο φωνήεν και η επόμενη έχει παρασυρθεί από την προηγούμενη, βλ. παράδειγμα 4).

Τέλος συναντάται καθημερινά ως φαινόμενο σε ασθενείς με άνοια.


1.- Είδες αυτήν την Τρίτη το "τσαντίρι"; Καλά, εμετικό έτσι; Πιο φιλοσυριζαϊκό, πεθαίνεις... Τί άλλο θ'ακούσουν τα μάτια μας και θα δουν τ'αφτιά μας....
- Τί είπες ρε μλκ; Σού'στριψε;
- Τί είπα; Α, κααααλά... Ο,τι θέλω λέω... Γλώσσεψα την μπέρδα μου... Είναι που δεν έχω συνέλθει ακόμα απ'το σοκ!
2.- Παππού θες μπυρόνι;
- Όχι, ευχαριστώ. Πίνω μόνο αλτχσάιμερ.
- Τί πίνεις;
- Όχι, όχι... Δεν είναι αυτό... Είναι που έχω αρχή πορτοκαλάδας...
Από το επεισόδιο του Κωνσταντίνου και Ελένης "Εσύ είσαι η αιτία που υποφέρω" το δεύτερο μέρος που διαδραματίζεται στο νοσοκομείο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ανθρώπου που γλώσσεψε την μπέρδα του.
http://www.antenna.gr/webtv/watch?cid=_dvey_h_p_g7r6_e=
3.- Έχεις φωτιά;
- Για κάτσε μια... Μπα, τίποτα. Πάμε στον αναπτήρα να πάρουμε περίπτερο;
- ;;;
- Εεεεε...Πάμε στο περίπτερο να πάρουμε αναπτήρα; Έλα ρε μαλάκα, γλώσσεψα την μπέρδα μου...
4. - Η μικρή ήταν φοβερή. Στην παράσταση τα πήγε πολά καλύ, εεε, πολύ καλά. Γλώσσεψα την μπέρδα μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

πολύ μαρκόνι έπεσε

Σε χαρτοπαίγνια μπαζών (όπως μπριτζ, βίδα ,μπελότα κ.λπ) κατά τη διαδικασία της αγοράς που προηγείται του καθεαυτού παιξίματος όπου και αποφασίζεται τί είδους συμβόλαιο θα παιχθεί (χωρίς ατού ή με ποια φυλή της τράπουλας για ατού, με πόσες μπάζες θα κερδίσει ο άξονας που θα αναλάβει εκτέλεση) αναλόγως το μπαζοπαίχνιδο , η συννενόηση για πόντους, ισχύ φύλλων για να βρεθεί αυτό που συμφέρει καλύτερα τους υποψήφιους εκτελεστές πρέπει να γίνεται νόμιμα με τον εγκεκριμένο τρόπο, ΠΑΝΩ στο τραπέζι και ΜΟΝΟ (ούτε πάνω απ' το τραπέζι, ούτε κάτω). Έτσι συνθηματικά όπως πάτημα στον κάλο του ποδιού, σπρώξιμο κάτω απ' το τραπέζι , ξύσιμο αυτιού, τρίψιμο αυτιού και μύτης, βήξιμο, λοξοκοίταγμα και λοιπά που εκτός από συναισθηματική φόρτιση από την ευφορία που πηγάζει από το παιχνίδι φέρουν και άλλες προσυμφωνημένες παγαπόντικες πληροφορίες για να την πατήσουν σα βλάκες οι του αντίπαλου άξονα - ομάδας, ανήκουν στο σύστημα "Μαρκόνι", ήτοι των πουστοκλεψιώνε ασυρμάτου τηλεπικοινωνίας προκαθορισμένου κώδικα (εκ του Μαρκόνι που ως πειραματικός φυσικός ούτε εκείνος φέρθηκε και πολύ τίμια, καθώς έκλεψε την πατέντα των ραδιοκυμάτων από τον Τέσλα και την οικειοποιήθηκε πλήρως).
Κατ' επέκταση, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περιπτώσεις όπου αθέμιτη βοήθεια χρησιμοποιήθηκε για τη διεκπαιρέωση κάποιας εργασίας - αξιολόγησης για την οποία ο υποβαλλόμενος έπρεπε να φέρει εις πέρας με τις δικές του δυνάμεις και μόνο (σχολικά διαγωνίσματα με κινητά σκονάκια ή σινιάλα ή ψιθυρίσματα, ίσως και κινητά τηλέφωνα, νοήματα στον συμπαίκτη της παντομίμας κάτω απ' τη μύτη της αντίπαλης ομάδας κ.λπ.)και συμπεριλαμβάνει κάθε είδους συνεννόηση εκεί που δεν πρέπει να υπάρχει, ούτε ως παρεμβολή για βοήθεια, διαταράσσοντας τα βάιπς, έστω για καλό των υπαρχουσών ραδιοσυχνοτήτων των παρευρισκομένων.

 

1. - Τί έγινε; Πώς τα πήγες στο τουρνουά;
- Ρε πούστη μου δε χάσαμε ούτε ένα παιχνίδι, αγοράζαμε σαν τους τρελούς, δεν αφήναμε αντιπάλους εύκολα, αφού είχαμε πόντους να μας την πούνε, αλλά, αλλά.. Πάλι κερδίσανε οι γνωστοί άγνωστοι...
- Τί διάολο, το κοκαλάκι τη νυχτερίδας έχουνε;
- Χέσε με κι εσύ... Αφού πολύ μαρκόνι έπεσε κι αυτήν τη φορά. Καλά, έτσι και τους τσακώσω, κατευθείαν στον πρόεδρο. Μα καλά, για πόσο μαλάκες μας περνάνε;;
2. - Τί να σου πω!΄Εχασες που δεν ήρθες να δώσεις αρχαία...Ένα σου λέω, μέχρι και οι πέτρες αντιγράψανε...
- Εμ..Ήθελα νά'μαι καλό παιδί και είπα να κάτσω να διαβάσω αυτήν τη φορά. Αφού δεν ήμουν έτοιμη...είπα να μην το ρισκάρω.
- Πολλή φάση, έχασες. Θα παραξενευτώ αν δεν περάσαμε όλοι ή έστω οι περισσότεροι... Πολύ μαρκόνι έπεσε, μωρ' αδερφάκι μου. Δεν ξέρω αν τον Σεπτέμβρη θα είναι η ίδια κι αν θα ξαναγίνει τέτοιο τζέρτελο.Χαλασμός! Η Καλλιόπη μας έφερνε μέχρι με κινητό τις απαντήσεις!
3. - Ψιτ! Στο 3α τί έβαλες;
- Θα σου πω μετά!
- Όλο μετά μου λες κι όλο τίποτα Με τον Τάκη πολύ μαρκόνι έπεσε κι εδώ στον ψωριάρη τίποτα; Πες μου και μένα...
- Καλά ρε πρήχτη... Δες την κόλλα από δω με τρόπο... Θα του κάνω νόημα να σου στείλει και το σκονάκι.

Got a better definition? Add it!

Published

Ντράβαλα με γκόμενες ή αλλιώς δουλειές με φούντες (από την αντίστροφη).Ο περί ου ο λόγος τζόβενος μοντελοπνίχτης και βάλε στην καθισιά του [άμα λάχει] να 'ουμ'4 είναι το αγενές αλλά ταυτόχρονα συμπαθές δίποδο που δημιουργεί ή/και εμπλέκεται σε δίπορτες, τρίπορτες, πολύπορτες φαρσοκωμωδίες ερωτοσεξουαλικού περιεχομένου που μόνο και να τον πάρουνε χαμπάρι πέφτει ξύλο μετά μουσικής και γέλιο και των γονέων - από τους πιο σκατόψυχους εκ του μακρόθεν παρατηρητές της ιστορίας του. Κι επειδή "σπίτι χωρίς κέρατο - δάσος δίχως έλατο" έχει γίνει πονοκέφαλος και στόχος πολλών αγανακτισμένων κερατάδων ο γκομενοδουλευταράς γιατί κάποια στιγμή το απόθεμα σε λεύτερες εξαντλείται και επεκτείνεται το δαιμόνιο των δραστηριοτήτων του και στις παντρεμένες. Αμανάτι του γκομενοδουλευταρά είναι ασθένειες και παιδιά πολλές φορές όταν δεν τηρούνται οι απαραίτητες προφυλάξεις. Πλέον και οι γυναίκες επιδίδονται στο σπορ με γκόμενους ή γκόμενες, όπως και οι άντρες, χωρίς επίφαση μπουρδέλου, στην απελευθερωμένη και καλά κοινωνία που ζούμε του 21ου.


- Κοίτα φίλε, τη Σούλα... Λέει έτσι;
- Από που τη βλέπεις ρε; Αυτή έχει πιο πολλούς κώλους στο προφίλ της παρά πρόσωπο! Να αυτός εδώ είναι τριχωτός!... Στάσου να δω... Α, είναι σπόιλερ, άκυρο.
- Να, κοίτα και τη Λούνα...
- Ποια Λούνα, τη Λούνα Παρκ; Έλα ρε μαλάκα, μη μου πεις ότι σ'αρέσει αυτή η χοντρή τώρα... Συγκεντρώσου! Σα καρουζέλ είναι με τόσες περιφέρειες... Όνομα και πράγμα!
- Ναι, αλλά κάνει ένα κρεβάτι, φίλε...
- Την έχεις πάρει; Νόμιζα ότι "φάτε μάτια ψάρια" ήταν η φάση... Τέλος πάντων, εγώ προτιμώ την άλλη τη μικρή...
- Καλή είναι αλλά άπειρη... Ενώ η παντρεμένη...
- Η χοντρή είναι παντρεμένη;
- Κι έχει και τρία παιδιά. Είναι άλλο πράγμα σου λέω.
- Κι ο άντρας της;
- Ναυτικός.
- Κατάλαβα, δεν υπάρχει στο χάρτη... Τουλάχιστον, είναι τα παιδιά δικά του;
- ...
- Δε φοβάσαι μη της σπείρεις κι εσύ κανένα;
- Πάψε μαλάκα, έρχεται το χαζό!
- Γεια! Αδελφούλη, θα με πας βόλτα με τη μηχανή;
- Όχι τώρα. Έχω δουλειά.
- Τι βλέπετε εκεί, να δω κι εγώ...
- Όχι, φύγε σου λέω, δεν είναι για σένα!...
- Α, κατάλαβα. Γκομενοδουλειές πάλι συζητάτε. Αυτή που έχεις εκεί φωτογραφία σε πήρε τηλέφωνο και σε ζητούσε. Λέει θέλει το "μαρουλάκι" της...
- Μαρουλάκι την έχεις ρε μπάμια;! Αχαχα...
- Όχι ρε, αλλά επειδή είμαι τρυφερούδι...Κι εσύ μικρό ΦΥΓΕ ΤΩΡΑ!
- Έλα γκομενοδουλευταρά, ρισπεκτ! Μην την κάνεις να βάλει τα κλάματα, κρίμα είναι... Κοίτα πως τρέχει στη μάνα σου.
- Δεν είναι μέσα. Έχει δικές της γκομενοδουλειές να κοιτάξει κι αυτή...
- Προσοχή γιατί κυκλοφορούν κι ασθένειες. Επικίνδυνο σπορ έχετε ξεκινήσει. Ξένη είναι;
- Μεξικανή.
- Μάνα μου!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

γαμώτη, Σόιμπλε, ανάποδο γαμώτο και στριμμένο άντερο, δυσκοίλιο εκ της παραλυσίαςΒλ. και γαμώτο. Είναι λεξικοποίηση ελλειπτικής φράσης "γαμώ τη ..." όπου ως συνέχεια μπορεί να εννοηθεί " μαλακία που με δέρνει", "θειά σου/του τη χορεύτρια", "μάνα σου/ του"... Εϊναι προσβόλα ολκής που περισσότερο υπονοεί το εννοούμενο χωρίς προσυμφωνία κι έτσι ο αποδέκτης καταλαβαίνει ό, τι τον συμφέρει ή ό,τι μπορεί να ερμηνεύσει - τέλος πάντων! - εν τηι ρύμηι του λόγου. Ενώ το "γαμώτο" μπορεί να εξηγηθεί ως "γαμώ το αυτό, αυτό που μόλις για το οποίο έγινε λόγος" και ήταν μια αποτυχία, μια γκάφα, ένα παράπονο, μια ανεκμετάλευτη ευκαιρία και δεγκζερωγωτί, το "γαμώτη" με τη σύνταξη που έχει και το προηγούμενο προσβλητικό επιφώνημα και παραμέμπει σε ψευδοκρητισμό (σύνταξη Υ - Ρ - Α κι όχι Υ - Α - Ρ, όπως "αγαπώ τηνε" κι όχι "την αγαπώ"), μαμιέται κάτι γένους θηλυκού, συγκεκριμένο ή αφηρημένο. Η νοοτροπία μας ως λαού που θέλει να πηγαίνει συνέχεια ο νους μας στο πονηρό και το ηδονικό, που ηδονικότερο απ' αυτό δεν υπάρχει και το διαφημίζουμε διαρκώς μέσα απ' τις βρισιές μας, γιατί αυτό είναι μαγκιά ένδειξη αντρουάς και καφρίλικης ενηλικίωσης πράγμα στο οποίο συνίσταται η ταυτότητα του "μεσογειακού εραστή" του ποδολάγνου, πορδολάγνου και τα ρέστα και το γεγονός ότι είμαστε ρήτορες και γνήσιοι συνεχιστές της αρχαιοελληνικής παράδοσης να 'ουμ' στο "να μην κάνουμε, να μη λέμε κι όλας" και σ' αυτό και να περνιόμαστε καμπόσοι πουλώντας μούρη, θέλει να τα μαμήσει όλα και μόνο με τη σκέψη. Έτσι η αχαλίνωτη φαντασία του αποδέκτη της φράσης μπορεί να συμπληρώσει εκεί ό, τι πραγματικά γουστάρει και τραβά η όρεξή του και η έμπνευση της στιγμής.
Στα πλαίσια αυτολογοκρισίας απαντάται και ο τύπος "γαμώτ΄", με κομμένο το τελευταίο φωνήεν, για να μη γίνει κάποιος περισσότερο αγενής, να μη ρίξει το επίπεδό του (εντελώς - κάτι σαν το "gosh!" των Άγγλων για να μην επικαλούνται συνέχεια το Θεό, δεν κάνει και το(ν) κουράζουν), αλλά και απλά από βαρεμάρα. Μπορεί να εννοηθεί ή "γαμώτο" ή "γαμώτη", αλλά μάλλον περισσότερο προς το "γαμώτη" κλίνει γιατί η δάσυνση που το συνοδεύει στην απόληξη της εκφοράς του ταιριάζει περισσότερο. Άλλωστε είναι πιο ευγενικό να βρίζεις με αυτή τη λέξη των πολλών θηλυκών υπονοουμένων και φράσεων, όπου ο καθένας επιλέγει - φαντάζεται τη βρισιά του, παρά με αυτή των ουδετέρων που η γκάμα είναι περιορισμένη υπονοουμένων και λίγο πολύ γνωστή (όπως το προαναφερόμενο περιστατικό ή "το μυαλό σου το ανύπαρκτο" - πόσα ουδέτερα να βρεθούν για να τα μαμίσεις;) Στην τελική όλες αυτές οι βρισιές έχουν καταντήσει νίλες και πλέον λέγονται εύκολα, απενοχοποιημένα και με τάση ονειροπόλησης χωρίς να στοχεύουν σε ένα συγκεκριμένο ακροατήριο τη στιγμή που λέγονται και έχουν χάσει τη βαρύτητα της προσωπικής προσβόλας. Πλέον ανήκουν στις χαριτωμενιές και σε πιο λουζ στυλ του προφορικού λόγου, παρά εξυπηρετούν τους σκοπούς για τους οποίους δημιουργήθηκαν κάποτε ως ακραίες.

1.- Τί' ν' αυτό; Πού το βρήκες το εργαλείο;
- Ανέβα πάνω να σε κάνω μια γύρα κι άσ' τα πολλά πολλά...
- Ναι, στάσου να βρω τις πατήθρες... ΟΚ, φύγαμε... Ωχ, κοίτα έφυγε το κάλυμμα!
- Στάσου να γυρίσουμε... Γαμώτη! Και δεν είμαστε να χάνουμε χρόνο, μια τζούρα που προφταίνω πριν να με κάνει τσακωτό.
- Του θειού σου είναι;
- Ναι. Και πήγε σε μια γκόμενα εδώ πιο κάτω τώρα για λίγο... Το τί θέατρο παίζουμε στη θειά μου και στο γιο του, δε λέγεται!... (ΒΡΑΟΥΟΥΜ!..)
2.- Όοοχι, μην το στρίβεις από κει, θα σπάσει! (κρακ!) Νά'το, έσπασε, γαμώτ'!... Τί να σου πω τώρα, μωρέ; Άντε να βρω ανταλλακτικό τώρα!
- Σάπιο ήταν. Αργά ή γρήγορα θα γινόταν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που τον έχουνε μπανίσει. Αν ισχύει το αξιοζήλευτον της παρακολούθησής του και το άκρως σκανδαλιστικό εις τα ιδιαίτερά του με νεγκλιζέ ή άλλου είδους ελλιπή περιβολή λόγω κατάστασης - ειδικού περιβάλλοντος(π.χ. μαγιό, μπικίνι, τρικίνι και πλέον και τόπλες) κατ' επέκταση είναι ο γουστόζικος, ο τραβηχτικός τα βλέμματα, ο ωραίος. Απαντάται στο ουδέτερο γένος στην έκφραση "μπάνικο μωρό" συχνότατα.Το μπάνικο παρόλα αυτά αφορά σε κάτι άψυχο, σε κάτι που αντιμετωπίζεται ως αντικείμενο προς απόκτηση και επίδειξή του ως τρόπαιο, έστω κι αν δεν είναι και ως κάτι που οπωσδήποτε αναμένεται να αναβαθμίσει το κύρος του κατόχου του.


1.- Πω, ρε φίλε... Κοίτα με τρόπο ένα μπάνικο μωρό που περνάει μόλις τώρα... με τρόπο ρε κάφρε, μην καρφωθούμε!
2.- Κοίτα μαλάκα τι μπάνισα!... Με δύο σιμ, λειτουργικό γουίντοουζ, 4πύρυνο στα 1200 MHz, κάμερα 5mp μόνο 60 ευρουλάκια! Λέω να το τσιμπίσω... Τα αντρόιντ σ' αυτά τα λεφτά είναι τραγικά - ειδικά οι οθόνες τους δε βλέπονται...
- Μαλάκα, είναι όντως μπάνικο; Γιατί εμείς τα πληρώνουμε μετά με τη γκρίνια σου, "μου βγήκε τό' να άχρηστο, μου βγήκε τ' άλλο σάπιο"... Ξέρω' γω... Πάρ' το και βάλ' το στον κώλο σου όμως μετά, σε προειδοποιώ...Άντε να μου χαθείς, Μπιλ Γκέιτς - τρομάρα σου! Εσύ και τα γκάτζετ σου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραπέμπει στον μαλακοβιόλη και του μοιάζει στη μαλακία, με τη διαφορά πως αυτός εδώ είναι σε όλα του μαλάκας ακόμα και στη στύση του που είναι μελάτη. Κατ' επέκταση, ο άχρηστος σε όλα του, το μπάζο, το βάρος της κοινωνίας, το στείρο στοιχείο που δεν κολλάει πουθενά και κοροϊδεύει ξεγελώντας τους άλλους με την παρουσία του πως κάτι κάνει, κάπου βόσκει εδώ γύρω και επικοινωνεί, ενώ ζει σε άλλο πλανήτη. Εκ του μαλάκας + καβιόλης (τεχνητό β' συνθετικό για να παραπέμπει στο χαζοβιόλη από κάβλα/καύλα και βιολί).

Εναλλακτικός τύπος ο μαλακοκαβλιάς (καβλιάς -καβλιάρης, αλλά μαλάκας, δηλαδή καβλομαλάκας) που του φέρνει αρκετά: έχει μεν επιδόσεις στο κρεββάτι, αλλά δεν ξέρει που το δίνει, έχει χαζοχαρούμενο γκομενικό κριτήριο και κάνει χαζοχαρούμενο σεξ και κατά κανόνα είναι και πρόωρος εκσπερματιστής.

Συνώνυμος, ο μαλακοκάβλης.


- Ήμουνα με τον Τάκη της προάλλες και...
- Ποιον εκείνον το μαλακοκαβιόλη που δεν του σηκώνεται όπως πρέπει;
- ΑΥΤΟΝ! Το ξέρεις κι εσύ;
- Την είχα πατήσει κι εγώ μαζί του. Βέβαια, πολύ παλιά... Καλά, μιλάμε το άτομο είναι τελείως ούφο. Πιο ούφο, πεθαίνεις!

χαρακτηρισμός προσώπου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πουστιά του κερατά

Ο μικρός Σκρουτζ βιοπαλαιστής ακόμα όταν τον κορόιδεψε ο Ντικ με την αμερικάνικη δεκάρα - Από το "Βίος και πολιτεία του Σκρουτζ Μακ Ντακ" του Ντον Ρόσα

Καραμπινάτη πουστιά που τίθεται στο στόχαστρο αυτού που την αντιλαμβάνεται. Αρχικά εννοεί την πουστιά ανταπόδοσης στα κέρατα της μοιχείας (δηλαδή της σεξουαλικής πουστιάς, απιστίας, εξαπάτησης) στα πλαίσια του ρητού της Π.Δ. "οφθαλμός αντί οφθαλμού και οδόντος αντί οδόντι" για να μη μείνει δόντι για δόντι και το της Κ.Δ. "μάχαιραν έδωσες, μάχαιραν θα λάβεις" γιατί το κάρμα - η "Θεία Δίκη" καθ'ημάς - είναι πουτάνα - σκύλα - χώστρα, κάνει πουτανιές και ανταποδίδει τις πουστιές κι έτσι ο κερατάς βρίσκει τη δικαίωσή του και η σκληρότητα του αφοπλίζει τους πάντες, δικαίους και ειδικά αδίκους.
Δυστυχώς, πολλές φορές η πουστιά του κερατά πηγαίνει εκ των προτέρων εκεί που δεν πρέπει αλλά είναι και άνευ λόγου οξεία, διότι αυτός που εξαπατά δεν έχει εξαπατηθεί πιο πριν για να δικαιολογείται τέτοια αγριότητα ή και μηχανορραφία εις βάρος μακαρίων άλλων που αν και ζωντανοί νομίζουν ότι βρίσκονται στις Μπαχάμες (ενν. Οι Μακαρίες Νήσοι) και πόσο μάλλον θα είχαν το νου τους στο βρώμικο παιχνίδι... Καθώς όμως οι νόμοι της αγοράς συνοψίζονται στο Σκρούτζειο ΜακΝτάκειο:"[...]Θα γίνω πιο πονηρός από τους πονηρούς" λησμονώντας το "και θα κερδίζω χρήματα ΤΙΜΙΑ" που είναι η λήξη του αποφθέγματος και την έναρξή του "θα γίνω πιο σκληρός απ'τους σκληρούς". Και αφού δεν υπάρχει διάθεση για σκληρότητα, τρανσεξουαλικοκαβαλικεύει το πράγμα και προσπαθεί ο πράττων την "πουστιά του κερατά" να κερδίσει τα ίσα κι όμοια με κείνον που όλα τα σφάζει κι όλα τα μαχαιρώνει ακόμη κι αν (ο πούστης) δεν τ'αξίζει με τις πράξεις που κάνει και αυτά που υποτίθεται ότι προσφέρει(παρόλα αυτά έχει την παράλογη απαίτηση το έχει του να παραβγαίνει ενός αξιολογότερού του). Μπορεί αρχικά να τα καταφέρνει αλλά η άδικη "πουστιά του κερατά" πάει διπλή ταρίφα από το κάρμα και ο δράστης της κοντά στα θυμαράκια από το νταμπλάς μιας πουστιάς που έκανε τον κύκλο της, όσο και νά'θελε να μην τελειώσει ποτέ.

Πουστιά του κερατά ≠ postιά του κερατά.


- Κοίτα ρε τους μαλάκες... Πήγα κι εγώ να χαρώ σαν ξενομπάτης από τα μαρκούτσια του διαδικτύου, με τη χαρά του πρωτάρη που δοκιμάζει κάτι καινούργιο και την πάτησα. Γλυκάθηκα από τη χρήση του ίντερνετ στο κινητό μου και ξεπέρασα λέει - το μήνυμα που μου έστειλε η εταιρεία - το όριο των mb που δικαιούμουν τζάμπα αυτόν το μήνα με το πρόγραμμά μου... μα καλά ρε γαμώτο, πού τα ξόδεψα; Δεν πρόλαβα να κάνω και τίποτα... Ένα πρόγραμμα κατέβασα, που έψαξα για να το κατεβάσω κάμποσο και λίγο μίλησα στο βάιμπερ... Γαμώτο!...
- Ηρέμησε... Αυτά συμβαίνουν... Να ξέρεις. Εντάξει δε λέω, γιατί δεν είχες και κάνω τρελό πακέτο... Πουστιά του κερατά, έτσι;... Αυτή η εταιρεία είχε γλυκάνει και στο παρελθόν πολύ κόσμο με προσφορές της και τώρα που όλα κοπήκανε τους πάει γαμιώντας... Αλλά μη στενοχωριέσαι... Αυτή η καινούργια των Κυπρίων βγάζει τώρα και σιμ για κινητά κι αυτή θα πάρει τον πούλο, αν συνεχίσει αυτό το βιολί. Έννοια σου... Γερμανοτσολιάδες, σκατόφαρα...

Got a better definition? Add it!

Published