Εκμεταλλεύομαι ευκαιριακά ή συστηματικά, θεμιτά ή αθέμιτα, ηθικά ή ανήθικα μια ευνοϊκή κατάσταση που μου προσπορίζει διαφορών ειδών οφέλη ή ανταλλάγματα.

Συνώνυμη έκφραση: βρίσκω το μήνα που θρέφει τους έντεκα

- Είδες τον Πανάγο; Από τότενες που άνοιξε νταλαβέριμ' αυτήνες τσι πούστηδοι, είναι κάθε μέρα στη μπούντρα.
- Καλά ξηγιέται, βρήκε βυζί και βυζαίνει, αφού.

(από iwn, 01/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιάνω την καλή, έχω το οικονομικό μου πρόβλημα λυμένο, είτε επειδή έχω εξασφαλισμένο εισόδημα είτε επειδή ζω παρασιτικά σε βάρος άλλων. Χρησιμοποιείται με μειωτικό τόνο, χωρίς την έλλειψη ζήλιας και κρυφής επιθυμίας του λέγοντος να είχε κι εκείνος την ίδια τύχη.

Το έτυμον προφανές: ενώ οι πολλοί δουλεύουν δώδεκα μήνες το χρόνο για να τα φέρουνε βόλτα, στον αποδέκτη του σχολίου αρκεί ένας για να καλύψει τους υπόλοιπους έντεκα. Η έκφραση χρησιμοποιείται ευρέως από ανθρώπους με καταγωγή από την Ήπειρο.

  1. - Τον είδες το Δημητράκη, διακοπές στην Ελβετία, βίλα στην Εκάλη και BMW. Οικονομική κρίση σου λέει ο άλλος.
    - E, καλά, αυτός κληρονόμησε ένα σωρό ακίνητα απ' το μπαμπά του. Βρήκε το μήνα που θρέφει τους έντεκα.

  2. - Με το γεροπαραλή που τύλιξε η Μπουμπούκα, βρήκε το μήνα που θρέφει τους έντεκα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified