Selected tags

Further tags

Η ευκοίλια στο πιο διασκεδαστικό, η διάρροια όπου το τσιρλί παίρνει πρωτοβουλία και ξεχύνεται ακράτητο κατά κάτου μεριά, οπότε και του συμβαίνει καλλιτεχνία και ψηφιδωτεί (ψηφιδωτώ, ψηφιδωτείς-ψηφιδωτεί και τούμπαλιν στον πληθυντικό) το σώβρακο, οπότε πάτε βρέτε το αντίστοιχο λήμμα.

«Πήγαμε στου Παναγιώτη για να πατήσουμε σταφύλια και ήπια οχτώ ποτήρια σταφυλόζουμο που έλεγε ο διαιτολόγος πως κάνει καλό και μ΄έπιασε μια γλεντοκώλα...» (αληθινό περιστατικό όπου ο γράφων τελείωσε τα άπαντα του Παπαδιαμάντη στην τουαλέτα του φιλοξενούντος σταφυλοκαλλιεργητού).

Άλλο αληθινο περιστατικό σε φίλο κτηνίατρο: «Μού 'φερε το κωλόσκυλο σακατεμένο από τις πάστες που πάει και το ταΐζει η μαλάκω και τόπιασε η γλεντοκώλα επάνω στο τραπέζι (των επεμβάσεων το ανοξείδωτο) και μ΄έκανε σύχριστο!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μικρά ηρωικά κουραδάκια που αφού έχεις τελειώσει, αρνούμενα να πέσουν, κάνουν τους μικρούς Ταρζάν στις κωλότριχες.

-Άντε ρε αγόρι μου, μια ώρα ήσουν μέσα!
-Ρε συ πάλευα με τα ταρζανέλια, το μπελά μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ιστορικών διαστάσεων κρίση διάρροιας που έχει αποτυπωθεί στη μνήμη του παθόντος όπως αποτυπώθηκε στο συλλογικό θυμικό το πυρηνικό ατύχημα στην πόλη, τότε Σοβιετική νυν Ουκρανική, Τσερνομπίλ το 1986.

Τσερλομπίλ έχουμε στις ακόλουθες περιπτώσεις:

  1. Όταν η οξύτητα και η επιμονή της πεπτικής διαταραχής προκαλούν συνεχόμενες, ασταμάτητες, πολύωρες εκκενώσεις που οδηγούν εν τέλει στο φαινόμενο της ασθμαίνουσας κωλοτρυπίδας, εκεί που πλέον δεν έχει μείνει ούτε ίχνος κοπράνων αλλά ούτε και γαστρικών υγρών, οπότε η ταλαίπωρος οπή απλώς αφρίζει στο ρυθμό της αναπνοής του κατάκοπου χεσμένου.

  2. Όταν η κρίση διάρροιας συμβαίνει σε μια εντελώς ακατάλληλη στιγμή και σε δημόσιο χώρο π.χ. εξετάσεις, δικαστήριο, πολύωρο ταξίδι με ΚΤΕΛ σε επαρχιώτικο ερημικό δρόμο, έτσι που η ανάγκη για ανακούφιση να είναι δυσχερής ή αδύνατη ή να οδηγεί τον παθόντα στα όρια του δημόσιου εξευτελισμού ή να υπονομεύει την εκτέλεση σοβαρής υποχρέωσης.

  3. Όταν η ορμή του αρχικού κύματος διάρροιας είναι τέτοια που οι κοπρανικές σταγόνες αναπηδούν πάνω στα τοιχώματα του εσωτερικού της τουαλέτας για να επιστρέψουν και να σοβατίσουν τα κωλομάγουλα σε όλο τους το πλάτος και το ύψος μέχρι τον κόκκυγα, έτσι που λόγοι στοιχειώδους υγιεινής να επιβάλλουν πλέον χλιαρό ντους και όχι «πασαλείμματα».

  4. Όταν η ένταση της διάρροιας και η απόσταση της τουαλέτας ή ο τύπος των ενδυμάτων λ.χ παντελόνι με κουμπιά και ζώνη δεν επιτρέπει το έγκαιρο και εύστοχο ξεφούρνισμα της ευκοίλιας εντός του στομίου της τουαλέτας με τον σφιγκτήρα να ενδίδει στην πίεση λίγα δέκατα του δευτερολέπτου πριν την θέση του κώλου επί της τουαλέτας και την καταιγίζουσα διάρροια να δημιουργεί στο χείλος, το καπάκι και την πλάτη της τουαλέτας, ίσως και στο δάπεδο ή τον τοίχο ανάλογα τη διασπορά, έργα αφηρημένου εξπρεσιονισμού αντάξια ενός Τζάκσον Πόλλοκ.

  5. Μεταφορικά για τη μεγάλη τρομάρα.

-Ρε συ, θυμάσαι που δίναμε έκθεση στις πανελλήνιες και είχες πάει 10 φορές τουαλέτα;
-Πωω τί ήταν κι εκείνο ρε φίλε. Πραγματικό τσερλομπίλ. Έχασα την Ιατρική απ'αυτό.

-Πού χάθηκες δυο μέρες εσύ;
-Θυμάσαι που πήραμε κάτι καλτσόνε απ'τα Έβερεστ προχτές το βράδυ;
-Ε τί, σ'έκοψε;
-Τί μ'έκοψε ρε μεγάλε. Ξεκωλιάστηκα μιλάμε. Έχεσα κι εγώ δεν ξέρω πόσες φορές. Κι έχεζα, κι έχεζα, κι έχεζα...έχασα το μέτρημα. Ξέρναγε αίμα ο κώλος μου στο τέλος.
-Τσερλομπίλ πραγματικό ρε καημένε.

-Πώς πήγε η εκδρομή;
-Αυτό που έπαθα φίλε, δεν περιγράφεται. Δεν περιγράφεται! Ήθελα και Μέτσοβο. Με πιάνει μια ευκοίλια μέσα στο λεωφορείο, έλεγα θα τα κάνω απάνω μου. Πάω να μπω στο τουαλετάκι, μου λέει ο οδηγός «μη είναι βουλωμένη». Πάω και του λέω στ'αυτί ότι δεν αντέχω και θα τα αμολήσω εκεί επί τόπου. Κόβει δεξιά και με στέλνει σε κάτι δέντρα μέσα.
-Χαχα, και πήγες;
-Τί να κάνω; Ρόμπα έγινα. Με κοίταζε όλο το λεωφορείο και γέλαγε. Αυτό ήταν το τσερλομπίλ μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά τον πρώτο ορισμό (τον Αγρινιώτικο) σημαίνει κάνω μια δουλειά ταχύτερα, βιάζομαι. Ειδικότερα, στη Χίο, σημαίνει την πίεση που εξασκούμε στο έντερο κατά το χέσιμο για να βγει η πεισματωμένη κουράδα (επιτέλους), το σφίξιμο, το ζόρι(σμα).

Παράγωγο ουσιαστικό (και ευρύτερα χρησιμοποιούμενο), η ανέγκαση, που περιγράφει την εν γένει διαδικασία όπως και την κατάσταση του ανεγκάσματος.

  1. Μετά την εγχείρηση του χορήγησαν ένα ελαφρύ καθαρτικό για να μήν ανεγκάσει και σπάσουν τα ράμματα.

  2. Μπήκε σαν σίφουνας στις τουαλέτες κι άρχισε να βροντάει τις πόρτες, αλλά ο Μήτσος ήταν πάνω στην ανέγκαση και δεν μπορούσε να αντιδράσει...

  3. «Η παντρειά και το τσουκάλι θεν ανέγκαση μεγάλη» Χιακή παροιμία

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σκατιάρης, το βρωμερό υποκείμενο που βρωμάει και ζέχνει.

Γέμισε ο Κορυδαλλός με σκατιάδες που τα τρώγανε επί χρόνια, αλλά ακόμη δεν έχουμε ξεβρωμίσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κόψιμο, η ευκοίλια.

Τον πήγε μπριόλα και δε πρόλαβε να κατεβάσει ούτε τα παντελόνια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βοθρατζής, αυτός που εκκενώνει βόθρους, αλλά και κάθε ένας που λέει μαλακίες και είναι γεμάτος σκατά στην ψυχή του.

  1. Να μου θυμίσεις να πάρω τηλέφωνο τον σκατατζή, γιατί δεν πάει άλλο η κατάσταση στο εξοχικό. Βρωμάει όλη η γειτονιά!

  2. Έχει μαζέψει στο κόμμα του όλους τους σκατατζήδες και μας κάνουν και τους έξυπνους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν τρεις μεγάλες και συχνά αλληλοκαλυπτόμενες κατηγορίες σκαταδούρας:

  • Οι σκουληκιάρηδες, τα ανθρώπινα αποβράσματα (παρ. 1),
  • Η αγγαρεία / σκατοδουλειά που κάποιος φορτώνει σε όποιον βρεθεί ένα κλικ παρακάτω στην τροφική αλυσίδα (παρ. 2),
  • Τα σκατά per se (παρ. 3).

Λολοπαίγνιο, εν πάτση περιπτώσει, στην σκαρταδούρα.

1.
Αλεξη προσεξε δεν θελουμε κι αλλους ΔΟΥΡΕΙΟΥΣ ΙΠΠΟΥΣ .Μαζεψαμε ολο το..βαθυ ΠΑΣΟΚ μην παρουμε και τη σκαταδουρα που εχει σκοπο να μας διαλυσει

2.
Αυτο απ την αλλη βολευει τους καθηγητες γιατι αυτοι ασχολουνται με «σοβαρες» δουλειες και βαζουν τους κατωτερους να βγαλουν την σκαταδουρα

3.
Για κοιτάξτε προσεκτικά τη σκαταδούρα που επιπλέει στην περιοχή που οι αγωγοί είναι σπασμένοι και όλη η δυτική Ιτέα βρωμάει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ορισμός είναι άπλα, χωράει τους πάντες, ιδίως αν το τηλεκουμάντο είναι για σένα σα συσκευή εξίσου άχρηστη με τον αγγουροκόφτη. Συχνότερα όμως χρησιμοποιείται για αναλώσιμες σίλικον Βάλεϋ παρουσίες και αντράκια που χορεύουν στο τέλος κάθε εκπομπής το γκεϊμπέκικο και φλυαρούν ακατάσχετα.

Πού είναι η Πετρούλα ρε φίλε;;; Hταν η αγαπημένη μου τηλεκουράδα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κακός χαρακτηρισμός για την «Αυριανή», εφημερίδα την οποία ο Μάνος Χατζιδάκις θεωρούσε χειρότερη κι από το AIDS. Η πατρότητα του λογοπαίγνιου στο όνομα του εκδότη Κουρή αποδίδεται στην γηραιά παρθενοπουτάνα «Εστία», η οποία ωστόσο λόγω μυξοπρεπισμού περιοριζόταν στο κουριάς.

Όπως επισημαίνει ο deinosavros, παίζει και «η ευρηματικότατη λέξη Κουράδιο, ο ραδιοφωνικός σταθμός της Αυριανής στα 80ζ (δια χειρός Γιάννη Ιωάννου στον Τρίτο Δρόμο)».

  1. Δεν θέλω συμπαράσταση από την φυλλάδα του Κουρή (Αυριανή ή Κουριάδα), που είναι ότι πιο συμπυκνωμένο κίτρινο κυκλοφορεί στα περίπτερα.

  2. σήμερα είχαμε τη γνωστή «Κουριάδα» και τις απειλές του, 'οτι...
    ...για δέκα ανεγκέφαλους θα κλείσει το Alter, πάμε και θα τα δούμε ένα ένα...

  3. Αντε να κλείσει να δικαιωθεί έστω και σήμερα ο Χατζιδάκις που καλούσε από το στάδιο να κλείσει η κουριάδα.

(Από το διαδίκτυο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified