Selected tags

Further tags

Φράση που ξέμεινε από διαφήμιση Favre Leuba (που δυστυχώς δε βρήκα στο συσιφόνι, μάλλον επειδή έπαιζε επί πλειστοκαίνου). Ο ένας προσπαθούσε να προφέρει τη φίρμα και δεν τα κατάφερνε, ενώ ο άλλος ο μαγκιόρος που το φορούσε στο χέρι, έγραφε σταρχίδια του τον αγράμματο και χαμογελούσε με ανωτερότητα, λες και το ρολογάκι ήταν τελικά το νόημα της ζωής που μόνο εκείνος κατείχε και ακουγόταν από μέσα η βαθιά φωνή «φάβγ λ[οε]μπά - όσοι το φορούν, ξέρουν και να το προφέρουν» (τι λες τώρα!).

Τάπα και γυριστή απέναντι στον αναιδέστατο που μας την είπε, επειδή δεν ξέραμε ό,τι δεν ξέραμε, που αυτός το ήξερε όμως. «Όσοι το φορούν, ξέρουν και να το προφέρουν» πα να πει, «ω ανόητε, για ποίο λόγο χαίρεσαι, το ό,τι κατέχεις τη συγκεκριμένη γνώση είναι αρνητικό για σένα και σημαίνει ότι έχεις εμπειρίες που θεωρούνται υποτιμητικές για την προσωπικότητά σου - ενώ εγώ που δεν ξέρω απ' αυτά τα πράματα στην πραγματικότητα θα πει ότι είμαι πιο καλός από σένα, πιο σωστός και η άγνοιά μου είναι το πλεονέκτημά μου κι άμα λάχει ναούμ' θα παντρευτώ και παρθένα».

Συναντάται και στην - πιο άμεση - μορφή «όποιος το φορά, ξέρει και να το προφέρει». Αμέ.

Εδώ:
Ο Hellegennes έγραψε και την είπε στον Isildur: Πεολειχία λέγεται. Θα έπρεπε να το ξέρεις καλύτερα, για ευνόητους λόγους (που δεν έχουν να κάνουν με μένα, το ξεκαθαρίζω) Και ο Isildur απάντησε: Την διαφήμιση του Favre Leuba, τη θυμάσαι; όποιος το φορά, ξέρει και να το προφέρει...

Εδώ:
-Ο ΛΑΟΣ οχι ΤΟ ΛΑΟΣ. Δε λέμε ΤΟ ΣΥΝ επειδή είναι κόμμα, λέμε Ο ΣΥΝ. Και όχι εγώ δε θα σου ζητήσω ευρώ για την κοτσάνα σου. :lol:
-Ε, όσοι το φορούν, ξέρουν και να το προφέρουν! Πάντως, για μένα είναι το ΛΑΟΣ, κατά το σούργελο.

- Πω πω είσαι ηλίθια, αν είναι δυναμόν να μην ξέρεις τι θα πει ξεκωλοπατόμουνο, στο σλανγκρ είσαι όλη την ώρα!
- Όποιος το φορά ξέρει και να το προφέρει.
- Πουτάνα.
- Καργιόλα.

(από patsis, 06/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η Στιρέλλα είναι σύστημα σιδερώματος συνεχούς ατμοποίησης και, όπως υποστήριζε γνωστός μόδιστρος στη σχετική διαφήμιση, είναι θαυματουργό γιατί εξαφανίζει κάθε ίχνος από τσαλάκωμα σε κάθε είδους ύφασμα. Ο μόδιστρος βρίσκεται σε κάποια επίδειξη των ρούχων του και μόλις βρίσκει τσαλακωμένο το φόρεμα που ήταν να βγει στην πασαρέλα, φωνάζει με πολύ αέρινο στυλ σίγουρος για το αποτέλεσμα: «Τη Στιρέλλα, τη Στιρέλλα!».

Τη Στιρέλλα την επικαλούμαστε, όταν μια κατάσταση αρχίζει και στραβώνει και ζητάμε λύση επιτόπια, άμεση.

Τη Στιρέλλα την επικαλείται και η Φωφώ (η οποία έχει πρόσφατα πατήσει τα δεύτερα –ήντα, αλλά θέλει να πιστεύει ότι βρίσκεται ακόμα λίγο μετά τα είκοσι) και έχει να αντιμετωπίσει έναν μεγάλο εχθρό: τους πλισέδες στο σώμα της και τις ρυτίδες στο πρόσωπό της. Στην αρχή που παρουσιάστηκαν κάλυψε τις ρυτίδες με το μακιγιάζ. Μετά ο εχθρός επανήλθε με περισσότερες δυνάμεις και κατέφυγε στις μπότοξ. Ο εχθρός επανέρχεται δριμύτερος και καταφεύγει στο ρετουσάρισμα χρησιμοποιώντας τη Στιρέλλα μοντέλο «Φουστάνος», που θεωρείται κορυφή στο σιδέρωμα πλισέδων.

  1. Αγουροξυπνημένη προσπαθώ να φτιάξω καφέ, αλλά μου πέφτει το κουτί με τον καφέ. Δεν με ένοιαξε η ατσαλιά και φώναξα στον εαυτό μου: τη Στιρέλλα τη Στιρέλλα και άνοιξα το ράφι και έβγαλα δυο φακελάκια που τα είχα για καβάντζα...

  2. Η Φωφώ κοιτάζεται στον καθρέφτη και ανακαλύπτει δυο καινούριες ρυτίδες. Συμφοράαα! Τη Στιρέλλα τη Στιρέλλα!!! Και έτρεξε να πάρει τηλ. να κλείσει ραντεβού για ρετούς.

(από vip, 01/03/09)(από Galadriel, 02/03/09)Στο 1\'13" η διαφήμιση. Σπεκ στον assosmalakos. (από poniroskylo, 09/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από αθάνατη διαφήμιση πάλι. Η σύγχρονη μάνα διαθέτει επί πλέον πολεμοφόδια για την επίτευξη γόρδιου δεσμού στον ομφάλιο λώρο του παιδιού της: δίπλα στα χάδια προστέθηκε και κρεμούλα. Δήθεν για το σύγκαμα, και καλά.

Αυτό βέβαια δεν ισχύει για όλες τις μάνες, γιατί τώρα πολλές έχουν ματσωθεί αρκετά ούτως ώστε να παραδίδουν τους καρπούς των σπλάχνων τους σε καμιά ξεσκατώστρα κι αυτές να σεργιανάνε στα μαγαζιά ή στα μπουζούκια, κάποιες άλλες δε, επειδή ζηλεύουν τις προαναφερθείσες, δεν πολυχαϊδεύουν τα μικρά τους γιατί αντικρίζοντάς τα νιώθουν ρε παιδί μου, ένα κάτι σαν πνίξιμο και στέρηση ελευθερίας... Και τελικά τα μαλώνουν.

Άρα υπάρχει στοργή και προδέρμ; Ή έχει γίνει είδος πολυτελείας; Χα.

- Τι έχει αυτός και νιαουρίζει σήμερα;
- Έχει τις μαύρες του και χρειάζεται στοργή και προδέρμ.
- Και συ τι κάνεις;
- Μάνα του είμαι; Πρόβλημά του.

Όπως βλέπουμε, κι οι γκόμενες δεν πάνε πίσω. Ο τέμπορα ο μόρες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι που, σε σύγκριση με κάτι άλλο, είναι ή δείχνει μηδαμινό, ανάξιο λόγου.

Προέρχεται από κάποια διαφήμιση των τότε μοναδικών ανταγωνιστών Κολυνός / Kolynos και Colgate. Μία από τις δυο είχε βάλει φθόριο και ήταν ... Fluoride, ενώ όλες οι άλλες ήσαν απλώς οδοντόκρεμες.

Η έκφραση γενικεύθηκε με λίγο σκωπτική απόχρωση και ακούγεται ακόμα από κάτι γέρους σαν τον Hodjas για παράδειγμα.

  1. Μπροστά στη Μύκονο, όλα τα άλλα νησιά είναι απλώς οδοντόκρεμες.

  2. Μπροστά στη ρακή των Εξαρχείων (όταν την πίνεις παρέα με το Hodjas) όλες οι άλλες ρακές είναι απλώς οδοντόκρεμες.

  3. Μπροστά στον ΧΧΧΧΧ όλοι οι άλλοι χρήστες είμαστε απλώς οδοντόκρεμες.

  4. Μπροστά στο slang.gr όλοι οι άλλοι ιστότοποι είναι απλώς οδοντόκρεμες.

κ.ο.κ. ad infinitum

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευφυέστατο διαφημιστικό σλόγκαν της πίπας Νταιάνα τη δεκαετία του '70.

- Θα επιστρέψουμε στην εκπομπή μας «Εκκλησία και νέοι» μετά το σύντομο διαφημιστικό διάλειμμα.
(Αρχίζει η διαφήμιση της πίπας Νταιάνα)
«Για να σταματήσετε να τον παίρνετε από πίσω πάρτε του μία πίπα... μια πίπα Herb.»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τριζάτο προέρχεται από παλιά διαφήμιση απορρυπαντικού πιάτων όπου, η ηθοποιός, κρατώντας ένα πιάτο καθαρισμένο από το Χ απορρυπαντικό, έσερνε τον αντίχειρά της στην επιφάνειά του και από την πολλή καθαριότητα (έλλειψη λίπους και από τις δυο επιφάνειες) ακουγόταν ο τριζάτος ήχος.

Τώρα, αν ακολουθήσουμε την παροιμία που μιλά για τριζάτα στήθια, θα φανταστούμε πόσο άσπρα και καθαρά και τριζάτα είναι που αν τα χαϊδέψεις ακούς «τριιιιιιιιζζζζζζζ» και ανάποδα τον αντίχειρα «τροοοοοοοοζζζζζζζζ».

από ΔΠ βουβις

Πρόσεχε πρόσεχε μωρό μου μη μου τα τρίψεις και ξυπνήσει ο άνδρας μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το επίθετο «αβάδιστα» έχει το προσόν ότι αρχίζει από άλφα βήτα κι έτσι κατέχει προνομιακή θέση σε μία αλφαβητική σειρά. Για τον λόγο αυτό ως «αβάδιστα» χαρακτηρίζονται σε πολλές αγγελίες τα κωλ-γκερλς που διαφημίζουν τις υπηρεσίες τους και θέλουν το μάτι του τεμπέλη να πέσει πρώτα πάνω σ' αυτά. Ένας μικρός τιραμισουρεαλισμός της καθημερινής μας ζωής. Το ίδιο βέβαια συμβαίνει και με άλλες αγγελίες άλλων υπηρεσιών, αλλά με τα κωλ-γκερλς έχει μείνει περισσότερο, μήπως υπάρχει και γιαλομικό υπονοούμενο για παρθενία; Επίσης, για τους ίδιους λόγους, το «αβάδιστα» είναι ένα από τα πρώτα λήμματα στην αλφαβητική σειρά του slang.gr.

- Τι θα γίνει ρε φιλάρα; Πάλι με κανά φραπέ θα την βγάλουμε;
- Φραπέ τέτοια ώρα; Θα μας πιάσουν αϋπνίες! Δεν τηλεφωνούμε καλύτερα σε κανένα αβάδιστο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση προέρχεται από το παροιμιώδες σλόγκαν του Κόμματος Δημοκρατικού Σοσιαλισμού «Μήπως είσαι ΚΟ.ΔΗ.ΣΟ. και δεν το ξέρεις;», με το οποίο το κόμμα αυτό διεκδίκησε την προτίμηση των ψηφοφόρων το 1981. Για την ιστορία, το ΚΟΔΗΣΟ-ΚΑΕ έλαβε σε εκείνες τις εκλογές 40.126 ψήφους, ήτοι 0.70%, κάτι που σήμανε την αρχή της διάλυσης του.

Ωστόσο, το ευρηματικό σλόγκαν του κόμματος, με όλη την αφέλειά του και τη θυμηδία που προκαλούσε, πέρασε για τα καλά στη συνείδηση του Νεοέλληνα και έκτοτε το χρησιμοποιούμε, συχνά παραλλαγμένο, για να προτρέψουμε κάποιον, έστω και την ύστατη ώρα, να μην πάρει βιαστικές αποφάσεις αλλά να κοντοσταθεί, να βάλει το ακατοίκητο να δουλέψει, να εξετάσει και άλλα ενδεχόμενα και να μη απορρίπτει αβασάνιστα και εκ προοιμίου άλλες εναλλακτικές αποφάσεις, επιλογές ή λύσεις. Φυσικά, τις περισσότερες φορές είναι ένας έμμεσος τρόπος για να υποδείξουμε στον άλλον τί θέλουμε ή τί περιμένουμε να κάνει.

  1. Λίλιαν: - Να πεταχτώ στο περίπτερο για τσιγάρα, Πάρη μου;
    Πάρης: - Μήπως θέλεις να πάρεις και καπότες και δεν το ξέρεις;

  2. Λίλιαν: - Πάρη μου, γιατί αργείς να μπεις;
    Πάρης: - Μήπως θέλεις να μου κάνεις στοματικό και ντρέπεσαι να μου το πεις;

Γιάγκος Πεσμαζόγλου (από allivegp, 06/07/09)Γιάγκος Πεσμαζόγλου (από allivegp, 06/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να πειράξουμε κάποιον επειδή είναι / μας φαίνεται πολύ χαρούμενος. Προέρχεται από τη γνωστή διαφήμιση που λέει: «Είμαι κεφάτη, ψωνίζω απ 'τον Βερόπουλο».

- Επ, Παυλάκο, γιατί τέτοια κέφια; Ψώνισες από τον Βερόπουλο;

Μα πόσο ευτυχισμένοι ήταν οι άνθρωποι τότε... (από vikar, 19/08/08)(από Khan, 13/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλόγκαν παλιάς τηλεοπτικής διαφήμισης κι όταν λέμε παλιάς, εννοούμε τότε που υπήρχε η ΕΙΡΤ και η ΥΕΝΕΔ, άντε και λίγο μετά. Μάλλον του ΑΖΑΞ με αμμωνιαζόλ. Το κλου ήταν ότι με το πράμα αυτό η καθαριότητα γινόταν παιχνίδι, διότι απλά η χαρωπή νοικοκυρά (είπαμε είναι παλιά η διαφήμιση, δεν υπήρχε ισότητα τότε) ψέκαζε, σκούπιζε με ένα χαρτί ή ένα βετέξ και τελείωνε η δουλειά.

Σήμερα το χρησιμοποιούμε (;) για να δείξουμε ότι μία συγκεκριμένη δουλειά γίνεται πολύ γρήγορα, σχεδόν μηχανικά και σίγουρα ανώδυνα.

Επειδή όπως έχουμε πει ο Έλλην είναι βαθιά σεξουαλικός λαός, τη συγκεκριμένη έκφραση την χρησιμοποιεί και για να περιγράψει την γρήγορη και άνευ άλλων επιπτώσεων / προεκτάσεων σεξουαλική πράξη.

  1. - Μα είναι καλά ο τύπος; Παρασκευή μεσημέρι και τώρα του ήρθε να μου πει να κάνω τους πίνακες για τα στοιχεία πωλήσεων;
    - Έλα ρε e-tard. Copy paste δουλειά είναι από το spreadsheet που σου 'δωσα. Ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε και μετά βουρ για Χαλκιδική δικέ μου!

  2. - Τι έγινε τελικά με το γκομενάκι προχθές το βράδυ;
    - Τι να γίνει ρε γαμώ; Εγώ ήθελα ένα γρήγορο, ένα ψεκάστε σκουπίστε τελειώσατε κι αυτή μου ξεκίνησε κάτι ιστορίες γι' αγάπες και λουλούδια και ξενέρωσα χοντρά.
    - Άρα πήγαμε για χειράντληση σπέρματος.
    - Ααααϊγκλάν!!!

(από Khan, 22/04/14)"Περάστε, φιλήστε, τελειώσατε" του Γιάννη Δαλιανίδη (1986) (από Khan, 22/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified