Further tags

Η οδός Π. Τσαλδάρη ή Που. Τσαλδάρη. Προφέρεται έτσι για πλάκα και ειδικά αν η ερώτηση προέρχεται από γιαγιούμπα που θέλουμε να την σοκάρουμε με την απάντησή μας.

Τι μαλάκες που υπήρξαμε θεέ μου!

- Ορέ καλόπαιδο μήπως ξέρεις που είναι το ΙΚΑ;
- Στην Πούτσα Λδάρη θείτσα, στην Πούτσα Λδάρη (το λέμε δύο φορές μήπως και δεν το κατάλαβε).

Που Τσαλδάρης. (από perkins, 04/06/10)ο εγγονός του Πούτσα, ο Κούτσα Λδάρης.Τα ιδια σκατα... (από perkins, 04/06/10)(από Vrastaman, 05/06/10)Π.Τσαλδαρη (από perkins, 06/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανώμαλα παραθετικά του κακός, που προέρχονται από λογοπαίγνιο με τη λέξη «χοίρος» και τα παραθετικά «χειρότερος, χείριστος».

Η έννοια είναι ακριβώς αυτή που καταλαβαίνετε: «πιο γουρούνι», «το απόλυτο γουρούνι». Πβ. και την έκφραση «το μη χοίρων βέλτιστον» (= αυτό που δεν αρμόζει στα γουρούνια είναι το καλύτερο).

Το α΄ συνθετικό «χοιρο-/-χοιρο» μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πλείστες όσες λέξεις, λογοπαίζοντας και με τη λέξη «χειρ-χειρός», π.χ. «χοιρόγραφο», «χοιροτεχνία», «εργόχοιρο», «χοιρούργος», «αυτόχοιρας» (όπου παίζουμε κατά τα γνωστά προπαροξύτονας εις -ας, π.χ. άνθρωπας, έμπορας κ.λ.π.), «χοιραφετημένος», «χοιραφέτηση», «εκεχοιρία»...

  1. Από εδώ:
    «Ήρθε ο καιρός να πάρω το αίμα μου πίσω. Τώρα αρχίζει ο αιώνας μου. Ο χοιρότερος αιών»

  2. (διάλογος σε εταιρεία εκτροφής χοίρων):
    - Άκου, αύξηση από μένα δεν παίρνεις! Βάλ' το καλά στο μυαλό σου! Και τώρα δίνε του!
    - Κύριε διευθυντά, ένα έχω να σας πω: είστε χοιρότερος και από τους χοίρους σας!

Θέλεις και λεζάντα, μωράκι μου; (από Αλάριχος Τεκέλογλου, 24/05/10)(από jesus, 24/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μέρος όπου (ή οι συνθήκες κατά τις οποίες) επιτελείται το ξέπλυμα χρημάτων.

  1. «Ξέπλυμα» του Δήμου Ροδίων σε «πλυντήριο» της Μητρόπολης:

Mια νέα κατάσταση πραγμάτων στην πορεία της υπόθεσης των εικονικών επιχορηγήσεων “μαμούθ” -ύψους 1.788.393 ευρώ- προς την Ιερά Μητρόπολη Ρόδου επί θητείας της απελθούσης δημοτικής αρχής δημιουργεί αναμφίβολα η απόφαση του Αντεπίτροπου Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου κ. Κωνσταντίνου Τόλη να ζητήσει από το Β’ Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου να καταλογίσει το ποσό των 130.229.004 δρχ στους δημόσιους υπόλογους της επίμαχης περιόδου.
από εδώ

  1. Επιχείρηση «πλυντήριο» για ξέπλυμα κερδών από κοκαΐνη.
    Έρευνες αποκάλυψαν καταθέσεις 3.615.000 ευρώ.

4,5 τόνους κοκαΐνης έκρυβαν τα αμπάρια του 'Africa One'. «Πάνω από 3.600.000 ευρώ είχε στο όνομα του σε διάφορες ελληνικές τράπεζες ο επιχειρηματίας Αλ. Αγγελόπουλος, που καταζητείται από τις αρχές. Σε διαθεσιμότητα ο δ/ντης κρατικής τράπεζας στον Πειραιά» από εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση δανεισμένη από την αγγλική «the best». Χρησιμοποιείται με την κυριολεκτική της έννοια για να περιγράψει κάτι το τέλειο , το ανώτερο, αλλά και κυριολεκτικά για το αντίθετο. Άρχισε δε να εμφανίζεται στα ελληνικά απ' την εποχή που έπαιζε ποδόσφαιρο στην Manchester United ο George Best, που παρόλη την κρασοκατάνυξη και γενικά κραιπαλώδη ζωή του, είχε δεινές ποδοσφαιρικές ικανότητες. Εξού και η χρήση της έκφρασης για κάτι το αναπάντεχα καλό (λίρα εκατό), κάτι που όλα δείχνουν ότι δεν θα πάει καλά και διαψεύδει τους πάντες με τις επιδόσεις του (βλ. Εθν. Ελλάδας Πρωταθλήτρια Ευρώπης).

Είναι προφανές ότι το «δεν παίζεστ'» αποτελεί παράφραση του αρχικού αγγλικού «the best».

Αντιπροσωπευτικό τραγούδι: Simply the best από τη «γιαγιά» Tina Turner

  1. Κυριολεξία:
    - Πήγαμε στη συναυλία των Scorpions και ήταν ανπέκταμπλ !
    - Σώπα ρε, δε μπεστ ;
    - Δεν παίζεστ' σου λέω, χαμός έγινε.

  2. Ειρωνεία :
    - Γνώρισα χτες την αδερφή του Μήτσου που φαγώθηκε ότι με γουστάρει.
    - Έλα ρε, για λέγε , δε μπεστ;
    - Δεν παίζεστ', άσε . Σκέτη αραχνομούνα, λέμε.

(από granazis, 24/04/10)(από granazis, 24/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Έκφραση υστερίας και απόγνωσης, ιδιαίτερα δημοφιλής μεταξύ νέων, φοιτητών, υποψήφιων διδακτόρων, ελευθέρων επαγγελματιών και νιόπαντρων.

Ξεπροβάλλει αυθόρμητα στα χείλη μετά από στιγμές έντονης πίεσης και απογοήτευσης, όταν έχει γαμηθεί η κατάσταση, η γυναίκα σου (με άλλον), η δουλειά σου και γενικώς τα πάντα. Έτσι το μόνο που δεν έχει γαμηθεί είναι το τίποτα, συνεπώς δια της άτοπου, γαμιούνται τα πάντα.

Σημαντικό είναι ότι τα πάντα δεν γαμιούνται πάντα, αλλά ορισμένες μόνο φορές, εξ ου και η έκφραση: «Είναι φορές που γαμιούνται τα πάντα».

  1. Έκφραση θαυμασμού μετά από παρατήρηση ωρών εκπαιδευτικής τηλεόρασης για την αναπαραγωγή των ασπρόμαυρών αιλουροπόδων άρκτων (οικογένεια Ursidae, γένος Ailuropoda, είδος Melanoleuca).
  1. -Τι λέει ρε Αλέκο;
    - Άσε ρε φίλε... Η γυναίκα με παράτησε, το φορτίο ακόμα να εκτελωνιστεί, δεν έχω φράγκο και η Ηρακλάρα χάνει στην έδρα μας από τον Κιλκισιακό! Άσε σου λέω, γαμιούνται τα πάντα.

  2. (Στο ζωολογικό κήπο):
    Γιαννάκης: Μαμά, μαμά!
    Μαμά: Τι 'ναι παιδί μου;
    Γ.: Κοίτα;
    Μ.: Πού;
    Γ.: Να εκεί! Γαμιούνται τα πάντα!»

(από Khan, 03/02/10)Η αισιόδοξη σκέψη της ημέρας: Αν όλα τα προηγούμενα χρόνια "γαμιούνταν τα πάντα", κάποια στιγμή θα γεννήσουν κιόλας. (από Khan, 28/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σχολική αργκό του ποδοσφαίρου ('80ς), παραφθορά του Πελέ. Απαντάται κατ' εξοχήν στη φράση «Ποιός είσαι; Ο Πελτέ;»

Σχετικά: ατομιστία (σημειωτέον οτι ως επίθετο επιβιώνει μόνο στον υπερθετικό «ατομιστ-αράς»!), ο περναμπουκάνο είσαι;, Μερεντόνας κλπ.

Λέγεται ειρωνικά ή/και εκνευρισμένα προς συμπαίκτη που προσπαθεί να περάσει «όλον τον κόσμο» (όπως μαϊμουδίζουν στερεότυπα οι σπορτκάστερς τις ατάκες του Διακογιάννη απο το ’70), αποφεύγοντας να δώσει πάσα – βγάλει σέντρα, διότι τους θεωρεί ανάξιους της κατοχής της μπάλας και πιστεύει οτι μόνον εκείνος είναι ο περιούσιος, εντεταλμένος του Θεού, παίκτης να βάλει το γκόλ. Όλοι οι άλλοι είναι παλτά...

Φυσικά, οι θέσεις του αμυντικού, του τερματοφίτσουλα και του διαιτητή (;;;) είναι αποδιοπομπαίες ως υποτιμητικές και, ούτω πως, στις αλάνες της Ελλάδας έχουμε ισάριθμους των παικτών επίδοξους πελτέδες (χώρια ο τερματζής στο μπακό).

Ο par excellence πελτές, ενώ διεκδικεί ηγετική θέση στην ομάδα (π.χ. διαλέγει την σύνθεση, δίνει φωναχτά εντολές στους συμπαίκτες του, απαιτεί άμεσα τη μπάλα κλπ), parole αυτά συνήθως παρουσιάζεται ως ευαίσθητος κράσις (π.χ. όλο τσακώνεται ζητώντας ανύπαρκτα φάουλ ή πέναλτι, κυλιέται κάνα μισάωρο στο χώμα σφαδάζοντας μετά απο τράβηγμα της μπλούζας κλπ) ιδίως αμέσως μόλις χάσει το γκόλ.

Διατηρώντας δε νοοτροπία κάτι μεταξύ ήρωος του ’21 («είναι λίγοι, μα τους πολλούς νικούν» και τέτοια) και Χατζηπαναγή, μόνον όταν κάνει καταφανή μαλακία (χάσει γκόλ μόνος σε κενή εστία), θα αναλάβει λεβέντικα την ευθύνη, σηκώνοντας το χέρι του ψηλά ότι «ντάξει παιδιά, mea culpa» (μωρ’ τί μας λές;)

[i][Παρενθετικά: Κάποιος μακρινός συγγενής που ζεί μόνιμα την Αυστραλία, έπαιζε μια φορά κι έναν καιρό στο εξωτερικό σε ημιεπίσημα τουρνουά σε θέση κυνηγού, προτιμώντας να συμμετάσχει σε αλλοδαπή εθνική ομάδα (που τον καλοδέχθηκε).

Μέχρι να συνηθίσει να λαμβάνει αναπάντεχα δίκαιες πάσες, τον μπινελίκωναν επειδή δεν εκμεταλλεύονταν την ευκαιρία, αντίστροφα απ’ ό,τι είχε μάθει ως τότε (η μπάλα κάνει τζιζ, άστηνε).

Παρατήρησε επίσης (στα διαλείμματα της ομάδας του), οτι καίτοι η ελληνική ομάδα ήταν φαβορί, εν τούτοις μάζευε σε κάθε αγώνα τα μπαλάκια τάληρο-τάληρο απ’ το πλεχτό και εν τέλει αποκλείστηκε, αφού το τήμ το’ παιζε κονκασέ-ζαναέ...

Μάλιστα, όταν σε κάποια φάση τραυματίστηκε ελαφρά (βασικά κουράστηκε να τρέχει πέρα-δώθε), είπε να κάτσει λίγο άμυνα και προσέφερε γενναιόδωρα (όπως νόμιζε) την θέση του στον γλαυκώπι αμυντικό συμπαίκτη του, που τον κοίταξε παραξενεμένα κι έπειτα του είπε, προκρίνοντας την ευδοκίμηση της ομάδας παρά την προσωπική του προβολή: «Εμένα η θέση μου είναι εδώ και τη δική σου την ξέρεις. Άσε τις μαλακίες και άντε τσακίδια μπροστά!»][/i]

Η ψυχοσύνθεση των νεοελλήνων δέον να αναζητηθεί ΚΑΙ στην παρατήρηση των παιδιών που παίζουν ομαδικά σπόρ. Δεν είναι τυχαίο, οτι ο Γκάλης αποθεώθηκε απο το πανελλήνιο, αφού έπαιρνε το παιχνίδι πάνω του...

- Ρε μαλάκα, μην κάνεις ατομιστίες λέμε! Αφού ήμουνα ξεμαρκάριστος, γιατί δε δίνεις μια πάσα; - Καλά σου λέει ρε χασογκόλη! Πού πας να τους περάσεις όλους μόνος σου, ο Πελτέ είσαι;
- Αφού δεν τον είδα ρε (ναι, καλά)...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

αλέκτωρ, αλέκτορας

Έτσι αποκαλείται με περιφρονητική διάθεση ο λέκτορας, δηλαδή κάποιος που έχει καταλάβει την πρώτη από τις 4 βαθμίδες (ονομαστικά λέκτορας, επίκουρος, αναπληρωτής καθηγητής και καθηγητής) του διδακτικού επιστημονικού προσωπικού (Δ.Ε.Π.) μιας πανεπιστημιακής έδρας.

Επίσης, το λήμμα αποδίδεται έναντι του ορθού όρου λόγω άγνοιας και όχι διάθεσης υποτίμησης, από κυρα-περμαθούλες του μεσο-δημοτικού (παρ. 2).

Ο λέκτορας μπορεί ωστόσο να μιμείται τις ιδιότητες του συνονόματου του αλέκτορα (κόκκορα) όταν είναι εξίσου υπερφίαλος και μπήχτης.

Ο επίκουρος επίσης αποκαλείται στοργικά και «επικουράδας», ενώ η συντομογραφία «Καθ.» του καθηγητή, δέον να μη δημιουργεί συνειρμούς με την έδρα όπου καθόμαστε κατά τη διάρκεια της αφόδευσης (καθίκι).

Τέλος, το Δ.Ε.Π., να μη συγχέεται με τη «διάχυτη ενδαγγειακή πήξη», έναν καταρράκτη αντιδράσεων που οδηγεί σε εκτεταμένη πήξη του αίματος, αν και τα δύο μπορούν ν΄αποβούν εξίσου θανατηφόρα.

  1. - Καλά, τί σου είναι άνθρωπος! Από τότε που έγινε αλέκτορας, την έχει δει κάπως τώρα και δεν μιλιέται, ο Δημητράκης. - Φταις που δεν τον γάμησες μικρό να σε λέει θείο.

  2. - Σπουδαίος γιατρός σου λέω, Νίτσα μου. Αλέκτωρ πανεπιστημίου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική σχολική σλανγκ.

Κανονικά σημαίνει πεθαίνω, τα κακαρώνω, τα τινάζω, ψοφάω.

Σε σχολικά, και δη γυμνασιακά-λυκειακά συμφραζόμενα, μένω στον τόπο σημαίνει οτι - βάσει της βαθμολογίας μου - χάνω τη χρονιά αυτομάτως και υποχρεώνομαι να την επαναλάβω. Πιο απλά, μένω στον τόπο = μένω στην ίδια τάξη.

Συνήθως διακρίνεται από το απλούν «μένω». Το τελευταίο χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις στις οποίες ο μαθητής, προκειμένου να προαχθεί / προβιβαστεί στην επόμενη τάξη, οφείλει να επανεξεταστεί επιτυχώς σε όσα μαθήματα «πέφτει», σε ειδική εξεταστική το Σεπτέμβριο. Αντιθέτως, όταν κάποιος μείνει στον τόπο, δεν δικαιούται σεπτεμβριανής επανεξέτασης. Πάει κανονικά τις καλοκαιρινές διακοπούλες του, χωρίς διαβάσματα και άγχη (που λιγοστεύουν και τη ζωή btw) και του χρόνου κανονικά ξανακάνει την ίδια τάξη. [I]
- Πόσοι μείναν απ΄το Β4; Μακράν το πιο άκυρο τμήμα.
- Τέσσερις. Τρεις στον τόπο κι ο Μπαλάφας που πάει για Σεπτέμβρη.[/I]

Με ποιό όμως κριτήριο διαχωρίζονται οι εν τω τόπω μένοντες από τους απλούς μένοντες; Την εποχή του γράφοντος τουλάστιχον, το πράγμα είχε ως εξής: Αν έπεφτες (δλδ είχες βαθμό κάτω από τη βάση) σε πάνω από 4 μαθήματα, έμενες τόπο. Αν τα μαθήματα που έπεφτες ήταν μέχρι 4, πήγαινες Σεπτέμβρη...

Εννοείται πως του Σεπτέμβρη οι εξετάσεις ήταν εντελώς για την πλάκα, κι ο μόνος τρόπος για να μην περάσεις ήταν να μη θες να περάσεις (και να καταβάλεις και φιλότιμες προσπάθειες γι' αυτό). Η απόλυτη ξεφτίλα σεπτεμβριανών εξετάσεων, ήταν βεβαίως το Σεπτέμβρη του '99, μετά τη σεισμούκλα. Απ' ότι μου έχουν μεταφέρει, απλά πήγαινες, έδινες το παρών, προβιβαζόσουν και μετά σ' έδιωχναν άρον άρον οι τρομοκρατημένοι καθηγητάκοι, που είχαν κλάσει μέντες μην πέσει το άθλιο σχολειάκι από κανα μετασεισμίκ και τους πλακώσει... Παρωδία.

- Για πε ρε μαλάκα, κανας γνωστός, τι έγινε, ποιοί περάσανε;
- Μπουρμπούλιας στον τόπο, Πασχόπουλος στον τόπο, Μπαντουράκης στον τόπο, Μπουρμάς στον τόπο. Θες κι άλλα;
- Μπαλιόνας;
- Πέφτει σε τρία, C U September..
- Μπαρδάκος; - Σε τέσσερα, τη σκαπούλαρε παρά γουρουνότριχα.
- Κι ο Μότσικας; - Το' χε σίγουρο για Σεπτέμβρη και τελευταία στιγμή του σκάει αστροπελέκι το οχταράκι απ' τη Χημεία κι έμεινε στον τόπο σέκος το παλικάρι. Κρίμας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Shit in many years.

Αποτελεί ελεύθερη μετάφραση στα αγγλικά της γνωστής φράσης Χέσε μέσα Πολυχρόνη.

Εξαιρετικά διαδεδομένη τελευταία χρησιμοποιείται ευρύτατα για να δηλώσει απογοήτευση ή αδιέξοδο.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως σκέτο «Shit in...»

Οι χρήσεις της φράσης είναι σαν της αντίστοιχης ελληνικής με την προσθήκη του κωμικού στοιχείου της ελεύθερης μετάφρασης.

  1. - Έλα ρε μπρο. Πώς πας τελευταία;
    - Shit in many years...

  2. - Άσ' τα φίλε... τρέχω και δεν προλαβαίνω... στο σχολείο έχουμε πήξει, η ομάδα έχει να κερδίσει από πέρσι... shit in many years δηλαδή...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός από την γνωστή μάρκα ηλεκτρικών κουζινών και ψυγείων, οι παλιοί μάγκες χρησιμοποιούσαν αυτή την έκφραση όταν θέλανε να εκφράσουν την απότομη έκπληξη, την παγωμάρα (δείτε το παράδειγμα).

Κι όπως κατηφορίζαμε για το τσαρδί μας, μου πετάει δύο εξατμίσεις που μου έκανε την καρδιά Ιζόλα:

- Τι έχεις ρε και κάνεις σαν κλαταρισμένο λάστιχο;
- Άσε ρε. Έχω φουντούκι!
- Με την Μαριώ ρε;
- Ναι, γειά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified