Selected tags

Further tags

Παλιά έκφραση ταξιτζήδων για το γέμισμα του ρεζερβουάρ (reservoir, δεξαμενή καυσίμων). Σημαίνει ότι το γεμίζεις μέχρι που δεν παίρνει άλλο, μέχρι το χείλος, ξέχειλα.

Χρησιμεύει όταν θέλουμε μα πούμε σε κάποιον να αυξήσει ταχύτητα σε ένα μηχάνημα (αυτοκίνητο - μοτό).

  1. Φουλάρισέ το φίλε μέχρι τα μπούνια, έχω δύσκολη νύχτα απόψε.
  2. Φουλάρισέ το ρε μαλάκα, πάει, μας προσπέρασε ο πουστάρας!

Βλ. και φουλάρω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά λέξη για τις απανωτές στροφές του οδικού δικτύου. Οι κορδέλες συναντώνται κυρίως σε επαρχιακούς δρόμους. Όταν έχει κίνηση είναι επικίνδυνες και δυσάρεστες. Στην καλύτερη περίπτωση, είναι βαρετές. Λέγονται έτσι γιατί, αν δεις αυτό το οδικό δίκτυο από αέρος, μοιάζει να έχει τον κυματισμό μιας κορδέλας.

Λέγονται και «φουρκέτες».

- Να πάρουμε και τον μικρό μαζί στην Εύβοια αυτό το σουκού, ή θα ξεράσει πάλι στις κορδέλες; - Το να ξεράσει σε μάρανε, που κάθε φορά κινδυνεύουμε να μας σκοτώσεις με τις προσπεράσεις σου...

(από ironick, 01/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εδώ δεν αναφερόμαστε σε πρώιμα βυζάκια εφήβων, αλλά σε δυσοίωνα καρουμπαλίδια στις πάντες σε λάστιχα αυτοκινήτων, μηχανών ή άλλων πουτσύλατων, που αναπτύσσονται λόγω φθοράς ή μετά από γερό γδάρσιμο σε πεζοδρόμιο.

Ο βουλκανιζάτωρ δεν την παλεύει την κατάσταση και ενδείκνυται άμεση αντικατάσταση λάστιχου προς αποφυγήν πολύνεκρου.

Ένα προβλημα που είχα ήταν ότι ένα μπροστινο λαστιχο στα 45000 πεταξε βυζι. Φταιει το οτι τα Michelin θεωρουνται μαλακα κ αν ανεβαινεις πεζοδρομια ισως πεταξουν βυζι; (από εδώ)

Κάποια στιγμή έκανα μια ταρζανιά και έπεσα με φόρα πάνω σε κράσπεδο-πεζοδρόμιο, το οποιο προεξείχε και το ανέβηκα λόγω που ο δρόμος ήταν πολύ ανηφορικός και δεν φαινόταν
Αποτέλεσμα να πετάξει το λάστιχο βυζί και να το αλλάξω.
(από εδώ)

Βυζάκια έξω λοιπον (από Vrastaman, 25/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «οδηγώ» για τους κάγκουρες. Ατενσιόν όμως! Δεν αναφερόμεθα μόνον εις τους μηχανόβιους (που ούτως ή αλλέως καβαλάν το άλογό τους και τιγκανά), αλλά ΚΑΙ ΚΥΡΙΩΣ στους αυτοκινητάκηδες κάγκουρες, που έχουν ξεσηκώσει μηχανόβια ορολογία τώρα τελευταία. Οι αυτοκινητοκάγκουρες (αρχετυπική άλλωστε κατηγορία καγκουροειδών) δεν έχουν οι περισσότεροι τα νεφρά για να καβαλήσουν δίτροχο (οι πιο ξήγες το παραδέχονται) κι έτσι περιορίζονται στο να «καβαλάνε» τα καρναβάλια με τα μπουριά της σόμπας και τους τόνους επιπρόσθετης πλαστικούρας. Αν τώρα θέλουμε να βουτήξουμε ακόμη πιο βαθιά στην άβυσσο της ψυχολογίας του αυτοκινητοκάγκουρα, θα ανακαλύψουμε πως χρησιμοποιούν το «καβαλάω», ως ρήμα με κατεξοχήν ενεργητική/επιβητορική σημασία, για να διαδηλώσουν τις άγριες διαθέσεις τους να πιουν το αίμα απ’ το μοτέρ, να ξηλώσουν την άσφαλτο και να στείλουν για τσάι του βουνού όποιον τους λοξοκοιτάξει στο φανάρι. Διότι όπως όλοι γνωρίζουμε «τη μηχανή την πας εσύ, το αμάξι σε πάει αυτό». Η χρήση λοιπόν του «καβαλάω» εντάσσεται στην προσπάθεια αναίρεσης της ως άνω κοινά αποδεκτής πρότασης, την αποτίναξη του στίγματος του «αυτοκινητάκια» (που συνειρμικά παραπέμπει εν μέρει σε παππουδίστικες και καρεκλάδικες καταστάσεις) και την εξομοίωση με τους κατεξοχήν ινδιάνους, τους ένδοξους δικυκλιστές.

- Ο Θανασάκης φίλε χτύπησε το μαζντάκι το RX 8! Μεταχείρα βέβαια, αλλά το αμαξάκι γαμεί...
- Το ξέρω, το ‘χω καβαλήσει από έναν ξάδερφο. Καυλόγκαζο, αλλά εγώ φίλε όρεξη να αλλάζω μοτέρ κάθε 1000 χιλιόμετρα δεν έχω...
- Καλά ρε έμπειρε, χαλάρωσε λίγο... Πες καλύτερα ότι σ' έφαγε η ζήλια να 'σαι μέσα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι τελειωμένοι auto-motάκηδες, την καύλα την λένε «στροφιλίκι», τον δε οργασμό φουρκέτα.

Στροφιλίκια αποκαλούνται οι ορεινές και απόκρημνες φιδίσιες διαδρομές. Η δε βασίλισσα του στροφιλικίου είναι η φουρκέτα: η στροφή 180 μοιρών που προκαλεί σε κάθε επιζήσαντα φλοκοπόταμους αδρεναλίνης.

Αατα.

  1. Γρεβενά-Χιονοδρομικό Βασιλίτσας-Κόνιτσα: Αυτή η διαδρομή ρε μάγκες θα μου μείνει αξέχαστη.Η ανάβαση στο Χιονοδρομικό είχε μια τέλεια άσφαλτο και στροφίλικι να σου πέφτουν τα χέρια. Φουρκέτες φουρκέτες φουρκέτες (ό,τι πρέπει για mottard).

(από εδώ)

  1. Στροφιλίκια και μάσα... Τι φαγητό πρέπει να αποτελεί το επιστέγασμα ενός στροφιλικιού;
  • Κρεατικό στα κάρβουνα με τα κλασικά συνοδευτικά (φέτα, πατάτες, τζατζίκι, χωριάτικη κλπ) ή, για το καλοκαίρι, ψαρικά/θαλασσινά: 83%
  • Ιταλική κουζίνα: 5%
  • Διεθνής κουζίνα ή nouvelle cuisine: 3%
  • Βρώμικα (καντίνες, φαστφουντάδικα της κακιάς ώρας): 3%
  • Μαγειρευτό (μουσακάς, μελιτζάνες, γεμιστά, κοκκινιστό...): 3%
  • Χάμπουργκερ από Goody's, McDonald's ή αντίστοιχα μαγαζιά: 2%
  • Γερμανική, σουηδική, γενικά κεντροευρωπαϊκή κουζίνα: 2%
  • Γαλλική κουζίνα: 0%
  • Ιαπωνική, κινέζικη, πολυνησιακή κ.α. εξωτικές κουζίνες ή fusion: 0%
  • Αγγλική κουζίνα (fish'n'chips, kidney pie, χοιρινό βραστό με σάλτσα μέντας - καημένο ζωντανό - κλπ, σερβιρισμένα με χλιαρή μπύρα): 0%

(Από εδώ)

Στροφιλίκια με φουρκέτες on the road to Πάπιγκο (από Vrastaman, 03/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση αυτή οφείλει την πατρομητρότητά της στους κώδικες της οδικής κυκλοφορίας. Σχετίζεται με την αγνόησή του κόκκινου φαναριού από τον οδηγό ενός αυτοκινήτου, μ' αποτέλεσμα ο οδηγός που οδηγεί στον κάθετο μ' αυτόν δρόμο να δει τον άλλο απροσδόκητα, ως φάντη μπαστούνι μπροστά του. Ως εμπόδιο που αφενός του εμποδίζει τη διέλευση και αφεδύο απειλεί και τη ζωή του.

Η εκφορά της φράσης στη σλανγκική, χρησιμοποιείται με τη γενικότερη σημασία της εμφάνισης απροσδόκητου εμποδίου που απειλεί την αναβολή των σχεδίων κάποιου, ή τη ματαίωσή τους.

Πιο συγκεκριμένα, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για:

- Απροσδόκητο εμπόδιο που δεν θα μπορούσε να προβλεφτεί (βλ. παρ. 1).

- Απροσδόκητο εμπόδιο που θα μπορούσε να προβλεφτεί, αλλά δεν έγινε καλή εκτίμηση της κατάστασης (βλ. παρ. 2).

  1. Από μεσοβδόμαδα προετοιμαζόμουν για να πάω το ΣΚ διακοπές, αλλά... μου τη βγήκε με κόκκινο ένας καραμπινάτος πυρετός την Παρασκευή το βράδυ.

  2. Κατέβηκα στο κέντρο με τ' αμάξι για ψώνια, λίγο πριν κλείσουν τα καταστήματα, αλλά μου τη βγήκε με κόκκινο η μαλακία μου. Είχα ξεχάσει βλέπεις, το πορτοφόλι μου, στο σπίτι.

(από GATZMAN, 15/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για τους μαραγκούς και τους μηχανικούς, η σφήνα έχει μια καθωσπρέπει έννοια, την οποία όλοι γνωρίζουμε και γω βαριέμαι να αναπτύξω εδώ. Θα ασχοληθώ με τις σλανγκ σφήνες, τουτέστιν:

  1. Το να φυτρώνεις εκεί που δεν σε σπέρνουν, το να χώνεσαι ανάμεσα στο νταραβέρι δύο ανθρώπων μπλοκάροντάς τους, ακριβώς όπως μια σφήνα χώνεται πχ κάτω από ένα παραθυρόφυλλο και το ακινητοποιεί, παρόλο τον αέρα.

  2. Στο οδήγημα, το να κάνεις σφήνες είναι το να χώνεσαι με ευελιξία και ταχύτητα ανάμεσα στα άλλα εν κινήσει αυτοκίνητα. Ακόμα καλύτερα είναι να το καταφέρνεις ήσυχα (όσο και γοργά), χωρίς να αναβοσβήνεις τα φλας ή τα προβόλια. Κάνοντας σφήνες ελίσσεσαι πολύ γρηγορότερα απ' όλους που πήζουν στην κίνηση. Βρίσκεσαι σε κατάσταση μόνιμου στοιχήματος με τον εαυτό σου και με τους άλλους: βάζεις σημάδι κάποιο ευδιάκριτο όχημα και κοιτάς αν πράγματι προχωράς μες τον χάος ή αν ο μύθος με τον λαγό και τη χελώνα έχει βάση (και έχει, πολλές φορές).

Το οδήγημα αυτό χαρακτηρίζει τους καυλοτίμονους εν γένει, αλλά δεν είναι πάντα γοητευτικό. Είναι καταστροφικό αν είσαι άπειρος οδηγός ή ηλίθιο καυλόγκαζο. Είναι επίσης εκνευριστικότατο όταν γίνεται από ταξιτζή. Ο καλός οδηγός δεν είναι ντε και καλά ο καυλιάρης, είναι αυτός που με το γάντι υπερέχει όλων, χωρίς να έχει προκαλέσει ατύχημα σε ανθρώπους ή ζώα και χωρίς να το κάνει σκόπιμα ώστε να εκνευρίσει τους άλλους. Ανάλογα με το ποιον της σφήνας κρίνεται και ο οδηγός.

  1. Εξάρτημα που χρησιμοποιούν οι κιθαρίστες (pin)

  2. Αξεσουάρ σεξουαλικής διέγερσης για πρωκτικό σεξ.

  1. - Και μετά;
    - Ε τι και μετά, μετά μπήκε σφήνα στη συζήτηση η μάνα της και τα γάμησε όλα. Πάνω που είχαμε ηρεμήσει, ξαναπήρε ο καυγάς.

  2. - Ρε μαλάκα, κοφ' τις μαλακίες, σου έχω πει ότι όταν οδηγείς το αμάξι μου δε γουστάρω σφήνες και καγκουριλίκια...
    - Ε όχι και γκάγκουρας εγώ, δεν το σπάω το αμάξι, το πάω μαλακά, βελούδο... όχι και γκάγκουρας...

  3. Πέρασε την καινούρια χορδή μέσα στον καβαλάρη και τράβηξέ την μέχρι το μεταλλικό τερματικό να «πιάσει» πάνω στο ξύλο. (και ενοείται ότι εφόσον «πιάσει» το μεταλικό τερματικό στο ξύλο, τότε βάζουμε την «σφήνα». Εάν μπεί η σφήνα (ή pin ή πέστε το όπως επιθυμείτε) , ενώ το μεταλλικό τερματικό δεν έχει «πιάσει» στην κάτω οπή του καβαλάρη, τότε κατά το κούρδισμα «τραβιέται» πρός τα πάνω, με αποτέλεσμα πα σπάει ή χορδή...).

  4. - Ρε συ το έμαθες ότι η Σταματία και ο Λάκης χώρισαν;
    - Ναι ρε, πώς έγινε αυτό τόσο ξαφνικά;
    - Καλά, πέθανα στα γέλια όταν τό 'μαθα... Χώρισαν γιατί αυτός της χάρισε για τα πέντε τους χρόνια μια σφήνα που αγόρασε από ένα σεξομάγαζο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν, στο παρκάρισμα ή στο ξεπαρκάρισμα, στουκάρουμε τον μπροστινό ή τον από πίσω μας τόσο δυνατά ώστε το ακούνε όλοι. Το λέμε για όσους, την ώρα που (ξε)παρκάρουν, κοιτάν αλλά δεν βλέπουν (είναι κοντοί ή γέροι ή άσχετοι ή ξανθιές) και περιμένουν να ακούσουν το μπαμ για να σιγουρευτούν ότι δεν πάει άλλο η μανούβρα.

ΚΡΑΑΑΑΤΣ!!!
- Ω τον παππού! τον τσάκισε τον πίσω του!
- Α, καλά, αυτός παρκάρει δια της ακουστικής μεθόδου.
- Άμα ακούει κιόλας το χούφταλο, πάλι καλά...

(από nick, 05/04/09)Γούντι Άλεν, «Μπανάνες» (1971) (από vikar, 27/07/11)

βλ. και παρκάρω με το αυτί

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το μεγάλο κλουβί

  2. Ημιφορτηγό σε στυλ βαν

  3. Όχημα που διαθέτει κάγκελα στα παράθυρά του και χρησιμεύει για την μεταφορά κακοποιών ... ή αστυνομικών. Στην πρώτη περίπτωση τα κάγκελα είναι για να μην δραπετεύσει ο κακοποιός, στην δεύτερη για να προστατευθούν οι μπάτσοι.

  4. Το καφάσι

  1. Το κατάστημά μας διαθέτει κλούβες αναπαραγωγής, διαβίωσης, πτήσης, μεταφοράς σε ό,τι τιμές και μεγέθη θέλετε.

  2. από αγγελία
    Πωλείται Ford Transit κλούβα με ανοιγόμενες πόρτες (€ 6.000,00)

  3. Επίθεση σε κλούβα των ΜΑΤ Νεαροί πέταξαν μολότοφ σε κλούβα των ΜΑΤ
    Ομάδα κουκουλοφόρων κινήθηκε στη 1:00 μετά τα μεσάνυχτα εναντίον κλούβας των ΜΑΤ που βρίσκονταν στην οδό Αγγελάκη στη Θεσσαλονίκη. από δελτίο του ΣΚΑΪ

  4. - Και πώς θα τα κουβαλήσουμε όλ' αυτά ρε μάνα στην Αθήνα;
    - Μα θα σας τα βάλω εγώ παιδάκι μου σε δύο κλούβες, μην έχεις έγνοια για τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ΙΧ τριών όγκων, το sedan.

Αποκαλείται ούτως από διάφορους μπαρμπόιλ, καθώς και από τον προκαθήμενο της συνομοταξίας, της Α.Ε. Μπάρμπα-Μπρίλιο.

Σπανίζει πλεόν, αλλά χρησιμοποιείται ακόμη από διάφορους κάγκουρες, που ανδρώθηκαν στην δεκαετία του 80 και δεν ξεπέρασαν την ζημιά.

1ο:
-Σκέφτομαι να αγοράσω το Οctavia το scout το 4x4, έχει πολύ καλές κριτικές.
- Ναι, αλλά δεν είναι κούρσα. Σα πλασιέ θα είσαι με το κάραβαν! Πάρε ρε με αυτά τα λεφτά καμιά μπέμπα, να βγαίνεις να σκουπίζεις!

2ο:
Ναι κυρα-Λένα μου σε λέω, στα ώπα-ώπα την έχει την Μαρία μου, την πήρε και κούρσα να έρχεται στο Καρασούλι να μας γλιέπει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified