Τύπος περπατήματος / συμπεριφοράς, πάει σεφταλίδικα, ανοιχτοχέρικα, πολύ φίνα, μάγκικη διάλεκτος συνήθως.

Συμβουλή αρουραίου της πιάτσας: «Μάγκα περπάτα με αβάντα!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται απο τη λέξη χαμάλης, που ήταν αυτός που έκανε τις βαριές εργασίες, κουβάλαγε βαριά φορτία στη πλάτη του και ήταν γενικά αγράμματος. Στη σημερινή εποχή περιγράφει τις δύσκολες χειρωνακτικές εργασίες, που γίνονται από άτομα όχι απαραίτητα χαμηλού μορφωτικού επιπέδου μόνο, αλλά και λόγω ανάγκης για εργασία.

-Τελικά ο Δημήτρης τι έκανε στη ζωή του; Θυμάμαι σπούδασε οικονομικά, βρήκε κάτι στον τομέα του;
-Τι να βρήκε, στην Ελλάδα ζούμε... Αποθηκάριος είναι σε μια βιομηχανία, χαμαλοδουλειές κάνει για να τα βγάζει πέρα...

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Μπαίνω στη θέση μου.
  2. Ξεθυμαίνω, ξεχαρμανιάζω, ηρεμώ, χαλαρώνω, έρχομαι στα ίσα μου.
  1. - Πολύ γκομενάρα το έπαιζε, της έριξε όμως ο Τάκης ένα φτύσιμο και ίσιωσε!

  2. - Αγάπη μου, έχω υπερένταση... Δεν μπορώ να κοιμηθώ...
    - Να σου ρίξω ένα γαμήσι να ισιώσεις; (Ο σύζυγος ήταν ο Γκουσγκούνης)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η συγκεκριμένη λέξη συντάσσεται στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων χρήσης της, με το ρήμα κάνω (σε διάφορα πρόσωπα και χρόνους) και μία εκ των αντωνυμιών μου, σου, του και τους. (π.χ. κάνω τις ψακτικές μου)

Όσον αφορά το πού τη χρησιμοποιούμε...

Γενικά, κάνω τις ψακτικές μου για να βρω κάτι ή κάποιον. Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, ιδού κάποιες ενδεικτικές περιπτώσεις χρήσης της:

α) Για εύρεση ανθρώπων:
Κυρίως χρησιμοποιείται από κάποιον ή κάποιους που ψάχνουν άτομα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά (π.χ. οπαδούς ομάδων, μέλη κομμάτων κτλ) και συνήθως με κακό σκοπό. Κλασσικά, ψακτικές κάνουν οι μπάτσοι για να συλλάβουν μέλη διαφόρων μειονοτήτων. (Αλλοδαπούς,«κουκουλοφόρους» -επίκαιρο- και λοιπούς «επικίνδυνους τύπους»).

β) Για εύρεση αντικειμένων:
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, κάποιος κάνει τις ψακτικές του, προκειμένου να βρει κάτι που έχει χάσει ή για να εντοπίσει πιο προϊόν είναι το καταλληλότερο για αγορά.

γ) Για εύρεση πολιτικών, θρησκεύτικων, υπαρξιακών και λοιπών πεποιθήσεων: Αυτού του είδους οι ψακτικές αφορούν τις έρευνες που κάνουν κυρίως νέα άτομα για να ορίσουν πού κλίνουν όσον αφορά τα παραπάνω, άλλα και άλλα ζητήματα.

Τα παραδείγματα, νομίζω, λύνουν οποιαδήποτε απορία.

- Και φυσικά την αστυνομία και τον τρόπο που λειτουργεί την ξέρουμε, δεν τη μάθαμε τώρα. Και φυσικά τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει στη μεθοδολογία τους. Θα συνεχίσουν να κάνουν ψακτικές στη μέση του δρόμου σε ανθρώπους που είναι 'ύποπτοι'. (theintvduals.wordpress.com)

- Οι «ψακτικές» μου με οδηγήσανε στις Sony και ειδικά στις 40W και 40V 3000 (για τις Χ ξεφεύγει πολύ το θέμα δυστυχώς) και είδα και μερικές Philips που μου άρεσαν καθώς είδα ότι έχουνε μικρότερο χρόνο ανταπόκρισης αλλά και επειδή έχω πολύ καλή εμπειρία με την συγκεκριμένη μάρκα. Το ambilight δεν ξέρω πόσο προσθέτει στην εμπειρία ενός παιχνιδιού αν έχει κάποιος προσωπική εμπειρία ευπρόσδεκτη η παράθεσή της εννοείται. (http://avclub.gr/forum/archive/index.php/t-16996.html)

- Και εγώ συμφωνώ ότι η εκκλησία έχει καταντήσει επιχείρηση κτλ κλτ αλλά πάλι και εσείς ή όποιος τέλος πάντων λέγεται άθεος, διαχωρίστε επιτέλους ότι άλλο πίστη και άλλο -πάω κάθε Κυριακή εκκλησία και κάθε καλοκαίρι στην Τήνο και παίρνω ό,τι έχει γραφτεί σε γραφές κυριολεκτικά-. Κοινώς μη χώνουμε τους θεούσους/σες που θέλουν να επιβάλλουν την «πίστη» τους και αυτούς που πιστεύουν, έχοντας όμως κάνει πρώτα τις ψακτικές τους, στο ίδιο τσουβάλι. (http://www.insomnia.gr/forum)

(από xalikoutis, 15/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική έκφραση, η οποία περιγράφει επικείμενη σύγκρουση παντός είδους, εν είδει καβγά ή έντονης διαφωνίας.

Η υπερβολή, στο σημείο του απίθανου, τονίζει τη σοβαρότητα της κατάστασης και των καταστρεπτικών συνεπειών που μπορεί να προκύψουν. Εξαιρετικά παραστατική έκφραση, με δύο έντομα να τρώνε μεταλλεύματα!

  1. Απόσπασμα από συνέντευξη στο διαδίκτυο:

«Πριν 3-4 μήνες μου είχατε πει ότι, όταν θα φτάσουμε στις εκλογές «θα φάει η μύγα σίδερο και το κουνούπι ατσάλι».. Μήπως, πράγματι εάν γίνει έτσι, με οξυμένο το πολιτικό κλίμα με σκληρή αντιπαράθεση μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων, στριμωχτεί ο ΣΥΝ;… και τα μικρά κόμματα;…».

  1. Αθλητικό σχόλιο στο διαδίκτυο:

«Λοιπόν, ο Ομπράντοβιτς (όπως και ο Τζίγγερ) εννοεί αυτούς που εννοεί, μπάρε μου! Το «μπάρε μου» είναι επίσης κρητικός ιδιωματισμός. Απλά τον χρησιμοποιούν και στα σερβικά. Το αν είναι δόκιμος και στα; πειραιώτικα, θα φανεί στο τελευταίο round του Τop-16 στο Φάληρο, όπου ο Ολυμπιακός αντιμετωπίζει τη Ρεάλ Μαδρίτης. Αν ο στόχος του είναι ακόμη ζωντανός, εκείνο το βράδυ θα φάει η μύγα σίδερο και το κουνούπι ατσάλι! Για να είναι όμως ακόμη ζωντανός ο στόχος του, στα δύο ματς που μεσολαβούν θα πρέπει να φάει η μύγα ατσάλι και το κουνούπι σίδερο!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποστομωτική αρνητική απάντηση με μπόλικη δόση ειρωνείας.

Βλ. επίσης: παλιά, και μπορέλι, ούτε με σφαίρες.

- Μήτσο, έλα δω ρε φιλαράκο να με βοηθήσεις λίγο...
- Πώς αμέ, τρέχοντας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξοργίζομαι σε τέτοιο βαθμό που με πιάνει μια υστερία, ένα παραλήρημα από φωνές, ουρλιαχτά και μπινελίκια χωρίς αυτοέλεγχο, με αποτέλεσμα η κατάστασή μου να θυμίζει, κυριολεκτικά ή καθ' υπερβολή, λυσσασμένο άνθρωπο με αφρούς στο στόμα.

- Φιλενάδα έκανα μαλακία...
- Μίλα τέκνον μου. Με το Γιάννη;
- Ναι, αλλά όχι γκομενικά και τέτοια. Θυμάσαι το λουκάνικο που έχει και στέκεται στην αποθήκη και μαζεύει σκόνες; Έβγαλα κι έπλυνα τις παραλλαγές του...
- Και;
- Αυτά τα φθηνοπράματα δεν ήταν για πλύσιμο τελικά... Ένα μάτσο κουρέλια έβγαλα από το πλυντήριο. Τα είδε και έβγαλε αφρούς. Το τι άκουσα... Καθόταν κι έκλαιγε για κάτι λοχιόσημα, για κάτι πέυ-μπουκ, ιστορικά εξοδόχαρτα και κάτι τέτοια ακαταλαβίστικα.
- Χαχα! Και δεν του είπες αυτό που λένε στα αγοράκια; «Μέχρι να πας φαντάρος θα γιάνει!». Χαχα!
- Ναι, παίξε με τον πόνο μας τώρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπαρμπαδισμός ολκής. Χρησιμοποιείται σχεδόν πάντα από μεγαλύτερους σε ηλικία, πατερναλιστικά προς μικρότερους που, ως γνωστόν, έχουν όρεξη για αναίτιες εξόδους και βαριούνται να κάθονται σε μια καρέκλα, ή επί του καναπέος.

ΕπΙσΤηΜοΝιΚή ΑνΑλΥσΗ
Όταν κάποιος κάθεται για πολύ ώρα σε μία καρέκλα (και ιδίως αν κατά τακτά διαστήματα αφήνει και καμία), δημιουργείται μια νοτεράδα μεταξύ των κωλομάγουλων, η οποία παίρνει και την εσάνς του σκατού. Η άβολη αυτή κατάσταση (για όσους βρεθούν σε απόσταση αναπνοής, π.χ. σε σινεμά), αποφεύγεται όταν το αντικείμενο σηκωθεί από την καρέκλα και βολτάρει, με αποτέλεσμα να διεισδύσει κάποια άλφα ποσότητα καθαρού αέρα μεταξύ σώβρακου και κωλοχωρισιάς (κυριολεκτικό κωλαέρισμα). Βοηθούν πολύ και οι βόρειοι άνεμοι σε αντίθεση με τους νότιους και υγρούς, που δυσχεραίνουν την κατάσταση.

ΣλΑνΓκΙκΗ ΑνΑλΥσΗ
Κωλαέρισμα είναι οι βόλτες χωρίς λόγο. Το χαζοξενύχτι με ατέλειωτες βόλτες στην άδεια χειμωνιάτικη πόλη (πεζή, με αυτοκίνητο ή μηχανή). Ο εκσφενδονισμός έξω από το σπίτι ή το γραφείο, για τον οποιοδήποτε, αλλά πάντα ασήμαντο λόγο. Δηλαδή, όταν αερίζουμε τον κώλο μας, έστω και αν είναι φρεσκοπλυμένος.

  1. - Έντεκα πήγε και ο γιος σου δεν έχει ξυπνήσει ακόμα!!!
    - Τι να κάνουμε, παιδί είναι.
    - Εσυ τον έχεις κακομάθει, και η μάνα σου! Πού πήγε χθες και βγήκε στις δωδεκάμισι το βράδυ. Για κωλαέρισμα πήγε; Και δεν είπες και τίποτα. Μόνο να βάλει κασκόλ να μην κρυώσει!!!
    - Εσύ γιατί δεν είπες τίποτα;
    - Εγώ αν άρχιζα θα γινόμασταν κώλος, και θα μου έλεγες τα δικά σου... «Άσε το παιδί, θα μας ακούσει πάλι όλη η γειτονιά κλπ»

  2. - Ρε, τι θέλετε εδώ τέτοια ώρα, και με τι ήλθατε;
    - Με τις μηχανές, βαριόμασταν και είπαμε να σου έρθουμε...
    - Μόνο που είναι διακόσια χιλιόμετρα, και βρέχει....
    - Είχαμε ανάγκη από κωλαέρισμα. Δε λες που ήρθαμε, μόνο μας βάζεις και χέρι ρε μούχλα. Βάλε μπύρες και παράγγειλε πίτσες. The night is still young! που λέει και ο Steve Young!

(από electron, 06/02/10)(από electron, 06/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Πείθομαι πολύ εύκολα, σαν το ψάρι που τσιμπάει το δόλωμα, μασάω, ψαρώνω.

  2. Τρώω ελαφρά.

  3. Κολλάω μια αρρώστια (πχ γρίπη, αφροδίσιο, κλπ).

  4. Τσιμπάω ένα αρχίδι ή δυο αυγά μελάτα.

  5. Την προστακτική, τσίμπα! = πάρε, τσάκω.

  1. - Ρε συ, λέει αλήθεια ο Χαρδαβέλας ότι το τέλος του κόσμου θα έρθει το 2012;;;
    - Τι τσιμπάς ρε πστ κάθε μαλακία που ακούς στην τηλεόραση, θα την πετάξω!

  2. Τι λες, να τσιμπήσουμε κάτι σπίτι ή να βγούμε;

  3. - Πώς είσαι έτσι;!
    - Γάμησέ τα, κάτι τσίμπησα μου φαίνεται, νιώθω χάλια. ααααααΑΨΟΥ!!!!!!
    - Στα μούτρα σου, μαλάκα, φύγε μη με κολλήσεις και μένα!

  4. Την κατέβασα την ταινία, τσίμπα την.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. (ενν. μαλακία): αυνανίζομαι (για άντρες). Συνώνυμα: τραβάω, τον παίζω

  2. Σε φράσεις του τύπου βαράω + ουσιαστικό: κάτι που με αφορά πλησιάζει σε (άσχημο) τέλος. Συνώνυμα: πάω / κοντεύω για, χτυπάω

  1. Πω ρε μαλάκα, είχα να βαρέσω μια βδομάδα και άσπρισα τους τοίχους μιλάμε σήμερα...

  2. - Αλήθεια, πώς πάν τα παιδιά με το μαγαζί; - Πώς να πάνε... Από τότε που τα τίναξε το αφεντικό, τους πήρε η κάτω βόλτα. Τους βλέπω να βαράνε διάλυση όπου νά 'ναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified