Κατά το «μπαμπάκια», την αποστομωτική απάντηση των σλανγκομπαμπάδων στις ενοχλητικές επικλήσεις των απανταχού μπόμπιρων, τύπου «μπαμπά, μπαμπά» (επαναλαμβανόμενο), το «μαμούνια» είναι η αντίστοιχη απάντηση των σλανγκομαμάδων στα «μαμά, μαμά» των κανακάρηδών τους.

- Μαμά, μαμαααά... η Ελενίτσα με δάγκωσε...
- Μαμούνια! Βρε τι έχω πάθει με τα σκασμένα μεσημεριάτικα στους 42 βαθμούς υπό σκιάν...

Μαμούνια! (Ακάρεα) (από Jonas, 20/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως το καλάμια και παλούκια είναι η σλανγκικώς ορθή απάντηση στο «καλά», και το μπαμπάκια στην προσφώνηση «μπαμπά, μπαμπά», έτσι το «κεριά και λιβάνια» είναι η σλανγκικώς ορθή απάντηση στο «κύριε» ή στο «κύριε, κύριε!», όταν αυτό καταντά ενοχλητικό, κουραστικό. Χρησιμοποιείται από δασκάλους, καθηγητές και όταν κάποιος κόλαξ μας αποκαλεί κύριο.

Στο σχολείο:

- Κύριε! Κύριε!
- (εκφώνως:) Κεριά και λιβάνια, Παπαδόπουλε! Δεν βλέπεις ότι αυτήν την στιγμή είμαι απασχολημένος; (από μέσα του:) να παρακολουθώ τα μπούτια της νουαζέτας στο πρώτο θρανίο; Μανάρι μου, είχανε κέφι οι γονείς σου όταν σε κάνανε!

(από Dirty Talking, 01/05/09)...και λιβάνια... (από Dirty Talking, 01/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως το καλάμια και παλούκια είναι η σλανγκικώς ορθή απάντηση στο «καλά», έτσι το «μπαμπάκια» είναι η σλανγκικώς ορθή απάντηση στην προσφώνηση «μπαμπά, μπαμπά», όταν αυτή καταντά ενοχλητική, κουραστική. Χρησιμοποιείται από οικογενειόρχεις και από σλανγκιστές, που δικαίως παραμελούν τα πατρικά τους καθήκοντα, για να λημματογραφούν στο slang.gr.

- Μπαμπά, μπαμπά...
- Μπαμπάκια! Δεν βλέπεις ότι αυτή την στιγμή γράφω ένα πολύ σημαντικό λήμμα; Πήγαινε στην μαμά σου...

Δες ακόμη μαμούνια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνική απάντηση στη λέξη καλά. Υπάρχουν πολλές παραλλαγές που διαφέρουν από τόπο σε τόπο όπως «καλάμια και πανέρια», «καλάθια».

- Κοίταξε να φέρεις τη μπάλα...
- Καλά...
- Καλάμια και παλούκια, όλο έτσι λες και ποτέ δεν τη φέρνεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θρυλική ρήση του Θανάση Βέγγου ως πράκτωρ Θου-Βου. Γενικά είναι μια σλανγκ χαριτωμενιά για να πεις «Απαράδεκτο!», αλλά προσβάλλοντας λιγότερο τον άλλο, αφού τον αναβιβάζεις ταυτοχρόνως σε πράκτορα.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και αυτοαναφορικώς, για απαράδεκτες παραλείψεις των σλανγκιστών, δεδομένου του πόσο ψηλά έχουν θέσει τον πήχυ. Εννοείται ότι οι σλανγκιστές πρακτορεύουν την προώθηση της σλανγκ στην ελληνική κοινωνία.

Πηγή: Sasa.

Ύστερα από 11.000 ορισμούς κι ακόμη να λείπει το λήμμα «τσιμπουκώνω»! Απαράδεκτο για πράκτορες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανώδυνη γυναικεία έκφραση περασμένων χρόνων (όταν οι γυναίκες δεν ήταν τόσο αθυρόστομες ώστε να πουν στα αρ...δια μας ή στο μ...νί μας), η οποία εκφράζει με σεμνό και τσαχπίνικο τρόπο την άποψη «σας έχω γραμμένους».

Δεν θα μου ξαναμιλήσει; Στα σέα μας, στα μέα μας και στα βυζαντινά μας, είχα μια σκασίλα!

βλ. και σέα και μέα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική σχολική ατάκα που χρονολογείται τουλάχιστον από την δεκαετία του 70, η οποία απευθύνεται πειρακτικά σε κάποιον που ξίνισε από μια πλάκα που του κάνανε.

- Παρεξηγήθηκες;
- Ε ναι, ρε μαλάκα!
- Καλά, τσίμπα ένα αρχίδι!
- ...
- Πάλι παρεξηγήθηκες;
- Τί να σου πω τώρα...
- Καλά, τσίμπα άλλο ένα!

(από Vrastaman, 01/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Φούφουτος είναι η εμφατικά προσωποποιημένη μορφή ενός ανύπαρκτου ή άγνωστου χαρακτήρα (= ο κανένας, κάποιος).

Χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον: «Ο κανένας ή ο τάδε, ο δείνα, ο άγνωστος, ο οποιοσδήποτε», ο «δεν ξέρω 'γω». Συνήθως ειρωνικά ή περιπαιχτικά.

  1. (κύρια χρήση)
    - Τοκ τοκ
    - Ποιος είναι παρακαλώ;
    - Ο Φούφουτος... Τι ποιος είναι (εγώ είμαι!), ρε μαλάκα; Έφερα τα σουβλάκια...

2.- Αλήθεια σου λέω, δεν της το είπα εγώ!
- Ποιος τότε; Ο Φούφουτος; Εννοεί: «Ο κανένας της το είπε; Σίγουρα (κατ’ εμέ) εσύ το είπες!»

  1. - Και ποιος λες να τα έχει τώρα με την Τιτίκα;
    - Ο Φούφουτος... Πού θες να ξέρω; (= τα έχει με κάποιον ή κανέναν, δεν με ενδιαφέρει / δεν ασχολούμαι).

  2. Όταν κάποιος ακούει ήχο ή κουδούνισμα, αλλά και στις δύο περιπτώσεις δεν υπάρχει ανθρώπινη επαφή / επιβεβαίωση / επικοινωνία (ανεξαρτήτως αν ήταν ανθρωπογενής ή τυχαία η πηγή του ήχου), τότε:
    - Άκουσα θόρυβο στην πόρτα / χτύπησε το τηλέφωνο, πήγαινε να δεις ποιος είναι!
    Πάει ο άλλος και δεν βρίσκει άνθρωπο, ή στο τηλέφωνο δεν απαντήσανε. Τότε λέει: - Ο Φούφουτος ήταν (=κανένας).

  3. Όταν ένας άνθρωπος δεν επιθυμεί να λάβει μέρος σε κάτι, λέει:
    - Θωμά, θα έρθεις το βράδυ στη συγκέντρωση; - Θα έρθει ο Φούφουτος! (=δεν θα πάει ο Θωμάς, κάτι δεν του αρέσει...).

  4. Η ιστορία με τον Οδυσσέα και τον Πολύφημο, όπου ο Οδυσσέας ονοματίζει τον εαυτό του ως Κανένας, δείχνει πόσο μακριά πίσω στο χρόνο πάει ο Φούφουτος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Απάντηση σε χιλιοειπωμένα πράγματα που στην πραγματικότητα δεν έχουν βάση. Επιχειρήματα που δεν δύνανται να σταθούν σε κοινή λογική.

  2. Απάντηση σε ενδεχόμενη απειλή.

- Πώς οδηγάς έτσι ρε μπάρμπα;
- Εγώ πώς οδηγώ ρε... 40 χρόνια στο τιμόνι... Άντε να μην φωνάξω το 100 και σου πάρουν και την άδεια.
- Αυτά μας τα 'πανε πολλοί, μας τα 'πε κι ένας Γάλλος... Αν δεν γαμήθηκες μικρός, θα γαμηθείς μεγάλος

4.15 (από Khan, 06/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση-απάντηση σε άτομο που έχει κολλήσει σε άποψη που (σύμφωνα με τον συνομιλούντα) δε στέκει, άλλα επιμένει να τη στηρίζει φανατικά και μονολιθικά.

Συνώνυμα: καλά, ό,τι πεις - ζήσε στην κοσμάρα σου - έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε - με αυτό το πλευρό να κοιμάσαι.

- Δεν το βλέπω να περνάει τη Μπάρτσα ο Αστέρας Τρίπολης...
- Τι λες ρε μεγάλε, διπλό στο Καμπ Νου με Τσέζαρεκ σου λέω!!!
- Άντε καλά, τραγούδα εσύ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified