Ο συμμαθητής με τις γυαλούμπες που πάντα όλοι ήθελαν να τον χτυπήσουν και να του πάρουν το σάντουιτς, αλλά το έκαναν πολύ λιγότερο συχνά απ' όσο θα ήθελαν γιατί «θα είχαν να κάνουν με τη δασκάλα».

-Θα του βάλω τα γυαλιά στον κώλο να κλάνει μυωπία, του βρωμοαπουσιολόγου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δημιουργήθηκε εν ώρα Αντιγόνης (Β' Λυκείου). Συνώνυμες φράσεις:

- για το πούτσο,
- για το πέος,
- για τον πέουλα.

- Πώς ήτανε το πάρτι χτες; Κανα γκομενάκι καλό είχε;
- Μπα... αρχιδόκαμπος, άσε... για τον Κρέοντα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνηθισμένος τρόπος να πεις το φυτό, τον σπασίκλα.
Και «φυτουκλιάρης».

Μέχρι τελευταία στιγμή διαβάζει ο φύτουκλας!

(από Khan, 27/01/13)Τουκανοφύτουκλας (από Khan, 10/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαθητής που στο λύκειο σηκώνει ακόμη το χέρι στροβιλίζοντας το όπως στο δημοτικό φωνάζοντας «κύριε-κύριε!» . Προσφέρεται για οποιαδήποτε χάρη από τον καθηγητή.

Μεγαλώνοντας στο στρατό γίνεται σκοπάνθρωπος, καπαπής και αγγαρειομάχος. Στον επαγγελματικό τομέα γίνεται γλείφτης όχι από τσατσοσύνη αλλά από έμφυτη μαλακώδη καλοσαμαρειτική άτιτιουντ.

Τον αντιπαθούν όλοι γιατί κανείς δεν καταλαβαίνει πώς προσφέρεται σε κάθε αγγαρεία και χάρη προς ανώτερο.

Με ποιόν ανέλαβες το πρότζεκτ ρε συ;

-Με τον Παπαδόπουλο.

-Είσαι πολύ γκαντέμης. Θα πάρει όλα τα εύσημα αυτός. Είναι σηκωχέρης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο που φοιτεί στο διεθνές τμήμα ΙΒ (Αϊ-Μπι) κάποιου σχολείου. Συνήθως αποκαλείται έτσι από τους «μαλάκες ενιαίους» (άτομα που φοιτούν στο Ενιαίο Λύκειο του ίδιου συνήθως σχολείου).

Άντε από 'δώ ρε φλώρε αϊμπίτη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμπληρώνει με τη σειρά του το πάνθεον των απανταχού slang καπεταναίων.

Η αφεντομουτσουνάρα του φιγουράρει μέσα σε κάθε παρεξήγηση, φιλονικία, διαμαρτυρία, δυναμική διεκδίκηση κλπ. Είναι ο αρχικαβγατζής, πρόκειται γιο πολύ bizarre άτομο. Προκαλεί μεγάλο θόρυβο. Είναι διαβόητος και σαματατζής. Όμως κατα βάθος είναι καλόψυχος και όχι, κατά κανόνα, επικίνδυνος.

Αποκτά τον βαρύτιμο τίτλο του από τα πρώτα του μαθητικά χρόνια, που κυρίως του απονέμεται (μεταξύ αστείου και σοβαρού) από δασκάλους του και που συνήθως διατηρεί εφ' όρου ζωής.

Η μητέρα: - Πώς πάει το παιδί μου;
Η δασκάλα: - Είναι ο «καπετάν-φασαρίας» της τάξης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος συμμαθητή/συμφοιτητή που ευδοκιμεί στις εξεταστικές περιόδους. Πρόκειται για τον τύπο που συνεχώς κάνει προβλέψεις για το περιεχόμενο των θεμάτων που θα εξεταστούν και επαναλαμβάνει συχνά τη φράση "θα πέσει". Ο θαπεσάκιας πέφτει κατά κανόνα έξω στις προβλέψεις του αλλά αυτό δεν τον πτοεί στο να συνεχίσει την εκνευριστική του συνήθεια.

  1. -Διάβασες το κείμενο 46; Σοσάρα να ξέρεις, αυτό θα πέσει!
    -Άσε ρε θαπεσάκια της κακιάς ώρας, σε είδαμε και στην ιστορία πόσο μέσα έπεσες..
  2. Για να μην αγχωθείς την προηγούμενη μέρα των πανελληνίων απόφυγε την επαφή με τη μάνα σου και τους αμέτρητους θαπεσάκιες που θα σου την πέσουν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ακατάδεκτη. H Diva. Φράση προερχόμενη από την θρυλική Λατινοαμερικανική σειρά «Carrusel», ηρωίδα της οποίας ήτο ανάμεσα σε άλλα παιδάκια και πλούσια ξανθογάλανη κορασίδα περί τα 10, ονόματι Maria Joaquina Villaseñor, η οποία απέρριπτε μετά βδελυγμίας τον ερωτευμένο συμμαθητή της Cirrilo, κυρίως διότι ο τελευταίος ήτο φτωχός και μαύρος.

- Τι λεει Μάκη; Το βαλες χέρι το Χριστινάκι ψε;
- Άσε με ρε μαλάκα.. Στα καλύτερα την πήγα και σημασία δεν με έδινε.. Με το 'παιζε Μαρία Χοακίνα...

(από jesus, 06/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η καθηγήτρια γαλλικών.

Λέξη που όλοι χρησιμοποιήσαμε (και ακόμη χρησιμοποιείται) στη σχολική μας εποχή, όταν παρήγαμε μετά μανίας διάφορα παρατσούκλια για τους διδάσκοντες, στην αγωνία μας να τους καταστήσουμε πιο προσιτούς, πιο οικείους, να τους «κατεβάσουμε» από το βάθρο της αυθεντίας (όπου το σύστημα μας τους κότσαρε) και να τους ειρωνευτούμε.

Η γαλλικού βέβαια, διέφερε κάπως από τους άλλους προφέσορες, διότι συνήθως ήτο τσαχπινογαργαλιάρα και ευειδής (ή τουλάστιχον εμείς τη βλέπαμε έτσι, που απ' τις καύλες της εφηβείας δε θωρούσαμε τη μύτη μας..)

Το σεξ-απήλ που εξέπεμπε η γαλλικού, βασιζόταν, εκτός της εμφάνισής της, στη διαολεμένη τη γαλλική προφορά, που όλοι κοροϊδεύαμε και όλοι θεωρούσαμε φλώρικη, αλλά κατά βάθος μας έφτιαχνε να την ακούμε. Ιδίως αυτό το μισόκλειστο στόμα και τα σουφρωμένα χείλια που απαιτεί το γαλλικό το φωνήεντο, προκαλούσαν άνομους συνειρμούς ακολασίας..

Εκτός από τη γαλλικού, υπάρχει και η αγγλικού, η οποία συνήθως δεν αποτελούσε σκοτεινό αντικείμενο του μαθητικού πόθου (μέχρις αποδείξεως του εναντίου βεβαίως βεβαίως...)

Η σλανγκίζουσα κατάληξη -ού θα μπορούσε θεωρητίκαλλυ να επεκταθεί και σε καθηγήτριες άλλων γλωσσών, π.χ. ιταλικού, γερμανικού, ισπανικού κ.ο.κ., ωστόσο τέτοια φαινόμενα δεν έχουν ως τώρα παρατηρηθεί..

- Τι έχουμε ρε μαλάκα την επόμενη ώρα; - Γαλλικά ρε φίλε, γάμα τα, τα βαριέμαι σα το διάολο..
- Η γαλλικού όμως δε σε χαλάει αγορίνα μου. Θα φτιάξουμε παπάρι πάλι μεσημεριάτικα.
- Πω ρε φίλε, ναι, δίκιο έχεις, είναι αυτή η καινούρια το ξεκωλάκι που έχουνε φέρει..!
- Από πότε έχεις να πατήσεις σε μάθημα βρε όργιο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που φοιτά σε κολέγιο αντί για δημόσιο σχολείο. «Στο Αθήνα», χρησιμοποιείται για τους μαθητές (και τους απόφοιτους) του κολεγίου Αθηνών και Ψυχικού. Περισσότερο χρησιμοποιείται κοροϊδευτικά, υποδηλώνοντας πλουσιόπαιδο, φλώρο, μαμόθρεφτο, κακομαθημένο. Οι ίδιοι μεταξύ τους το θεωρούν τιμητικό. Καταφέρνουν να ξεχωρίζουν λόγω της πανομοιότυπης εμφάνισης και συμπεριφοράς. Εντύπωση μάλιστα προκαλεί το γεγονός πως κάνουν παρέα μόνο μεταξύ τους.

- Είχα πάει στο PJs και ήταν πήχτρα στα κολεγιόπαιδα που το παίζαν μάγκες με τα λεφτά του μπαμπά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified