Selected tags

Further tags

Δεν αναφερόμεθα στα ξυρισθέντα στον βωμό της τριχοφοβίας γυναικεία γουνάκια, σε ψαρομεζέδες, σε παίκτες-γούνες ή στα πεδία επίλυσης πολιτικών διαφορών δια της εκδοράς• αναφερόμεθα στις πομπώδεις γούνινες βάτες που φέρει η επίσημη στολή των ανωτάτων δικαστώνε.

Γουνάκια σε παράταξη full metal jacketΓουνάκια σε παράταξη full metal jacket

- Χωρίς… το λευκό χαρακτηριστικό γουνάκι γύρω από το λαιμό του, εμφανίστηκε σήμερα ο πρόεδρος του Ειδικού Δικαστηρίου Νικόλαος Πάσσος στην δίκη του Παπακωνσταντίνου, προκαλώντας την έκπληξη πολλών! (...) Φταίνε οι οικολόγοι; να φταίνε τα πρωτόκολλα; ή μήπως η πολλή ζέστη δεν επέτρεπε το... τριχωτό κολλάρο; Η απάντηση κρύβεται σε...λόγους αισθητικής. Σύμφωνα με πληροφορίες, η ενδυμασία των δικαστών του Αρείου Πάγου και εκείνων του Συμβούλιου της Επικρατείας διαφέρει και ως εκ τούτου κρίθηκε σκόπιμο, όλοι τους να εμφανιστούν με κοστούμια, χωρίς διαφορετικούς τηβέννους και "σαλιάρες", ώστε να υπάρχει ομοιομορφία (εδώ)

Ο όρος πρωτοσλανγκίστηκε κατά τις δικαστικές περιπέτειες του Αντρίκο ντελ Πάσο για την υπόθεση Κοσκωτά το '91 υπό την προεδρία του Προέδρου του Αρείου Πάγου Βασίλη Κόκκινου, του επονομαζομένου από το σλανγκεπώνυμο πλήθος της εποχής και γουνάκια.

Ο "γουνάκιας" Βασίλης Κόκκινος μετά των γουνακίων τουΟ "γουνάκιας" Βασίλης Κόκκινος μετά των γουνακίων του

Τα γουνάκια στη συνέχεια αυτονομήθηκαν, για να περιγράφουν δικαστικές διώξεις per se:

- Έρχονται γουνάκια για τα σκάνδαλα (εδώ)

- "Κινδυνεύω, κύριε Χατζηνικολάου, να πάω στα γουνάκια, χωρίς να έχω κάνει τίποτα", είπε ο Βουλγαράκης απόψε στο δελτίο του ALTER. (εκεί)

- Ένα βήμα πριν από «τα γουνάκια» (παραπέρα)

Συχνά δε εκφέρονται σκωπτικά εις βάρος τηλεδικαστών και εισαγγελάτων:

- Χρόνια και χρόνια στο στρατοδικείο του δελτίου των 8, ο δικαστής Πρετεντέρης έχει αποκτήσει τεράστια πείρα δικών και καταδικών. Κανένας δεν ξέφυγε από τα γουνάκια του, δάσκαλοι, καθηγητές, πανεπιστημιακοί, διοικητικοί, φοιτητές, αγρότες, λιμενεργάτες, καθαρίστριες, συνδικαλιστές, διαδηλωτές, κόμματα, όλοι οι εχθροί των αφεντικών του Γιάννη -κι είχε πολλά αφεντικά, τρομάρα του- πατήθηκαν χάμω σαν τα σκουλήκια. Στόμωσε η πένα του Πρετεντέρη να υπογράφει καταδίκες, έγινε σαν το σπαθί του Μπότσαρη, που στόμωνε από αίμα στα γιουρούσια του 1821 (Αυγή, όχι η χρυσή, η άλλη)

Συνειρμικό σλανγκασίστ: το λήμμαν σαλιάρα του patsis.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γνωμικό από τα Επτάνησα, που σημαίνει ό,τι περίπου και τα δουλειά δεν είχε ο διάβολος γαμούσε τα παιδιά του ή δουλειά δεν είχε ο διάολος και ζύγιζε τα καλαμπαλίκια του. Δηλαδή το να αεργείς ή να ανεργείς κ.τ.ό. είναι μήτηρ πάσης κακίας και θα αρχίσεις να κάνεις μαλακίες και θα εκτραχυνθεί η κατάσταση. Ή ότι κάτι που αρχίζει ως ψιλοαθώο, ψιλοαστείο, ψιλοχαβαλέ, κάποια στιγμή εβέντσουαλι παύει να είναι αστείο/ αθώο και γίνεται σοβαρό. Ή λες και δεν έχουμε σοβαρές δουλειές με τις οποίες να ασχολούμαστε και πρέπει να μας τρώνε τον χρόνο σκάνδαλα και παράκμες. Πιθανολογώ ότι η σχέση του αιδοίου με την τσαγκαρική αποτελεί καθαρό τιραμισουρεαλισμό, (να πω να μάθαινε καπελάς θα έβγαζε κάποιο νόημα, αλλά τσαγκάρης!;) αλλά επειδή και για άλλα πράγμα έχω πει ότι είναι τιραμισουρεαλιστικά και έχω πέσει έξω δεν παίρνω και όρκο. Οποιαδήποτε απόπειρα πραγματολογικής ερμηνείας ή φετιχιστικού συνειρμού ευπρόσδεκτη. Ο τιραμισουρεαλισμός πάντως συνάδει με την απονοηματοδότηση που προκαλεί η έλλειψη εργασίας του μουνιού καθώς και ο επαγγελματικός προσανατολισμός που εκ πρώτης όψεως δεν φαίνεται να του ταιριάζει, οπότε μιλάμε για καταστάσεις απουσίας νοήματος και ακηδίας, όπου θάλλει η παραβατική συμπεριφορά.

  1. -ΑΚΟΜΗ ΝΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙ Ο ΜΑΚΗΣ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΘΕΜΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΔΗ... Πανικος θα επικρατησει αυριο στις Κυριακατικες φυλλαδες,οι οποιες θα σκασουν μυτη κατα τις 5 το απογευμα στα γνωστα κεντρικα σημεια της Αθηνας, καθως η επιστολη Γκιολια, εναντιον τον Μακη Τριανταφυλλοπουλου, εχει προκαλεσει θυελα αντιδρασεων στα δημοσιογραφικα γραφεια...
    Σχόλιο: [...] [Βάλε λάδι και έλα βράδυ]7. Βοηθήστε οι στραβοί τόν ανοιχτοΜάκη. Δουλειά δέν είχε τό μουνί καί μάθαινε τσαγκάρης. Ζήσε Μά(κ)η μου νά φάς τριφύλλι. (Από Πρέζα TV).
  2. Μετά το παράδειγμα της επιστροφής των σλαβικών ονομάτων στην περιοχή της Μάλα Πρέσπα και στο Γκόλο Μπάρντο στην Αλβανία, τίθεται θέμα για ‘επιστροφή’ στη σλαβική ονομασία τους, τοπωνύμια σε περιοχές της Βουλγαρίας και της Ελλάδας, που και οι δύο χώρες αν και είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξακολουθούν να προσπαθούν να εξαλείψουν τη «μακεδονική»/σλαβική ταυτότητα από τις περιοχές τους χωρίς να έχουν το φόβο επιπτώσεων από την Ευρωπαϊκή Ένωση», γράφει το εικονιζόμενο σλαβικό δημοσίευμα των Σκοπίων. Έτσι, δύο σλαβικές οργανώσεις του εξωτερικού... Μετά την μετονομασία της αλβανικής ονομασίας του Δήμου Liqenas στη σλαβική ονομασία Pustec (sic), διεκδικούν και τη μετονομασία και άλλων περιοχών στη Μάλα Πρέσπα και στο Γκόλο Μπάρντο της Αλβανίας.
    Σχόλιο: Δουλειά δεν είχε το μουνί και μάθαινε τσαγκάρης. (Από Εγκληματικότητα).
  3. Ναι, παντού συνωμοσίες βλέπω, ακόμη και στον ύπνο μου. Παράγκες, διαιτητές, πέναλτι, οφσάιντ κλπ Έχω καταντήσει άρρωστος με τη διαιτησία. Υπάρχει θεραπεία, άραγε;
    Σχόλιο: Δουλειά δεν είχε το μουνί και μάθαινε τσαγκάρης. (Από το Φόρουμ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψυχανάλα αποκαλούν οι σλανγκοπαρμένες γιαλόμες:

  • Τον ψυχαναλυτή (άκα: σρίνκη, ψι),

    Υπονοεί ότι η ψυχανάλυση είναι μια φλώρικη, γλυκερή, καραμελοδραματική διαδικασία, οπότε χρησιμοποιείται για να μειώσει τον κάθε επίδοξο ψυχανάλα (εδώ)

  • Την ψυχανάλυση περ σε.

    Πολύ στην ψυχανάλα το 'ριξα. Κουφάλα ελενίτσα... (εκεί)

Dr. Ben Sobel: "Oedipus was a Greek king who killed his father and married his mother." Paul Vitti: "Fuckin' Greeks!"

Άλλη μια σλανγκιά εις .

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι φοιτητοπατέρες αποτελούν φυλή αιώνιων φοιτητώνε που, συνεπικουρούμενοι από τα πολιτικά κόμματα που τους μισθοδοτούν, λύνουν και δένουν στο χώρο του πανεπιστημίου.

Ηλικίας τυπικά σαρανταφεύγα, τα εν λόγω τέρατα κατεβάζουν τα ρολά του πανεπιστημίου κατά βούληση (εδώ), χειραγωγούν τις πρυτανικές αρχές και ορίζουν ποιοί φοιτητές θα ενταχθούν σε μεταπτυχιακό πρόγραμμα (εδώ). Σύμφωνα με τον Πανούση (τον Τζιπάκο ντε, όχι τον άλλον), ακόμα ότι ο γιός του έπρεπε να προσκυνήσει φοιτητοπατέρες του Κόμματος προκειμένου να πάρει τα πανεπιστημιακά του συγγράμματα (εδώ).

Πέον δε να σημειωθεί ότι το Ελλαδιστάν είναι η μόνη ίσως χώρα του Ευρωπαϊστάν όπου ανθεί το φαιδρό αυτό μπουμπούκι. Οι εν λόγω φοιτητοσυνδικαλοπατερνάλες εδραίωσαν την παντοδυναμία τους στα ογδόνταζ επί Πασοκιστάν (εδώ), παρέμειναν φορτσάτοι επί φιλελευθεριστάν, και όπως διαφαίνεται από το νέο νομοσχέδιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, θα ζήσουν δόξες πανηγυρικές επί Μπαλταστάν (εδώ).

  1. @foititopateras ον Twitter: Από τότε που μπήκα στο πανεπιστήμιο έχουμε αλλάξει 5 φορές πρωθυπουργό. (εδώ)

  2. Το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας πριμοδοτεί "φοιτητοπατέρες" και διοικητικούς εις βάρος των ακαδημαϊκών ("Καθημερινή", 21.4.15)

  3. Ποιος επιτρέπει στους «φοιτητοπατέρες» να ορίζουν ποιος φοιτητής θα ενταχθεί στα μεταπτυχιακά προγράμματα του ΑΕΙ; Τι σχέση έχουν όλα αυτά με τον συνδικαλισμό και τη φοιτητική εκπροσώπηση; Τα ερωτήματα είναι, δυστυχώς, ρητορικά αφού είναι γνωστός ο ανεξέλεγκτος ρόλος των φοιτητικών παρατάξεων στα ΑΕΙ, τον οποίο αποδεικνύει η ιστορία για τη δράση ενός 40χρονου συνδικαλιστή της ΠΑΣΠ που «λύνει και δένει» στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών... (εδώ)

  4. Η ελληνική παιδεία μαστίζεται από την πρωτοφανή παγκοσμίως πρακτική των φροντιστηρίων στη μέση εκπαίδευση, ενώ καταταλαιπωρήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες από την καταχρηστική άσκηση του συνδικαλιστικού δικαιώματος των φοιτητοπατέρων. Επίσης, η κομματοκρατία και η συναλλαγή κατίσχυσαν στο σώμα των πανεπιστημιακών αντί της αξιοκρατίας. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το δόκιμο είναι δικηγορώ. Δικηγορίζω είναι ένας όρος που έχει μάλλον κακή σημασία, δηλαδή συμπεριφερόμαι σαν δικηγόρος όχι με την καλή έννοια, αλλά λ.χ. είμαι εριστικός, προσπαθώ να αποδείξω ντε και καλά ότι έχω δίκιο, ακόμη και με σοφιστείες ή με επιχειρήματα που θα είχαν επιτυχία σε μια δικανική μόνο συνάφεια, μπαίνω στο τριπάκι να κάνω τον δικηγόρο του διαβόλου για να υποστηρίξω μια υπόθεση χαμένη, ή μια υπόθεση όπου κάποιος έχει προφανώς λάθος, αντλώ ηδονή από την έριδα, μεροληπτώ υπέρ κάποιου σαν να ήταν πελάτης μου κ.ά.

  1. Ούτε δικηγορίζω, αλλά εκθέτω επιχειρήματα που βασίζονται στην ουδετερότητα με τα οποία δε βλέπω να εκφράζετε κάποια συγκεκριμένη διαφωνία. (Εδώ).
  2. Αν πιστεύεις ότι «δικηγορίζω ποταπά» όπως αναφέρεις (που παρεμπιπτόντως μάθε πρώτα τι. σημαίνει για να το χρησιμοποιείς), τότε φρόντισε... (Εδώ).
  3. Επειδη μου αρεσει να δικηγοριζω με το μερος του διαβολου και αυτη η ιστορια με τα αεροπλανα και τα ψεκασματα μου μυριζει περιεργα, εχω μια υποθεση και μια απορια. Κατ'αρχας, ποιος λεει οτι αν ψεκαζουν τα αεροπλανα, δεν το κανουν ΚΑΙ την νυχτα; Και δευτερον εαν αυτο το θεμα με τους ψεκασμους ειναι οργανωμενο νομιμως και φανερως για τους οποιους λογικους λογους, βοηθεια στα καιρικα φαινομενα και τις καλλιεργεις πχ, υπο ποια υπηρεσια λειτουργει; (Πcέκαcον εδώ).

Το καταθέτω, επειδή έχω την εντύπωση ότι ισχύει γενικότερα με την κατάληξη -ιζω να φτιάχνουμε ένα κακόσημο ρήμα διακρινόμενο από το δόκιμο ρήμα ή άλλη δόκιμη λέξη. Προς εξέταση από "κομπογιαννίτες φιλόλογους" και "εκμεταλλεύτριες μελισσούλες" του σάιτ, δεκτοί και "χαβαλετζήδες".

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σκηνοθέτης που κάνει ταινίες μικρού μήκους, κατά κύριο λόγο συστηματικά. Δεν είναι μικρομηκάς δηλαδή κάποιος που απλά έκανε και μία μικρού μήκους.

  1. από εδώ: Μικρομηκάς εναντίον Γκερέκου: «Το χρήμα δεν είναι φίμωτρο»
  2. από εδώ: Είσαι μικρομηκάς; Να η ευκαιρία σου!
  3. από εδώ: Ο μικρομηκάς Τέρι Γκίλιαμ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο στεγάς, αυτός που κατασκευάζει ή επισκευάζει στέγες, στα Ελληνοαμερικάνικα.
Απο το «roof» (στέγη) και το «φκιάνω».

-Μετά τα τελευταία μπηλοζήρια στάζει το ταβάνι.
-Οκέυ. Θα φωνάξω το ρουφιάνο να το φκιάσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το επάγγελμα του βαρκάρη και ενίοτε του ψαρά στην αργκώ της πιάτσας του Πειραιά. Προέρχεται από τον όρο ξύλα που σημαίνουν τα κουπιά.

- Εσείς τί κάνατε τότε στον Πειραιά;
- Ξυλομηχανή, κύριε δικαστά!
(γέλια στο ακροατήριο)
-Ησυχία! Τί ένοείτε κύριε μάρτυς;
- Να, μωρέ, βαρκάρης, ψαράς!
(από τη βιογραφία του ρεμπέτη Γ. Παπαιωάννου).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκωπτικό προσωνύμιο το οποίο έχουν δώσει οι πολιτικοί του αντίπαλοι στον νυν (την ώρα που γράφεται το άρθρο) πρωθυπουργό της χώρας Αντώνη Σαμαρά καθότι, κατά δήλωση του ιδίου, σε ερώτηση πολίτη η οποία έγινε κατά τη διάρκεια τηλεοπτικής εκπομπής για το αν έχει εργασθεί ποτέ στη ζωή του προτού ασχοληθεί με την πολιτική, ανέφερε ως εργασία το γεγονός ότι διατηρούσε πιτσαρία μαζί με συμφοιτητές του στην Αμερική.

Έκτοτε, οι πολιτικοί του αντίπαλοι του κόλλησαν το προσωνύμιο «πιτσαδόρος» θεωρώντας μάλλον ευτελές το να διατηρεί κάποιος πιτσαρία καθώς για αυτούς πραγματική δουλειά είναι μόνο το γιαπί, το πηλοφόρι, μυστρί, αφού ως γνωστόν είναι μπρουτάλ άνδρες και όχι αμερικανάκια. Πολλοί μάλιστα, για να δηλώσουν την πλήρη απαξία τους στο πρόσωπό του, τον αναφέρουν σκέτο «ο πιτσαδόρος» χωρίς καν να αναφέρουν το όνομά του.

1. Ο πιτσαδόρος Σαμαράς δίνει μπιρ παρά το δικαιώματα της ΕΡΤ

2. Φάκελος «Classics σα(χλα)μαράδων»: Όταν ο πιτσαδόρος καλούσε σε αποστασία από την τσοντοφυλλάδα των «Νέων»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παπάς, ο ιερέας στα καλιαρντά εκ των βακουλή (= Εκκλησία) και πουρός.

Το βακουλή χρησιμοποιείται σε πολλές λέξεις της καλιαρντής που σχετίζονται με την Εκκλησία. Ο Ηλίας Πετρόπουλος (Τα Καλιαρντά, 1971) αναφέρει ως πιθανή ετυμολογία την προέλευση από τα αβάς (abbé στα γαλλικά) και kule = πύργος στα τουρκικά.

Ο δεύτερος, σπούδασε μαθηματικός ο Μιχάλης, ήσυχο παιδί, μαζεμένο, του Θεού. Της προσευχής και της μετανοίας. Τα κατάφερε αυτός, διορίστηκε, μήνας μπαίνει, μήνας βγαίνει, πέφτει το παραδάκι, ασφαλίστηκε, έκανε και μια λατσή κρεμάλα με μια μούτζα με μπερντέ, τη νύφη μου, τη Γαρυφαλλιά. Η νύφη μου είναι ψυχικιάρα, του «Κυργιελέησον» κι αυτή και με συμπονά. Τα πάμε καλά, μου στέκεται στα δύσκολα. Στο τέλος έγινε παπάς το θεόπαιδο. Τρία αδέρφια, το καθένα κι άλλο μπαϊράκι. Ο πρώτος, καππακάππας, ο δεύτερος, βακουλοπουρός, ο τρίτος, καραλούγκρα. (Από το μυθιστόρημα του Θωμά Κοροβίνη «Ο Γύρος του Θανάτου»).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified