Selected tags

Κύρια ονόματα ανθρώπων, πρώτα ονόματα ή επίθετα, πραγματικά ή κατασκευασμένα, τα οποία έχουν καταλήξει να είναι συνώνυμα ενός τύπου ανθρώπου, μιας ιδιότητας, μιας κατάστασης κλπ

Further tags

Όνομα πολιτικάντη που κατεβαίνει σε εκλογές και σου έρχεται να ξεράσεις όταν τον βλέπεις, σαν να λέμε μη ξεράσω- μη χέσω.

Δημοτικές Εκλογές. Μην Ξεράσογλου

Αχ ! Τώρα που'ρχονται εκλογές
νομίζω πως θα σκάσω
γεμίζω με αέρια
και θα'θελα να κλάσω

Δημοτικοί μου Σύμβουλοι
πως μου'ρχεται να χέσω
πάνω στα ψηφοδέλτια ,
εκείνα τα σκατόχαρτα
τις κάλπες σας να κάψω

Θα φτιάξετε τον κόσμο μου
καλύτερο από πρώτα
θα στήνω και τον κώλο μου
σα να'μαι μία κότα

Δεν σας γουστάρω ΚΛΕΦΤΗΔΕΣ
ΑΛΗΤΕΣ ΚΟΜΜΑΤΑΔΕΣ
Βρε Αεί στο διάολο το λοιπόν
Δημοτικοί Σκατάδες

Μπουχέσες στην κυβέρνηση
με την κοιλιά τους τούρλα
θα ξύριζα τα νύχια μου
'κει στα καμμένα βούρλα

Κάλπες να τους ψηφίσουμε
κάλπες να μας πηδήξουνε
κάλπες ζητούν την ψήφο μας
να μας τον χώσουν πίσω μας

Πράσσινοι , Κόκκινοι και Μπλε
Τι να πρωτοδιαλέξω !
Θέλω να κάνω εμμετό
μεσ' τη Βουλή κι απέξω .

Πολιτικάντηδες Λαμόγια μου
Αχ ! Να' φερνα τον μπόγια μου
να ρ'θεί να σας μαζέψει
σα βόδια να σας ζέψει

Το βόθρο σας τον μύρισα
κι από την άλλη γύρισα
Κομματική Χαλάουα
ψηφίζω και Ουά Ουα !

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κερκυραϊκός τοπικός ιδιωματισμός για το ολοθούριο, που σλανγκίζεται επίσης ως ψωλιάγκος, ψωλιόγκος, θαλασσόπουτσος, γιαλόπουτσος και αγγούρι της θάλασσας, λόγω του πολύ ιδιαίτερου σχήματός του, που, όπως το θέτει κομψά η τουκανίστρια Βίκυ: «τα ολοθούρια [...] είναι περισσότερο γνωστά με την κοινή ονομασία αγγούρια της θάλασσας εξαιτίας του σχήματός τους, που θυμίζει το ομώνυμο λαχανικό».

Ένα σλανγκικό ενδιαφέρον ευρύτερο από το εν λόγω θαλάσσιο εχινόδερμο έχουν οι παρατηρήσεις του Νίκου Σαραντάκου στο άρθρο με το οποίο και διασώζει την κερκυραϊκή ονομασία (δες εδώ) ότι ο Γιάννης ή Γιάννος έχει συχνά την σημασία του χαζού. Πρβλ. το στραβόγιαννος, ενώ στο αστραπόγιαννος μάλλον έχουμε ειρωνική χρήση με αποτέλεσμα και πάλι να σημαίνεται ο χαζός. Αν προσθέσουμε τη «φολκλορική ιδέα ενός συσχετισμού ανάμεσα στη μεγάλη ψωλή και το λειψό μυαλό, διάχυτη σε διάφορες κουλτούρες του Παλιού Κόσμου» κατά την παρατήρηση του Ν. Σαραντάκου, τότε μπορούμε να ερμηνεύσουμε το πώς το εν λόγω εχινόδερμο έλαβε μια σημασία που παραπέμπει σαν εικόνα σε έναν ολιγόμυαλο ψωλαρά, όπου το κάτω κεφάλι τρώει τ' απάνω. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε από το σάη μας δύο περιπτώσεις, όπου ο Γιάννης σημαίνει το πέος: αφενός το γιαννούκος και αφεδύο την λολοπαιγνιώδη λεξιπλασία νέας κοπής αστραπόνγιαννος. Μ' αυτά και μ' αυτά ο Γιάννης στις διάφορες μορφές του έρχεται να προστεθεί ως άλλη μια προσφιλής ονομασία για την ψωλή ή τον χαζό φορέα της από κοινού με τον Θανάση.

Να βάλουμε τον πουτσόγιαννο για δόλωμα να πιάσουμε καμιά τσιπούρα.

(από Khan, 06/03/14)ωραία παραλία αλλά είχε κάτι πουτσόγιαννους να με το συμπάθειο (από xalikoutis, 08/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σύνολο των μουσικών επιλογών σε σχεδόν όλα τα βραδινά κέντρα διασκέδασης και μπαράκια, το οποίο εξαντλείται σε χορευτικά τραγούδια με βαρετά beat και Ελληνικά νερόβραστα τραγούδια τύπου Χατζηγιάννη.

- Χθες το βράδυ καταλήξαμε σε ένα καινούριο μπαρ που άνοιξε κοντά στη γειτονιά μου και τα πίναμε.
- Καινούριο ε; Τί φάση, τί μουσική έπαιζε;
- Τα γνωστά φίλε, χατζημπίτια και κανα δυό ροκιές σούπα. Τίποτε ιδιαίτερο.

omorfa matia mple kai 8anai h <3 komple (από Khan, 11/07/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αποκορύφωμα της χαζομάρας και της βλακείας καθότι ο αγαπητός Άβερελ των αδελφών Ντάλτον κατέχει τα πρωτεία.

- Τον συμπαθώ το Γιωργάκη παιδιά.
- Ρε παπάρα θα μας τρελάνεις, αυτός είναι πιο χαζός κι απ' τον Άβερελ.

(από bright, 24/06/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκφράσεις κατ' ευθείαν παρμένες από τα αγγλικά που μάς σερβίρουν οι της Αγγλοσαξονικής παιδείας μετέχοντες, με προεξέχοντα τον Αλέξη Παπαχελά.

Οι παπαχελληνικούρες κείτονται στην νεκρή ζώνη ανάμεσα σε αμερικλανιές τ. δώσε κώλο στον ρουφιάνο και στους φορ τεχ λουλζ μοντυπαϊθονισμούς τ. τα διαπραγματευτικά πατατάκια. Ορισμένες θα παραμείνουν δακτυλοδεικτούμενα μαργαριτάρια ενώ άλλες ήδη φοριούνται ad nauseam στην καθομιλουμένη.

Βλ. επίσης: αγγλιά.

Παρουσιάζουμε δειγματολογικά μερικές λέξεις-πίσω-από-τις-οποίες-κρύβεται-ο-Αλέξης και προσβλέπουμε και στην βοήθεια του κοινού.

Ασίστ: Khan (από το δουπού)

  • Αγαπητοί όλοι (dear all), εκνευριστική προσφώνηση σε email.
  • Βλέπω το σημείο σου (I see your point)
  • Δίνει όλα τα λάθος μηνύματα (gives all the wrong signals)Αλέξης Παπαχελάς, εδώ
  • Έχει αγγίξει ένα γυμνό νεύρο (has touched a raw nerve), Αλέξης Παπαχελάς, εδώ
  • Έχει γεμάτες τις ντουλάπες του με «σκελετούς» (his closet is full of skeletons), Μιχάλης Ιγνατίου, εδώ
  • Προσπαθώ να μπω στα «παπούτσια» τινός (try to be in one's shoes) εδώ
  • Είσαι πάνω σε κάτι (you are onto something)
  • Θα είμαι εκεί για σένα (I will be there for you)
  • Θα σε πάρω πίσω / πάρε με πίσω (I will call you back / call me back)
  • Πάρε τον χρόνο σου (take your time)
  • Στενή (εκλογική) αναμέτρηση (narrow count), Δ. Δήμας, ανταποκριτής της Ε στην Ουάσιγκτον εδώ
  • Τρέχει για την αντιπροεδρία (running for Vice President) Δ. Δήμας, ανταποκριτής της Ε στην Ουάσιγκτον εδώ
  • Σκέψου έξω από το κουτί (think outside the box)
  • Στο πίσω μέρος του μυαλού μου (in the back of my head)
  • Στο τέλος την ημέρας (at the end of the day)
  • Πήρατε ΤΟ λάθος αριθμό (you called the wrong number) αντί του ορθού «πήρατε λάθος αριθμό»
  • Φάε τη σκόνη μου (eat my dust)

(από xalikoutis, 09/03/14)When the going gets tough, the tough get going... (από σφυρίζων, 22/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος διαδόθηκε ως παρατσούκλι για τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο, το οποίο χρησιμοποιήθηκε και από τον Τζίμη Πανούση, αλλά έχει επεκταθεί στο να χαρακτηρίζει οποιονδήποτε χουντάλα νοσταλγό της Επαναστάσεως και χουντόσκυλο.

  1. Εγω προτεινω να γινει ενα δημοψηφισμα για το αν πρεπει χουντοδουλοι και φιλοναζιστες να αποκαλουνται ελληνες ! (Εδώ).

  2. ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΚΟΠΤΙΚΗ-ΡΑΠΤΙΚΗ ΠΟΥ ΣΑΣ ΕΔΩΣΑΝ ΟΙ ΜΑΦΙΩΖΟΙ ΦΕΡΜΑΝΟΤΣΟΛΙΑΔΕΣ ΧΟΥΝΤΟΔΟΥΛΟΙ ΤΗΣ ΝουΔουπασοκοδημαρ (Εδώ).

  3. όμως η δράση του αξέχαστου Σακη Καράγιωργα δείχνει ακόμα πιο έντονα πόσο χουντοδουλοι ήταν όλοι οι πνευματικοί ηγέτες του τόπου (Εδώ).

  4. ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΤΕΧΝΗ ΣΑΣ ΡΕ ΧΟΥΝΤΟΔΟΥΛΟΙ; ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ ΑΣΜΑΤΑ ΡΕΕΕ; ΤΩΡΑ ΑΚΟΥΣΤΕ ΤΟΥΣ 'ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΑΣ' και καλη σας νύχτα! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες αποπάνογλου:

  1. Ο γείτονας που είναι απώ πάνω σε μια πολυκατοικία, και ακούει μουσική στην διά πασών ή κάνει άγριο σεξ σε αντίθεση με σένα.

  2. Αυτός που έχει ποστάρει πριν από σένα σε έναν διαδικτυακό διάλογο.

Δεν είναι απαραίτητα μικρασιατικής καταγωγής, αλλά συχνά είναι μικροαστικής καταγωγής.

  1. ο αποπανογλου δεν εχει σταματησει να τραγουδαει το «ευτυχως τρελαθηκα», απο τοτε που τελειωσαν οι @radioarvyla....α ρε @Onirama_band (Εδώ).

  2. Συμφωνώ με τον αποπάνογλου για τις ευθύνες των Κυπρίων πολιτικών, αλλά πιστεύω ότι ένας κάποιος κίνδυνος συστημικής μετάδοσης υπάρχει (Στο περίπου από Φέισμπουκ).

Δες και -ογλου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφορά στην εικαστική αισθητική των κινηματογραφικών οδοιπορικών εκδίκησης του ωτέρ Κουέντιν Ταραντίνο.

Οι εμμονές και επιρροές του Ταραντίνο περιλαμβάνουν το γαλλικό νέο κύμα, τα σπαγγέτι γουέστερν του Λεόνε, σπλατεριές τ. grindhouse, τζαπανάκια του Κουροσάβα, ταινίες blaxploitation και πάσης φύσεως περιθωριακές καλτιές των εξήνταζ και εβδομήνταζ. Το αίμα πάντα ρέει άφθονο, το χιούμορ είναι μαύρο, οι διάλογοι μένουν διαχρονικοί και οι μουσικές επιλογές προσεγγίζουν σε εκλεκτισμό εκείνες του Κιούμπρικ.

Μερικές εκσλανγκευμένες ταραντινιές: γουίνστον γουλφ, γουόκ δη ερθ, η αράχνη έπιασε δυο μύγες, κιλ μπιλ, να συνεχίσουμε εδώ ή στη στενή;

χ. Το Django είναι μια Ταραντινιά. Εχει τους γνωστούς χαοτικούς διαλόγους, τη γνωστή θεαματική βία, τη γνωστή πίστη στο κινηματογραφικό είδος που αντιγράφεται ή αναλύεται - ανάλογα πως το βλέπει κανείς. Εχει τις γνωστές ερμηνείες, την γνωστή κατακρεούργηση των κλισέ, τη γνωστή αποθέωση της παιδικής μνήμης.

χ. αδοξοι μπασταρδοι ταραντινια η τη λατρευεισ η τη μισεισ χωρισ κανενα βαθυτερο νοημα αλλα εχει γελιο η υποθεση: το 40 ενασ αμερικανοσ εχει μια ομαδα εβραιων και προσπαθει να σκοτωσει οσο περισσοτερουσ γερμανουσ γινεται το σεναριο ειναι καταπληκτικο εχει δραση και σημεια που βγαζει γελιο

χ. Ο Gaslamp επέστρεψε με έναν full ταραντινιά electro psychedelic prog δίσκο καλό σε γενικές γραμμές αλλά ελαφρώς φλύαρο σε σημεία, ενώ ο Lotus, κουστουμάρετε, γίνεται πιο σοφιστικέ και δημιουργεί έναν πιο εκλεπτυσμένο ας πούμε ήχο.

Δες και -ιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση ειρωνείας υπερθετικού βαθμού, αναφερόμενη στην σωματική δύναμη ή/και στη αγριότητα / επιθετικότητα κάποιου. Ενίοτε χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει άτομα τα οποία, εάν και έχουν μια εξέχουσα σωματοδομή και φυσική δύναμη, ο εγκέφαλός τους δεν ξεπερνά το μέγεθος φασολιού(βλ. και «μιλάς με γρίφους, γέροντα»).

Πηγάζει από την προφανή παράφραση του γνωστού φανταστικού ήρωα με το όνομα, «Κόναν ο Βάρβαρος», ο οποίος έκανε το ντεμπούτο του σε βιβλία στις αρχές του '30.

Ιστορική αναδρομή της παραφράσεως: η παράφραση, αρχικά, έγινε στον τίτλο του ήρωα, που από «βάρβαρος», έγινε «μάρμαρος» ως εύκολη και επιτυχημένη, αφού με την αλλαγή δυο μόνον γραμμάτων, κρατώντας τον ίδιο αριθμό συλλαβών καθώς και την ηχητική ομοιότητα, κατάφερε να μετατρέψει το νόημα της φράσης σε ειρωνική. Κατόπιν, σε δεύτερο χρόνο, εξίσου απλά και επιτυχημένα, έγινε και η αλλαγή του ονόματος από «Κόναν» σε «Σκόναν» με την αλλαγή ενός μόνο γράμματος και κρατώντας τον ίδιο αριθμό συλλαβών. Η μεγάλη επιτυχία ήταν δε, ότι η παράφραση πλέον έλαμψε και νοηματικά, λόγω της γνωστής συνάφειας που υπάρχει μεταξύ μαρμάρου, και της σκόνης αυτού.

  1. - Ρε κοίτα το χλέμπονα πως χαλβαδιάζει το Λιτσάκι, θα τον σκίσω το πούστη!
    - Μα ποιος είσαι δικέ μου, ο Σκόναν ο Μάρμαρος;

  2. «Έρχεται και ο σφίχτης ωσάν τον Σκόναν τον Μάρμαρο να σπρώξει το αμάξι του που έμεινε, αλλά δε κουνιόταν ντιπ. Πού πα ρε Καραμήτρο, λύσε το χειρόφρενο...»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το συσσωρευμένο λίπος στο κάτω μέρος του μπράτσου μιας μεσήλικης και εύσωμης γυναίκας.

Προέρχεται από την εικόνα της εν λόγω κυρίας στην παραλία να φωνάζει στον γιο της τον Γιαννάκη να μην πάει στα βαθιά, και να του κουνάει το χέρι με αποτέλεσμα το λίπος να πηγαίνει δεξιά αριστερά.

Κοίτα έναν γιαννάκη που έχει αυτή η θειά. Είναι τεράστιος!

(από ironick, 06/12/12)(από ironick, 07/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified