Further tags

Χημική ουσία που υπάρχει στον οργανισμό της γυναίκας με μεταβλητή συγκέντρωση. Είναι η ουσία που ρυθμίζει την δεκτικότητα της γυναίκας στο αντρικό φλερτ. Όταν πέφτουν τα επίπεδά της στο αίμα, συνήθως εμφανίζεται μια φίλη της και της κάνει την ενδοφλέβια ένεση κατευθείαν στην καρδιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λατινική (επιστημονική) ονομασία του δίποδου είδους των θηλαστικών που προκειμένου να ικανοποιήσουν την ανάγκη της αναπαραγωγής, ζευγαρώνουν με οποιοδήποτε αλλοπρόσαλλο ταίρι του είδους τους.

Το λατινικό διώνυμο κατά πάσα πιθανότητα προέρχεται, ως ελεύθερη μετάφραση, του ελληνικού χαρακτηρισμού σαβουρογάμης.

- Μαλάκα τη βλέπεις τη γκόμενα στο μπαρ;
- Αυτή ρε τρόμπα δε βλέπεται.
- Εγώ πάω να της την πέσω.
- Στο καλό. Τουλάχιστον, δεν θα ανησυχεί η WWF μην κι εξαφανιστεί το είδος σαβούριους φακέντιους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που έχει ένα χρόνο και πάνω να πατήσει στο εδώ.

Είναι ανάλογο με το ξεκουμπισμένος, αλλά στο δεύτερο μπορεί η απομάκρυνση να έγινε βίαια και όχι αφεαυτού.

Ο Μιτζνούρ είναι χαμένος.

Βέβαια δεν είμαι το μοναδικό παράδειγμα

Got a better definition? Add it!

Published

Το μπατάρω στο ντήζελ και γίνομαι γκέι, πουστρεύω.

Λέγεται και για φυσικά πρόσωπα που θεωρούμε ότι δεν γεννήθηκαν αλλά έγιναν, μα επίσης (ίσως περισσότερο) για πολιτισμικά προϊόντα, που υφίστανται νέα ανάγνωση πιο γκέι ή φλώρικη (κατά την κοινή αντίληψη που συνδέει τα δύο), καθώς και για κοινωνικές εξελίξεις, οπότε έχουμε κραυγές κοινωνικής αγωνίας τ. «πάει πούστεψε και το τάδε».

Έχει το πλεονέκτημα ότι κάνει πολλά λολοπαίγνια με το πιστεύω, όπως λ.χ. το πούστευε και μη ερεύνα.

  1. ΠΟΥΣΤΕΨΕ ΤΕΛΕΙΩΣ Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ...!!! ΑΝΤΡΑΣ ΕΠΙΣΜΗΝΙΑΣ ΠΑΝΤΡΕΥΤΗΚΕ ΤΟΝ ΚΑΛΟ ΤΟΥ ΜΕΣΑ ΣΕ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ ΣΤΟ ΝΙΟΥ ΤΖΕΡΣΙ... (stoxos.gr).

  2. - Άντρεεεεεες!!!! Κρεμούλα προσώπου βάζουμε;
    - Πάει πούστεψε η νεολαία. (Εδώ)

  3. Οσοι εχουνε πια ξεπερασει την ηλικια των 12 και βλεπουνε Μπομπ Σφουγγαράκη πουστεψαν;;;;;!!!! (Από φόρουμ).

  4. - Υπάρχουν και χορτοφάγοι καρχαρίες.
    - Πάει πούστεψαν κι οι καρχαρίες. (Εδώ).

  5. Αρε εποχες,τα πουστεψαν τα αυτοκινητα (Εδώ).

  6. ειναι γκει οι γαρδενιες; πουστεψαν οι βουκαμβιλιες; (Εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο απεόφοβος στον υπερθετικό του! Ο λάτρης!

- Πού είναι ο Λάκης μωρή;
- Στις αντρικές τουαλέτες με 4 φαντάρους... είχε σκατάθλιψη τελευταία ο πεοσεβούμενος και ξεδίνει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λολοπαίγνιο μεταξύ των αστραπόγιαννος και στραπ-ον, το οποίο αποτελεί ακόμα έναν χαρακτηρισμό της γυναίκας νταλικέρη. Ειδικότερα, η γυναίκα που γουστάρει femdom φάσεις, λεσβιακού ή μη χαρακτήρα, συνήθως μετά επιστρατεύσεως τέτοιων βοηθημάτων. Στις περισσότερες περιπτώσεις, φροντίζει να διαδηλώνει το παραπάνω με συμπεριφορά που εκλαμβάνεται ως ανδροπρεπής.

Φυσικά, εμπεριέχει μια γερή δόση προκαταλήψεων και σεξιστικού χαρακτήρα εταιροπροσδιορισμών, υπεραπλουστεύοντας τις ανθρώπινες σχέσεις και συμπεριφορές (βλέπε και τις σχετικές αναφορές του δρ. Χαν στο λήμμα αντρούτσος).

Το ανδρικό όνομα «Γιάννος» συμβάλλει στην περαιτέρω αύξηση της τελικής συγκέντρωσης C (mol/L) της τεστοστερόνης.

Συγγενές των: Σουγκλάκος, νταλικέρης, αντρούτσος, Λεσβιάθαν.

Πάσα από vikar στα σχόλια του αστραπόγιαννος.

Σύνθια: Ρε μάγκες, πότε περνάει το επόμενο λεωφορείο ξέρω γω ναούμ'; φτύνει κάτω
Γιάγκος (χαμηλόφωνα): Πω ρε μαλάκα, δες τι αστραπόνγιαννος έσκασε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η γυναίκα που το παίζει γκομενάρα χωρίς όμως να είναι. Επίσης, συναντάται και στο θηλυκό: η φαινομούνα.

- Ρε μαλάκα κοίτα αυτή εκεί! Ποια νομίζει ότι είναι;
- Έλα μωρέ με το φαινόμουνο... Το παίζει γκομενάρα ενώ δε βλέπεται!

(από HardcoreGR, 29/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος «πουστοπολίτης» είναι συγγενής και συχνά μπερδεύεται με τον όρος κοσμοπολίτης. Υπάρχει, όμως, διαφορά. Κοσμοπολίτης είναι γενικά αυτός που ταξιδεύει πολύ, ζει στην χλιδή και στην πολυτέλεια κλπ κλπ.

Πουστοπολίτης, όμως, είναι μια εξειδικευμένη κατηγορία κοσμοπολίτη. Είναι αυτός που απολαμβάνει όλα τα παραπάνω με κόστος... τον πάτο του. Μπορεί, επίσης, να χαρακτηριστεί πουστοπολίτης ο «κοσμοπολίτης ο τσιμπουκωτός».

- Κοσμοπολίτης ο γείτονάς σου. Με τα σέα του, τα μέα του, την αμαξάρα του και όλο καλός κόσμος σπίτι του και όλο σε ταξίδια.
- Άσε ρε, πελάτες είναι και τον έχουν τρελάνει στο τσιμπούκι. Καλύτερα εδώ ταράτσα παρά πουστοπολίτης, μακρυά απ' τον κώλο σου, σου λέω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κακεντρεχές και σεξιστικό λογοπαίγνιο πάνω στον φεμινισμό και την φεμινίστρια.

  1. Πώς βλέπει ο φεμΟΥνισμός τον άντρα

  2. Ο ΦΕΜΟΥΝΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ Η ΜΑΣΤΙΓΑ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ

  3. Γυναικα γαρ! Η ατρομητη Αριστεα βεβαια! Τη πεταξες παλι την “ισοτητα” σου! (κυριολεκτω) Θα πιασω καμια βοϊδο@ουτσα φεμουνιστρια μου εσυ!

  4. Τζεηηηηνννν;τι επαθες αποψε καλη μου φεμουνιστρια;

(Από το διαδίκτυο)

Μερικές από τις φεμουνάρες του φεμουνιστικού ακτιβιστικού κινήματος Femen που μας έχει προσφέρει μεγάλες συγκινήσεις. (από Khan, 10/01/13)Femen-ίστριες ονείρωξη! (από Khan, 10/01/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

[βεν. limounada με τροπή [i>e] κατά το λιμούνι]

Η ξινή γκόμενα, προέρχεται από την σύμπτυξη των λέξεων λεμόνι και μουνί, προσδίδοντας χαρακτηριστικά του πρώτου στην φυσική υπόσταση του δευτέρου. Συνώνυμα: ξινομούνα, κακογαμημένη, Γεωργία Βασιλειάδου.

Στέλιος: Μαλάκα το μπαρ πάλι τίγκα στις ξινές ανορεξικές γκόμενες είναι...
Πάνος: Κατάλαβα... Πάλι λεμουνάδα θα πιούμε...

λεμούνι (από Khan, 16/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified