Το πολύ μαλακό πέος που δεν επιτυγχάνει καλή στύση.
Τι να κλάσει μωρ΄ ο πουρέιτζερ με το ζελέ;
Got a better definition? Add it!
Ο νούλας, ο μικρός, ο λίγος. Δυστυχώς για κάποιους, σε μερικά πράγματα το μέγεθος μετράει. Οφθαλμοφανής παραλληλισμός με το μέγεθος του ρεβιθιού.
Σημαίνει και τον ανίκανο να κάνει μεγάλα πράγματα.
Σ.Σ.: το λήμμα πρωτοεμφανίστηκε πριν το 1900. Μη νομίζουμε δηλαδή ότι οι παλιοί δεν σλανγκάρανε... (ή ότι την είχανε όλοι μεγάλη).
Θέλει και να διοικήσει την Ελλάδα, ο ρεβιθοτσούτσουνος. Εδώ δεν μπορεί να διοικήσει τη γυναίκα του...
Βλέπε και τσουτσούνι, μικροτσούτσουνος, κοντοτσούτσουνος. Ακόμη: -αρχίδας, -καύλης, -πούτσης και -πουτσος, -τσούτσουνος, -ψώλης.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο Αρίων ήταν θρυλικός μουσικός της αρχαιότητας. Προς τιμήν του έχουν βγει τα μουσικά βραβεία «Αρίων» που βραβεύουν διάφορες κατηγορίες τραγουδιστών. Η Ανίτα Πάνια στα «παρατράγουδα» θέσπισε σλανγκικώς τα δικά της βραβεία «Παπαρίων» για να βραβεύει τους αστέρες της βλ. πού είναι ο Βάγκνερ, πού είναι ο Πουτσίνι;, ο σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι και πάνιδα. Κατ' επέκταση Παπαρίων είναι ο οποιοσδήποτε παπάρας, ιδίως αν είναι τραγουδιστής.
Κέρδισε το Βραβείο Παπαρίων και πάει ολοταχώς για το Βραβείο Kavli!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Λέγεται για κάποιον που έχει μεγάλα προσόντα, που είναι κατάσταση ΙΝΤΕΡΑΡΑΠΙΚΑΝ, που είναι Γκουσγκούνης ή Peter North, αν δεν έχετε καταλάβει ακόμα, να το πω πιο παραστατικά, που έχει μια πούτσα Νάα μετά συγχωρήσεως.
Συνώνυμο: Την έχει γαϊδουρίσια.
Λέγεται ότι με την πρόοδο της Βιοτεχνολογίας, στις επόμενες δεκαετίες θα είναι δυνατή η πρόσληψη γονιδίων από άλλα ζώα, κι έτσι αυτό το έως τώρα χιμαιρικό όνειρο πολλών (και των τριών φύλων) θα γίνει πραγματικότητα.
Βάγγελας: Κι εκεί που ήταν να παίξω εντός έδρας με την Λίλιαν, βλέπει αυτή τον μπαργαλάτσο μου και μου δείχνει οφσάιντ.
«Βάγγελα, μου λέει, δεν γίνεται! Την έχεις αλογίσια! Θα πονέσει».
Περικλής: Δεν θέλω να σε απογοητεύσω, αλλά τα ίδια έχει πει και σε μένα. Αλογίσια και πρασιν' άλογα! Παλιό το κόλπο!
Got a better definition? Add it!
Το μακρόστενο ματσούκι, όπως είναι για παράδειγμα η μαγκούρα, η γκλίτσα, το μακρύ μανιβελοειδές εργαλείο που κατεβάζουμε την τέντα, το κλειδί του οπλοβαστού, κλπ.
Τα εργαλεία αυτά λόγω μορφής θυμίζουν πέος. Ο όρος προκύπτει από το γεγονός αυτό και την εικόνα που μας έχει δημιουργηθεί για τη συσχέτιση μεταξύ δάσους, ανέγγιχτης από τον πολιτισμό άγριας φύσης, δύναμης και μεγέθους των οργανισμών που ζουν εκεί, όπως και του μεγέθους του πέους τους.
Στον στρατό. Φαντάρος βρίσκεται δίπλα στον οπλοβαστό και θέλει να τον ξεκλειδώσει για να πάρει το όπλο του.
- Ξέρει κανείς πού είναι το πέος του δάσους; Άντε γιατί σε λίγο έχει αναφορά λόχου και μόνο εγώ δεν έχω πάρει το όπλο μου.
Got a better definition? Add it!
Το πουλί του Βασίλη Λογοθετίδη από την ταινία Οι Γερμανοί ξανάρχονται. Συνώνυμο του πέους.
Πώς έγινες έτσι ρε μαλάκα; Ρούφα την κοιλιά σου και δες τον τζιτζιφρίγκο σου..
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Οι μαλακίες, τα ανούσια και περιττά λόγια.
- Και πώς περιμένεις να την ρίξεις ρε ηλίθιε, όταν για μία ώρα της μιλάς για τα ζώδια; Άσ' τις πούτσες και μπες στο ψητό!
Got a better definition? Add it!
Ο επιβήτορας που αποθέωσε η Έφη Σαρρή στο αξέχαστο άσμα της.
- Τι είχαμε τι χάσαμε ψωλέο σε ξεχάσαμε.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μεταφορά για το πέος.
Δεν τον βλέπω πουθενά τον μικρό, μάλλον καθαρίζει το μονόκαννο. (Δες).
Got a better definition? Add it!
Ψευδοαρχαίος σλανγιωτατισμός που σημαίνει αυνανίζομαι.
Πεοταλαντώνει ενδοπαλαμικώς καθ' εκάστην ο μάλαξ.
Got a better definition? Add it!