Απόδοση στα ελληνικά της γαλλικής και πλέον μάλλον διεθνοποιημένης έκφρασης Gauche Caviar με τρόπο που είναι κττμγ πετυχημένος, ίσως πιο πετυχημένος κι απ' το πρωτότυπο καθώς δημιουργεί λέξη τύπου Port-manteau. Ορισμένες φορές λέγεται και χαβιαροαριστερά, αλλά ρε πστ πιο ωραία ακούγεται το πορτμαντώ. Ο χαβιαριστερός είναι ένας αριστερός που ζει με τρόπο χλιδαίο, ο οποίος θεωρείται ότι αντιφάσκει με τις αρχές της Αριστεράς.

Το δέλεαρ

Η Βικούλα μας δίνει τις εκφράσεις που δηλώνουν κάτι παρόμοιο σε διάφορες γλώσσες (βεβαίως υπάρχει απόσταση μεταξύ των διαφορετικών σημασιολογικών αποχρώσεων, άλλο αριστερός κι άλλο λίμπεραλ): champagne socialist, Hampstead liberal, Chardonnay socialist, Bollinger Bolshevik στα αγγλικά, Limousine liberal στις Η.Π.Α., Salonkommunist στα γερμανικά, Radical Chic στα ιταλικά, esquerda caviar στα πορτογαλικά, Kystbanesocialist στα δανικά, αναφερόμενο σε πολυτελή περιοχή.

Από τα ελληνικά μπορούμε να αναφέρουμε τις παραπλήσιες (όχι βέβαια ταυτόσημες) εκφράσεις: αριστεροκράτης, προλεφτάριος, αριστερός της δεξιάς τσέπης, σοσιαληστής.

Το γαλλικό πρωτότυπο χρονολογείται από το 1980 και επιθέσεις στον François Mitterand και μέλη της κυβέρνησής του. Ως σημαντικές στιγμές της χρήσης του όρου μπορούν βεβαίως να αναφερθούν οι επιθετικές κριτικές στον Dominique Strauss-Kahn για τα σεξουαλικά του μεράκια που πλήρωσε ακριβά από κάθε άποψη, στο σώγαμπρο Bernard Kouchner με τις διάφορες Μπίζνες Καλά Οργανωμένες, στη Ségolène Royal για τη φοροδιαφυγή της. Μπορούμε πλέον να προσθέσουμε και τον François Hollande, που στα απομνημονεύματα της πρώην ερωμένης του Valérie Trierweiler παρουσιάζεται να έχει περιφρόνηση για τους φτωχούς που αποκαλούσε σύμφωνα με τη συγγραφέα ξεδοντιάρηδες (les sans-dents). Τα απομνημονεύματα της Trierweiler Merci pour ce moment παρουσιάζουν γενικότερα τον Γάλλο Πρόεδρο ως τυπικό χαβιαριστερό: Έναν άνθρωπο με εκλεπτυσμένο ουρανίσκο που δεν ανέχεται τα γεύματα ή φαγητά που δεν είναι ό,τι πχοιοτικότερο έχει να προσφέρει η γαλλική γαστρονομία, έναν άνδρα που περιφρονεί την ερωμένη του για την ταπεινή κοινωνική της καταγωγή και την απατά με την Julie Gayet όχι μόνο επειδή η τελευταία ήταν ηθοποιός και τρελό μουνέτο, αλλά και επειδή ήταν ταξικώς αρχοντομούνα καίτη πουτανάκι, όλα αυτά ενώ ταυτοχρόνως έκανε μεγαλόστομες δηλώσεις για τα σοσιαλιστικά του πιστεύω τα οποία μάλλον τα είχε ως μια μορφή ψαγμενιάς όχι και τόοοσο διαφορετικής από τα εκλεπτυσμένα εδέσματα και ποτά.

Αναφέρθηκα εκτενώς στα γαλλικά παραδείγματα για τον λόγο ότι διαμορφώνουν νομίζω τρόπον τινά ένα πρότυπο χρήσης του όρου. Στα γαλλικά ο όρος αναφέρεται κυρίως σε σοσιαλιστή, όχι και τόσο σε καθαυτό κομμουνιστή ή ριζοσπαστικό σοσιαλιστή. Ο χαβιαριστερός είναι de gauche, είναι της Αριστεράς γενικώς και αορίστως, αλλά μην τον πάρετε και για κανέναν κομμουνίσταρο. Ένα κύριο χαρακτηριστικό του χαβιαριστερού είναι νομίζω ότι θέλει πρώτη ποιότητα σε όλα του και αυτό αφορά και στα φαγητά που τα θέλει σπάνια κι εκλεπτυσμένα, και στη σεξουαλική του ζωή όπου διάγει βίο bon viveur, και μέσα σ' όλα θέλει να έχει και τις πιο ψαγμένες πολιτικές ιδέες και θέσεις, οπότε επιλέγει να είναι σοσιαλιστής που ακούγεται πιο επιπέδου. Εν ολίγοις διαλέγει την Αριστερά με παρόμοια κριτήρια που διαλέγει και το χαβιάρι, ως κάτι το ταυτόχρονα ποιοτικό και εξωτικό.

Πάμε τώρα στη μεταφορά στην Ελλάδα. Κατ' αρχήν, ένας συνοπτικός ορισμός της χαβιαριστεράς φέρεται να έχει δοθεί από τον γνωστό σλανγιώτατο Κώστα Ζουράρι.

Για όσους δεν ξέρουν τον όρο Gauche caviar κατά τον κυβερνητικό βουλευτή Ζουράρι, χαβιαροαριστερά σημαίνει «γκλαμουριάρικη ζητιανιά της εξουσίας»! (εδώ).

Τώρα, η εντύπωση που έχω είναι ότι στην Ελλάδα ο όρος χρησιμοποιείται περισσότερο εναντίον των εξής: α) Αυτού που ονομάζουμε Πολιτισμική Αριστερά κατ' αντιδιαστολή προς την καθαυτό Αριστερά (να την πούμε κομμουνιστική;) που είναι περισσότερο οικονομοκρατική, ταξική και εντέλει μαρξιστική. Η πολιτισμική Αριστερά υπερασπίζεται δικαιώματα, λ.χ. μειονοτήτων, ομοφυλοφίλων, προσφύγων, δεν μπαίνει όμως στο βάθος της ταξικής διάστασης των προβλημάτων, αλλά μένει σε ένα επίπεδο πολιτισμικού εποικοδομήματος. β) Σχετικοάσχετα, χρησιμοποιείται από ορισμένους αριστερούς οι οποίοι είναι φιλικοί προς τον (όπως θέλετε πείτε το) πατριωτισμό ή εθνικισμό ή ελληναρισμό και οι οποίοι κατηγορούν ως χαβιαριστερούς την Κοσμοπολίτικη Αριστερά ή την διεθνιστική Αριστερά με την αφηρημένη έννοια. Τους προσάπτουν ότι είναι εθνομηδενιστές και, εδώ είναι το κρίσιμο, ότι δεν νιώθουν τις ευαισθησίες του πραγματικού λαού, του λαένιου λαού, μέσα στις οποίες μπορεί να περιλαμβάνονται και στοιχεία, όπως το να είναι κανείς ελληναράς (με την αριστερή έννοια) ή η ορθόδοξη πίστη μας, τα ήθη και έθιμα του τόπου και τα ρέστα σημαιούλες. Οι χαβιαριστεροί κατηγορούνται συναφώς ως άνιωθοι, ως αποκομμένοι από το λαό, ως προτιμώντες το χαβιάρι από το ψωμί, το σουβλάκι και το Γιάνη Βαρουφάκη, και εντέλει ως παραχωρούντες όοολα τα παραπάνω στη Χρυσή Αυγή και τα δεξιά εθνίκια, ως μη έδει. γ) Επίσης χρησιμοποιείται εναντίον ντεκαφεϊΚνέ κεντροαριστερών, οι οποίοι αν και αυτοπροσδιορίζονται ως αριστεροί, στην ουσία είναι κατά τους χρησιμοποιούντες την έκφραση στην καλύτερη φιλελέφτ, αριστεροφιλελέδες, χιπστέρια, ενώ στη χειρότερη πασοκόψυχοι χιπστεροναζί σοσιαληστές. Νομίζω ὀτι περισσότερο εννοείται με την έκφραση το α), μετά το β) και μετά το γ).

  1. Όμως, παρ' όλα αυτά, υπάρχει πάντα η «πανουργία της ιστορίας». Μιας ιστορίας που σήμερα οδηγεί σε παγκόσμια κρίση –οικονομική και ταυτόχρονα κρίση της παγκοσμιοποίησης– που οδηγεί σε έξαρση των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων στην περιοχή, με την Παλαιστίνη ως επίκεντρο, μια παγκόσμια κρίση που θα αποτελέσει ταυτόχρονα και κρίση των ιδεολογιών του πολυπολιτισμού, του εθνομηδενισμού και της παγκοσμιοποίησης, μέσα στην οποία κινείται η χαβιαροαριστερά ο αριστερισμός και ο αντιεξουσιασμός της κακιάς ώρας. Και όσο και εάν όλοι αυτοί θέλουν να ταυτίσουν τα αντιπαγκοσμιοποιητικά ρεύματα, που θα ενισχυθούν στην ελληνική κοινωνία, με το ΛΑΟΣ και τον «ρατσισμό», δεν θα μπορέσουν να το πετύχουν. Είναι εξ άλλου χαρακτηριστικό πως ακόμα και ένα γραφειοκρατικό κόμμα όπως το ΚΚΕ –και παρά την αιώνια λογική της προβοκάτσιας με την οποία αναλύει τα κοινωνικά και πολιτικά φαινόμενα– κατορθώνει όχι μόνο να εντάσσει στους κόλπους του ένα σημαντικό μέρος της νεολαίας, ιδιαίτερα από τα λαϊκά στρώματα, αλλά και να αντιστέκεται στην χαβιαροαριστερά. Κατά συνέπεια, θα ήταν μεγάλο σφάλμα να χαρίσουμε όλη τη νεολαιίστικη αντίδραση στις δυνάμεις της ψευδο-εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης και του εθνομηδενισμού, χαρακτηριζοντάς την συλλήβδην ως αντιδραστική ή «φασιστική νέου τύπου». (Αρένα).
  2. Σε μπελάδες βάζουν την εγχώρια χαβιαροαριστερά και τους «ταξικιστικούς» (και ουχί ταξικούς) EXOFYLLO_small νεοφιλελεύθερους "αριστερούς" ανανεωτές (εντός και εκτός ΣΥΡΙΖΑ), οι εξαιρετικές εκδόσεις Α/ΣΥΝΕΧΕΙΑ, με την έκδοση του βιβλίου του Άλβαρο Γκαρσία Λινέρα, αντιπρόεδρου της Βολιβίας και στενού συνεργάτη του Έβο Μοράλες. Όχι επειδή ο χώρος του «αριστερού life style, δεν αναφέρεται σαν απόπειρα για έμπνευση ή για προβληματισμό στο μπολιβαριανό κίνημα, αλλά επειδή φανερώνει τις καθηλώσεις και την υποκρισία που το διαπνέει. Υποκρισία αλλά και «εφηβική» εμμονή να γοητεύεται από οτιδήποτε εξωτικό, αλλά να θεωρεί αναχρονισμό και …εθνικισμό να βρίσκει αναλογίες στον δικό της τόπο. Ο Λινέρα, αναφέρει …απαγορευμένες λέξεις για τους κοσμοπολίτες «αριστερούς» μας, που αναφέρονται παραδόξως στην Λατινική Αμερική και στην εθνική ανεξαρτησία που εμπνέει πολλά κράτη της: ιθαγενικό κίνημα, παράδοση, ρήξη με την αναποτελεσματική συμβιβασμένη αριστερά, αντι-ιμπεριαλισμός, κ.α. (Εδώ).

Βεβαίως μπορεί να χρησιμοποιηθεί και εναντίον οποιουδήποτε διάγει χλιδαίο βίο προδίδοντας τις αριστερές αρχές. Ορισμένα παραδείγματα ακόμη:

  1. Στη Γαλλία η χαβιαριστερά των σοσιαλιστών, αλλά και η ευρωπαϊστικη «αριστερά» του Μελανσόν, ηττήθηκαν κατά κράτος μπροστά στη Λεπέν που εμφανίζεται ως υποστηρικτής της γαλλικής ανεξαρτησίας απέναντι στη Γερμανία. (Άρδην-Ρήξη).
  2. Η caviar gauche, είναι παντός καιρού. Πάει με όλα. Και συμφέρει. Φουστόμπλουζο στη δεξίωση και ταφταδένια γκράντε τουαλέτα, στη δουλειά. Απάντηση: έτσι πρώτη φορά χαβιαριστερασανο σανο σανο σανο σανο σανο σανο σανο εσείς οι άνεργοι του ΙΤ, δείτε τους να καλοπερνάνε με τα λεφτά των άλλων. (Ολυμπία).
  3. Ο νόμος θα εφαρμοστεί όποτε (και σε βάρος όσων) θελήσουν οι τοποτηρητές του υπαρκτού λαμογισμού, οι παραγωγοί χαβιαριστερισμού, οι εκσυγχρονιστές της Siemens και οι λοιποί πασόκοι. Τζάμπα μάγκες. (Δημοκρατία).

Πουθενά χαβιάρι. Να τα λέμε κχιαυτά! Φεραριστερά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ντεκαντάντσια, ντεκαντανσαρία, ντεκαντανσιανός

Όπως και η ντέκα, οι λέξεις αυτές προέρχονται "από την γαλλική décadence που σημαίνει παρακμή και προφέρεται «ντεκαντάνς»".
Στα ισπανικά προφέρεται έτσι και μάλλον από κει πήραμε την συνώνυμη ντεκαντάντσια. (Ακριβώς το ίδιο προφέρεται και στα ρωσικά (декаданс), γιαυτό σκέφτομαι μήπως επέδρασε κι εδώ η κουκουσλάνγκ...).

Κάπου εδώ όμως τελειώνουν τα δάνεια απ' την ξένην και μπαίνει μπρος το ελληνικό γλωσσικό δαιμόνιο, ώστε να δημιουργηθεί η ντεκαντανσαρία και ο ντεκαντανσιανός που φέρνουν προς λουμπεναρία και λουμπενικός, αντιστοίχως.
Η ντεκαντανσαρία εκτός από καραπαράκμα έχει επιπροσθέτως και μια κάποια προίκα κιτσαρίας, ενώ με την προσθήκη της κατάληξης -ανός, δημιουργείται εύκολο επίθετο για χρήση όπου δει.

  1. παρακμή, ντεκαντάντσια, καραπαράκμα δεν ειναι 1η φορα αλλα παντα εκλαμβανεται σα να μην τρεχει τπτ (εδώ)

  2. 3η φορά στα Σκόπια (που ζηλευεις) κ η ίδια μελαγχολία με έπνιξε. ντεκανταντσια, όχι γοητευτική #balkan_trip

  3. "Ντεκαντάντσια και ιντελιγκέντσια", πούλεγε κι ο αείμνηστος Ζαχαριάδης. Κρίμα. (εδώ)

  4. ...πρεπει να ταπεινωθουμε για λιγο .... το κοκορετσι ειναι μια αγνη βουκολικη και καθαρα Ελληνικη ντεκαντάντσια ... Θελω να ντυθω Γκολφω κ να ψαχνω στα λημερια να ταίσω τον Κιτσο , κρατωντας μια σουβλα κοκορετσι. (εδώ)

  5. Συγνώμη, αλλά η δική σας πλευρά τί έχει να προσφέρει στον συγκεκριμένο τομέα; Δε λέω, τζόβενο, τυλιγμένο με σεντόνι, αγνό και αθώο, με το μαλλάκι του, με το μουσάκι, αλλά άντε να το κάνεις γούτσου μία, άντε δύο, μετά; Ενώ το ανταγωνιστικό πακέτο περιλαμβάνει φωτορυθμικά, ηχητικά εφέ, ντεκαντάντσια, τζέρτζελο. Απλά δεν τίθεται θέμα σύγκρισης. (phorum, RE: θα θέλατε να υπάρχει θεός;)

  6. ειμαι επαρχιώτισσα εγώ παιδί μου δεν τη μπορώ αυτή τη ντεκαντανσαρία που αργώ 3 ποτά στο γύρω-γύρω (εδώ)

  7. "Είμαι ντεκαντανσιανό ακαουν?” Τι τα θες; μια ζωή στο ντεκαντάνς ήταν η καύλα. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια σχετικά παλαιά λέξη, την βρίσκω και στη Βικούλα να ορίζεται ως "η γυναίκα που επί πληρωμή κρατά συντροφιά σε νυχτερινά κέντρα διασκέδασης" και να ετυμολογείται (pardon my french): <γαλλικό consommatrice, θηλυκό του consommateur < consommer +‎ -ateur < λατινικά consummo < con + summo, αν και οι ίδιοι οι Γάλλοι μάλλον τη λένε entraîneuse (δες). Συνώνυμα: μπαρόβια, τσαγού, ενώ γενικότερο είναι το καμπαρετζού. Ο όρος υπήρχε τουλάχιστον από την ένδοξη εποχή των τρουμπαίων τη δεκαετία του 1960, ενώ δεν μπορώ να βρω από πότε λέγεται στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με σχετικά άρθρα στο Ιντερνέτι, η κονσοματρίς δεν είναι απαραίτητα πόρνη.

«Η κονσοματρίς δεν καταλήγει απαραίτητα στο κρεβάτι. Η δουλειά περιλαμβάνει τη συντροφιά στο μπαρ με ποτά, είναι φυσικά ερωτικοποιημένη παρέα αλλά δεν περιλαμβάνει το σεξ. Οι άντρες πάνε να πιούνε με γυναίκες, να χαλαρώσουν, αναζητούν την ευκαιρία μιας γνωριμίας και ίσως και μιας σχέσης, το σεξ δεν είναι αυτοσκοπός. Εκεί μέσα ο άνδρας δεν είναι κυνηγός, και δεν έχει ρίσκο. Γι' αυτό και συχνά, οι σχέσεις που δημιουργούνται καταλήγουν ακόμα και σε γάμο. [...] Η έρευνα ξεπέρασε τα δύο χρόνια, ξεκίνησα από Αθήνα, πήγα Ξάνθη, Ιεράπετρα, Τρίπολη, Κόρινθο, Αργος, ουσιαστικά ακολουθούσα κάποιες γυναίκες στις κινήσεις τους με μερικές από τις οποίες έχω ακόμα σχέσεις». Και σε ποιο συμπέρασμα κατέληξε; «Η έρευνα αυτή μου επιβεβαίωσε ότι υπάρχει ένα συνεχές οικονομικών και σεξουαλικών ανταλλαγών ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες, από το ευκαιριακό σεξ, την αγοραία σχέση έως και τον γάμο». (Ο ερωτικός μας πολιτισμός).

Σήμερα ο όρος είναι πεπαλαιωμένος, οιονεί μπαμπαδισμός. Μια στριπτιτζού/λικνιτζού/φραπεδιάρα δεν θα αποκληθεί κονσοματρίς, ακόμη κι αν μέρος της δουλειάς που κάνει είναι το πουτό μαζί με τον χουρό. Οι κονσοματρίς είναι περισσότερο όχι αυτές που δουλεύουν στα γκλαμουράτα στριπ-κλαμπ, αλλά σε πιο παρακμιακά κωλόμπαρα, τα κονσοματζίδικα. Συχνά οι κονσοματρίς είναι πιο μεγάλες σε ηλικία, λιγότερο όμορφες και γκλαμουράτες από τις τζούδες και τις τρύπερ, και απευθύνονται σε αντίστοιχης ηλικίας και ωριμότητας (#not) θαμώνες ζαχοπουλάδικων. Ό,τι όμως χάνουν σε ομορφιά και νιάτα το κερδίζουν σε εμπειρία ζωής και ψυχολογία, καθώς έχοντας σπουδάσει στην Εκόλ Νορμάλ Συπεριέρ ντε λα Βι δεν έχουν να ζηλέψουν και πολλά από τις ψυχανάλατες γιαλόμες.

"Μαθαίνω τους πελάτες να διαβάζω"

Οι γυναίκες εκεί στολίζονται με τέτοια επιμέλεια μόνο και μόνο γιατί γνωρίζουν ότι το μάτι του άνδρα είναι πιο εξελιγμένο από το μυαλό του. Συνήθως συναντάς κοπέλες ή μεγαλύτερες σε ηλικία γυναίκες από τις χώρες του ανατολικού μπλοκ, την Πολωνία, την Βουλγαρία, τη Ρουμανία και ελάχιστες Ελληνίδες που θέλουν να συμπληρώσουν το εισόδημα τους. Τα σώματα τους σε σχέση με των χορευτριών είναι ταλαιπωρημένα. Περισσότερο πρησμένα και τα μάτια στο πρόσωπο βαθαίνουν, σημαίνοντας κούραση. Οι κονσοματρίς ξέρουν πώς να κάνουν έναν άνδρα να χαρεί. Άμεσα ή υπαινισσόμενα μιλούν για το σεξ. Η φαντασίωση της πιθανότητας της σεξουαλικής συνεύρεσης καλλιεργείται συστηματικά αλλά αναβάλλεται επ’ αόριστον με ταχυδακτυλουργικούς τρόπους. Ικανές να μιλάνε για το πόσο καλές μητέρες είναι πριν αφεθούν. (Εδώ).

Αν πιστέψουμε τα άρθρα του Διαδικτύου, η δουλειά των κονσοματρίς είναι περισσότερο κοντά σε ψυχολόγο παρά σε πόρνη. Βλ. παρακάτω.

Επάγγελμα κονσοματρίς. Με τι ψυχολογία έρχονται οι άντρες στο μπαρ; Έρχονται άτομα που έχουν προβλήματα, παντρεμένοι και απογοητευμένοι πιο πολύ. Ο καθένας εκεί μέσα μπορεί να βγάλει ό,τι του ρθει εκείνη τη στιγμή, ό,τι ανωμαλία έχει. Ένας άνθρωπος έξω δεν μπορεί να καταλάβει τι είναι αυτός. Οι περισσότεροι απ΄ αυτούς έξω δεν τολμούν να μιλήσουν σε κοπέλα, μου το ΄χουν πει πάρα πολύ, λένε «θα έτρωγα χυλόπιτα». Είναι παντρεμένοι, είναι λεύτεροι, είναι νεαροί, είμαστε κάτι σαν ψυχολόγοι. Λένε σ΄ εμάς αυτά που δεν λένε σε άλλους, κάθε είδους ανωμαλία. Τι σου λένε δηλαδή; Τα προβλήματά τους με τις γυναίκες τους και με κάποιο τρόπο επειδή γινόμαστε ψυχολόγοι τους δένονται μαζί μας. Κι έρχονται, ξανάρχονται, μπορεί να φάνε σκάλωμα μαζί σου και σου λένε τα ίδια και τα ίδια. Εγώ έχω πελάτες που έρχονται και τρεις φορές την εβδομάδα ο καθένας. Έ, δεν θ΄ αλλάξει ρεπερτόριο. Μου λέει «έχω προβλήματα μαζί της, μου κάνει το ένα, μου κάνει το άλλο» Και πολλά κορίτσια παθαίνουν κρίσεις πανικού απ΄ αυτό. Μια φίλη μου που κάνει τη δουλειά 15 χρόνια παίρνει χάπια κατάθλιψης. Πίνει όλο το βράδυ, ξυπνάει το πρωί αισθάνεται τρόμο. Υπάρχει άγχος, μπορεί να φύγει μια κοπέλα χωρίς ένα ευρώ, εμείς δεν έχουμε μισθό. Αν δεν κάνει ποτά Και ποτέ δεν πρέπει να δείξεις ότι έχεις προβλήματα, επικεντρώνεσαι στα δικά του ενώ εσύ αυτό που σκέφτεσαι όταν πηγαίνεις κοντά του είναι τα χρέη σου, η οικογένειά σου, οι περισσότερες έχουν παιδιά. (Εδώ).

Ωστόσο, αυτή η συγκριτικά ειδυλλιακή εικόνα που παρουσιάζεται στο ιντερνέτι ενδέχεται να απέχει από την πραγματικότητα που μπορεί να υποκρύπτει πολύ μεγαλύτερη εκμετάλλευση των γυναικών αυτών. Πάντως το κονσοματρίς είναι ένας όρος που φαίνεται να καλύπτει μια γκρίζα ζώνη, καθώς χαρακτηρίζει γυναίκες που δραστηριοποιούνται όχι μόνο σε κωλάδικα, αλλά και σε σκυλάδικα, που προσπαθούν με διάφορους τρόπους να αυξήσουν τον τζίρο τους. Κατά συνέπεια, είναι και βαριά προσβόλα να πεις μια σκυλού κονσοματρίς.

Κατερίνα Στανίση: Ξέρεις, ειδικά τότε, ο πελάτης είχε μεγάλη δύναμη και πάντα δίκιο. Αν σε ζητούσε ένας θαμώνας κι εσύ δεν πήγαινες, μπορούσε να το πει στον μαγαζάτορα και να σε διώξει. Θα έπαιρνε άλλη τραγουδίστρια, που θα μιλούσε στους πελάτες. Σιγά το δύσκολο! Αλλά δεν υπήρξα ποτέ κονσοματρίς, πάντα ήμουν τραγουδίστρια. Αλλά τότε επιβαλλόταν να πας στον πελάτη να πείτε δυο λόγια. Η νύχτα ήταν σκληρή και αλύπητη. Θα έχανα τη δουλειά μου! Αυτό ήταν τότε το σύστημα. Γιατί να λέμε ψέματα στον κόσμο;». (Εδώ).

Κατ' επέκταση, μπορεί να χρησιμοποιηθεί μεταφορικά ως μειωτικός χαρακτηρισμός για άνθρωπο, ο οποίος προσπαθεί με πλάγιους τρόπους, όπως με σεξουαλικά δελέατα, να αποκομίσει οφέλη. Γενικά στον "χαρακτήρα" της κονσοματρίς είναι να τάζει πολλά και να πραγματοποιεί λίγα, ενώ υποδαυλίζει έναν άπειρο πόθο. Οπότε και μεταφορικά μπορεί να χαρακτηρίσει γυναίκα ή και άντρα που προσπαθεί να κερδίσει το μάξιμουμ που μπορεί προσφέροντας τα λιγότερα.

Θα κλείσω με ένα απόσπασμα από το αρρωστούργημα του μεγάλου μας λογοτέχνη και πολιτικού Πέτρου Τατσόπουλου Η Καρδιά του Κτήνους

-Τι σπούδαζες;
Υπομονή... Υπομονή...
-Πολιτική Επιστήμη.
Η απάντησή μου την έριξε σε βαθύ συλλογισμό. Στενοχωρήθηκε.
-Δουλειά που πήγες και διάλεξες...
Δεν πιστεύω να έπεσα σε πτυχιούχο κονσοματρίς που σνομπάρει τη σπουδαιότητα της δικής μου επιστήμης.
-Δεν σε κατάλαβα.
-Λέω δουλειά που διάλεξες.
Επανάλαβε εκλαμβάνοντας μάλλον την απορία μου για βαρηκοία. Αλλά συνέχισε κι επικάλυψε το παλιό μυστήριο των σπουδών της με νέο:
-Δεν βλέπεις που τους πήραν σβάρνα και τους καθαρίζουν έναν έναν;
Ανησύχησα. Δεν είχα πληροφορηθεί τη συνωμοσία εναντίον των πολιτικών επιστημόνων και ζούσα με την αυταπάτη πως οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, πεθαίνουν από φυσικά αίτια, το πολύ έως τροχαία.
-Άσε που είναι σάπιοι έως το κόκκαλο!
Ήξερε τόσα πολλά για τη διαφθορά του ακαδημαϊκού κατεστημένου;
-Για μια ψήφο πουλάνε την ψυχή τους στο διάβολο.
Όλα τα μαγειρέματα στις εκλογές διδακτικού προσωπικού; Μήπως δούλευε επιμελήτρια τα πρωινά;
-Ποτέ μου δε χώνεψα τους πολιτικούς.
Ένας προβολέας ξάφνου άναψε στο νου μου και φώτισε τη σκοτεινή πλευρά της σελήνης. [...]
-Γλυκό μου κορίτσι άλλο οι πολιτικοί επιστήμονες και άλλο οι πολιτικοί.

Εδώ

Ακολουθεί μια συγκριτική κωλομπαρολογία που δείχνει μια μετάβαση από το καραμελόδραμα....

"Είμαι του μπαρ, μα είμαι κυρία"

σε μια πιο προσγειωμένη κατάσταση από το Λίλιαν.

Ο τύπος στη γωνία

Σύγκρινε με τον κλάδο των στριπτιτζούδων (και των ηλεκτρολόγων):

Τι κι αν είμαι στριπτιτζού

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

κομπλέξω, κόμπλεξε

"Ου μπλέξω με κομπλέξο..." (εδώ)
Αν έχεις κόμπλεξε (=κόμπλεξ), δηλαδή συμπλέγματα, τότε είσαι κομπλεξάρα, κομπλεξω/κομπλέξο, κομπλέξας, κόμπλεξος.

κομπλέξω


  1. -Να θυμίσουμε στους επίδοξους φλωροΟΠΛΑτζήδες, πως μετά τον Μελιγαλά ήρθε ο Γράμμος. Οπότε, δεν το γυρνάτε στο ΕΑΜ ΕΛΑΣ ΚΑΙ ΜΠΕΜΠΑ ΜΠΛΑΝΣ;
    -ψοφα μωρη φουσκα απο σκατα λιλυ μαρλεν χουντικια τζεμις μποντ σιγα που σε φοβηθηκαμε μαλακισμενη αστερω λιποθυμη σαχλη κομπλεξω

  2. Κομπλεξω Γερμανίδα δημοσιογράφος. Μόλις της είπα griechenland παραλίγο να κλασει. Σα να ειπα απο το κωλοχωρι της πουτανας της μάνας της

  3. πιες κανα λέξο μωρη κομπλέξο και βγες και λίγο έξω (εδώ)

  4. ο άντρας που τρώει σκάλωμα γιατί κάποια στιγμή δεν του έκατσες, ξεπρνάει κ την πιο κομπλέξο γκόμενα.

κόμπλεξε (= κόμπλεξ)


  1. ομορφα ειναι πιο Χαλλλλαρα (οπως λενε κι εδω) κι ειναι καλλοι ανθρωποι γενικα. Αν ειχαν κ λιγοτερο κομπλεξε με την Αθηνα ... (εδώ)

  2. Η Λέντλε Τζουλινόβικα δεν έχει κανένα κόμπλεξε και τα πετάει όλα για το Playboy της πατρίδας της. Η Λετονή καλλονή αρέσκεται στα άγρια... γκάζια! (εδώ)

κομπλέξας (= κομπλεξικός)


  1. ωραίες οι συμβουλές που δίνετε για τις σχέσεις αν και παραμένετε φορ έβερ αλόουν κομπλέξες με ιντίμασι ίσιουζ

  2. Ο,τι ανεβάζω ειναι κλεμμένο πέρα απ τις πιπες μου. Πως σας φάνηκε; θα με κανετε ανφολο; κομπλέξες και καλα εσείς με τη φαιά ουσία του πεου.

  3. μαλάκες κομπλέξες 5 παρά το πρωί και ασχολείστε με πολιτικά, σαν κνίτες και "η επανάσταση δε μπεριμένει" κάνετε

  4. Αυτό που κάποιες το παίζετε χοντρές ενώ δεν είστε, για να σας λέμε συνέχεια πως είστε μια χαρά, σας δείχνει τέρμα κομπλέξες να ξέρετε.

  5. κ δεν φτάνει που είστε κομπλέξες του κερατά κ το παίζετε κ καμπόσοι, βρήκατε κ το πιο άκυρο μέσο να λέτε τις μαλακίες σας. το τουίτερ.

  6. Και για να μην ξεχνάτε πριν κρίνετε μερικοί οι γαύροι είναι τόσο κομπλέξες που έχουν στήσει μέχρι και το γυναικείο βόλλευ και μπάσκετ #paobc

  7. Ποιος να κράζει; Οι κομπλέξες εδώ μέσα; Κλάϊν Μάϊν

κομπλεξάρα


  1. - Όλες θέλουν ο άλλος να τον έχει μεγάλο, χοντρό, όμορφο, σκληρό και δεν κοιτάνε που το μουνί τους είναι σα μελιτζάνα παπουτσάκι που άρπαξε.
    - Ρε φιλε μονο ενας κομπλεξικος, τελειωμενος μισογυνης θα σκεφτοταν κατι τετοιο, για ψαξτο λιγακι
    - μια ανοργασμικη κομπλεξαρα με αποτετοιο μπαμια ειναι αγαπη μου γαμησετονα μωρε

  2. Σιγά μωρε κομπλεξάρα γειτόνισσα, τι μου κλείνεις τις κουρτίνες; Επειδη δλδ βγάλαμε το τηλεσκόπιο στο μπαλκόνι;;

-Δες περίπτωση Βαρουφάκη που τους ενοχλεί ακόμη και το ότι έχει αυτοπεποίθηση και το δείχνει. Τόσο κομπλεξάρες!

κόμπλεξος


-Συμφωνω...και παντα θα υπαρχουν οι κομπλεξοι σε πολλες μορφες. αλλα ..ο καθενας τελικα κοιταει την δικη του μαχη κριμα παντως (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το νυχτερινό κέντρο, όπου γίνεται κονσομασιόν, δηλαδή πληρώνεις ακριβά το ποτό μιας κοπέλας του μαγαζιού για να σου κάνει αυτή παρέα και να βγάλετε τα σώψυχα ή και τα σώβρακά σας. Είναι προσφιλές σε άντρες που είτε από χαμηλή αυτοεκτίμηση, είτε για άλλους λόγους, θέλουν να πληρώνουν και για παρέα γυναικεία και όχι μόνο για σεχ. Συνήθως, κονσοματζίδικα λέγονται όχι τα γκλαμουράτα στριπτιτζάδικα νέας κοπής, αλλά παρακμιακά κωλόμπαρα β΄ διαλογής που ως αισθητική φέρνουν σε εϊτίλα, ή και πιο πριν σε τρουμπαίες καταστάσεις, και όπου όχι τόσο νέες και ωραίες κονσοματρίς κρατάνε συντροφιά σε πουτανοκονσόμηδες κυρίους θαμώνες ζαχοπουλάδικων. Κατ' επέκταση, βέβαια, κάθε χώρος που προσφέρει κάποιο είδος κονσομασιόν ή πουτού σε πουτόπιστους μπορεί να χαρακτηριστεί έτσι, είτε είναι κωλόμπαρο, είτε φραπενείο, είτε ακόμη και σκυλάδικο.

"Από τον μαλάκα στο πρώτο τραπέζι"

Ενδεικτική περιγραφή ιδεοτυπικού κονσοματζίδικου από Protnet:

Θα τα συναντήσει κανείς παντού. Από την πιο πολυσύχναστη γειτονιά της Αθήνας μέχρι το πουθενά, στο μέσον του τίποτα. Στα κωλόμπαρα δεν υπάρχει πλέον σώου. Είναι μικρά συνήθως μαγαζιά που θυμίζουν περισσότερο μπουρδέλο παρά μπαρ. Μοιάζουν αρκετά με τις καφετέριες του 80. Πολλά μικρά σαλονάκια με ψηλή πλάτη και ένα μπαρ. Διακόσμηση μίνιμαλ έως μηδέν. Χρώματα, όπως και στα μπουρδέλα, ροζ και μωβ, ή φαίνονται έτσι από το πολύ μπλακ λάιτ.

εδώ

Καθώς, λοιπόν, το κονσοματζίδικο είναι συνδεδεμένο με παρακμή και ντέκα, χρησιμοποιείται κυρίως ως μειωτικός χαρακτηρισμός για μαγαζί. Ορισμένες φορές και μεταφορικά για να χαρακτηρίσει άλλους τόπους που απλώς έχουν αισθητική ζαχοπουλάδικου είτε στη διακόσμηση είτε στην εξυπηρέτηση είτε στη μουσική (βλ. παραδείγματα).

  1. -Σαν σημερα πέθανε ο Α. Παπανδρεου πως και δεν αναφέρθηκε! Α ρε τι θυμηθηκα φανταρος τοτε να μας ξυπναει ο αλλαγης "Πεθανε ο Παπανδρεου!!!!!" "τον πούστη" ο ενας "τον αλητη ο αλλος" "στ' αρχίδια μας" οι περισοτεροι! τελικα πηγα για σκοπια ΑΓΕΑ και ηταν ολοι μεσα Υπουργοι Αργηγοι χεστηκαμε στην χαιρετουρα και στην ορθοστασία (και ας ας εμεναν 60 μερες για το χαρτί). Δεν θυμαμαι τη μερα ηταν αλλα μαλλον ΣΚ ηταν γιατι λέγαμε σημερα πηγε να πεθανει!!! Άσχετο: Αυτο το Tina Bar εδω και 15 χρονια το ακουω ως κωλάδικο και κονσοματζίδικο! ισχυει ή ειναι αστικός μύθος???
    -Τωρα τι σχεση εχει το Tina Bar με τον Ανδρεα Παπανδρεου? Ρε μπας και ειχε παει εκει ο Αντρικος και εμεινε στον τοπο? (Από συμφυρμό σχετικοάσχετων θεμάτων σε μπουρδελοφόρουμ. Ινσέψιο: Να κάνεις μια μπουρδελοσυζήτηση μπουρδέλο).
  2. Η χειρότερη εξυπηρέτηση όλων. Τα παιδιά δουλεύουν σαν σε κονσοματΖιδικο. ΜΗΝ ΠΑΤΑΤΕ (δες).
  3. Αυτός ο ΨΥΧΟΒΓΆΛΤΗΣ σταθμός, που λέτε, είναι πολύ φτωχός. Έχει όλο κι όλο ΕΝΑ σιντι! Και, τι να κάνει, το παίζει ξανα και ξανά, να βγαίνει το μεροκάματο. Έτσι μου ρχεται να πα να τους δωρίσω όλα τα συλλεκτικά σιντί που είχα αγοράσει στα 12, Μπριτνάκι Σπίαρς, Φριστάιλο, Μάμπο νο5 και Limp Bizkit, να ισιώσομε λίγο. [...] Α, ναι, πάντως, ψοφάω να γνωρίσω έναν που να δουλεύει εκεί. Ίσα ίσα για να του πω "Ααα, τα συλλυπητήριά μου για το κονσοματζίδικο που δουλεύεις". Το μόνο που ίσως με παρηγορεί είναι αυτοί που θα δουλεύουν εκεί... και θα έχει παντού ηχεία...και θα δουλεύουν και απλήρωτες υπερωρίες 10ωρα...Ναι, υπάρχουν και χειρότερα. Σκέφτομαι να αρχίσω να στέλνω υβριστικά μηνυματάκια, σε φάση "Συγχαρητήρια για το εμετικό σας πρόγραμμα" ή "Συγχαρητήρια για το κωλάδικο που διατηρείτε". (Ένα κορίτσι που το λέγαν Βάγγο).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του béton armé, του οπλισμένου σκυροδέματος, το οποίο εντάσσεται (μάλλον αδοκίμως προς το παρόν) στο ελληνικό κλιτικό σύστημα ως μπετό, προκύπτει ως αρσενικό ουσιαστικό και το μπετός, ο. Μπορεί να σημάνει το μπετόν γενικά, αλλά κυρίως σημαίνει ό,τι και ο μπετόβλακας, δηλαδή αυτόν που έχει ηλιθιότητα συμπαγή σαν μπετόν, αυτόν που είναι στούρνος, τούβλο.

  1. Ακολουθείς την νύχτα της Ευρώπης. Μην είσαι μπετός. Ξημερώνει Αφρική! (Εδώ).

  2. Αν ο άλλος είναι μπετός, είναι απλά μπετός. (Εδώ).

  3. Για να μην σπαμάρουμε το νημα με βλακειες κοιτα τα pm σου. Γιατι τελικα εισαι μπετος του μπετου. (Εδώ).

Καθώς σημαίνει ό,τι και το μπετόν, μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί και σε μεταφορές. Λ.χ. στο ιδίωμα των μποντιμπιλντεράδων, να σημάνει το μπιλντέρι που έχει πολύ συμπαγές σώμα, ή μία τροφή που δεν έχει καθόλου μα καθόλου σαβούρα ή αλεύρι, ή που δεν έχει καλή διαλυτότητα.

ειδικά η κρεατίνη έχει πολύ καλή διαλυτότητα σε σχέση με κάτι τύπου Gaspari που είναι μπετός. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified