Further tags

Χρησιμοποιείται εν είδει επιρρήματος, για να περιγράψει μια έξτρα πρίμα γκουντ κατάσταση, μια φάση τριφασικιά και ανεβαστικιά, ένα τρελό σκηνικό κλπ.

Συνώνυμα: τζετ, τζιτζί, τζάμι, και γαμώ, καύλα, πένα, τούμπανο, πάουερ, δύναμη, ζάχαρη, μέλι, κομπλέ... και πολλά άλλα, ων ουκ έστιν αριθμός.

Παράγωγο επίθετο: γκαζιάρικος

Πολύ γκαζιάρικο μωρό η Πόπη.

Γιατί γκάζι;

Μα φυσικά διότι έχει μόνο θετικές συνδηλώσεις, σε αντίθεση πάντα με το φρένο:

Έκανα χτες βράδυ κίνηση να τη γαμήσω αλλά μου 'βαλε φρένο.

Το γκάζι ταυτίζεται με την Ενέργεια, τη Δύναμη. Στη φράση μου έχωσε γκάζια, παραδεχόμαστε πως υπομείναμε αγόγγυστα τον υπέρτερο δυναμισμό του νουθετούντος ημάς.

Το γκάζι, όπως και το Αυτοκίνητο, είναι ένα παντοδύναμο σύμβολο του βιομηχανικού πολιτισμού, ίσως και της ίδιας της ιδέας της Προόδου, σύμφυτης με αυτόν. O φίλος μου ο Βίκας με είχε προτείνει παλαιότερα το σχετικό Ο Μύθος της Μηχανής του Lewis Mumford, το οποίο ακόμη δεν αξιώθηκα να διαβάσω :(

Συναφές πανίσχυρο σύμβολο του βιομηχανισμού είναι το ηλεκτρικό ρεύμα, βλ. σχετικά το σαββοπουλικό «σήκω ψυχή μου δώσε ρεύμα». Εξ ου και ο Pierre Bourdieu έχει προτείνει, ενάντια στη φρενίτιδα του τεχνικού πολιτισμού, «να κατεβάσουμε τους διακόπτες».

Αυτά όσον αφορά το γενικόν του πράγματος. Ειδικά όσον αφορά τον Έλληνα, για τον οποίο το αμάξι του είναι το υπέρτατο φετίχ, δεν είναι καθόλου τυχαίο που ταυτίζει την καλοπέραση με το γκάζι. Ο έλληνας είναι ακόμη δέσμιος του μυθικού αφηγήματος της Προόδου, εξακολουθεί εν πολλοίς να θαυμάζει με παιδική σχεδόν αφέλεια τα μεγάλα τεχνικά επιτεύγματα του Πρώτου Κόσμου - ίσως γιατί ο ίδιος ούτε καν με αυτά. Ο έλληνας αντιμετωπίζει το μεταμοντέρνο και τις σχετικές επιφυλάξεις και σκεπτικισμό απέναντι στην Πρόοδο ως εξωτικά φρούτα, από τα οποία θέλει να δοκιμάσει μια σταλιά έτσι για τα νεφρά, αλλά ως εκεί, μην το παραχέσουμε κιόλας: η Άννα Βίσση, το 4Χ4 και το τζακούζι παραμένουν σταθερές αξίες στη ζωή του. Ο έλληνας είναι ακόμη βαθύτατα μοντέρνος (με ό,τι αυτό συνεπάγεται) ήτοι, με σημερινούς όρους, βαθύτατα οπισθοδρομικός.

- Για πε, τι κάνατε τελικά χτες, βγήκατε;
- Πού να στα λέω, μαζεύτηκαν όλοι οι πεθαμένοι, που 'χαμε να τους δούμε από του Αγίου Πούτσου ανήμερα! Κώστας Παγκράτι, Σπυράκλας, Κουνούπι, Πεταλούδας, ο Φίλιππας ο καπετάνιος, πανικός σου λέω, τα πάντα όλα! Αράξαμε Πανόρμου, ήπιαμε τον κώλο μας, κλάσαμε στο γέλιο, γενικώς την περάσαμε γκάζι. Μαλακία σου που δεν ήρθες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως επίρρημα: (α) τέλεια, πολύ καλά. Συνώνυμα: γαμάτα, μπόμπα, σούπερ, τζάμι, τζιτζί, φίνα. (β) (επιτατικό) πολύ, εντελώς. Συνώνυμα: κάργα, φουλ. Χρησιμοποιείται και ως επίθετο (βλέπε γαμάτος).

Συντάσσεται είτε ως κατηγορούμενο, είτε συνηθέστερα με το ουσιαστικό έναρθρο, στον πληθυντικό και σε αιτιατική: (και) γαμώ τους/τις/τα <ουσ. σε πληθ.>. Συγκεκριμένα, η κανονική σύνταξη <επίθ.> + <ουσ.> αποφεύγεται.

  1. (απο συνέντευξη του Evnus, εδώ)
    Την τελευταία φορά που πέρασα και γαμώ ήταν ένα πρωί που είχα πάρει ένα τόξο με βεντούζα και σημάδευα σκατόφατσες [...] στην τηλεόραση.

  2. (από το διαδίκτυο)
    Πρέπει να ομολογήσω ότι ο τύπος είναι και γαμώ τα άτομα. Παρ' όλο που έχασε την πτήση από το Λονδίνο και έφτασε στις 1 μετά τα μεσάνυχτα, βγήκε στην σκηνή [...] και έδωσε και γαμώ τις συναυλίες.

  3. (από το διαδίκτυο)
    Αυτό πρέπει να το πω. Οι Γερμανίδες είναι και γαμώ τις γκόμενες. Σταμάτα να είσαι Στάθης Ψάλτης και να τις σκέφτεσαι με σαντάλι και ξεπλυμένο σορτς. Ντυμένες κανονικά είναι φα-ντα-στι-κές. Και γδυμένες ακόμη περισσότερο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα από τα αρχαιότερα ρήματα της ελληνικής γλώσσας (γαμέω-γαμώ). Αρχικά σήμαινε νυμφεύομαι και δεν ήταν «πρόστυχη» λέξη. Σταδιακά πήρε τη σημερινή σημασία κάνω σεξ. Το ρήμα όμως έχει πολλές σημασίες σήμερα, είτε στην ενεργητική ή στην παθητική του μορφή. Επίσης χρησιμοποείται και ως επίρρημα ή αποτελεί αφορμή για πάμπολλες υβριστικές ή μη εκφράσεις.

Ενεργητικό
1. κάνω σεξ
2. έχω μεγάλη επιτυχία
3. νικώ

Παθητικό
1. κουράζομαι, ταλαιπωριέμαι
2. είμαι απαράδεκτος

Επίρρημα:
γαμάω, γαμώ, είμαι γαμάω, είμαι γαμώ, συνήθως στην απρόσωπη μορφή) τέλεια, καταπληκτικά. Τα δύο τελευταία είναι και επίθετα, ανάλογα με τη χρήση.

Εκφράσεις:
βλ. τα παραδείγματα

Ενεργητικό

  1. -Χαρούμενος ο Τέλης σήμερα...
    -Εμ βέβαια, αφού επιτέλους γάμησε την Κατερίνα μετά από μήνες πολιορκίας!
    Συνώνυμα: πηδάω, κανονίζω, καβαλάω, αυτώνω, απ' αυτώνω, ξεσκίζω (γαμώ με άγριο τρόπο), κουτουπώνω, κά.

  2. - Καλά ε, αυτό το κούρεμα γαμάει! (Συνώνυμα: σκίζει, φυσάει)

  3. - Ποιος νίκησε χθες στο σκραμπλ;
    - Η Αλίκη. Όχι απλώς μας νίκησε, μας γάμησε!
    (Συνώνυμα: σκίζω, ξεσκίζω)

Παθητικό

  1. - Σήμερα γαμήθηκα στη δουλειά και το μόνο που θέλω είναι να πέσω για ύπνο και να ξεραθώ κανα δωδεκάωρο μπας και συνέλθω
  1. - Πάμε για ένα ποτό;
    - Μπααα...
    - Εεεεε πια! Γαμιέσαι ρε μαλάκα, πάλι θα μείνεις σπίτι;
    - Γάμησέ μας τώρα (βλ. παρακάτω), άλλη φορά...

Επίρρημα:

- Το ξενοδοχείο όπου πήγαμε είναι πολύ γαμάω, μαλάκα μου. Είχε καταπληκτική θέα και μέσα στη μπανιέρα είχε υδρομασάζ.
- Και από τιμές;
- Γάμησέ τα! (βλ. παρακάτω)

Εκφράσεις:

  • γάμησέ τα (κι άφησέ τα): άσ' τα να πάνε
  • είμαι γαμώ τα παιδιά: είμαι τέλειος
  • γαμιέται ο Δίας: πάνε όλα χάλια (Χθες γαμήθηκε ο Δίας: έριξε μια νεροποντή και πνιγήκαμε στη λάσπη)
  • γαμάω και δέρνω: είμαι πολύ τέλειος
  • γαμώ το > γαμώτο: κρίμα
  • γαμώ το κέρατό μου, το ξεσταύρι μου, το φελέκι μου, τα πρέκια, τον Δία τον πούστη, τον Χριστό μου, την κοινωνία μου, το σόι μου, κ.λπ.
  • δε γαμιέται: δε βαριέσαι
  • μη γαμήσω...: μην πω καμιά κουβέντα..., μη χέσω, τι λες μωρέ, κλπ
  • γάμησέ μας: άσε μας ήσυχους
  • άει γαμήσου: άει πνίξου, άει χέσου, άει χάσου, κλπ

(από ironick, 10/10/10)

Δες και γαμιέμαι, γαμώ, ο γαμάω, πηδάω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι μια σουηδική βότκα. Αλλά το λέμε και όταν κάποιος είναι ο number one, ο τελειοτερότερος, πολύ καλός ή πολύ κουκλί, γκόμενος ή γκόμενα (εξαρτάται απ' το φύλο).

Και υπάρχει και το επίρρημα αμπζοφακινλούτλυ, που θα πει σίγουρα, οπωσδήποτε, δε σηκώνω αντιρήσεις φίλε! Το 'πε ο Παπακαλιάτης σε μια σειρά και μετά έμεινε.

  1. - Είδες το νέο γκόμενο της Μαρίας*;
    - Ναι.
    - Μιλάμε είχαμε πάει για μπάνιο, και έχει τον άμπζολουτ κώλο!!!!
    - Έχει όμως και ωραία γκριζογαλάζια μάτια.
    - Αλλά κυρίως άμπζολουτ κώλο!!
    - Λολ φιλενάδα.....
  • φανταστικό όνομα.
  1. - Θα έρθεις το βράδυ στο Άνιμαλ**;
    - Αμπζοφακινλούτλυ!!!!!
    - Έτσι μπράβο!

** Η συζήτηση ήταν τον Σεπτέμβριο.

(από Mr. Cadmus, 22/01/12)Αψολούτ φιάλη (από Vrastaman, 22/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην επιρρηματική του μορφή, χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον ακραίο βαθμό, είτε με αρνητική είτε με θετική χροιά. Μάλλον τείνει προς το σλανγκ όταν η χροιά είναι θετική.

  1. Καλά, ψηλάκο, χτες γουστάραμε ελεεινά στη συναυλία. Της πουτάνας έγινε!

  2. Πεινάω ελεεινά ρε πούστη μου, δεν έχω φάει τίποτα απ' το πρωί.

  3. - Και της είπε τέτοιο πράμα στη μάπα ρε συ;;
    - Ναι ρε συ, αφού ο τύπος τον παίζει ελεεινά. Ακραίος τρόμπας.

Δες και τρελός, -ή, -ό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τάχα υπαινιγμός, για να ειπωθεί οτι κάποιος έχει τoν μεγαλύτερo ή μακρύτερο μπούτζο/ πέοντα, ή την μεγαλύτερη -άντε και μακρύτερη-, μαλαπέρδα/ ψωλή.

Εν αρχή ην ο επιστημονικός λόγος:

Γιατί ο άντρας τον έχει μεγαλύτερο από τους συγγενείς του;
α. 'Κράχτης' για τα θηλυκά  β. 'Θερμοστάτης και ψύκτης'
Μάλλον οι άντρες δεν χρειάζεται να ανησυχούν για το μέγεθος του πέους τους, καθώς, όσο μικρό κι αν είναι, είναι από τα μεγαλύτερα στον κόσμο των πρωτευόντων.

Οπως έχει παρατηρηθεί οι γορίλες έχουν μικρό πέος και όρχεις, ενώ οι χιμπατζήδες έχουν μέσο μέγεθος πέους και μεγάλους όρχεις. Σε σύγκριση με τα δύο είδη ο άνθρωπος έχει το μεγαλύτερο όργανο και μέσου μεγέθους όρχεις. Ψάχνοντας το θέμα ο εξελικτικός βιολόγος Darren Curnoe πιθανολογεί ότι ο αντρας το έχει μεγαλύτερο μάλλον για φαίνεται περισσότερο ώστε να "τραβάει" τις γυναίκες. Δηλαδή το όργανό του λειτουργεί σαν "κράχτης"...

Υπάρχει και η περίπτωση όμως το μέγεθος να είναι μεγαλύτερο ώστε να δροσίζεται καλύτερα το κάτω μέρος του σώματος.

-- Κάποτε οι άντρες είχαν αγκαθωτό πέος!

«Το πέος του χιμπαντζή έχει αγκάθια, με σκοπό να τραυματίσει, προσωρινά, το θηλυκό όταν ζευγαρώνουν για να την καθυστερήσει από το ζευγάρωμα με άλλα αρσενικά σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Μια μελέτη του 2011, ανακάλυψε στοιχεία που έδειχναν ότι και ο άνθρωπος, κάποτε, είχε "αγκάθια" στο πέος του, αλλά εξελίχθηκε και έγινε λείο, αφού ακολουθήθηκε μια πιο μονογαμική αναπαραγωγική τακτική από τους προγόνους του.
69magazine

Ο αγαθός ιερεύς πάτερ Ευλάμπιος ενώ επιδεικνύει το αγκαθωτό μόριο του αγαπημένου του γάτη…Ο αγαθός ιερεύς πάτερ Ευλάμπιος ενώ επιδεικνύει το αγκαθωτό μόριο του αγαπημένου του γάτη… από δω


Α.
Τους βγάζουν ή τις βγάζουν λοιπόν έξω και μετρούν κυριολεκτικά και κυνικά συγκρίνοντας μεγέθη και μήκη. Στο ντημπέη αυτό παίζουν όλα τα φύλα και όλα τα θέματα· σεξουαλικά, πολιτικά, αθλητικά.

  1. Αγαπητό cosmo, του είπα οτι τον έχει μεγαλύτερο απ' όλους στη παρέα του και μου είπε "πουτάνες όλες". Ποιες εννοούσε;
  2. οσο και να μου κολλάς δεν θα σου κάτσω μαλάκα έχω γκόμενο την έχει μεγαλύτερη (εδώ)
  3. ποσο μ αρεσει καποια να αναπολει καποιον σε τουιτ κι εμεις απο κατω να κανουμε πουτσοχαμπερα για το ποιος τον εχει μεγαλυτερο
  4. Παλιά στη Εurovision κέρδιζε η καλύτερη φωνή Μετά η καλύτερη εμφάνιση Μετά κέρδιζε όποιος τα πάει καλά μ όλους Τώρα όποια τον έχει μακρύτερο

Ο Βαρουφακης να παει με τον Τζήμερο. Όλη μέρα θα μετράνε ποιος την εχει μεγαλύτερη #ekloges2015_round2 (εδώ)


  1. Ο Πάμπλο Γκαρσία στέλνει μεθυσμένος μηνύματα στους οπαδούς του ΠΑΟΚ και ρωτάει αν ο Μπερμπάτοφ την έχει μεγαλύτερη και τους λέει πουτάνες.(εδώ)
  2. Τι τους έπιασε όλους στα αθλητικά sites και λένε ξαφνικά για τις επιδόσεις και τους επισκέπτες τους; Σε φάση ποιος την έχει μεγαλύτερη;

Β.
Με λογοπαίγνια /γειώσεις/ δηθενιές, ότι και καλά δεν εννοούσαν αυτό που καταλαβαίνει ο πάσα ένας, συγκρίνουν ... κοιλιές, φόρους, πατριωτισμό, κομμουνισμό, νεποτισμό, λαϊκισμό, κ.ά.

  1. -Βγήκαν τα μόρια στις #panellinies2015.
    -Καί;
    -Όπως το φαντάστηκα, ο Τόλης τον έχει μεγαλύτερο.

  2. Βρέθηκαν Τσίπρας με Μεϊμαράκη τυχαία λέει και συνέκριναν ποιος την έχει μεγαλύτερη την κοιλιά. Λογικά μετά τις βγάλαν έξω να τις μετρήσουν.

  3. Αμα ειναι αντρες οι Σαμαρας και Τσιπρας, να βγαλουν τους φορους τους να δουμε ποιος εχει τον μεγαλυτερο
  4. Ε ρε εργολαβίες ο πατριωτισμός! Ποιος τον εχει μεγαλύτερο παιδιά γτ αγωνιούμε... #gidia
  5. άντε πάλι διχασμός...μετά τον πατριωτισμό μας τώρα μετράμε ποιός τον έχει μεγαλύτερο τον εξοργισμό με το μνημόνιο...οι ναι ή οι όχι βαριέμαι
  6. -Τσακώνονται ο Κουτσουμπας με τον Τσιπρα ποιος τον έχει μεγαλύτερο.
    -Τον πουτσο;
    -Τον κομμουνισμο. #vouli
  7. Βγάζουμε τους εγωισμούς μας και μετράμε να δούμε ποιος τον έχει μεγαλύτερο... Τέτοιοι είμαστε..
  8. Έχεις κ τον Κυριάκο να μετράει νεποτισμό. Προφανως για το ποιος τον εχει μεγαλύτερο.. #ti_zoume
  9. Κόντρα ποιος την έχει πιο αντιμνημονιακιά? Πάντως ο Αντωνάκης έχει πει "είμαι ο αρχιτέκτονας του αντιμνημονίου" Μαλακία ε; :-)
  10. Βγάλτον έξω τον λαϊκισμό να δούμε ποιος τον έχει μεγαλύτερο.

Ουάου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης:

  1. Τεμάχιο χασίς, τσίκα, δοντιά.

  2. Όχι μόνο η ωραία γκόμενα (έτερος ορισμός), αλλά γενικά ο ωραίος τύπος, ο ωραίος άνθρωπος, ο Ζαγοραίος, το περιβόλι.

  3. Από την μουσική, το κομμάτι είναι το μέρος που πρέπει να εκτελέσει ένας συγκεκριμένος μουσικός. Οπότε η έκφραση κάνω το κομμάτι μου σημαίνει κάνω αυτό που ξέρω να κάνω καλά και το ευχαριστιέμαι. Συνήθως λέγεται άσ' τον να κάνει το κομμάτι του, δηλαδή δεν πειράζει που μας τα πρήζει με το να κάνει χίλιες φορές τα ίδια (=της ψωλής του τον χαβά), άσε τον να ευχαριστηθεί, τ. ψωλίστ.

  4. Στην εκλαϊκευμένη Ψυχολογία, είναι έκφραση όπως το θεματάκι, και σημαίνει ότι η / ο μάλλον ερασιτέχνις γιαλόμα(ς) κατατέμνει τον ψυχισμό σου αναλυτικώς σε κομμάτια και σου λέει σε πιο κομμάτι τα πας καλά και σε πιο λιγότερο. Πρόκειται για ένα εκλαϊκευτικό αναλυτικό εγχείρημα που θα έκανε έναν σοβαρό ψυχανάλατο να φρίξει, αλλά έχει το πλεονέκτημα ότι δεν σε τρομάζει, καθώς μπορείς να εστιάσεις στα προβλήματά σου ένα ένα. Κυρίως έχει μείνει ως έκφραση λαϊκότροπης χειραγώγησης.

Βλ. επίσης τις εκφράσεις είμαι κομμάτια, πηγαίνω κομμάτια, κόμματος, κομμάτι από τούρτα, κομματιανός.

Πάσα: Χότζας, Μπούμπης.

  1. Ζωρζ Πιλαλί, Το Κομματάκι.

Χωροφύλακες με πιάν'νε
Και μες στο κελί με βάν'νε
Για ένα μαύρο κομματάκι
Δεν αξίζει το μπερντάκι

Θα το πιω και ας πεθάνω
Κι απ' τον κόσμο ας την κάνω
Θα το πιω και ας με πιει
Κι ας με βάλουν φυλακή

Μου την κάτσαν από πίσω
Και στη φυλακή θα σβήσω
Ότι ο κόσμος και να κάνει
Δεν το κόβω το λιβάνι.

  1. Τι κομμάτια έχουν μαζευτεί στο σάη ρε ρε πστ...

  2. - Καλά έχει τιγκάρει το σάη στις προσωπικές εμμονές ο Σλανγκαρχιδόπουλος.
    - Άσε τον να κάνει το κομμάτι του, δεν βλάπτει κανέναν.
    - Ναι, αλλά αποπροσανατολίζει τον αναγνώστη. Μας διαβάζουν και στο εξωτερικό.

  3. Στο κομμάτι επαγγελματικά τα πας καλά, να δούμε τώρα λίγο το κομμάτι σχέσεις.

(από Khan, 27/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατ’ αρχήν η ευρυχωρία και είναι λεξικογραφημένο.

Στην σλανγκική της χρήση σημαίνει άνετα περιθώρια όχι μόνο σε χώρο αλλά και σε χρόνο και σε χρήμα, ακόμα και σε ηθικούς περιορισμούς. Χρησιμοποιείται συνήθως στην έκφραση «άπλα είμαι», έτσι, ως επίρρημα και πριν από το ρήμα. Σε αυτήν την σύνταξη μπορεί χαλαρά να παραφραστεί με την έκφραση «είμαι άνετος». Μόνη της ως λέξη, εκτός από τις προηγούμενες σημασίες, μπορεί να δηλώνει πιο γενικά ευχαρίστηση ή αποδοχή, κάτι σαν το «γουστάρω» ή το «σωστός».

Προς το παρόν το έχω ακούσει μόνο στην Βόρεια Ελλάδα.

  1. - Έλα, για πες τώρα που βρήκα σήμα, πότε φεύγει το αεροπλάνο;
    - ...μπλα μπλα...
    - Τσεκίν μισή ή μία ώρα νωρίτερα;
    - ...μπλα μπλα...
    - Ε εντάξει ρε, άπλα είσαι.... Άπλα σου λέω!... Ναι, ναι... Τελειώνω το game κι έρχομαι να σε πάρω... Βρε θα περιμένεις κι όλας εκεί! Ώχου... Δεν ακούς τη γριά πουτάνα...

  2. - Άντε, ψήσου!
    - Ντάξει ρε παιδιά, να πάμε κωλομπαρότσαρκα αλλά ένα εικοσάρικο έχω στην τσέπη.
    - Άπλα είσαι! Για το χαβαλέ πάμε ρε συ, για ένα ποτάκι σου φτάνουν. Τώρα άμα γκαυλώσεις και θέλεις κόλπα, άλλο εκείνο...

  3. Από εδώ:
    - Ο anelka, συγγνώμη για την έκφραση, είχε ύφος στα αρχίδια μου, εδώ ήρθαμε πάμε να φύγουμε. Ρε παιδιά, γαμάτο blog τώρα το πήρα χαμπάρι, θα με φορτωθείτε τώρα.
    - Scarface εκφράσου ελεύθερα, άπλα είμαστε. Αν έρχεσαι με οπαδικό κασκόλ καλοδεχούμενος!

  4. - Να τα και τα μπυρόνια!
    - Άπλα!

(από patsis, 10/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κανονικώς επίρρημα, που εις την καθομιλουμένην σλανγκικήν προσλαμβάνει χροιάν επιφωνήματος. Το πετάμε συνήθως στο τέλος μιας ορισμένης φράσης του συνομιλητή μας (ή και κάποιου άλλου ξεκάρφωτου, που έτυχε να τον πάρει τ' αυτί μας) ως έκφραση ενθουσιασμού / επιδοκιμασίας. Εξυπακούεται πως ο ενθουσιασμός / επιδοκιμασία μπορεί να ενέχουν λανθάνουσα ειρωνεία, αν και είναι τις πιο πολλές φορές δύσκολο να χαραχθούν με ακρίβεια τα όρια ανάμεσα στην ειρωνική και τη μη ειρωνική χρήση μιας έκφρασης.

Με δυο λόγια, το «εύκολα» μπορεί να αποδοθεί ως «καλή φάση!», τζάμι, «ωραίος ο παίχτης!», ουάου, «τέλεια!», «ψώνιο!» κ.ο.κ. Διατηρώντας εντούτοις και την ανάμνηση της ορίτζιναλ επιρρηματικής σημασίας του, επισημαίνει ειδικότερα την χαλαρότητα / ευκολία / ανετίλα / στιλ / αρχοντιά / μαγκιά με την οποία επραγματώθη το περιεχόμενο της σχολιαζόμενης φράσης.

Εκτός από ανταπόκριση σε φιλόδοξη-ματαιόδοξη φραστική πιρουέτα, το «εύκολα!» σκάει επίσης στο καπάκι μιας παλικαριάς / ταρζανιάς/ ζεϊμπεκιάς. Η λειτουργία του είναι ομοίως επιδοκιμαστική. Η ταρζανιά δεν είναι απαραίτητο να ανήκει σε άλλον, αλλά μπορεί να πιστώνεται στον ίδιο τον σχολιαστή της. Εν τοιαύτη περιπτώσει το «εύκολα!», ως αυτοσχολιασμός, ισοδυναμεί με το «είμαι και πολύ γαμάουα!», «φτου σου αγορίνα μου», «καυλώνω με την πάρτη μου», «είμαι θεός ήλιος καλοκαιρινός» κ.ο.κ.

To «εύκολα» απαντάται συνήθως εις το τετράγωνον, ήτοι «εύκολα, εύκολα!» Η επανάληψη προσδίδει αφενός έμφαση στην εκδήλωση ενθουσιασμού, ενώ αφετέρου πιστοποιεί την σλανγκική χρήση του όρου (ενώ το απλό «εύκολα» φαίνεται πιο τετριμμένο και δημιουργεί στους άσχετους την ψευδαίσθηση εξοικείωσης με τη γλώσσα του δρόμου).

Είναι από κείνες τις λέξεις-πασπαρτού που, χωρίς να σημαίνουν και ιδιαίτερα πράγματα, σου κολλάνε μια ορισμένη περίοδο: τις χρησιμοποιείς κατά κόρον μέχρι που σιχαίνεσαι τη ζωή σου (βλ. συναφές σχολιάκι του Τζίζα στο λήμμα τίμιος). Πιο παλιά ένα τέτοιο πασπαρτού ήταν π.χ. το πώρωση / πωρώνομαι/ υπερπώρωση / πωρωτικός κλπ, ενώ σήμερα παίζει άγρια το αλεφάντειο τα πάντα όλα. Όπως όμως όλα τα πράγματα, έτσι κι οι σλανγκιές ζουν μια δική τους ζωή, με τις εξάρσεις και τις υφέσεις στη χρήση τους. Μια ξεχασμένη έκφραση μπορεί να ξεθαφτεί απ’ το χρονοντούλαπο με ελαφρώς παραλλαγμένη σημασία και να γνωρίσει νέες δόξες. Το σωστό για τις σλανγκιές που παίζουν μέχρι αηδίας για μια περίοδο, δεν είναι να γίνονται totally discarded μετά το πέρας της αρχικής καύλας. Οφείλουμε να τις ενσωματώνουμε φυσιολογικά στον καθημερινό street λόγο μας, χρησιμοποιώντας τις λελογισμένα, εκεί που πραγματικά κολλάνε και χωρίς υπερβολές.

  1. - Φίλε, θυμάσαι την ξανθιά που σου 'πα πως γνώρισα στον Πετρέλη; Της έστειλα και κανονιστήκαμε για σήμερα το βράδυ! Θα φέρει και μια φίλη της λέει!
    - Εύκολα, εύκολα!

  2. (μόλις έχει σκάσει ο φοσμπά)
    - Έλα να γυρνάει!
    - Ρε θηρίο που το κονόμησες το σταφ; - Καλό ε;
    - Μόνο καλό; Αγγελούδι σε λέω…!
    - Εύκολα, εύκολα... (καμαρώνει ο provider)

  3. (στο gym, μετά από επιτυχημένη προσπάθεια στα 140 kg πάγκο)
    - ΕΥΚΟΛΑ, ΕΥΚΟΛΑ! (o επιτυχών με στεντόρεια φωνή, μην τυχόν μείνει κανείς που δεν άκουσε)

Βεβαιωτικά επιρρήματα και φράσεις: αβλεπί, αεράτα, άκοπα, ανοιχτά, για πλάκα, γκαραντί, εύκολα, κανονικά, σβηστά, στάνταρ, χαλαρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified