Το χρώμα του τσιμέντου. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις τσιμεντουπόλεις που έχουν γίνει τα ελληνικά άστεα. Σαν να μην έφτανε αυτό το τσιμεντί χρώμα έχει γίνει και καλλιτεχνική άποψη, καθώς πολλοί είτε λόγω κωλοτρυπίδας, είτε την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενοι, βάφουν κιόλας ορισμένα κτίρια σε χρώμα τσιμεντί. Επίσης, μπορεί να περιγράψει καταστάσεις μελαγχολίας, όταν γυρνάς από τη φύση, το καλοκαίρι κτλ και ξανακλείνεσαι μέσα σε μια τσιμεντούπολη ή σε ένα τσιμεντένιο ψυχικό τοπίο κ.ά.

Τα Τσιμέντα

  1. Να πει πως το δικό του χώμα είναι λασπερό και ανοργάνωτο; Να παριστάνει κι αυτός ότι το χώμα ετούτο θέλει μεταρρύθμιση; Να γυρέψει να το κάνει πιο «τσιμεντί»; Να παραπονεθεί για τα παπούτσια του που βρωμίστηκαν; Μα άλλο είναι το βαρύ ερώτημα: πως να μιλήσεις για το χώμα σ΄αυτούς που κόπτονται για την απουσία της ασφάλτου; Έτσι σιωπάς. Γι΄ αυτό σιωπάς. (Από το Φέισμπουκ)
  2. Έτσι πήραμε πάλι τους δρόμους σ' αυτόν τον τσιμεντί πλανήτη που ακόμα δεν κατάλαβα γιατί εποικίστηκε. (Εδώ).
  3. Σαν εσωτερικό στρατοπέδου, ένα πράγμα. Αλλά εδώ βάφουν τα σχολεία με κάτι γκριζοπράσινα τσιμεντί χρώματα, λες και είναι κτήρια τιμωρίας. (Εδώ).
  4. Το τέλος πλησίασε, κάθε κατεργάρης στον πάγκο του και επιστροφή στο γκρι τσιµεντί. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η χρονική περίοδος στην ζωή ενός ανθρώπου με ιδιαίτερη, χαρακτηριστική φαινομενολογία στον τρόπο έκφρασης και τις επιλογές του.

Καθώς ο όρος περικλείει την έννοια της αναπόφευκτης παροδικότητας (αφού η περίοδος, εξ ορισμού, κάποτε θα ολοκληρωθεί), λέγεται κυρίως από τους τρίτους, τους αντικειμενικούς παρατηρητές. Ο ίδιος ο άνθρωπος που τη βιώνει, δύσκολα θα αρθεί στο αυτογνωστικό ύψος που απαιτείται για να παραδεχθεί ότι περνά μια φάση. Αντιθέτως, μπορεί να έχει την βέβαιη πεποίθηση ότι πρόκειται για μια ριζική και μόνιμη αλλαγή στον τρόπο που αντιλαμβάνεται πλέον τον κόσμο και προτίθεται να τον διαχειριστεί. Μόνο αργότερα, όταν θα έχει βγει από αυτήν, θα μπορέσει να της δώσει την αναλυόμενη ή οποιαδήποτε άλλη ετικέτα.

Από την προαναφερθείσα έννοια της φάσης αλλά και του μοντ, η μπλε περίοδος διαφέρει πρώτιστα στην χρονική διάρκεια, η οποία εδώ είναι οπωσδήποτε μεγαλύτερη. Εκτός αυτού, όμως, αφορά εκτροπές της ψυχολογίας, της κοσμοθεώρησης και, τελικά, της συμπεριφοράς μας που επισυμβαίνουν ύστερα από την βίαιη παρέμβαση συνταρακτικών και επίπονων γεγονότων: ενός χωρισμού, μιας επαγγελματικής κλπ απογοήτευσης, ενός θανάτου δικού μας ανθρώπου.

Η έκφραση, βέβαια, στην καθημερινή χρήση της, φέρει πάντα ένα χαμόγελο, έστω ειρωνικό, έστω αμφίσημο: αισιόδοξο ή απαισιόδοξο.

Προέρχεται, προφανέστατα, από την μπλε περίοδο του Πάμπλο Πικάσσο: Ευρέως αναγνωρίσιμη, εύκολα διακριτή από άλλα έργα του ιδίου, με αρχή και τέλος και την δική της αύρα, οπωσδήποτε ψυχρή, ενίοτε ζοφερή και απέλπιδα (για αρχή βλ. εδώ).

Πρόκειται για έκφραση της λεγόμενης ποπ κουλτούρας. Σίγουρα της λείπει η βρωμιά και η ανατρεπτικότητα ενώ, ταυτόχρονα, απαιτεί την προΰπαρξη, στον χρήστη και στον αποδέκτη, ελάχιστων εγκυκλοπαιδικών ερεθισμάτων περί της σύγχρονης τέχνης, ώστε να γίνει κατανοητή. Όταν όμως αυτό συμβεί, περνά το νόημά της αρκετά αποτελεσματικά.

Αατα.

  1. - Μ’ έχει σκίσει κολλητέ, από τη στιγμή που βρήκε εκείνο το σουτιέν στο αμάξι, με χορεύει στο ταψί. Τέλειωσε, το πάνω χέρι το ‘χασα οριστικά. Απορώ γιατί δεν με χωρίζει στην τελική.
    - Για να σε δει να υποφέρεις ρε φίλε. Και για να προλάβει να σε κερατώσει κι αυτή.
    - Χθες ξαφνικά, εκεί που έκοβε ψωμί, σταμάτησε κι άρχισε να χαζεύει τη λάμα του μαχαιριού. Τα χρειάστηκα.
    - Τι της είπες;
    - Τίποτα. Αυτή μου είπε: «Η σχέση μας, μωρό, έχει μπει στην μπλε περίοδό της».
    - Και; Καλό είναι αυτό;
    - Πάλι καλά φίλε. Πάλι καλά που δεν έπιασε Βαν Γκογκ, εκεί κοβόντουσαν και αυτιά…

  2. - Πού είσαι ρε καρντασάκι! Τι κάνεις γαμώ το φελέκι μου, χρόνια και ζαμάνια!
    - Αρραβωνιάστηκα φίλε, γάμος τον Δεκέμβριο, κανόνισε!
    - Εσύ ρε; Που μού 'λεγες «όλες πουτάνες είναι» και τέτοια;
    - Νταξ μωρέ, ήταν η μπλε περίοδός μου τότε, είχα φάει την πίκρα από τον μεγάλο έρωτα της ζωής μου, σκατά στα μούτρα μου…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified