Εννοείται «έρχομαι σε οργασμό». Αγγλισμός που χρησιμοποιείται σποραδικά (pun intended) από θήλεα νέας κοπής κατά τα «I am coming», «I am cumming», κ.ο.κ.
- Έρχομαι Μήτσο μ', έρχομαι!
- Έλα, λοιπόν, μωρή άρρωστη!
Εννοείται «έρχομαι σε οργασμό». Αγγλισμός που χρησιμοποιείται σποραδικά (pun intended) από θήλεα νέας κοπής κατά τα «I am coming», «I am cumming», κ.ο.κ.
- Έρχομαι Μήτσο μ', έρχομαι!
- Έλα, λοιπόν, μωρή άρρωστη!
Δες και χύνω.
Got a better definition? Add it!
To «vivere pericolosamente», δηλαδή το «ζην επικινδύνως» στα ιταλικά, μεταφέρεται έτσι στην ελληνική σλανγκική, για να δηλώσει μια ζωή που πρυτανεύει ο κώλος ως πεδίο αναζήτησης της ηδονής, ή όπου υπάρχει έντονος κίνδυνος να ξεκωλωθούμε.
- Ο Σάκης έχει γυρίσει όλην την Ευρώπη κάνοντας οτοστόπ σε νταλίκες. Μπράβο του! Του αρέσει το vivere pericolosamente!
- To vivere periκωλοsamente θέλεις να πεις! Για τους νταλικέρηδες το κάνει το ωτοστόπ βρεεε! Ξύπνα!
Got a better definition? Add it!
Αγγλική/Αμερικάνικη έκφραση, αλλά την έχω ακούσει σε κάμποσες παρέες στην Ελλάδα και σε ελληνικές ταινίες και στην τηλεόραση.
Είναι ο φίλος/η με τον/ην οποίο/α κάνεις και σεξ, αλλά χωρίς πολλά συναισθήματα ερωτικού τύπου και χωρίς δέσμευση. Δηλαδή, και σεξ, και φίλοι, αλλά όχι σχέση.
Συμβαίνει σε περιπτώσεις που ο άλλος σε καλύπτει και σεξουαλικά για ένα σεξάκι, και φιλικά για να πάτε για ένα καφέ να συζητήσετε για σινεμά/πολιτική/αθλητικά/μόδα, αλλά όχι για συναίσθημα, ή για τα παραπέρα.
Σε κάποια ελληνική ταινία, δεν μπορώ να θυμηθώ ποια, η κόρη προσπαθεί να εξηγήσει στην ηλικιωμένη μαμά της το είδος σχέσης που έχουν δύο φίλοι της.
-Πώς να στο πω ρε μαμά; Είναι fuck-buddies! Συναντιούνται πού και πού για σεξ και no hard feelings!
Έρωτες χωρίς δεσμεύσεις: ανάβω κεράκι, γαμιολάκι, ελευθερογαμία, ελευθεροσχεσίτες, ένα στα γρήγορα, ερωφίλη, καβάτζα, καβατζογκόμενα, καφέ και πίπα, κοινόχρηστη γκόμενα, ξεπέτα, πηδύλλιο, πισωκολλητός και πισωκολλητή, πουτσοδότης, σαλματζής, σεξάκι (ως και σεξάκοι), σέρβις, φιλικό (τα καλύτερα γκολ μπαίνουν στα φιλικά), φίλοι με προνόμια, fuck buddy, one night.
Got a better definition? Add it!
Μια καθ' ημάς ερμηνεία περί του τι σημαίνει το περίφημο σημείο G, περί του οποίου τόσο μελάνι (και όχι μόνο) έχει χυθεί από αρμόδιους επιστήμονες και ασκητικούς τύπους.
Κάθε γυναίκα, λένε, έχει το δικό της σημείο G(αύλας), και άμα το βρεις την έχεις κάνει λόλα! Κάθε άνδρας επίσης! Πιστεύουμε. Διαφορετικό ο καθένας.
Γι' άλλον το σημείο της G(αύλας) του είναι οι πιπινέζες, γι' άλλον τα Μανάρα, μόνο για το Λίλιαν υπάρχει ομογνωμία ότι είναι το σημείο G των απανταχού Σλάνγκων Δράκων!
Γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε; Η Λίλιαν είναι το σημείο G μου!
Βλ. και γ-καύλα, καύλα η γυναικεία
Got a better definition? Add it!
Νέο είδος πούτανου, που ψαρεύει πελατεία σχεδόν αποκλειστικά μέσω διαδιχτυών.
Μια κύρια μορφή του είναι τα City-Tours ή «τουρίστριες».
Θέλει προσοχή, γιατί όπως και με τους e-πούτσους απ' την άλλη πλευρά, πέφτει πολύ φωτοψώνισμα και τα διαδικτυακώς φαινόμενα απατούν. Μπορεί να πας για e-πούτσισμα και να κάνεις όντως e-πούτσισμα, αλλά με την άλλη, την αρνητική έννοια. Όπως το λέει κι ο λαός μας «να πας για ανωμαλί****, και να βγεις αγγουρεμένος». Γενικά είναι ή του ύψους ή του βάθους. Τις προτιμούν και e-λληναράδες...
-Ρε συ αυτός ο e-πούτανος εδώ είναι φτυστή η Sylvia Saint!
-Δεν είναι φτυστή η Sylvia Saint, είναι η Sylvia Saint, που μας την παρουσιάζει το πρακτορείο ως Τζέσικα! Πάνε να μας πιάσουνε Κώτσους! Μακριά!
Got a better definition? Add it!
Τεχνικός όρος των στριπτητζόφιλων για την στρηπτιτζού/λικνιτζού, που δεν σερβίρει φραπέ μεταξύ των υπηρεσιών της, και για τον λόγο αυτό καθίσταται persona non grata (ανεπιθύμητο πρόσωπο).
Συνώνυμα: ντεκαφεϊνέ, ντικάφ, decaf/ ντεφραπεϊνέ, ντιφραπ, defrap
Αντώνυμα: φραπεδιάρα.
Trivia: Ένα ευαγές ίδρυμα έχει στο μενού του τόσα διαφορετικά είδη φραπέ, όσες και οι φραπεδιάρες στρηπτιτζούδες. Γιατί, κατά βάθος, κάθε φραπέ είναι διαφορετικό, έχει διαφορετικές αναλογίες, ρυθμό, βγάζει διαφορετικό αίσθημα, μπορεί να έχει διαφορετική έκβαση, κατάληξη, απρόοπτα...
Οι ονομασίες των φραπέ σχηματίζονται από το όνομα της στρηπτιτζούς συν την κατάληξη -τσίνο. Έτσι υπάρχουν λ.χ. τα:
Τζεσικοτσίνο, Μαρινοτσίνο, Λιλιαντσίνο, Λαουροτσίνο, Κατριντσίνο, Εμανουελλτσίνο, Σαντροτσίνο κ.ο.κ.
-Η Τζέσικα κάνει φραπεδούμπα;
-Όχι ρε! Είναι η persona non frappa του ευαγούς ιδρύματος, ακόμη να το μάθεις;
Got a better definition? Add it!
Μια εξαιρετικά φορτισμένη σλανγκικώς έκφραση. Οι παραδοσιακές της σημασίες είναι: 1. Παίρνω το κεφάλι κάποιου με τα λόγια, την φλυαρία μου, του γίνομαι ανυπόφορος. 2. Αποκεφαλίζω. 3. Διώχνω κάποιον από την θέση που κατέχει. 4. Αποκτώ προβάδισμα με «βραχεία κεφαλή», όπως λέμε, ή «παίρνω το πάνω χέρι».
Θα επιμείνω όμως σε μια νεοφανή πέμπτη σημασία που έχει και το κυρίως σλανγκικό ενδιαφέρον:
Μένιος: Άσε ρε Γιώργο, τι έχω πάθει!
Γιώργος: Τι είναι; Πες μου τα σώβρακά σου!
Μ.: Το μουνί της Λάουρας! Είναι ξινό!
Γ.: Έλα ρε συ! Σε ξινομούνα έπεσες; Και δεν της φαινόταν!
Μ.: Αλλά τι να κάνω που είναι φοβερή τσιμπουκλόβια! Η καλύτερη στα πέριξ!
Γ.: Τόσο το καλύτερο! Πού είναι το πρόβλημα;
Μ.: Μου έχει γυρίσει τσιμπούμεραγκ! Γιατί απαιτεί απόλυτη αμοιβαιότητα σ' αυτά τα θέματα. «Παίρνεις κεφάλι, δίνεις κεφάλι», είναι το θέσφατό της. Τό 'πε λέει κι η Carrie στο Sex & the City!
Γ. Ρε την καριόλα, τι μας έκανε! Απ' όταν βγήκε αυτή η σειρά δεν μπορεί η κεφαλή του σπιτιού να πάρει κεφάλι!
Μ. Τι σου φταίει η καριόλα; Ας είχα εγώ την Λίλιαν και να δεις για πότε θα ανταπέδιδα!
Got a better definition? Add it!
Συνώνυμο των: γκομενάρα, θεά, μουνάρα.
Βγαίνει από το γαλλικό «τρε ζολί» με προσθήκη του ελληνικού όρου για το αιδοίο.
(Δεν το κατατάσσω στα πρόστυχα γιατί ως γνωστών δεν υπάρχουν τέτοιες λέξεις αλλά πρόστυχα είναι μόνο τα μυαλά των ανθρώπων, επίσης ούτε σεξιστικό θα το χαρακτήριζα για τον ίδιο λόγο).
-Είδες το Ελενάκι πως έφτιαξε...;
-Ναι ρε μαλάκα, τρε μουνί!
Got a better definition? Add it!
Ως γνωστόν, το λήμμα οφσάιντ παραπέμπει σε ποδοσφαιρικό όρο όπου ο παίχτης πιάνεται να είναι σε αντικανονική θέση, πίσω από τον επιτρεπόμενο χώρο παιχνιδιού. Ο όρος αυτός βρίσκει γενικευμένη χρήση και σε άλλα θέματα άσχετα του χώρου, ένα εκ των οποίων είναι και σε αγώνες στο γήπεδο. Χρησιμοποιείται όταν τσακώνεται ο παίχτης που πάει να μπει αντικανονικά σε απαγορευμένα εδάφη. Όταν δηλαδή προσπαθεί να κάνει αγώνα εντός έδρας αφού του έχει ήδη απαγορευτεί. Οι συνέπειες του να πιαστείς οφσάιντ συνήθως δεν είναι σοβαρές γιατί μπορείς κάλλιστα να μπαλώσεις το συμβάν λέγοντας ότι έγινε κατά λάθος. Συνεχείς παραβιάσεις όμως μπορεί να οδηγήσουν σε οριστική ματαίωση του αγώνα χωρίς επανάληψη, που σε στέλνουν για προπόνηση με τη μανουέλα μέχρι να βρεθεί καινούρια ομάδα.
- Ρε Μάκη, προσπάθησα να κάνω αγώνα εντός έδρας με τη Λίλιαν χθες, αλλά πιάστηκα οφσάιντ...
- Ο Βάγγουρας; Ρε αυτός προσπαθεί να κάνει αγώνα εντός έδρας εδώ και καιρό τώρα αλλά πιάνεται συνέχεια οφσάιντ. Μεγάλη γκαντεμιά... Γεννημένος οφσάιντ ο κακομοίρης...
- Τι λες ρε... Σοβαρά;
- Χειρότερος και από τον Ιντζάγκι σου λέω ρε...

Got a better definition? Add it!
Jefferson! Είναι ο τύπος με το αυτάρεσκο αστραφτερό χαμόγελο και το ωραίο σώμα, που (θεωρεί ότι) καμία γυναίκα δεν θα μπορούσε να του αντισταθεί, ακόμα και αν τον έβλεπε να της φέρνει παραγγελία πίτσα στο σπίτι.
Η προέλευση του λήμματος Jefferson, και για τους μυημένους στο Παντρεμένοι με Παιδιά είναι από τον άντρα της Μάρσυ, ο οποίος είναι η πλέον τυπική no-name φάτσα αμερικάνικης τσόντας της δεκαετίας του 80.
- Καλά ρε συ, τι είναι αυτός ο Jefferson που κουβάλησε η Εύη, για να σε κάνει να ζηλέψεις;;;
Got a better definition? Add it!