Further tags

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες πουρκουάδων:

Α. Οι ενδοτικοί, οι ραγιάδες

Όταν εμείς οι Έλληνες γειώσαμε τον Γκράτσι με το άπταιστο γαλλικό «Alors, c'est la guerre!», οι Γάλλοι ξεχύθηκαν στα καφέ του Καρτιέ Λατέν προβάλλοντας το υπαρξιακό ερώτημα “Pour qui et pourquoi;” («Για ποιον και γιατί;»)

Στις παραμονές του Β’ Π.Π., γάλλοι πουρκουάδες απ όλο το πολιτικό φάσμα έτειναν αντιηρωικά τον πρωκτό τους: από την φασίζουσα λαϊκή δεξιά του (μετέπειτα κατοχικού υπουργού) Marcel Déat που έγραψε το διθυραμβικά «Mourir pour Dantzig;» («Να Πεθάνουμε για το Γκντανσκ;»), τους φιλειρηνιστές αφισοκολλητές του Λαϊκού Μετώπου που με «ριζοσπαστική ηττοπάθεια» γέμισαν το τόπο με το σύνθημα “Pourquoi;” («Γιατί να πολεμήσουμε;») μέχρι και το ΚΚΓ που το τερμάτισε, αποκαλώντας την εμπλοκή της Γαλλίας στο Β’ Π.Π. «ιμπεριαλιστική» και κάλεσε τους στρατιώτες να λιποτακτήσουν (κατά τςι επιταγές του Γερμανοσοβιετικού Συμφώνου μη Επίθεσης).

Στα πλαίσια αυτά, δεν είναι διόλου τυχαία η άκαπνη προσάρτηση μεγάλου τμήματος της Γαλλίας στο Τρίτο Ράιχ και η με συνοπτικές διαδικασίες μετατροπή του υπόλοιπου σε κράτος-δορυφόρο (Βισύ).

Πρόκειται λοιπόν για σλανγκιά του Β' Παγκόσμιου, που μεταπολεμικά χρησιμοποιείται ειρωνικά για κάθε λογής ραγιά και ενδοτικό. Τα τελευταία χρόνια, ο όρος χρησιμοποιείται επίσης από τον αντιμνημονιακό τύπο εις βάρος των σφάξε-με-αγά-μου-να-αγιάσω τσολάκογλου.

Για περισσότερα, βλ. γαμάτη αναλυσούλα εδώ.

Β. Οι βατραχοφάγοι γαλλαίοι

Το λήμμαν αυτονομήθηκε από τα ιστορικά του πλαίσια, και πουρκουάδες αποκαλούνται, με ψιλορατσιστική διάθεση, οι Γάλλοι. Ειδικά στην μπάλα.

Δημοσιεύεται παραμονή της 28ης Οκτωβρίου. Πάσα από το δουπού: ΜΧΣ.

Α. Οι ενδοτικοί, οι ραγιάδες

1.
Αν θεωρείται περισσότερο Ευρωπαίος και λιγότερο ανατολίτης από τον Έλληνα ο Γάλλος πουρκουάς, pourqoi et pour qui να πολεμήσω δηλαδή που στον πρώτο παγκόσμιο, άστο τότε... είμαι ανατολιτης...

2.
Έλληνες προδότες, συνεργάστηκαν με τις κατοχικές δυνάμεις και άνοιξαν την κερκόπορτα για τη νέα κατοχή. Ψάξτε τους συνεργάτες των Εισβολέων στα κόμματα του μνημονίου και τους μυστηριώδεις συμβούλους και τα δικηγορικά τους γραφεία! Βόμβες από τον Αλέξη Τσίπρα, που μετά το εσωτερικό ξεκαθάρισμα από τους πουρκουάδες και τους επίορκους δείχνει ένα πρόσωπο εφάμιλλο με το προσωπικό ιδεολογικό του υπόβαθρο.

3.
Οι πουρκουάδες πλήθυναν τελευταία όταν εκδηλώθηκε η γενικευμένη επίθεση ενάντια στον κόσμο της εργασίας. Αυτός ο ενδοτισμός που καλλιεργείται από τα ΜΜΕ και την ΠΑΣΚ στα συνδικάτα οδηγεί σε μια γενική παράλυση τους εργαζομένους και ανοίγει τον δρόμο για να περάσει ο αντιδραστικός οδοστρωτήρας. Σε κάθε φάση του ταξικού αγώνα το ενδοτικό ρεύμα, οι πράκτορες της αστικής τάξης στο εργατικό κίνημα, αποτελούσαν τον παραλυτικό ιό ώστε να σταματήσει η γενικευμένη αγανάκτηση, να μπούμε όλοι στο ιδεολογικό και πολιτικό σύστημα «ας πληρώσουμε την κρίση».

Β. Οι βατραχοφάγοι γαλλαίοι

4.
Οι πουρκουάδες επικρατούν με 4-1 γιατί ο Καστίγιο είχε ξενυχτήσει στο Πασαλιμάνι το προηγούμενο βράδυ και δεν έπαιξε καλά, και κάποιος Lucien Laurent χρίζεται ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία του θεσμού.

5.
Βρίζεις τους Φρίτσηδες και τους Πουρκουάδες που μας λένε τεμπέληδες αλλά παράλληλα ‘μάχεσαι’ για ‘καμία αξιολόγηση, καμία μετακίνηση ,καμία απόλυση’. Παρατηρείς μια αντίθεση έτσι δεν είναι;

6.
Ο πολιτισμένος Ευρωπαϊκός Νότος εκπροσωπείται μόνο από την τίμια πλην χρεοκωπημένη Ελλαδίτσα και εν μέρει από τους βατραχοφάγους πουρκουάδες, που είναι η συμπαθέστερη από τις «ηπειρωτικές» χώρες, ίσως επειδή έχει το ένα της πόδι στο νότο και το άλλο στον βορρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σε-πραγματικό-χρόνο γραπτή ή οπτικοακουστική κουβεντούλα που άλλαξε εκ βάθρων τον τρόπο που μιλάει, κοινωνεί και ζευγαρώνει ο νεοελληνέζος σλάνγκος. Ας πανηγυρήσουμε την μετατόπιση παραδείγματος που πυροδότησε το τσατ στο σύγχρονο σλανγκάζ και στην ζωή μας με μια σύντομη υστερική αναδρομή:

A. Από τα χρόνια του Πυρός μέχρι τα μέσα του XIXου Αιώνα

Όταν οι βάρβαροι βαυαροί επιδίδονταν σε αυτοκοπροφαγίες, εμείς οι Έλληνες τσατάταμε με πυρσούς. Η ιστορία καταγράφει πλείστους αρχαίους τσαταδόρους: βλ. πιχί το e-καυλάντισμα της Μήδειας με τους Αργοναύτες και το ομηρικό τηλετσάτ του Αγαμέμνωνα με τις ναυτικές δυνάμεις έξω από την Τροία.

Στην τότε σλανγκ το τσατάρω λεγόταν «φρυκτωρεύω», τα δε λάϊκ «φίλιος φρύκτος». ΠΑραλλαγές της πρώιμης αυτής πλατφόρμας τσατ διήρκεσε μέχρι τα μέσα του δεκάτου ενάτου αιώνα (!!!). Περισσότερα εδώ.

Β. Από την Αυγή του Ηλεκτρισμού μέχρι και τα 80αζ

Πρόκειται για την περίοδο του ενσύρματου τσατ μέσω κοινού τηλεφώνου και (σε περιορισμένη κλίμακα) του ασύρματου τσατ μέσω σιμπί άκα μοτορόλας. Κάπου στα ογδόνταζ, οι πρώιμοι τηλεγαμιάδες με βαθιές τσέπες ανακάλυψαν το πληρωμένο τηλετσάτ.

Οι επαγγελματίες τσαταδόροι στηρίχτηκαν στον τηλέτυπο (τέλεξ) και στην ραδιοφωνική εκπομπή κωδικών τύπου Μορς. Πέον να σημειωθεί ότι οι τηλετυπάνθρωποι ανέπτυξαν μια απίθανη ζαργκόν, που σύμφωνα με την Ironick τα sms και τα ιντερετικά δεν πιάνουν μία μπροστά τους.

Γ. Από τα πρώιμα 90αζ μέχρι τα σιλικονάτα τέλη των 90αζ

Το ιντερνέτι μπήκε στα σπίτια μας με το ηχηρό σσσκρτσοσσσς! των μόντεμ κάπου στα μέσα των 90αζ. Κι εμείς μπήκαμε σε αυτό με τον ζήλο του νεοφώτιστου σεξομανούς. Όσοι δεν έκαναν αριστερό ποντίκωμα αναζητώντας «amazing tits» στο www.lycos.com μπούκαραν σωρηδόν στα δίαφορα κουβεντοδωμάτια του IRC με πρώτο το #hellas.

Για πρώτη φορά οι τσαταδόροι επιδοθήκαν σε e-καμάκι, ανακάλυψαν την κρυφή γοητεία του τρολάρειν, του σπαμαρειν και του χάιτζακ. Σημειώθηκαν οι πρώτες φλογομαχίες και έπεσαν τα πρώτα αλληλοσφαλιαρίσματα με πέστροφες. Υπερφίαλοι ρουμάρχες γνώρισαν την ηδονjή του να κίκαρουν και να μπάναρουν και αυνανίστηκαν πρωκτικά με την δύναμη που τους δίνει η ηλεκτρονική τους εξουσία. Το ΜIRC πρόσφερε δυνατότητα πριβέ τσατ, κι έτσι γεννήθηκε το σάιμπερ. Για πρώτη φορά στη ζωή τους σπυριάρηδες λούζερ έκαναν διθυραμβικό πέφτινγκ σε e-πούτανους, καταλήγοντας συνήθως να κυβερνογαμάνε κάποιον δασύτριχο γκίκουλα e-Παναή.

Γρήγορα ξεφύτρωσαν τσατορούμια για κάθε γούστο: αθλητικά, πολιτικά, παραφιλικά, οπατζίδικα. Μοιραίο επακόλουθο και οι πρώτες συνάντες αγνώστων με κάποια κοινά ενδιαφέροντα που συχνά απετέλεσαν ντεκαβλέ φεϊλούρες καθώς τα εξιδανικευμένα στις φαντασιώσεις του γκίκουλα τσαταλάκια οφλάιν έμοιαζαν σαν εμένα κι εσένα. Έκατσαν πάντως ουκ ολίγα πηδύλλια, ενώ μερικές τότε σχέσεις και φιλίες φτούρησαν, μετεξελισσόμενες σήμερα σε φιλίες τριαντάρηδων-πλας στο φέισμπουκ.

Η επιρροή του τσατ στη σλανγκ υπήρξε βαθύτατη:

Δ. Από την Γέννηση του Κουνητού μέχρι την Ανατολή του Εξυπνοφώνου

Κάπου στα τέλη των 90αζ, τα νέα προγράμματα των Panafon και Telestet μας επέτρεψαν να εσεμεσιαζόμαστε και να μηνυματιζόμαστε με τις κινητούμπες μας μέσω χεσεμές. Για πρώτη φορά έβερ άνθρωπες θεάθηκαν να περιπλανώνται στους δρόμους πληκτρολογώντας αποχαυνωμένοι δίκην ζόμπι.

Την ίδια περίοδο οι παλαιότερες πλατφόρμες ιντερνετικού τσατ (MIRC, ICQ, κ.ταλ.) έδωσαν τόσο στα νιάτα με την εμφάνιση του μουσουνού κι άλλων προγραμμάτων ανταλλαγής άμεσων μηνυμάτων.

E. Από το Εξυπνόφωνο και Παπαραπέρα!

Η διάδοση φορητών συσκευών με συνδεσιμότητα γουίφι (τάμπλετς κλπ) και η επικράτηση του εξυπνοφώνου κατέστησαν το τσατ περισσότερο οπτικοακουστικό από ποτέ. Η σκαϊπιά και τα βιντεοτσάτρουμ επιτρέπουν πλέον στους τσαταδόρους να e-πουτσίζουν και να τσαταυνίζονται όπως αρμόζει σε αυνάνες του εικοστού πρώτου αιώνα.

Πέον να σημειωθεί ότι το φατσομπούκι κι άλλα νεόκοπα κοινωνικά δίκτυα (τ. Ιστανγκράμι, Τσίου, Vine, κ.ά.) μπρεί να μην θεωρούνται τσατ per se, λειτουργούν ωστόσο συνεργιστικά με το τσατ χωρίς να το απειλούν. Στην πράξη επιτρέπουν στους σύγχρονους λαϊκιστές, φρίκουλες, φεϊσμπουκλούδες και τοιούτους να κάνουν (και να ξεκάνουν) φίλους, να γιολάρουν κατά βούληση και να e-καβλαντίζουν με όλη την υφήλιο...

Ζεν έσει παγαδείγματα αράπη μου.

(από Khan, 21/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του αγγλικού «cheat»: εξαπατώ, απατώ, παραβαίνω τους κανόνες παιχνιδιού, απατεώνας.

Ανάλογα με την περίσταση λοιπόν, μπορεί να σημαίνει:

  • Πως κάτι (ή κάποιος) τα σπάει, είναι σούπερ γουάου!!, γαμάτο, και γαμώ, άπαιχτο, αμαρτία σκέτη.

  • Το κλου μιας ιστορίας, το χάιλαϊτ ενός θεάματος.

  • (Στο σύμπαν των γκέιμερ) Το σπαστήρι, το κρακ, το προγραμματάκι που χρησιμοποιεί κάποιος για να πάρει λέβελ ή να νικήσει τους αντίπαλους ιντερνετικούς συμπαίχτες ξεγελώντας το παιχνίδι με το να αποκτήσει κάποιο πλεονέκτημα που θα κάνει τη διαφορά (περισσότερα εφόδια, όπλα, ζωές κλπ). Συντάσσεται συχνά με τα «κάνω», «μπαίνει», «βάζω».
    Σ’ αυτό το σύμπαν, χρησιμοποιείται και σαν πρώτο συνθετικό σε σχεδόν οτιδήποτε μπορεί να εκτελέσει την απατεωνιά.

  • Σε διαλέκτους (π.χ. Ποντιακά, Πλωμαριανά), χρησιμοποιείται με την ίδια ακριβώς έννοια με το καταγεγραμμένο «τσίτι»: το βαμβακερό ύφασμα με τυπωμένα εμπριμέ σχέδια (αυτό εκ του τούρκικου «çit» με περσική καταγωγή) σαν μέρος συνήθως της γυναικείας φορεσιάς.

  • Τα τσιτ-μιλ / τσιτ-μηλ (εκ του αγγλικού «cheat meal»), παίζουν πολύ μεταξύ όσων κάνουν δίαιτα ή, όπως π.χ. στα μποντιμπλιντεράδικα σινάφια, διατροφή.
    Σημαίνουν το προβλεπόμενο εκείνο γεύμα, που λαμβάνει χώρα μια στις τόσες και όπου ο εν διαίτη την καταστρατηγεί προκειμένου να μην κρασάρει ψυχολογικά και την εγκαταλείψει, τρώγοντας ό,τι απαγορευμένο ποθεί κολασμένα, σε ελεγχόμενη ποσότητα βεβαίως-βεβαίως.

  1. Kι εγώ στο save μου το 2015 είμαι, αλλά ρε φίλε ο Κυριάκος Παπαδόπουλος πολύ ΤΣΙΤ!!

  2. - Γιατί ρεε;;;; Εμένα o fierro με έχει κάνει πολύ δουλειά.
    - Κι εμένα ο Sanogo!!!!!!! Σεντερφοράρα!!!!!!!!
    - Εννοείται για αυτό έγραψα ότι είναι τσιτ.

  3. …Tο λεγόμενο τσιτοσούτ, που να δεις τα knuckle εν κινήσει που είναι επίσημα δεν είναι τσιτ, τις ακυρωμένες ντρίπλες που και αυτό θέλει να είσαι γρήγορος και να έχεις βάλει αυτόματη άμυνα, αλλά και το απίστευτο το τσιτοφουλ που η μπάλα λόγω glitch είχε προωθηθεί (στο online δεν γίνεται και στο offline θέλει άπειρη προσπάθεια) ...ρε σου λέω ξέρω τι παίζω γι αυτό είχα ξενερώσει το καλοκαίρι με το προ και το έβριζα, απλά δεν μπορώ να μου βρίζουν το προ και να λέμε το φίφα ότι δεν έχει προβλήματα ...εκεί σπάζομαι φέτος το φίφα πέρα από τα αρνητικά που γράφω (κυρίως για να τα προσέξετε οι fan) εμένα μου άρεσε αρκετά δλδ αν δεν ήταν τόσο φτιαγμένο το προ, φίφα θα έπαιρνα χαλαρά.
    …..
    ΥΓ3. Το τσιτοσούτ το 'ξέραν όλοι οι έλληνες. Οι ξένοι επειδή έπαιζα online μένανε βλάκες.

  4. Οι πλούσιοι και οι άρχοντες φορούσαν ακόμα ποτούρ από σαγιάκι (αμπάν) και τσόχα από το ίδιο ύφασμα, σκέπαζαν δε το κεφάλι τους με κουκούλα από δέρμα αρνιού και αργότερα φέσι, που το περιτύλιγαν με μαύρο τσίτι.
    Πολύ απλή ήταν και η φορεσιά των γυναικών αποτελείτο από ζουπούναν, τσόχαν , σπαλέρ και τσιτ.

  5. - Κατερίνα έχουν πει οι κοπέλες πως η σφολιάτα ανεξαρτήτως υλικών έχει 1 μονάδα τα 3 κομμάτια.
    - Με ποια λογική; Δεν κοιτάμε τα συστατικά για να μετρήσουμε μονάδες; Εγώ αυτές τις συνταγές με σφολιάτα τις βρίσκω κοροϊδία. Καλυτέρα φάε ένα κανονικό γλυκό και πες ότι έκανες ένα τσιτ μιλ, όχι να θεωρείς ότι είναι σωστό κομμάτι υγιεινής διατροφής. Γνώμη μου.

στο 14:12\' (από sstteffannoss, 19/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

κοπυπαστώνω, κοπυπάστωμα

Άθλια ελληνοποίηση του «κάνω copy-paste», όχι όμως πιο φρικτή από το «κάνω αντιγραφή κι επικόλληση».

Βλ. επίσης: σιπάρω, κοπυπαστατζής.

1.
Σκέφτηκα λοιπόν να ανεβάσω ένα από αυτά τα παλιά άρθρα και… βλέπουμε για τα υπόλοιπα. Πάντως, δεν κοπυπαστώνω: έχω χτενίσει το παλιό άρθρο, έχω προσθέσει μερικά, έχω ενσωματώσει κάμποσα πράγματα από τα (λιγοστά, τότε) σχόλιά σας.

2.
ΕΜΕΙΣ Δ Ε Ν ΕΦΑΡΜΟΖΟΥΜΕ Τ Ι Π Ο ΤΑ ΑΠΛΑ, ΠΑΠΑΓΑΛΙΖΟΥΜΕ ΜΕ ΠΕΡΙΣΣΗ ΑΥΤΑΡΕΣΚΕΙΑ ΘΕΟΛΟΓΙΕΣ ΠΟΥ ΤΙΣ ΚΟΠΥΠΑΣΤΩΣΑΜΕ ΜΕ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ…

3.
ΚΑΤΙ ΚΟΛΛΗΣΕ ΣΤΟ ΑΝΕΒΑΣΜΑ..Η ΚΑΤΙ ΞΕΧΑΣΑ ΣΤΟ ΚΟΠΥΠΑΣΤΩΜΑ...ΟΛΟΙ ΟΙ ΡΟΚΑΔΕΣ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΕΛΟΣΠΑΝΤΩΝ....:-)

4.
- κοπυπάστωμα -> copy/paste, copying and pasting
- Έκτρωμα δεν είναι ο όρος; Απορώ πώς το χρησιμοποιούν ορισμένοι...
- Αλήθεια, σε ρήμα πώς θα ήταν; Κοπυπαστώνω (με μπόλικο αλάτι;) ή κοπυπαστάρω; :Ρ
- Το «κοπυπαστώνω» θυμίζει παστά, το «κοπυπαστάρω» πάστες, ακόμα και το «κοπυπαστίζω» θυμίζει παστίτσιο. Δεν πεινάω, αλλά έτσι μου ακούγεται.
(διάλογος διερμηνέων)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρώτα μια μικρήπαρένθεση. Η εγχώρια σλανγκ μπολιάστηκε ανεπανόρθωτα από την διαδικτυακή παγκοσμιοποίηση. Το πρώτο μεγάλο κύμα εμφανίστηκε στα μέσα/τέλη των ενενήνταζ μέσω του τσατ (κυρίως MIRC) και των πρώτων φλώρουμ, χαρίζοντας εκφράσεις τ. λολ, ομιτζί, κ.ά. Το δεύτερο μεγάλο κύμα προήλθε τα πρώτα κοινωνικά μήδια και εβλόγια των 2000αζ. Μέσω του MySpace και μετά του φατσομπουκίου εισήχθηκαν σλανγκιές τ. βάιραλ, λάϊκ και καραλάικ, φορ τεχ λουλζ, και δεν συμμαζεύεται. Το τρίτο το μακρύτερο κύμα μας ήφεραν στα σύγχρονα κοινωνικά μήδια των εξυπνόφωνων: τα Τοιούτερ, ινστραγκράμια, ask.fm, Vine, κ.ά., έχουν τερματίσει την παγκοσμιοποίηση της εφηβικής αργκό με κελεπούρια τ. γιολάρω, σελφάρω, σουάγκ, και δεν συμμαζεύεται. Εδώ κλείνει η παρένθεση.

Το σιπάρω είναι απόρροια του τρίτου αυτού κύματος και σημαίνει: πάω, γουστάρω, εγκρίνω κάποιο ζευγάρι ή κάποια ρομαντική σχέση. Τυπικά εκφέρεται με ένα συνδυασμό των ονομάτων του εν λόγω ζεύγους. Για παράδειγμα, εάν κάποιο πιπιναριό αναρτήσει στο ασκεφέμ «σιπάρω σακάτι» στην ουσία επιδοκιμάζει το ζεύγος Σάκη Ρουβά και Κάτιας Ζυγούλη.

Εκ της αμερικλανιάς I ship them, με την ίδια έννοια.

Πέον να σημειωθεί ότι το σιπάρω σπανιότερα σημαίνει και κοπυπαστώνω, από το από το c/p (copy/paste). Βλ. τελευταίο μύδι.

1.
- αι ν υπαρχει ειλικρινα απιστευεις οτι η ελενα ειναι καλη γ τον Στεφαν γιατι ειναι λογος που δεν του σιπαρω πια .. πιστευω οτι του αξιζει κατι καλυτερο κ οχι αυτη..
- [παράθεση γιουτουμπακίου] Κάποιοι από τους λόγους που σιπάρουμε στελένα !!!

2.
- η perrie ειναι πουτανα! Απορω πως σιπαρεις Zarrie!
- είναι η γνώμη μου οκ; Δν θα σου δίνω λογαριασμός για το τι σιπάρω κ τι δν σιπάρω!

3.
@Κατ, δεν σου έχει τύχει σε μια σειρά που βλέπεις να σιπάρεις κάποιους και κάποιοι άλλοι να σου σπάνε τα νεύρα;;;; ή σε μια σειρά οι συντελεστές να προωθούν κάποιο άλλο ζευγάρι και εσύ να θες άλλους μαζί;;

4.
- Έχω συναντήσει και το «σιπάρω» (από το c/p - copy/paste) σε προφορικό λόγο ευτυχώς μόνο. :)

(από Khan, 08/10/14)Jaime Lannister + Brienne of Tarth=  I ship them SO HARD. (από Khan, 08/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βήτα συστατικό της καθομιλουμένης και της αργκό, που σχηματίζει ουσιαστικά θηλυκού γένους.

Η κυριότερη σημασία που προκύπτει είναι η «μπόχα», η «(δυσάρεστη) μυρωδιά» που αναδίνει το πρώτο συστατικό, είτε στην κυριολεξία της (αρχιδίλα, μουνίλα) είτε και μεταφορικά (πιχί κορεκτίλα). Συνηθισμένη χρήση στην καθομιλουμένη είναι και η «απόχρωση» με βάση το πρώτο συστατικό (κοκκινίλα, κιτρινίλα), που και πάλι μπορεί να χρησιμοποιηθεί μεταφορικά (μαυρίλα για την «κακή διάθεση»). Οι μεταφορικές χρήσεις είναι τόσο συχνές, που ο Τριαντά πολύ σωστά απομονώνει ως κύρια σημασία και τη «δυσάρεστη κατάσταση» (στην αργκό πιχί τσατίλα, ψοφιμίλα), που εμένα τουλάχιστον μου φαίνεται να προέρχεται από τη σημασία της μπόχας.

Μ' αυτήν την έννοια η σημασία είναι κατά κανόνα μειωτική, καθώς οι συνδηλώσεις είναι συχνότατα μπόχας και βρομιάς, παρά απόχρωσης. Στο βαθμό δε που η βρομιά στην αργκό απενοχοποιείται*, μπορούμε φυσικά να μιλάμε και για θετικές χρήσεις (καφρίλα, σαπίλα), αυθεντικά αργκοτικές.

Άλλες χρήσεις, σε συνδυασμό ή και όχι με τα προηγούμενα, είναι η επίταση (αφαγία -> αφαγανίλα, τζάμπα -> τσαμπίλα, χέσιμο -> χεσίλα, δες και παράδειγμα 3), η περιληπτική (δες πιχί τη ρατσιστίλα εδώ), και είτε ο εξελληνισμός ξένων δανείων (εϊτίλα, τουματσίλα, χαρντκορίλα, δες και παράδειγμα 2) είτε γενικότερα η ουσιαστικοποίηση κατά τ' άλλα δυσουσιαστικοποίητων(!) άλφα συστατικών (θεΐλα, δες και παράδειγμα 5) –παράβαλε και την αντίστοιχη χρήση του -ιά (καμενίλα και καμενιά).

Παράγωγο: -ίλας, για πρόσωπο που χαρακτηρίζεται απο την αντίστοιχη -ίλα (κορεκτίλα -> κορεκτίλας, δες και παράδειγμα 6, όπου το βρομίλας, με έλξη βέβαια απο το βρομύλος, εδώ ωστόσο προέρχεται απο τη βρομίλα).

Λίγες πίπες για τα συστατικά στην αργκό

Με το -ίλα συμβαίνει αυτό που συμβαίνει κατακόρον με επιθήματα και άλλα συστατικά της αργκοτικής: τα ονόματα που σχηματίζονται είναι πολύ συχνά προσωρινά, χωρίς αξιώσεις παγίωσης στη γλώσσα, προορισμένα να υποστηρίξουν μόνο και μόνο τη διατύπωση της στιγμής.

Το φαινόμενο παρατηρείται ήδη στην καθομιλουμένη –βλέπε τη χρήση του ξε- στη σημασία IV του ορισμού εδώ– και στην αργκό ίσως περισσότερο· χαρακτηριστική η περίπτωση του ψιλο-, το οποίο είναι τόσο ισχυρό συστατικό ώστε να έχει αυτονομηθεί ως επιρρηματικό.

Θα το έθετα λοιπόν ως εξής: στην αργκό υπάρχει αυξημένη τάση, μορφολογικά συστατικά να αυτονομούνται συντακτικά. Την αυτονομία αυτή την καταλαβαίνει κανείς αν αναλογιστεί το μάταιο στο να λημματογραφηθεί σε ένα λεξικό κάθε (καταγραμμένη) χρήση τέτοιου συστατικού –το λεξικό του Τριανταφυλλίδη θα έπρεπε τότε να έχει περίπου άλλο μισό λημματολόγιο μόνο και μόνο λόγω του ξε-...

(Το θέμα σηκώνει παραπάνω και συστηματική κουβέντα, ντάξει. Σταϋπόψη...)


* Για την αλλαγή προσήμου της βρομιάς στην αργκό, λέω κάτι χαζά εδώ στα σχόλια.

  1. Παραδείγματα που ήδη υπάρχουν στο σάιτ: ανετίλα, ανιωθίλα, αντρίλα, ανωτερίλα, αριστερίλα, αρχιδίλα, αυνανίλα, αφαγανίλα, βαλκανίλα, βαρβατίλα, βουτυρίλα, διχρονίλα, δωματίλα, εϊτίλα, επικίλα, καινουργίλα, καμενίλα, κατρουλίλα, κλανίλα, κομμουνίλα, κορεκτίλα, κορίλα / χαρντκορίλα, κωλίλα, μαντσίλα, μαυρίλα, μεϊνστριμίλα, μεταχειρίλα, μουνίλα, μπακαλιαρίλα, μπεκρίλα, μπουρντίλα, μπριζολίλα, ξεραΐλα, ουρδίλα, παπαρίλα, πατίλα, περιπτερίλα, πιουρίλα, πουτσίλα, προποτζίλα, σαπίλα, σατανίλα, σκατίλα, σκοτεινίλα, σπαρίλα, τουματσίλα, τραγίλα, τρενιχίλα, χεσίλα, χορτασίλα, ψαρίλα, ψοφιμίλα

  2. Όπλα, επιχειρηματίες που διαπρέπουν στον “αθλητικό χώρο”, συνδεση με την αστυνομία, παράνομες ελληνοποιήσεις, πλαστογραφίες με παρανόμως κτηθείσες αστυνομικές σφραγίδες, ματσίλα και εμφανής σεξουαλική στέρηση: η διάσπαση του πυρήνα της Χρυσής Αυγής στην Κεφαλονιά μάς ανοίγει μια τρύπα για να θαυμάσουμε το στερέωμα του φασιστικού υπονόμου. (από εδώ)

  3. Βαρειά κουβέντα; Για να φανταστείς πόση ανοητίλα τους δέρνει σου λέω το εξής απλό: Εφήυραν και επέβαλλαν την λέξη ανταγωνισμός Αν το καλοεξετάτάσεις θα δείς ότι είπαν πως το μηδέν είναι το άπαν. Πως την πατήσαμε εμείς; Μα οι περισσότεροι θεωρώντας ότι ο καθένας κάνει την δουλειά του σκύβαμε το κεφάλι και δουλεύαμε. Αυτοί το λοιπόν εύρισκαν ευκαιρία και μας ….. Τώρα που άνοιξε ο μάτης να τους δώ τους ξυπνοπουλάκηδους. (εδώ)

  4. — Είχα πάει που λες στην Όταβα, την ομοσπονδιακή πρωτεύουσα του Καναδά.
    — Τι μου λες!
    — Ναι παιδί μου, λούσα, ωραία πόλις, περιποιημένη. Πολλή αγγλίλα όμως βρε παιδί μου. Απαπα! Λες και ήμουν στο Λίντς ή στο Μάντσεστερ ή στο Μπέλφαστ.
    (εδώ)

  5. By the way λόγω τη φύσης του επεισοδίου αυτή ήταν η πρώτη φορά που μου έλειψε ο τρομερός Pierce...η χλαπατσίλα του στο πρώτο D&D ήταν η απόλυτη στιγμή του...στο 2ο D&D ο Dean ήταν απλά επικός...τρομερά δυνατό επεισόδιο (εδώ)

  6. Ο μικρούλης μου είπε 5 ετών και τελευταία παρατήρησα ότι μυρίζει η μασχάλη του!!! Δεν είναι σε φάση που μυρίζει ας πούμε όταν περνάει από δίπλα σου ,αλλά μία μέρα όπως τον πήρα αγκαλίτσα κάτι μου μύρισε και σκέφτομαι, μπα δεν είχαμε σήμερα κεφτεδάκια για φαγητό , τι μυρωδιά είναι αυτή... Και όπως κολλάω τη μύτη μου στη μασχαλίτσα του ...ωχ...μποχίτσα.. [...] Μίλησα με την παιδίατρο και με ρώτησε αν έχει τρίχες στο πουλάκι του ή κάτι τέτοιο , είπα ΟΧΙ.Ε μην ανυσηχείς είναι το δέρμα του τέτοιο , έτσι μου είπε. Εχετε παρατηρήσει κάτι τέτοιο στο μικρό σας; Πω πωωωωωωωω , λέτε να μου γίνει βρομίλας;;;; (αγωνιών γονιός, εδώ)

(από σφυρίζων, 06/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση κατά την οποία σε κάποιο μέρος βρίσκονται συγκεντρωμένες πολλές ωραίες γυναίκες, η μουνοθύελλα.

-Πήγα χθες για καφέ στον πεζόδρομο. Χαμός γινότανε.
-Είχε κόσμο;
-Έπαθα πλάκα. full moon, φίλε. Δεν ήξερα προς τα πού να πρωτοκοιτάξω...

(από Khan, 22/09/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολιτικός προσδιορισμός (ή και μπινελίκι) για όσους προσανατολίζονται εκεί όπου τέμνουν τα αναρχίδια με τις φιλελέρες.

Οικονομικά, ο φιλελέφτ πρεσβεύει έναν ακραίο αντικρατισμό. Ωσαναφορά όμως την πολιτική ελευθερία, πάει πολλά βήματα αριστερότερα από τον κλασικά συντηρητικό, κρυπρορατσιστή, ομοφοβικό, θρησκευόμενο και πατριώτη φιλελέ: είναι εκ πεποιθήσεως ελευθεριακός, αντικληρικός, άπατρις, κορεκτίλας, υπέρ τση αποποινικοποίησης των ναρκωτικώνε και φίλα προσκείμενος στα ΛΟΑΤ και τα δικαιώματά τους.

Παράδειγμα εγχώριου φιλελέφτ, ο Γρηγόρης Βαλλιανάτος.

Λολοπαίγνιο εκ των φιλελέ και left (αριστερός).

  1. Κριμα που δεν ζει στην Ελλαδα ο τυπος. Σιγουρα θα υπαρχουν φιλελεφτ που θα υπερασπιζοντουσαν με παθος το δικαιωμα του να ειναι Πολυγαμος και να εχει «διευρυμενη οικογενεια» (οπως κατεθεσε ενας απο τους δεκαδες γιους του) (από το φουμπού)

  2. Όταν η πολιτική κορεκτίλα και ο φιλελεφτισμός το τερματίζουν... Απορώ με τι ασχολούνται με όλα τα ΣΟΒΑΡΑ που συμβαίνουν στο πλανήτη μας...
    (αναφορικά με τον κώλο της Spiderwoman, από το φουμπού)

3.
Αμαν πια με τον Τζήμερο. Αυτός μας εφταίξε για όλα ; Οι φιλελεφτ έχουμε καταντήσει ΜΛ-ΦΙΣ & ΦΙΣ-ΜΛ :-(

4.
Στο κρατιστάν ακόμα και οι φιλελεφτ δεν παίρνουν πάνω απο 1% αλλα τα σύνδρομα νεοφιλελε καταδίωξης κυβερνούν την χώρα.

5.
Αγαπητοι φιλελε, φιλελεφτ, προοδευτικοι ενωθειτε γτ ο Συριζα με τις μπουρδες που λεει θα μας αφησει με τους συντηρητικους για παντα.

6.
έχω πειστεί ότι κυρίως σ’ αυτήν τη φάση, με ΣΥΡΙΖΑ και Χρυσή Αυγή σ’ αυτά τα ποσοστά (δεν συμψηφίζω, δεν ενώνω, δεν ταυτίζω· απλώς εντοπίζω), πρέπει να βγούμε μπροστά με παγιωμένη στρατηγική άποψη και με μεταρρυθμιστική πρεμούρα (με κεντρώο, κεντροαριστερό, φιλελεύθερο ή φιλελέφτ πρόσημο; Όλα μαζί; Ό,τι αποφασίσουμε· γρήγορα όμως).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πλήρως ελληνοποιημένη σλανγκιά για τις σέλφι, τις σέλφικες δηλαδή αυτοφωτογραφίες που βγάζουν κάθε λογής ανασφαλή τσόλια για να τις αναρτήσουν στα φατσομπούκια, τα ινσταγκράμια και τα ασκεφέμια εις άγραν likeιστικής επιβεβαίωσης του εγώ.

Βλ. το γαμοσλανγκοτέτοιο -ιά και τα σλανγκενεργά υποπαράγωγα αυτού.

1.
- Σελφιά με τον γαμπρό μου ;)

2.
Πλεον τα τσεκ-ιν αντικατέστησαν οι σελφιές, στις οποίες φυσικά μπορείς να προσθέσεις και την τοποθεσία που τραβήχτηκε η φωτογραφία, οπότε...

3.
- Άκουσα το «έλα να βγάλουμε σελφιά» χτές το βράδυ. Εγκρίνω την ελληνοποίηση (και γιατί όχι «σελφουριά», «σελφαλίκι», «σελφατζής» κτλ)! - Θα προτιμούσα: σελφιλίκι, σελφιτζής...

Πόσα λάϊκ για την πρωτεύουσα αυτή σελφιά; (από σφυρίζων, 26/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βγάζω σέλφικες ποζεριές με το εξυπνόφωνο και τσι ποστάρω στα φατσομπούκια και τα ινστανγκράμια, ενίοτε γιολάροντας και ποιούμενος την νήσσαν, εις άγραν like-ιστικής επιβεβαίωσης του εγώ.

1.
- Είδα τη λέξη «Σελφάρω».Έχω πάρει το λεξικό του Μπαμπινιώτη σκίζω μία μία τη σελίδα και τη μασάω.
- που να δείς και το «Γιολάρω». Όλη τη βιβλιοθήκη του Καποδιστριακού θα φας.

2.
-Τι κάνεις εκεί; -Σελφάρω στο ινσταγκραμ

3.
που είσαι γιατί με αφήνεις να σελφάρω πρωινιάτικα μόνη;;;.

4.
Σελφάρω και σαλπάρω.- Χάππι σάννι Σάντει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified