Further tags

Συμφορά (απ' το συμφύρομαι) του «τάνκερ» και του «ντάνκε» που σημαίνει στω γερμανιστί. Είναι μαγκιά άνευ νοήματος και ιδιαίτερης σημασίας, καθώς το θεγκζ ή το στω υπερεπαρκούν.

-Πέρασε η Γιωργία και μου είπε να σου δώσω αυτη τη σακούλα.
-Ντάνκερ!

-Το βράδυ θα περάσω να στρώσουμε τη σελίδα.
-Ντάνκερ! Είμαι υπόχρεος από τώρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προφέρεται «λάσπους λίνγκουε» και σημαίνει τη λασπολογία. Ετυμολογείται εκ των λάσπη και linguae και «φέρνει» στο γνωστό lapsus linguae που σημαίνει στην κυριολεξία «γλίστρημα της γλώσσας» και το λέμε όποτε μας ξεφεύγει καμιά μαλακία και θέλουμε να την πάρουμε πίσω. Ο όρος είναι αδόκιμος, αλλά νομίζω ότι αξίζει να τον δοκιμάσουμε.

  1. - Καλά ρε συ, πολλή λημματολάσπη έπεσε στο Χίλι Μπίλι!
    - Τρελάθηκαν στη laspus linguae τα κωλοπαίδια!

  2. - Γράφει πάλι η «Μεθαυριανή» μαλακίες ένα σωρό. Δε βαριέσαι, laspus linguae, παλιά μου τέχνη κόσκινο...

Laspus (Co)linguae (από panos1962, 30/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κιτσαρία από την εποχή του παλαιού καλού Ελληνικού κινηματόγραφου που περιγράφει κάτι το ανύπαρκτο, κάτι το ζαγοραίο, κάτι που τα τα σπάει ρε αδερφέ.

Η αρχική μορφή ήτο έξτρα πρίμα γκουτ, αλλά οι γερμανοί έχασαν τον πόλεμο, nein;

Ασίστ: BuBis

  1. - (Στο) καθιερωμένο πλέον βιβλιοφιλικό του παζάρι (...) στην Πλάκα (μπορείς να βρεις) βιβλία και περιοδικά του 19ου και του 20ού αιώνα, παλιές εφημερίδες, παιχνίδια (μούρλια), φωτογραφίες και καρτ ποστάλ, αφίσσες, ακόμα και παλιά ραδιόφωνα σε τιμές έξτρα πρίμα γκουντ... (από εδώ)

  2. - Διαπιστώνω ότι το προγραμματάκι της Apple σου επιτρέπει να περάσεις σχετικά γρήγορα και οργανωμένα στο δίσκο σου τα μουσικά CD, έξτρα πρίμα γκουντ... (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση των πενήνταζ και εξήνταζ, άγνωστης προέλευσης. Λέγεται όταν θέλουμε να πούμε κάτι στα αγγλικά, αλλά δεν ξέρουμε να πούμε ούτε λέξη. Συνηθιζόταν κατά την έξοδο από τα σινεμά της εποχής, οπότε γινόταν αναπαράσταση σκηνών, κυρίως γουέστερν, π.χ. «Τραβάει τα πιστόλια και του λέει κατάμουτρα: Τρικ μαϊ φόρτ

Λέγεται συνήθως με την έννοια του άριστου, του μέγκλα, κυρίως για ρούχα, παπούτσια ή άλλα είδη ένδυσης και υπόδησης.

- Πήρα παπουτσάκι τρικ μαϊ φόρτ! 80€, γουστάρεις;

- Πώ ρε καμπαρντινιά ο Λάκης; Τρικ μαϊ φορτ!

Βλ. επίσης τρικ μάι φορ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγγλική έκφραση που έχει περάσει και στα ελληνικά, σημαίνουσα διάδωσέ το. Εκτός και έχεις βρει πώς σκορπίζεται το εμές γουώρντ στο πάτωμα και πλέον σε προβληματίζει μόνο το φωτομάγαζο.

Συνδυάζεται άριστα με πατατάκια ξίδι-κρεμμύδι (ζαμπλιάξ, αδύνατο να τα βρεις κι όλας) και με ύφος «μιλάς με γρίφους, γέροντα».

- Μαλάκα χαλικού, και γαμώ τα βλογ αυτό.
- Σπρεντ δε γουώρντ, μρέεε.

Got a better definition? Add it!

Published

Σημαίνει «τον πούλο», δηλαδή κάν 'τηνα, φύγε, κοπάνα την. Συναφές με το «παίρνω τον πούλο», αλλά πιο βολικό και πιο σύντομο.

Γραμμένο με κεφαλαίο, καθώς συνήθως στέκεται μόνο του.

  1. - Να ψάξουμε μήπως βρούμε τίποτα φτηνότερο;
    - Λε πουλ. Πάμε, ρε μαλάκα, εδώ κόβουν κώλους!

  2. - Να περιμένω να τελειώσεις, ή να φύγω;
    - Λε πουλ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαλάκας της υπόθεσης, αυτός που πλερώ τα γαμησιάτικα, σε άπταιστα ελληνικά.

- Βγαίνουν οι μαλάκες και παίζουν μπάλα στο διάδρομο, όλα πουτάνα, λάμπες σπασμένες και τα ρέστα, και μετά μου τη λένε ότι τα έκανα εγώ που, λέει, τα κέρατά μου έχουν γαργαντουώσει, και βγαίνω δε μαλάκας οφ δε κέης. Κατάλαβεςςς;;;
- Σ' έχουνε πάρει στο ψιλό, ψιλό ψιλό...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η προέλευση της έκφρασης δεν χρειάζεται περαιτέρω επεξηγήσεις (Τουρκία πούρα και ντούρα).

Χρησιμοποιείται για να δηλώσει αδιαφορία για κακοπάθημα του λέγοντος και να οριοθετήσει αναρμοδιότητα του συμπάσχοντος.
Δηλαδή: Τι σε κόφτει εσένανε;

Εκ των τούρκικων dert (πρόβλημα, ενόχληση, θλίψη, βάσανο, σεκλέτι, σεβντάς –βλ. και νουσουμπέτι, νταμπλάς κλπ) και kasvet (σκοτάδι, σκοτούρα).

Ρε σύ τί έκανες με τις επιταγές; Τις πλήρωσες;
— Με τί ρε; Με μούσμουλα; Αφού το ταμείον είναι μείον...
— Μα καλά, θα σου βγάλει διαταγή πληρωμής ο Τσιφουτίδης!
— Καααλά! Άμα είναι, θα τον πάρω τηλέφωνο να του πώ να περιμένει να σπάσω τίποτα άλλες.
— Δεν τον ξέρεις καλά τον Τσιφουτίδη μου φαίνεται. Αυτός δε δίνει του αγγέλου του νερό.
— Είπαμε, θα δούμε! Ώωωχου μωρ' αδερφέ μου! Δικό μου ντέρτι, δικό σου κασαβέτι; Τί με τρώγεσαι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος βραχυκυκλώνει κι αδυνατεί να λειτουργήσει.

Ο όρος προέρχεται από τα φλιπεράκια τα οποία όταν τα κλωτσάς ή τα μετακινείς απότομα τίθενται εκτός λειτουργίας αναγράφοντας στην οθόνη «τιλτ».

- Καλά μιλάμε το άτομο δεν έγραψε τίποτα στο διαγώνισμα! Με το που είδε τα θέματα βάρεσε τιλτ!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνοδεύεται από τη χειρονομία της πρώτης φωτό, που αποτελεί επέκταση σε δύο χέρια της κλασσικής μονοχειρικής μεταλλικής χειρονομίας.

Χρησιμοποιείται σε καταστάσεις μόνο μπλακ, όταν τα περίφημα κερατάκια συνοδευόμενα από το μοχθηρό ύφος μάλλον υποτιμούν το μέγεθος της καφρίλας.

Δια του παρόντος εισηγούμαι, με α πριόρι εξασφαλισμένη τη μηδενική απήχηση, την γελοία χειρονομία της δεύτερης φωτό, αναστροφή αυτής της πρώτης, η οποία δέον να συνοδεύεται από την ατάκα «νοτ ηνάφ χέβυ μέταλ φορ του χανντς», και λειτουργεί ως ενδιάμεσος κρίκος ανάμεσα στο απλό και το σύνθετο ομαδικό.

- ...και της λέω «πάρ' τα μωρή άρρωστη!».
- Τού ματς χέβυ μέταλ φορ ουάν χάνντ.

(από jesus, 17/09/09)(από jesus, 17/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified