Further tags

Ο φαντασμένος καρακιτσάτος τριχωτός ελληναράς εραστής που θεωρεί τον αυτό του Μεσογειακό Άδωνι και πρώτο καμάκι. Η φράση προήρθε από γνωστό τραγούδι.

- Τι είναι αυτός ρε ο τριχωτός που 'χει στηθεί μπρος στην πλαζ και ποζάρει σαν μοντέλο... Πως την έχει δει ο χλαπάτσας; - Γκρήκ λόβερ με τρίχα για πουλόβερ!

(από Khan, 11/03/14)(από Khan, 11/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε αντιδιαστολή με το body lines.
Σημαίνει :
1. Τρώω ακατάσχετα, κατεβάζω τον αγλέωρα, φαΐ χωρις όριο
2. Γρήγορη πάχυνση, επαύξηση λίπους

- Είδες τη Μαρίτσα; Αγνώριστη έγινε.
- Αδυνάτισε;
- Nαι, πώς το θελες; Mπήκε σε ταχύρρυθμο πρόγραμμα ξιγκοενίσχυσης των ΒΟΔΥ λάινς. Μιλάμε... θα σκάσει !

(από Khan, 26/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός ατόμου που από το πολύ κάπνισμα παράνομων ουσιών (φούντα) έχει χάσει πάσα επαφή με την πραγματικότητα.

Δύο φίλοι πίνουν καφέ στο snowbar 2069m στο χιονοδρομικό κέντρο Καϊμάκτσαλαν, χαζεύοντας τύπους να κάνουν άλματα με snowboard, οι οποίοι πέφτουν με απίστευτους και οδυνηρούς τρόπους και αμέσως σηκώνονται και συνεχίζουν γελώντας.

- Καλά ρε φίλε ματά από τέτοιους «μπίστους» πως συνεχίζουν;
- Τι περιμένεις... πιτσιρικάδες ποκαφούντας είναι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το ιταλικό evviva (=ζήτω). Λέγεται όταν κάποιος τρώει ήττα, με το σκεπτικό ότι αφού θα τον πιει που θα τον πιει, τουλάχιστον ας κάνει και μία πρόποση...

- Σήμερα θα γράψουμε πρόχειρο διαγώνισμα. Βάλτε τα βιβλία στις τσάντες και κρατήστε μόνο μια λευκή κόλλα χαρτί.
- Ωχ μαλάκες, εβίβα!

Got a better definition? Add it!

Published

Ντεμέκ Τούρκικο. Στην Ελλάδα λέγεται σε σπίτια με Κωνσταντινουπολίτικες και Μικρασιάτικες ρίζες.

yok = όχι, δεν
var = υπάρχει, έχει

Δεν υπάρχει. Τελεσίδικα. Δεν μας βρίσκεται τέτοιο πράμα. Μας τελείωσε προ πολλού. Τον κώλο σου από κάταής να χτυπάς δεν έχουμε, τέρμα.

Σχετικά λήμματα: πάπαλα, δεν έχει ψάρια στον πάγο

Το *γιοκ *σκέτο το χρησιμοποιούμε πιο συχνά αλλά δεν είναι τόσο ισχυρό.

Μια και τόφερε η κουβέντα, το Μάλτα γιοκ κακώς αποδίδεται στο ναύαρχο Πίρι Ρέις - το άτομο ήταν θαλασσοπόρος και χαρτογράφος σοβαρός. Και οι Τούρκοι ασφαλώς και ήξεραν πού πέφτει η Μάλτα - απλώς δεν μπόρεσαν ποτέ να την πάρουν και εκεί μάλλον πάει η φράση.

  1. - Ρε, δε πάει να λέει ο ξερόλας ο αδερφός σου ... εγώ λεφτά για καινούργια περίφραξη στη Βουρβουρού δεν δίνω ... και δεν δίνω διότι δεν έχω ... παράδες δεν υπάρχουνε ... γιοκ βαρ ... και άμα γουστάρει ...

  2. Αααχ, αγόρι μου ... τελειώσανε τα σκουμπριά τα παστά τα περσινά ... γιοκ βαρ ... δυστυχώς ... και τον είπα τον ανεπρόκοπο τον θειο σου να σου κρατήσει κάνα δυο που σ' αρέζουνε που θά 'ρθεις απ' το εξωτερικό αλλά τά 'φαγε με τα ρεμάλια τους φίλους του ... εμ, ογδόντα οκάδες τσίπουρο ήπιανε φέτος το χειμώνα, θέλανε και μεζέ ... να σε φτιάξω τσάκα τσάκα δυο αυγουλάκια με παστουρμά ... έτσι να ψυχοπιαστείς ...

(από poniroskylo, 07/05/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καφενείο / καφετέρια, συνήθως συνοικιακό, όπου επικρατεί πλήρης ανία και αποχαύνωση (δες και εδώ). Από τα χάπια και κατ' αναλογία προς το καφέ σαντάν.

- Έλα, οι άλλοι είναι Ετουάλ - πάμε ν' αράξουμε ... - Όχι, ρε μαλάκα, πάλι καφέ αρντάν ... τι να κάνουμε ... να κόβουμε φλέβεςόλοι μια παρέα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αμέσως, γρήγορα, αστραπιαία.

- Ρε 'συ Αργύρη, είχε ουρά στην τράπεζα;
- Όχι ρε! Πήραμε χαρτάκι και σε δέκα λεπτά κάναμε τσιγαράκι! Πατ-κιουτ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το copy και το paste.

Επίσης χρησιμοποιείται και για πρόσκληση σε κοπή πίτας.

  1. Γιατί μπερδέυεσαι έτσι! Κάνε ενα κοπί το πίτα και και ξεμπέρδευε!

  2. Το Σάββατο στις εννιά (ή στη εννέα), είστε όλοι καλεσμένοι για το κοπί το πίτα.

το κοπί το πίτα (από xaxac, 10/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Pretty Huge Dick.

Εκτός από το γνωστό διακριτικό των διδακτορικών αποφοίτων, χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάποιος είναι κάτοχος πολύ μεγάλου πέους.

- Ρε κοπελιά πάμε για κανένα καφεδάκι;
- Ρε συ τι λες τώρα;! Εδώ σου λέω έχω P.h.D. στα χέρια μου και θα τρέχω για πουρνάρια;

Βλ. και Ph.D.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαλαρό κουβεντολόι, κουτσομπολιό, κουσκούσι. Το ψου-ψου-ψου σ' ένα κάπως πιο εκλεπτυσμένο.

Η κοζερί συντάσσεται πάντα με το ρήμα κάνω.

Από το γαλλικό causerie- σημαίνει ακριβώς το ίδιο.

Αν και παλιά λέξη - ήταν του συρμού την εποχή που οι καθώς πρέπει κυρίες ήξεραν Γαλλικά - η σημασία της συχνά παρερμηνεύεται (βλ. παράδειγμα 2).

  1. Από το blog http://ritsmas.wordpress.com/
    Γι’ αυτό σου λέω, βανίλια μου: πολυκατοικία και πάλι πολυκατοικία. Να είμεθα και πολλοί να κάνουμε και κοζερί.

  2. Παλιό ανέκδοτο
    - Λίτσα, ο Χρηστάκης είπε να πάμε απ' το σπίτι αύριο το βράδυ ... θα είναι κι ένας φίλος του ... να κάτσουμε, να γνωριστούμε καλύτερα, να κάνουμε και κοζερί ... με είπε ...
    - Να πάμε, Πόπη μου, γιατί να μην πάμε ... κορίτσια στον καιρό μας είμαστε ... αλλά, βρε Πόπη, αυτή η κοζερί τι είναι ...
    - Έλα μωρέ, σάματις ξέρω κι εγώ ... αλλά, καλού κακού, κάνε κι ένα μπιντέ προηγουμένως ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified