Selected tags

Further tags

Όταν κάποιος πίνει τη μπύρα του από το μπουκάλι και αυτό παραπέμπει στο παίξιμο του κλαρίνου.

Σερβιτόρα: Να σε φέρω ποτήρι;;
Πελάτης: Όχι, θα τη πιω κλαρίνο!

Πιες την κλαρίνο, γίνε ντίρλα, κάνε μας και κανένα μαγικό. (από Galadriel, 02/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτοεπιβεβαιωτική έκφραση που λέγεται κατά το τσούγκρισμα ποτηριών σε τσιπουράδικα, ταβέρνες και γενικά αλκοολοπωλεία, από παρέες που αποτελούνται μόνο από άτομα αρσενικού φύλου.

- Άιντε γεια μας και στα μακρυά πουλιά μας!
- Βασίλη φέρνε!

+ουσίες & χυνοπνεύματα (από GATZMAN, 09/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μαύρο που καπνίζεται με μια πατέντα που μετατρέπει σε ναργιλέ ένα ποτήρι γεμάτο νερό.

Αντί νορμάλ τζιβάνας βάζουμε μια πολύ μακριά, σχεδόν σε μέγεθος καλαμακιού, την τυλίγουμε με σελοτέι ώστε να αδιαβροχοποιηθεί (το απλό καλαμάκι δεν μας κάνει, έχει πολύ μεγάλη και ελεύθερη διάμετρο σε σχέση με τη τζιβάνα), ανάβουμε το γάρο, βυθίζουμε το ιδιότυπο αυτό τσιγαριλίκι (όχι από τη μεριά της κάφτρας) μέσα σε ένα ποτήρι με νερό, καπακώνουμε το ποτήρι με την παλάμη μας, ο μπάφος είναι ανάμεσα σε 2 δάχτυλα και όλο το άλλο στεγανό, και από το κενό του αντίχειρα με τον δείκτη, το οποίο εφάπτεται του χείλους του ποτηριού, ρουφάμε τον καπνό θαρραλέα.

Πατέντα περασμένων ένδοξων δεκαετιών, δεν ξέρω αν παίζει ακόμα, τώρα που τεσπα η αγορά βρίθει μικροναργιλεδακίων.

Θυμάσαι ρε μαλάκα τότε που κάναμε διάφορα κόλπα για να γίνουμε; Τι γεμιστάκια, τι με το σπιρτόκουτο, τι ποτηράτα...

Δεν βρήκα ποτηράτο, βρήκα όμως κοκακολάτο. (από Vrastaman, 19/06/11)

Δες και -άτος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν έχω απόλυτη αίσθηση της απόστασης (πχ στο πεζοδρόμιο, σε σκαλοπάτι), εξαιτίας της επίδρασης ξιδιών ή ναρκωτικών.

Χάνω δηλαδή το επίπεδο στο οποίο θα έπρεπε να πατήσω ώστε να μην πέσω.

- Βγες ρε μαλάκα από το αυτοκίνητο! - Δεν μπορώ, έχασα τα επίπεδα...

(από ironick, 19/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά παράφραση της λέξεως «κλεφτοκοτάς» με την ουσιώδη διαφορά ότι ο υποφαινόμενος κλέβει ποτά αντί για κοτόπουλα.

Ρε κλεφτοποτά, άσε κάτω επιτέλους το ποτό μου! Όλο μου το ήπιες πια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρόπος χρήσης της κοκό, εισπνοή από την μύτη.

Μου 'πε για τους 7 νάνους που ήπιαν μύτους την χιονάτη.

(απόσπασμα από hip-hop τραγούδι «Παραμυθάκι» του Θανάσιμου, δίσκος: Ε-13)

(από LoNas, 21/06/11)(από Vrastaman, 21/06/11)

Βλ. επίσης μύτινγκ, ρουθουνιά, μυτιά, σνιφάκι, καπακιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει επίσης και τον τρίφυλλο μπάφο, κατά το στάδιο της κατασκευής του, η οποία πρέπει να είναι επιμελής, κοπιώδης και με μεράκι.

Άντε μεγάλε τί θα γίνει, θα κάνεις κανένα εργόχειρο να την ακούσουμε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τσαμπουκάδες: σημαίνει και τζιβάνες, κομμένα χαρτάκια, χαρτονάκια, κοτσάνια φούντας, καπνούς, σκισμένα πακέτα τσιγάρων και γενικώς όλη τη βρομιά που απομένει στο τραπεζάκι μετά από το στρίψιμο και την κατανάλωση των μπάφων, αδιάψευστη μαρτυρία και κάρφωμα της προηγηθείσας ευωχίας.

- Άντε ρε μαλάκες, ξεκολλάτε να πάμε για καμιά πάστα. - Καλά, μάζεψε τους τσαμπουκάδες και την κάνουμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για την καλής πχιόττας και φρέσκια ζουζού, η οποία, στο κουτάλι όπου την καις, σπαρταράει και καλούα σαν το ετοιμοθάνατο αλλά ακόμα ζωντανό έρμο ψάρι στο καφάσι του ψαρά. Με αυτήν δεν έχει ντέρτι, λέμε τώρα.

Έλα από το σπίτι απόψε να γίνουμε, έχω καλό σταφ. Σπαρταράει στο κουτάλι μιλάμε!

(από joe909, 30/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξαφνικό και απότομο ανέβασμα στη μαστούρα, σε διάστημα έως και 30΄από το σβήσιμο του μπάφου, ενδεικτικό της καλής ποιότητας του μαύρου.

-Άντε, θα πάμε για καμιά φραπεδιά; -Ωχ, δικέ μου, άραξε τώρα, έφαγα μια σφαλιάρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified