Selected tags

Further tags

Μαγειρευτό μοσχαρίσιο κρέας.

Στην ελληνική κουζίνα εννοείται κρέας κατσαρόλας, κάτι σαν ραγού, με λαχανικά - σκόρδα, σβήσιμο με κρασί κλπ.

Αν πάτε έξω και δη στην Αγγλία και το παραγγείλετε θα λάβετε απλώς ένα ψητό μοσχάρι (μισοψημένο), αν καταλάβουν βέβαια τι τους ζητάτε, γιατί η ετυμολογία της λέξης είναι από την γαλλική παραφθορά της αγγλικής ονομασίας «roast beef».

sac voyage...

ροζμπίφ παραδοσιακό (sic) σε βιβλία συνταγών

Ροσμπίφ (από nikolaosvlas, 15/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εισπνεόμενες ναρκωτικές ουσίες, σκόνες, ηρωίνη και κοκό.

- Θα τρομάξεις να το γνωρίσεις το Λάκη. Έμπλεξε εδώ και κάνα χρόνο με κάτι πλουσιόπαιδα και έχει εξελιχθεί σε καλλιτέχνη των μυριστικών.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η δόση κόκας ή ετέρας εισπνεομένης ναρκωτικής σκόνης, επιμελώς τεμαχισμένη με ξυραφάκι, σουγιαδάκι ή πιστωτική κάρτα και ευθυγραμμισμένη, επί καθρέπτου ή άλλης λείας επιφανείας, έτοιμη προς εισπνοή δια κολλαριστού χαρτονομίσματος ή ειδικού καλάμου, το ένα άκρο του οποίου τοποθετείται εις τον ρώθωνα και το άλλο σύρεται επί της κόνεως, ενώ ο χρήστης παίρνει βαθιά εισπνοή, αποφράσσοντας ταυτοχρόνως δια του δακτύλου τον έτερο ρώθωνα. Συνεκδοχικά η δόση σκέτο.

- Άντε, θα φύγουμε; Περιμένουν τα κορίτσια. - Κάτσε να πιούμε καμιά γραμμή ακόμα και φύγαμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

-> Ο μπάφος είναι ένα τσιγάρο το οποίο καπνίζεται και ανήκει στα ελαφριά ναρκωτικά. Δηλαδή τα μη ιδιαίτερα εθιστικά.

-> Αποτελείται από κανονικό καπνό για στρίψιμο ενός απλού καθημερινού τσιγάρου και κάνναβη. Η κάνναβη είναι το χασίσι, αλλά και η μαριχουάνα, δύο συγγενικά φυτά. Μπορεί να καπνιστεί είτε με μαριχουάνα δηλαδή, είτε με χασίς. Η διαφορά των δύο αυτών είναι πως το χασίς είναι 5 φορές δυνατότερο από τη μαριχουάνα και εντάσσονται στα λεγόμενα «ελαφριά ναρκωτικά» τα μη ιδιαίτερα εθιστικά δηλαδή.

->Ο μπάφος (καπνός+χασίς) ή αλλιώς φούντα, ή νταφού (το «φούντα» ανάποδα), ή μαύρο ή [βρομά] (το «μαύρο» ανάποδα) ή τσιγαριλίκι ή γάρο ή χόρτο ή grass, είναι ακριβώς τα ίδια πράγματα.

->Η λεγόμενη τζιβάνα είναι αυτό που χρησιμοποιούμε αντί για φίλτρο. Μπορείς να τη φτιάξεις τυλίγοντας ένα μικρό σκληρό χαρτάκι (π.χ. κόβοντας λίγο χαρτάκι από το κουτί με τα τσιγάρα).

->Οι τιμές ποικίλλουν. Με 10 ευρώ, συνήθως βγαίνουν περίπου 5 δίφυλλα τσιγαριλίκια και ίσως και παραπάνω.

->Τι συμβαίνει πραγματικά όταν πίνεις μπάφους όμως; Ντάξει έχεις κατ' αρχάς τα κλασσικά: κόκκινα μάτια, στεγνό στόμα / λαρύγγι, αίσθηση πως ο χρόνος κυλάει γρήγορα ενώ κυλάει κανονικά, διεσταλμένες κόρες, ονειρική αίσθηση (όχι πάντα καλή), αρχικά νευρικό ασταμάτητο γέλιο, πιθανόν άγχος ή θλίψη. Το βασικό πράγμα που κάνει είναι όπως κ αν νιώθεις ψυχολογικό, ό,τι κι αν είναι αυτό, να το κάνει πιο έντονο με ήρεμο τρόπο. Αν για παράδειγμα όταν κάνεις το τσιγαριλίκι σου είσαι χαλαρός και νιώθεις ήρεμος, θα νιώσεις μια ευφορία, μια χαρά, ένα άκυρο αλλά χαρούμενο συναίσθημα να περιβάλλει την ψυχή σου. Άμα όμως είσαι αγχωμένος, το μόνο που θα κερδίσεις είναι να αγχωθείς περισσότερο ή και να σε πιάσει κρίση πανικού!

->Τα συμπτώματα διαρκούν 4-5 ώρες για την πρώτη φορά, και 2-3 ώρες τις επόμενες. Το ΤΗC (η ουσία που προκαλεί αυτήν την ονειρική κατάσταση) μπορεί να βρεθεί στο σώμα σου σε εξετάσεις τις επόμενες 4-6 βδομάδες (ωστόσο τα παραπάνω συμπτώματα επιδρούν πάνω σου για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα που ανέφερα). Μετά τις 4-6 βδομάδες εξαφανίζεται από το αίμα.

->Πολλοί πιστεύουν πως η κάνναβις αποτελεί το πρώτο βήμα σε ένα μονοπάτι πολύ επικίνδυνο. Στο μονοπάτι των ναρκωτικών. Προσωπικά πιστεύω πως το μυστικό είναι να έχεις τα μάτια σου ανοιχτά. Ο μπάφος δεν βλάπτει. Αλλά άμα στα 14 σου πίνεις μπάφους, πολύ πιθανό θα ναι στα 19 σου να είσαι πρεζάκιας, σωστά; Γιατί όταν ξεκινάς από μία ελαφριά ουσία, την επόμενη φορά, αναγκάζεσαι να πάρεις μία μεγαλύτερη δόση ώστε να έχεις αντίστοιχα αποτελέσματα μ' αυτά που είχες και την προηγούμενη φορά. Κάποια στιγμή λοιπόν, η συγκεκριμένη ουσία θα πάψει να σε καλύπτει πια κι έτσι θα πέσεις σε πιο σκληρά / εθιστικά ναρκωτικά, και στο τέλος θα χάσεις τον ίδιο σου τον εαυτό.

Ο πυργιώτικος μπάφος ή μαύρο ή πυργιώτικη (καλαματιανή) φούντα εξάγεται σε περισσότερες από 50 χώρες με μεγαλύτερη εξαγωγή στην Ολλανδία. Κύριο μέσο εξαγωγής είναι τα καράβια (σαν της φωτογραφίας) γνωστά και ως «βαποράκια».

(από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ενεστώτας του «έφαγα φρίκη».

Η έκφραση «Έφαγα φρίκη», όπως και σχεδόν όλα τα τρώω (πακέτο, φλας κλπ) έχει τις ρίζες της στη χρήση ναρκωτικών ουσιών και συγκεκριμένα στα βρώσιμα ναρκωτικά - χάπια. Προκύπτει από το γεγονός ότι πολλά χάπια τύπου έκσταση δεν έχουν πάντα τις ίδιες παρενέργειες στον οργανισμό και ειδικότερα στον εγκέφαλο και στα συναισθήματα. Έτσι όταν κάποιος χρήστης «τρώει« ένα χάπι που στη συνέχεια του δημιούργησε δυσάρεστα συναισθήματα, τρόμο, ταραχή, δυσάρεστες παραισθήσεις κ.λ.π., έλεγε χαρακτηριστικά ότι »έφαγε φρίκη«.

Αντίστοιχης λογικής είναι και το »έφαγα φλας« που αναφέρεται στην αναλαμπή το »έφαγα πακέτο« που περιέχει όλο το πακέτο (φρίκη, φλας) κ.λ.π.

Σταδιακά η έκφραση έφυγε από τον κύκλο των χρηστών και υιοθετήθηκε από τους νέους για να αποδώσει καταστάσεις κατά τις οποίες τα πράγματα πήραν δυσάρεστη τροπή, η για να δείξουν ότι συνειδητοποιήθηκε κάτι απότομα.

  1. Χαρακτηριστικό παράδειγμα που άκουσα από χρήστη πολύ πριν γίνει της μόδας η έκφραση είναι το εξής:

- Είχα κάνει ένα τατού και είχα πιει πρέζα. Έφαγα φρίκη ότι σάπιζε το χέρι μου και έξυνα το τατου συνέχεια, με αποτέλεσμα να το καταστρέψω.

  1. Χτες εκεί που οδηγούσα πετάχτηκε μια γάτα. Έφαγα τρελή φρίκη.

  2. Τι φρίκη έφαγες ξαφνικά και άρχισες να μαλώνεις με τον Γιάννη;

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κοκάκιας, αυτός που σνιφάρει κόκα.

Κάποτε ήταν καλός ποδοσφαιριστής, τώρα έχει γίνει ένας χοντρός κοκακολάς.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο αλκοολικός, αυτός που καταναλώνει μεγάλες ποσότητες αλκοολούχων ποτών, συνώνυμο του «μπεκρής».

- Πού τον χάνεις πού τον βρίσκεις τον κυρ Γιώργη, στο καφενείο είναι...
- Γαμησέ τα, νταμιζάνας μεγάλος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπάνιος μπαρμπαδισμός, αναφέρεται στο αλκοόλ (στο κρασί συνηθέστερα), αλλά χρησιμοποιείται συνθηματικά για τις ναρκωτικές ουσίες εν γένει.

  1. - Τάκη! Πιάσε ένα κατρούτσο μπρινιόκο!
    - Έφτασεεε...

  2. - Ψήσου να σκάσεις από δω μετά ρε.
    - Μπα ρε φίλε θ' αράξω σπίτι.
    - Έλα μωρή θεία να πούμε, ξεκούνα, θα παίξει και μπρινιόκο... - Έρχομαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση απόγνωσης που χρησιμοποιείται κυρίως όταν κάποιος πετάει μια μαλακία...

- Πού πήγε η μικρή Αννούλα μετά την έκρηξη; Παντού!
- Κόψε τα ναρκωτικά ρε μαλάκα, δεν φτάνουν για όλους...

(από xalikoutis, 16/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση της Ριζάρειου σχολής. Εννοεί μέρος που συχνάζουν άτομα εθισμένα στην ηρωϊνη. Η έδρα της είναι όπου μπορεί ο χρήστης να σουτάρει συνήθως μαζί με άλλους.

Τι με κοιτάς ρε μαλάκα, έχουμε κάνει μαζί Πρεζάριο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified