Selected tags

Further tags

Συνδυασμός κλαρινογαμπρού και κάγκουρα, δηλαδή κάποιος που και επιδεικνύεται με ποζεράδικο τρόπο για να αγρεύσει γκόμενες και το παλεύει με κωλοφτιαγμένα μηχανάκια και αυτοκίνητα κάγκουαρ. Στην ουσία οι κλάριν έχουν πολλά κοινά στοιχεία με τους κάγκουρες, καθώς η καγκουριά αναφέρεται πλέον σε μια γενικότερη συμπεριφορά όχι αποκλειστικώς συνδεόμενη με άουτο/μότο, οπότε η έκφραση είναι εμφατικός πλεονασμός.

  1. Ωραίος!! Μούσι, τατού μανίκι, χέρι έξω από το παράθυρο του Χιουντάι και φουλ Παντελίδης! Πιο κλαρινοκάγκουρας πεθαίνεις! (Από Τουίτερ).
  2. Πέταξε τραπέζι στον Ρέμο την ώρα που τραγουδούσε! Σχόλιο: Κλαρινοκάγκουρας Σαλονικιός. (Από το Φέισμπουκ).
  3. Κλαρινοκάγκουρες με TDM και Scooter με akrapovic που οδηγάνε απο το σπίτι μέχρι τη καφετέρια. (Εδώ).
  4. Εσεις οι κλαρινοκαγκουρες μη την πεφτετε σε οποια γκόμενα βλεπετε στο δρομο γιατι οι σάπιες το παιρνουν πανω τους. (Από Τουίτερ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δοκίμως σημαίνει το μαγαζί που πουλάει λάδι, το λαδάδικο (άνευ λινκ).

(Και για να μη λέτε ότι μόνο του Δον Μήτσου τα λήμματα μυρίζουν θυμάρι, αρμύρα και μελτέμι τσιμπήστε κι ένα παράθεμα από το διήγημα του Στρατή Μυριβήλη "Παναγιά Γοργόνα")

Περνούσαν με μια μπρατσέρα, κι ο εργολάβος τους μαζί, συμφωνημένοι στα βορεινά του νησιού, σ' ένα κεφαλοχώρι, να χτίσουν κάποιο σαπουνάδικο. Στο δρόμο τους πήρε αλακάπα ένα άγριο μπουρίνι. Πήγαν να μπατάρουν εκεί απέξω στον κάβο Κόρακα, σαν αντίκρισαν ξάφνου της Παναγίας τα ράχτα. Γλίτωσέ μας, τάχτηκε ο εργολάβος, και μεις θα σου χτίσουμε ένα ξωκλήσι. Μεμιάς καταλάγιασε ο καιρός, οι μαστόροι και το τσούρμο απάγγιασαν στο μικρό λιμάνι της Παναγιάς. Δέσανε πρυμάτσα και κάμαν το τάμα τους. Γι' αυτό το κλησάκι τούτο μοιάζει τόσο πολύ με μικρό λαδομάγαζο.

Λέσβος η Γοργόνα της Συκαμιάς

Ένα κλικ πιο σλανγκικά είναι το μαγαζί που πουλάει λάδια αυτοκινήτων.

Προς ενημέρωση: Το γνωστό λαδομάγαζο έφερε τα επίσημα λάδια της BMW 10-40, 5-40 και 5-30 σε καλές τιμές.... τσίμπησα κάμποσα λίτρα. (Φόρουμ 4 Τροχών).

Και, τέλος, στο ιδίωμα των μπουρδελιάρηδων, είναι το μασατζίδικο, όπου προσφέρεται βασικά μασάζ με διάφορα έλαια, και εν συνεχεία διάφορες σεξουαλικές "υπηρεσίες" ψιλοάτυπα και αναλόγως της κατάστασης. Βλ. και λαδάδικο, ελαιοτριβείο.

-μην εισαι πολυ σιγουρος για αυτο..μερικες φορες,σου πασάρει γκόμενα, που εχει κανει τα λιγοτερα ραντεβου :P....ΜΟΝΟ σε ΠΟΛΥ δικους της τα κανει αυτα.. ;).
-Γιαυτό και εγώ στην αρχή (όταν το λαδομάγαζο ήταν στον δεύτερο όροφο και πριν γνωρίσω "τι παίζει" με τις λαδοκόρες εκεί (από επιφύλαξη και μόνο) όταν μου πρότεινε η Ζ. μια συγκεκριμένη, διάλεγα πάντα να περάσω στο δωμάτιο μόνο με την ίδια, ώσπου με έμαθε ως μόνιμο δικό της πελάτη και από μόνη της μετά μου πρότεινε τις καλύτερες για τρίο μαζί της με απολύτως εγγυημένα αποτελέσματα (όπερ μεθερμηνευόμενον, να γίνεται μέσα στο δωμάτιο "της τρελής", να να σε αρπάζει η μιά και να λυσσάει πάνω σου η άλλη). (Από μπουρδελοσάη).

Απ' ό,τι διαπιστώνω στον γούγλη, ο σχηματισμός εις -μάγαζο έχει ελαφρώς υποτιμητική χροιά, χαρακτηρίζοντας ένα απλό, ταπεινό μίνιμαλ λαδο-φραπενείο, σε διάκριση ίσως από πιο πορνοντίσνεϊλαντ καταστάσεις με χαμάμ κ.ά.

Καμμια σχεση...... το Γ... 2-4 ειναι προσφατα ανακαινισμενο με χαμαμ ....ειναι ωραιο μαγαζί!!!! το Γ. 1 ειναι ενα απλο λαδομαγαζο (σαν χωρος)!

Και κλείνω, -με τι άλλο;- Μητροπάνο

Κάθε κάμαρα και Lee στα λαδάδικα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μοτοσικλέτα, το μηχανάκι στα κυπριακά, εναλλακτικά προς το συνηθέστερο μοτόρα. Πληθυντικός: ταπουροκωλούες (δες εδώ). Το βρίσκω γραμμένο και ως ταπουροκολού, αλλά και με μία ας πούμε περισσότερο φωνητική γραφή ως τταππουροκολού.

(αψουυυ)
-τι εγινε??
-αα τιποτα αψουριστικα! εμουλαλιτε μηπως θελετε δανειο για καμια ταπουροκολου???
-τι ειναι η ταπουροκολου??
-χαλλόου! μηχανακι. (Στο βιντεάκι πιο κάτω):

Από το 3.27 και μετά

Η ετυμολογία δεν είναι σαφής. Το λολαδερό ως άνω βιντεάκι δίνει την αστειατόρικη "ετυμολογία" ότι ο κώλος σου κάνει "ταπ ταπ ταπ". Πάντως και οι γλωσσολογικές πηγές μου στη μαρτυριάρικη μου λένε ότι θεωρείται ότι λέγεται έτσι επειδή κάνει ταπ ταπ ο κώλος της μοτόρας. (Η συσχέτιση κώλου και εξάτμισης φαίνεται άλλωστε στα λήμματά μας εξάτμιση, μαγκιά κλανιά και εξάτμιση). Ως "προφανή" ετυμολογία δέχεται τα ηχητικά εφέ της μοτόρας και σχολιαστής στου κυρ-Σαράντ, βλ. σχόλιο 12 στον παρακάτω σύνδεσμο:

ο μιτσύς (=μικρός) έπιασε την (τ)ταπουροκολού του. (Σε σχόλιο στου κυρ Σαράντ).

Ας κρατήσουμε πάντως και μια πισινή, μαζί με την παρατήρηση ότι τάπος (ττάππος) είναι ό,τι και η τάπα, δηλαδή ο φελλός του κρασιού και ο κοντός άνθρωπος, δες εδώ.

τώρα ε να πκιάσω την ταπουροκωλού και ναρτω !!. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε προέκταση του γλαφυρότατου ορισμού του Δον Μήτσου, επισημαίνω ότι χρησιμοποιείται και στο ιδίωμα των νταλικέρηδων για να δηλωθεί μία μικρή απόσταση, ένα μικρό σύντομο δρομολόγιο, κατά αναλογία προς τον πολυτραγουδισμένο πορθμό μεταξύ κώλου και μουνιού που ως γνωστόν έχει μήκος δύο δάχτυλα και κάτι.

Κώλο-μουνί το δρομολόγιο σήμερα. Δεν θα αργήσει να γυρίσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης: παντιλικώνω, μπαντιλικιάζω, παντιλικιάζω.

Σημαίνει ότι οδηγώ το όχημα με τέτοιο τρόπο ώστε να πηγαίνει στις στροφές με τις μπάντες, δηλαδή με πλαγιολίσθηση. Για να ελέγχεται το όχημα ο οδηγός πρέπει να κάνει το κατάλληλο παιχνίδι με το γκάζι, τα φρένα και το τιμόνι. Λέγεται και για μηχανές. Το συνηθίζουν ραλίστες, αλλά και κάγκουρες.

Επίσης, συνηθίζεται και στο τρίτο πρόσωπο μπαντιλικώνει κ.τ.ό., για να δηλωθεί ότι το όχημα μπαντιλικώνει.

Πάσα (Δ.Π.): Πονηρόσκυλο.

1. Όποιος έχει οδηγήσει οποιοδήποτε Opel/Saab με κινητήρα πάνω από 200 άλογα ξέρει τι θα πει torque steer. Είναι το ψάρεμα που κάνουν οι εμπρός (κινητήριοι) τροχοί που λόγω του άνισου μεγέθους των ημιαξονίουν μεταφέρουν στο απότομα πάτημα του γκαζιού άνισα τη ροπή δεξιά-αριστερά. Το τιμόνι τραβάει απότομα από τη μία πλευρά (την αριστερή συνήθως) και αν δεν προσέξεις στο προσπέρασμα σκας στον απέναντι. Απαράδεκτο. Όχι όμως και αν το αυτοκίνητο είναι πισωκίνητο. Γιατί τότε έχει «γλέντι», «μπαντιλικώνει», ελαφραίνει απότομα και αρχίζει το ψαλίδισμα της ουράς. Πολύς ο χαβαλές, αλλά είναι ακόμη πιο πιθανό τα γυρίσει και να σκάσει στον απέναντι. Έχει όμως φάση ε;

2. Δεν το λαμπαδιάζω απλά όταν ανέβαινα πάνω Κοζάνη από Αθήνα τότε επειδή το πήγαινα τέρμα συνέχεια 160 - 220 , στο ΣΕΑ Αλμυρού μου τα ξέρασε. Πιο πολύ μπαντιλικώνω, δηλαδή τρελαίνομαι να το διπλώνω συνέχεια (μόλις ζεσταθεί), αλλά τώρα τα έκοψα αυτά μέχρι να δω τι παίζει.

3. Ημουν με 80χλμ και ο τυπος με περασε και συνεχιζε να μπαντιλικωνει μπροστα μου για μεγαλη αποσταση.

4. Οταν ομως ειμαι με το 200αρι αλλαζουν τα πραγματα. Εξακολουθω να μην κανω κοντρες κλπ αλλα εχω αλλο κακο.Driftαρω οπουδηποτε. Εστω και σε ελαχιστο χωρο μεσα σε στενο η και σε λεωφορο αν δεν εχω αμαξια γυρω μου.Εκμεταλλευομαι και την παραμικρη στροφη ενω το παντιλικωνω και σε ευθειες.Ξερω οτι ειναι μεγαλη βλακεια και οι περισσοτεροι οδηγοι τρομαζουν και κανουν στην ακρη,αλλα δε μπορω να το ελεγξω.Κοροιδευω τον εαυτο μου οτι με προκαλει το αμαξι...

(από Khan, 22/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως χαρακτηρισμός ανθρώπου μπορεί να σημάνει μια πληθώρα διαφορετικών πραγμάτων που έχουν να κάνουν με το ότι κάποιος είναι στην τσίτα, σε υπερδιέγερση και έτοιμος να εκραγεί. Λ.χ. μπορεί να σημαίνει έναν μποντιμπιλντερά που είναι φέτες, σφαγμένος κιετς. Μπορεί να σημαίνει κάποιον που είναι σε φοβερή υπερδιέγερση σαν να έχει πιει ένα σωρό Red Bull. Κάποιον που είναι έτοιμος να εκραγεί από οργή ή είναι μονίμως νταής και μπουλίζει ψάχνοντας αφορμή για καυγά. Επίσης, κάποιον που αναπτύσσει μεγάλη ταχύτητα στην οδήγηση κ.ο.κ.

  1. Γελάω όσο σκέφτομαι ότι έχουμε αναγορεύσει τον Βαρουφάκη σε μποντιμπιλντερά, απλώς επειδή πετάνε δυο φλέβες στα μηνίγγια του (τι σου κάνουν οι φλέβες τελικά). Όποιος επιμένει να θεωρεί τον υπουργό μας ως πρότυπο φίτνες ας συγκρίνει μια φωτογραφία του από το Παρί Ματς με τούτον δω την παλιοσειρά (πενηντάρης) τον Helmut Strebl, τον πιο φιτίλια ίσως άνθρωπο του πλανήτη. (Από το Φέισμπουκ).

2. Παντως κρισπ εισαι φιτιλιας.

3. Δεν υπάρχει άνθρωπος που θα με κάνει να απολογηθώ για τις ώρες που δουλεύω, το πότε θα ξεκουράζομαι, είμαι λίγο φιτίλιας τελικά.

O Helmut Strebl (από Khan, 22/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα-υπερτούμπανο (βλ. παρ. 1, 2), ή οποιοδήποτε άλλο τουμπανιζέ υποκείμενο ή αντικείμενο (βλ. παρ. 3).

Εκ του τούμπανο και του γαμοσλανγκοκατάληξης -άϊζερ (βλ. πιχί καραφλάιζερ, ουκρανάιζερ, φραπεδάιζερ).

1.
Γιατί οι άντρες τρελλαίνονται για τα... γυναικεία στήθη...ΤΟΥΜΠΑΝΑΙΖΕΡ Η ΚΥΡΙΑ!!!!!!!!!

2.
- Η Σταματίνα Τσιμτσιλή είναι … τούμπανο !! - τουμπαναιζερ!!

3.
- Nero D'inferno ... ξερει κανεις κατι για το συγκεκριμενο μελανι;
- το εχω :-) δε το χω δοκιμασει αποσο ξερω ειναι πολυ δυνατο και τουμπαναηζερ φαση ειναι βερνικι βασικα και ξεβαφει δυσκολα νομιζω εχει και πινελακι :-)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κρεσενταριστό φραπέ που χτυπάς μόνος σου, ή που σου σερβίρει κάποια πρόθυμη φραπεδιάρα ψυχή. Κρητικός ιδιωματισμός που έχει παρεισφρήσει για τα καλά και στην μπουρδελοσλάνγκ.

Πέραν του φραπουτσίνο, τα αλάνια επίσης αποκαλούν καταχτύπι...

1.
Το καταχτύπι παίζει πολύ στην Κρήτη, μην πω ότι είναι κρητικό και ακουστώ τοπικιστικιστικιστής (xalikoutis)

2.
- xalikoutis: την κα αρνού κι εγώ πολύ νάρα τη φαντάζομαι, φανταστείτε τριαντάρα γαλλίδα κρύσταλλο σεξουαλικά σχετικά αχρησιμοποίητη σε σημείο επιπολής στατικού ηλεκτρισμού και ηφαιστιακών υποσχέσεων... για πολύ καταχτύπι αν μου επιτρέπετε...
- Hank: ...κι εγώ είχα τραβήξει πολλές μαλακίες για πάρτη της, όταν ήμουν μικρός...

3.
Η μαλακία είναι θείο δώρο, ευγενές sport, δημιουργική απασχόληση, πράξη βαθιάς αυτογνωσίας και αυτοεκτίμησης, ενέργεια με πολυσήμαντο πολιτικό συμβολισμό. Συνίσταται να λαμβάνει χώρα μπροστά σε ολόσωμο καθπέπτη ώστε να μεγιστοποιούνται τα ωφέλη που προκύπτουν από το καταχτύπι (strongly recommented).

4.
Δακτυλάκι και εκεί, χωρίς το παραμικρό όχι ή μη, και καταχτύπι για άλλα 5-7 λεπτά. Μια και δεν με έβλεπα να τελειώνω έτσι, της ζήτησα να γυρίσουμε σε 69, όπου και ολοκλήρωσα μετά από έντονο γλύψιμο.

5.
Slayer - Silent Scream - Τελειωτικό καταχτύπι...Αν προλάβεις τον ντράμερ...

6.
Δεν είμαι ικανοποιημένος όμως. Το σασμάν θυμίζει Yamaha (πολύ καταχτύπι και τα σχετικά), ούτε το δούλεμα του κινητήρα μου αρέσει ειδικά στις μεσαίες στροφές και σαν να μου μυρίζει και καΐλα...:alien

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οδηγώ γρήγορα σε δρόμο με στροφές. «Μπαίνω» στην στροφή με πολλά χλμ και «βγαίνω» με ακόμα περισσότερα, χωρίς απώλεια ελέγχου του οχήματος.

- Καλά ρε Λέβι, με πόσα μπήκες;
- Με πολλά... Μπήκα κομμάτια και βγήκα τρίμματα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα καλιαρντά είναι το τρόλεϊ, εκ του ηλεκτρικό και του ιταλικού popolo (=λαός) και του αγγλικού bus (=λεωφορείο).

Μα ένα λιόγερμα πάει να περάσει την Αχαρνών απέναντι και τον πάτησε το ηλεκτροποπιλόμπουσο. Αααααχ τι νόμισες. Χαροκαμένη είμαι. Κι άμα τον θυμάμαι στεναχωριέμαι και τρώω. Αισιχτίρ συγκινήθηκα πάλι. (Αποκατέ).

(από Khan, 15/01/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified