Selected tags

Further tags

Αυτός που προφητεύει τι θα φορεθεί και θα είναι της μόδας στην επόμενη σεζόν. Και αυτός που δείχνεται και μοστράρει τον εαυτό του υπερβολικά.

- Κοίτα τι κιτσαριό φοράει ο Λάκης!
- Μην τον υποτιμάς! Είναι μεγάλος μοστράδαμος, στοίχημα ότι σε έξι μήνες θα θεωρείται πολύ σικ;

Χίπστερ μοστράδαμος (από Khan, 30/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. O στηθόδεσμος.

  2. Η γυναίκα που σε θέλγει με το ακαταμάχητο στήθος της και σε παγιδεύει. Ή, ακόμη πιο συγκεκριμένα, το ίδιο το υπερμέγεθες στήθος μέσα στο οποίο φανταζόμαστε ότι μπορεί να χαθεί ο άντρας ή μετωνυμικώς ο πέοντας. (Όσο να είναι, παίζει και ψυχαναλυτικής υφής φόβος για μητέρα που παγιδεύει τον γιο της, ή πιο ακραία τον έλκει πίσω στην κατάσταση ταύτισης μαζί της).

  3. Εδώ το βρίσκουμε ως απόπειρα μετάφρασης του αγγλικάνικου booby-trap. Το τελευταίο σημαίνει γενικά παγίδα, που συνίσταται συνήθως από εκρηκτικά που σκάνε αιφνιδίως, και όπως βλέπουμε εδώ έχει ισπανική ετυμολογία από τη λέξη bobo που σημαίνει ηλίθιος, απρόσεχτος και άρα επιρρεπής να πέσει σε παγίδα. Όμως η ομοιότητα με τη λέξη boobs για τα βυζιά έχει οδηγήσει και τους Αγγλικάνους σε σχετικά λολοπαίγνια για τα βυζιά ως booby-traps. Για το τελευταίο, λοιπόν, προτείνεται η μετάφραση βυζοπαγίδα, όπως και βυζοναρκοπέδιο, βυζοπέδιο καθώς και το ρήμα εγκλωβύζω.

Πάσα: Mr Cadmus.

  1. Αν δε χωράς σε μια βυζοπαγίδα τότε τι κρίμα…
    ΔΕ ΧΩΡΑΣ ΠΟΥΘΕΝΑ! (Εδώ).

  2. α. Βυζοπαγίδα! Τα βυζια της ειναι παγιδα τελικα, τα σκεφτομουνα 2-3 μερες τωρα και δεν μπορεσα να αντισταθω, αν και προχτες ηταν ποιο στρογγυλα, σημερα ηταν ποιο πλατσκουτα (Από μπουρδελοσάιτ)

β. θα γαμησεις κ τις βυζαρες με ρωταει; επιβαλεται της λεω οπου κ χαθηκε ο μικρος τζιμακος για μερικα λεπτα στην βυζοπαγιδα! (Από μπουρδελοσάιτ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βικτίμια ή βικτιμάδες αποκαλούνται τα εκούσια θύματα των τάσεων της μοδός, της ποπ κουλτούρας, της τρέντι πολιτικής, γουατέβα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι ορδές σούργελων με Juicy Cuture γιομάτα τρουκς και γελοίες μπότες Ugg (το ένα χέρι στο iPhone και το άλλο στις «50 αποχρώσεις του γκρι») που παρελαύνουν έφιππες σε επινοημένα αλόγατα με υπόκρουση το ώπα γκάγκναμ στάιλ (φωτογραφία από τις αρχές του´13).

Οι γιαλόμες θεωρούν ότι κραδαίνοντας επώνυμα αγαθά (ή μαϊμούδες αυτών), το βικτίμι ελπίζει ότι θα αποσπάσει θαυμασμό και ρισπέκ ανάλογο προς τη πραγματική (ή φαινομενική) αξία τους, και καταντά έτσι θύμα της κενόδοξης ανασφάλειας του. Αλλά ποιος τις χέζει τις γιαλόμες, είναι οι χειρότερες βικτιμούδες όλων.

Εκ του fashion victim (λεξιπλασία του Oscar de la Renta).

1. Το παλιό συνυπάρχει με το καινούριο, το καλόγουστο με το κιτς, οι αντίκες με τα παλιατζίδικα, οι πλανόδιοι πωλητές (κερασι τραγανοοοοοοοοοοοοό) με τα επώνυμα καταστήματα, οι φλώροι με τους ντιζαϊνάτους, οι ψαγμένοι με τα βικτίμια

2. Εκεί όλοι ανήκαν σε κάποια φυλή, υπήρχαν χίπιδες, βικτίμια, ροκαμπιλάδες, μέταλα, αναρχικοί και φυσικά γότθοι, οι οποίοι ήταν πιο κομψοί απ’ όλους

3. Το γαλλικο νυχακι κι εγω για ασπρο το'χω, αλλα μπορει να εχει προχωρησει η επιστημη, δεν ξερω. Μια βικτιμού στη δουλειά, μου ειχε στειλει μαιλ για το νεο μανικιούρ Loubouten (δεν ξερω αν γραφεται ετσι, χεστηκα). Απεξω κοκκινο και απο μεσα μαυρο. Αστα, μην ρωτησεις καν......

4. επισκέφτηκα το γνωστό «σκακιστικό» βιβλιοπωλείο στα Εξάρχεια, πέφτω πάνω σε κάτι πιτσιρικάδες και «να’σου το Γκρέιχοκ» και «έτσι ο Γκρέιχοκ» και μόνο τη λέξη Γκρέιχοκ άκουγα. Ααα, λέω (σαν κλασικός μάρκετινγκ βικτιμάς) νά λοιπόν το νέο μου φαρμακερό βέλος που θα προστεθεί στην ποικιλώνυμη σκακιστική μου φαρέτρα… πάω σε μια κοπέλα υπεύθυνη και ζητάω λοιπόν το «άνοιγμα Γκρέιχοκ» ή τον σκακιστικό συγγραφέα Γκρέιχοκ… « Το Γκρέιχοκ είναι ρόουλ πλέινγκ γκέιμ, κύριε!» με κατακεραύνωσε. Για τα σκακιστικά, στο ραφάκι στο βάθος.»…έφυγα σα βρεγμένη γκρίζα γάτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηλαδή «την ξέντησα». Έκφραση των ανθρώπων του βουνού και της στάνης που απαντάται όμως και σε πιο σαλονάτες καταστάσεις.

Βλ. και ζγκατάψυξ και τγάμσα.

Γκζέντσα κι τγάμσα.

γκζέντσα κι τγάμσσα (από iwn, 24/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινώς αποδεκτό ως σουτιέν.

Μωρή τα είδες τα καινούρια βυζιά της Μαρίας; θα της σκίσουν τα βυζοσάκουλα!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προστακτική του ρήματος «ζώνομαι», κύρια χρήση από μαμάδες προς παιδιά και συζύγους προς τους άντρες τους (σπανιότερα από γυναίκες προς τους γκόμενούς τους).

Σημαίνει: «Βάλε τη μπλούζα / το πουκάμισο μέσα από το παντελόνι σου».

Παράγωγα:
μτχ.: ζωσμένος, επίθ.: άζωστος, συνθ.: κακοζωσμένος.
Διάσημος άζωστος ή/και κακοζωσμένος: Johnny Depp.

- Ζώσου παιδάκι μου, πώς θα βγεις έξω έτσι;
- Αμάν ρε μάνα, έτσι είναι μόδα!
- Πώς είναι η μόδα δηλαδή; Να κυκλοφορείς άζωστος, σαν τον λέτσο;

Johnny Depp και οικογένεια Depp. (από mafie, 28/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νέος ή γέρος, fun της Goth μουσικής και lifestyle, που χλαπακιάζει ασυστόλως burgers, πατατάκια, πίτσες και παιδάκια με το αίμα τους, με αποτέλεσμα να γίνεται παχύσαρκος και να μεγαλώνουν τα βυζιά του. Επιμένει να φορά όμως κολλητά μαύρα και δερμάτινα και μπιχλιμπίδια και να γίνεται ρόμπα στους Goth κύκλους. Από Βισιγότθος.

- Ακούνε οι ελέφαντες Goth; - Ο Λάκης είναι, ο Βυζιγότθος.

(από xalikoutis, 02/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα ρούχα της φυλακής.

Θα σε βρουν μια μέρα να φοράς πιτζαμάκια όλη μέρα και να κάνεις διάλειμμα με διπλά βραχιόλια.

(από Vrastaman, 17/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ρούχο μαϊμού, η απομίμηση ακριβής φίρμας σε είδη ένδυσης, υπόδησης και αξεσουάρ (γυαλιά, ρολόγια κλπ). Χρησιμοποιείται και ως αυτοαναφορικό για το άτομο που τα φοράει. Λέγεται επίσης και για ρετρό παντελόνι με υπερβολική καμπάνα, π.χ. «ήρθε κι ο Μήτσος, σαν το βλάχο ήτανε, ντόλτσε καμπάνα 50 πόντους».

  1. Τι φοράει ρε ο ντόλτσε καμπάνας;

  2. - Ήρθε η Αλεξάνδρα!
    - Ωπ, τι γυαλικό μοστράρει ρε το άτομο;
    - Μη μασάς, ντόλτσε καμπάνα είναι. Αφού δεν έχει μία!

Ο Μήτσος (από panos1962, 01/11/09)(από panos1962, 01/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified