Selected tags

Further tags

Αυτός που ντύνεται σαν γαμπρός για να βγει. Τον καταλαβαίνεις από το πολύ ζελέ στο μαλλί, τα παπούτσια -συνήθως κροκό ή φίδι- που πετυχαίνουν κατσαρίδα στη γωνία και τα 15 κιλά άρωμα που έχει λουστεί. Πιθανολογείται ότι προέρχεται από την επτανησιακή διάλεκτο. Δυνητικά λέγεται και τζιτζιφιόγκος.

Πού πας έτσι ντυμένος κονιόρδος; Πας να ρίξεις καμιά γκόμενα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γενεσιουργός αιτία πολλών κιτς θεαμάτων στο δρόμο.

Η σύγκρουση με την ντουλάπα του εν λόγω αοιδού είναι η μόνη λογική εξήγηση για τις ενδυματολογικές προτιμήσεις αρκετών συνανθρώπων μας. Τουτέστιν, όταν συναντάμε στο δρόμο κάποιον με καπέλο με φτερά, κολλαριστό παντελόνι με τσάκιση, τύπου καμπάνα, φούξια πουκάμισο και σακάκι με γαλάζιες πούλιες, τότε καταλαβαίνουμε πως ήρθε σε σύγκρουση με την περί ης ο λόγος γκαρνταρόμπα.

- Καλέ! Φούξια γόβες με εμπριμέ εσάρπα φοράει! Αμ τις πούλιες που τις πας;
- Την καημένη... Μετωπική με την ντουλάπα του Φλωρινιώτη θα 'χε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που προφητεύει τι θα φορεθεί και θα είναι της μόδας στην επόμενη σεζόν. Και αυτός που δείχνεται και μοστράρει τον εαυτό του υπερβολικά.

- Κοίτα τι κιτσαριό φοράει ο Λάκης!
- Μην τον υποτιμάς! Είναι μεγάλος μοστράδαμος, στοίχημα ότι σε έξι μήνες θα θεωρείται πολύ σικ;

Χίπστερ μοστράδαμος (από Khan, 30/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς ο μπαζοκρύφτης, δηλαδή τα τεράστια τρέντι γυαλιά τύπου πούλμαν, που θυμίζουν παρμπρίζ λεωφορείου, έχουν δε ως κύριο σκοπό να κρύψουν την μπαζοσύνη του μπάζου που τα φορά και να κόψουν κάτι από την επιθετικότητα της ωστικής δύναμης του μπαζούκας.

Συνηθίζονται πολύ στο Facebook, από κοπελιές που δεν το έχουν με την εμφάνιση, πλην είναι φιλότιμες και δεν θέλουν να παραιτηθούν από το παίγνjιο της σαγήνjης.

Αρχαιοκαυλιστί: ἀλεξίμπαζον, φωγαλλιστί: para-baze, ενώ ο μπαζοκρύφτης είναι το cache-baze. (Πλάκα κάνω γερμανέ μεταφραστή).

Πάσα: allivegp.

- Ωραίο γκομενάκι αυτή η φίλη σου η Εύα92, κάτσε να την κάνω κι εγώ μια προσθήκη.
- Όπα, κοτζάμ μπαζοκόφτη δεν τον είδες, γιατρέ μου; Γιατί νομίζεις ότι τον φοράει;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μέρα που είναι, ας καταγραφεί η λαϊκή ονομασία του φράκου στα χρόνια του '40 και πιο πίσω. Για πιο μετά δεν ξέρω, ούτε ξέρω αν στέκει ο ενικός που έβαλα στο λήμμα. Αυτά.

Έτσι ήλθαν οι Γερμανοί στον τόπο μας και μας σκλαβώσανε. Μα για μας, για το λαό μας, καμιά κηλίδα δε θα μπορούσε να προσαφθεί, ότι εγκαταλείψαμε τα εδάφη μας. Αυτή θα κολλούσε, όταν δεν ξεσηκωνόμαστε. Τι μπορούσαμε να περιμένουμε απ' αυτούς που φορούσαν τα κλακ και τα μπακαλιαράκια; Τι μπορούσαν να μας πούνε αυτοί; Το μόνο που βρίσκανε να μας λένε ήτανε: «Ησυχία, παιδιά, και τάξη. Κάναμε κυβέρνηση, ησυχάστε»!

Από τον λόγο του Άρη στην απελευθερωμένη Λαμία, εδώ

Οι μαέστροι και οι μουσικοι ορχήστρας φορούν φράκο(ιματίδιον). Οι δυο πλευρές του ιματιδίου λέγονται μπακαλιαράκια. εκεί

Μπακαλιαράκια είναι οι βελάδες, αν δεν κάνω λάθος. Και φράκο να το πεις, μέσα είσαι. Νομίζω ότι ονομάστηκαν έτσι (ασεβώς) επειδή οι δυο ουρές του ενδύματος κρέμονταν από πίσω σαν την ουρά μπακαλιάρου. Από συζήτηση στη Λεξιλογία

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα μπατζάκια σε μια ακόμα σλανγκ συνεκδοχή, καθώς κ η αντικατάστασή τους από όλο το παντελόνι, χρησιμοποιούνται για να δηλώσουν κ την ικανότητα κάποιου να κρατάει το λόγο του, να είναι συνεπής, να προσέχει πού βάζει την υπογραφή του, να έχει μπέσα, ντομπροσύνη, ευθύτητα, γενναιότητα κ λοιπές αρετές που σε μια πιο παλιά εποχή, ήταν αυτομάτως κατανοητό, ότι διαμοιράζονται... αυθορμήτως κ αυστηρά μεταξύ του άρρενος πληθυσμού, αφού δεν υπήρχε περίπτωση να βρεις πραγματική γυναίκαμε παντελόνια κ πολύ περισσότερο αληθινό άνδρα με φουστάνια, τα οποία έμενε να διεκδικήσουν πιο... αμφισβητούμενες αρετές, όπως η διπλωματικότητα, η πραότητα, οι μαγγανείες, η μυστικοπάθεια, η δειλία, οι πλάγιοι τρόποι κ κυρίως η... διάσπαση κ ο κατακερματισμός των αμιγώς ανδρικών αρετών δια του... πειρασμού που αντιπροσωπεύαν.

Κ με το δίκιο τους, εκείνα τα σκοτεινά χρόνια, την υπογραφή κ το λόγο τους μόνο τα μπατζάκια είχαν τι να τα κάνουν. Όλοι οι υπόλοιποι τα είχαν ολοσχερώς άχρηστα.

Απαρχαιωμένος μπαμπαδισμός, που πλέον έχει κλειστεί στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.

Απαράβατη αρχή για τον άνδρα προκειμένου να τιμά τα μπατζάκια που φοράει είναι να τηρεί το λόγο του, πολύ δε περισσότερο να σέβεται την υπογραφή του!
Όταν αυτό δεν το κάνει;..
εδωδά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ο κωλοειδής σχηματισμός που παρατηρείται στους βαριά εύχοντρους στη μπροστινή μεριά του παντελονιού. Το παντελόνι χωρίζει την τεράστια κοιλιά στη μέση σχηματίζοντας 2 κοιλιακούς: τον άνω κοιλιακό, που παίζει τον ρόλο της κοιλιάς, και τον κάτω, που σχηματίζει τον μπροστινό κώλο.

(από εδώ)
«- Το γιωτόμπαλο… [...]
Στις ατελείωτες ουρές τις κατάταξης, ξεχωρίζει από χιλιόμετρα. Είναι κοντός, μπουνταλάς με “μπροστινό κώλο” και φοράει χοντρά κοκάλινα γυαλιά. Στο χέρι κρατάει μια ακτινογραφία, δύο αξονικές, ένα αερολίν, τέσσερις ιατρικές γνωματεύσεις, τα σχετικά αποκόμματα από εφημερίδες και μονίμως αγχώνεται για το πότε θα γίνει η επόμενη ιατρική εξέταση.»

  1. (από εδώ)
    «8.ΤΑ ΤΣΟΥΤΣΕΚΙΑ ΞΕΘΑΡΕΞΑΝ ΩΡΕ!!! Ο κάθε ποκοπίκος, μπουνταλάς, ασβός, αρούγκαλος, με μπροστινό κώλο, ρανταπλάν, κλασοπόμολος που στο λύκειο τον δούλευαν όλοι...ο τύπος με τη μπανάνα στη μέση, το πλαστικό shaker του φραπέ στο χέρι και ένα τάπερ με κεφταδάκια απτο σπίτι στην τσάντα του, με τη βερμούδα πάνω απο τον αφαλό που φτάνει στα βυζιά κ μέχρι τον αστράγαλο και άσπρες κάλτσες με μαύρα ποδοσφαιρικά παπούτσια που τα φοράει από το 5Χ5 μεχρι το villa mercedes υπάρχει ακόμα...ΝΑΙ ΝΑΙ δεν εξαφανίστικε μετά το λύκειο, απλά στο παίζει ιστορία στο καρλόβασι.......»

ΜΠΡΑΦ: στο 6:38 ο μπροστινός κώλος. (από Cunning Linguist, 13/05/12)(από Cunning Linguist, 13/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Πολύ κοντό ή/και σκισμένο σορτς, συνήθως γυναικείο, που αφήνει να φαίνονται τα κωλομέρια
  2. (κατ’ επέκταση) Το τμήμα του σώματος που φαίνεται από το άνοιγμα αυτό

Περιφραστικά: ντεκολτέ του κώλου

- Ωραίο το σορτσάκι της Μαρίας σήμερα ε; Σχίσιμο πίσω, σχίσιμο μπροστά, ντεκωλέεε... μπράααβο το Μαράκι.
Ντεκωλέ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ρούχο μαϊμού, η απομίμηση ακριβής φίρμας σε είδη ένδυσης, υπόδησης και αξεσουάρ (γυαλιά, ρολόγια κλπ). Χρησιμοποιείται και ως αυτοαναφορικό για το άτομο που τα φοράει. Λέγεται επίσης και για ρετρό παντελόνι με υπερβολική καμπάνα, π.χ. «ήρθε κι ο Μήτσος, σαν το βλάχο ήτανε, ντόλτσε καμπάνα 50 πόντους».

  1. Τι φοράει ρε ο ντόλτσε καμπάνας;

  2. - Ήρθε η Αλεξάνδρα!
    - Ωπ, τι γυαλικό μοστράρει ρε το άτομο;
    - Μη μασάς, ντόλτσε καμπάνα είναι. Αφού δεν έχει μία!

Ο Μήτσος (από panos1962, 01/11/09)(από panos1962, 01/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φοράω κοντομάνικα πόλο οριζόντιας διαγράμμισης, μόδα που λάνσαρε ο συμπαθέστατος προφέσορας του ποδοσφαίρου.

Σημ. Να μην συγχέεται με την περίφημη αλεφάντεια κόμμωση.

Τι μπλουζάκι είναι αυτό ρε; Αλέφαντος ντύθηκες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified