Selected tags

Further tags

Απίστευτος τίτλος ελληνικής ερωτικής ταινίας. Η ευρηματικότητα του «τιτλάκια» (αυτός που ονοματίζει τις τσόντες), χτυπάει χαλαρά κόφτη σε Evo !!.... Υποκλινόμαστε στο μεγαλείο του και το χρησιμοποιούμε και σαν mantra για να (χαμο)γελάμε στις δύσκολες στιγμές μας!!!

«Η Ξαδέρφη μου απ' το Μπόστον και ο Φίλος μου ο Χώστον» !!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από την γνωστή ταινία της Ρένας Βλαχοπούλου «Η Παριζιάνα».

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν απάντηση σε οποιοδήποτε άτομο ισχυρίζεται πως, παρά την παρατεταμένη δίαιτα που ακολουθεί, προς μεγάλη του έκπληξη δεν αδυνατίζει ή αντίθετα παίρνει παραπάνω βάρος. Το όνομα παραμένει πάντα το ίδιο, ανεξαρτήτως του συνομιλητή, ώστε να παραπέμπει στην ευτραφή κυρία της ταινίας.

Μαρία: - Άσε με βρε Πέτρο, ένα μήνα τώρα κάνω δίαιτα και γυμναστήριο και η ζυγαριά με δείχνει ένα κιλό περισσότερο...
Πέτρος: - Δεν φταίει η ζυγαριά... Τρως! Σούζη, τρως!
Μαρία: - Τι τρώω μωρέ; Αφού με σαλάτα και γιαούρτια τη βγάζω κάθε μέρα...
Πέτρος: - Σούζη και ψεύδεσαι και τρως!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι βέβαια ο «ερωτικά ακόρεστος και με μεγάλες επιδόσεις εραστής» (ορισμός Σενέκα), αλλά κυρίως είναι ο φαλακρός υπεργαμιάς / ούμπερ-γαμίκουλας, δηλαδή ο φαλακρός και φαλλακρός, σύμφωνα με την φαλλογοκεντρική κατασκευή που λέει ότι η φαλάκρα οφείλεται σε υπερβολή τεστοστερόνης, οπότε οι φαλακροί είναι οι καυλύτεροι γαμιάδες.

Βλ. και την σπαραξικάρδια υπαρξιακή αναφορά του Νίκου Πιπ. στο Ξυπόλυτο Σκαλπ: «η τραγική ειρωνεία μιας φύσης που σου δίνει έξτρα τεστοστερόνη για να πηδάς περισσότερο, αλλά φροντίζει αυτή να σου ρίχνει τα μαλλιά για να μη βρίσκεις γκόμενα». Αυτά βέβαια δεν ισχύουν για τους Γκουσγκούνηδες, οι οποίοι βρίσκουν πάντα γκόμενα χωρίς ποτέ να φλερτάρουν (ο Κώστας Γκουσγκούνης είχε δηλώσει σε συνέντευξη ότι δεν είχε ποτέ φλερτάρει στην ζωή του, καθώς φλερταριστό μουνί, ξινό γαμήσι), αλλά όποτε έπρεπε να πει παραπάνω από τρεις ατάκες εγκατέλειπε την γκόμενα και τράβαγε γι' άλλη).

Ο Γκουσγκούνης, λοιπόν, ως έκφραση είναι το ελληνικό αντίστοιχο των Γιουλ Μπρίνερ και κότζακ συν το γαμιάς. Η έκφραση κυκλοφορεί και ως γιος του Γκουσγκούνη, κατά το του κοκακόλα ο γιος. Στην γουτσιστική εκδοχή κάνει και γκουζγκούνινγκ.

- Καλά πώς την έχει δει ο γλόμπος και τραβάει το θεόμουνο! Τελικά τα μουνιά και τα μοτέρια βρίσκονται σε λάθος χέρια ρε φίλε!
- Άκυρο. Λένε ότι το αβγό είναι προικισμένο! Του Γκουσγκούνη ο γιος ένα πράμα.
- Ας μην είχε την βιοτεχνία του μπαμπά στη Νέα Ιωνία και σού 'λεγα εγώ...

Επικαιροποίηση της γκουζγκούνειας φαλάκρας. (από Khan, 14/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Στην επαγγελματική αργκό των οπτικοακουστικών σημαίνει φιλμάρω ό,τι νά 'ναι, είτε διότι δεν ξέρω τι μου γίνεται ή γιατί κάνω μια ξεπετοδουλειά και το αποτέλεσμα είναο ανούσια πλάνα, κακοτραβγημένα, κακοφωτισμένα, τα ίδια και τα γίδια, που ούτε ο πιο αδιάφορος τουρίστας δεν θα τράβαγε ποτέ.

  2. Λέγεται και για τους αρσενικούς γάτους που αμολάνε αυτό το ζουμί που προσελκύει τις θηλυκές, μαρκάρει την περιοχή τους και βρωμάει τρελά. Στο πιο κορεκτίλα λέγεται «κάνω σπρέι».

  1. ο βαριεστημένος σκηνοθέτης στον καμεραμανατζή:
    - Χρειαζόμαστε και πέντε-έξι πλάνα από Πλάκα. Πήγαινε να ψεκάσεις λίγο προς Αναφιώτικα μεριά και βλέπουμε αν χρειαστούμε τίποτ' άλλο.

  2. - Γιατί πέταξες το στρώμα σου;
    - Μου το ψέκασε ο Μήτσος και δεν καθαρίζει με τίποτα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ορισμός της είναι η καλή βολή, η ευθεία βολή.

Προέρχεται από τον τοξότη της ταινίας «Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών» (The Lord of the Rings) ονόματι Λέγκολας (Legolas), ο οποίος ήταν πολύ καλός στο είδος του.

  1. Ω, τον πούστη... Τι λεγκολιά πέτυχε...!!!!!!!

  2. Ωραία λεγκολιά φίλος!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O συγκεκριμένος Frangrec όρος με ευρύτατη και πολυετή χρήση στο χώρο της εγχώριας σόου-μπίζ σήμερα αναφέρεται κυρίως σε νεαρό ή πρωτοεμφανιζόμενο, στο χώρο του θεάματος, θηλυκό, με χαρακτηριστική φωτογένεια, φρεσκάδα και σεξ-απίλ, που φέρει ελπίδες για μεγάλη καριέρα στην τηλε-πιάτσα.

Σε ορισμένες περιπτώσεις ταυτίζεται με την σταρλετ-ίτσα, δηλαδή το φιλόδοξο κοριτσάκι - καβλίδιο που δεν διστάζει να κάτσει στα γόνατα μεγάλων κυρίων - παραγωγών που θένε να της ξηγήσουν το παραμύθι προκειμένου να αποκτήσει τη δόξα και το χρήμα που επιθυμεί.

Επιπλέον, χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει την επιτυχημένη εργένισσα - σεξουαλικά ανεξάρτητη λαμπερή γυναίκα του σήμερα, με καριέρα και στρας.

Όμως, οι συγκεκριμένες 2 ερμηνείες δεν είναι ακριβείς, άσχετα αν με αυτές τις σημασίες χρησιμοποιείται συνήθως ο όρος από τους εγχώριους τηλε-κανίβαλος και κριτικούς. Η προέλευση της χρήσης του όρου στην ελληνική σόου-μπίζ-σλανγκ θα πρέπει να αναζητηθεί στα θεατρικά και κινηματογραφικά κιτάπια, όπου η πρωταρχική του σημασία είναι ακριβής: γυναικείος ρόλος, πρωταγωνιστικός ή δευτερεύων, κωμικός ή τραγικός, της ευάλωτης, ανυπεράσπιστης και βασανισμένης γυναίκας που τραβάει το γολγοθά της για να βρει κάποτε την ευτυχία (είτε στον έρωτα, είτε στη δουλειά, είτε στα παιδιά της κλπ.)...

Σκηνοθέτας: - Καλό το κειμενάκι σου και για το ρόλο του τζιτζιφιόγκου κάποιον θα βρούμε. Ποιαν θα βρούμε, όμως, να παίξει κάτι σαν το ρόλο της Μάουρα στο «Γυναίκες στα πρόθυρα νευρικής κρίσης»; Την Παπουτσάκη; Είναι εύκολο, όχι όμως για ρόλους ενζενύ!
Σεναριογράφος: - Έχεις δίκιο. Η Παπουτσάκη δεν κάνει, too hot. Η Καραμπέτη ούτε να μας φτύσει... Μήπως η Γερασιμίδου; Και να την κάνουμε... μητριά του τζιτζιφιόγκου που είναι παράφορα ερωτευμένη μαζί του; Μην την κάνουμε μάνα και μας πουν ανώμαλους!

Θεσμοφοριάζουσες. Οι κωμωδίες του Αριστοφάνη σε κόμικς, Τ. Αποστολίδη και Γ. Ακοκαλίδη. (από patsis, 23/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερβολικά κουρασμένος άνθρωπος, τόσο κουρασμένος και νυσταγμένος που μόλις βρει κρεβάτι θα πέσει όπως έπεσε ο Απόλλο στο Ρόκυ 4 μετά από τις μπουνιές του Ρώσου (βλ. βίντεο).

Επειδή θέλουμε να πιστεύουμε ότι ο Απόλλο στη εν λόγω σκηνή έπεσε για κάποιο σκοπό και άρα σαν ήρωας, Απόλλο μπορεί να είναι και αυτός που παπαρ' ότι όλες οι πιθανότητες να πετύχει το σκοπό του είναι κατά του, συνεχίζει και το παλεύει μέχρι που τελικά χάνει και αυτός ηρωικά όπως ο Απόλλο.

  1. - Το βράδυ είμαστε για πολλά ε; Σε θέλω δυνατό...
    - Μπα δεν το 'χω ρε, είμαι Απόλλο, θέλω να ψοφήσω.

  2. - Κοίτα τον πούστη τον Άρη πως χώνεται σαν την αρκούδα σε όλες τις γκόμενες.
    - Ναι αλλά στο τέλος... Απόλλο.

(από notheitis, 14/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική ατάκα από την ανεπανάληπτη ταινία Αλοίμονο στους νέους με τον Δ. Χορν που έγινε έκφραση. Χρησιμοποιείται από μεσόκοπους ή ώριμους άνδρες όταν αναφέρονται σε σεξουαλικές περιπτύξεις τους με πιπίνι(α).

Στο καφενείο:
- Ρε Θανάση κοίτα αυτό το μικρό που περνάει. Α ρε και να το 'βαζα κάτω.
- Και τι θα του έκανες ρε μάυρε, αφού δε μπορείς να πάρεις τα πόδια σου.
- Μωρε ας μου καθότανε και χράτσα - χρούτσα θα το κανόνιζα.
- Σιγά ρε μη σπάσεις καμιά μασέλα.

(από dimitriosl, 19/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μία μεγαλειώδης κινηματογραφική ερωτική φράση. Νομίζω ότι είναι αρκετά αυτονόητη για περαιτέρω ανάλυση. Το μόνο που αξίζει είναι ειδική μνεία στον κύριό της, τον απόλυτο άρχοντα του ελληνικού καλτ (το οποίο έχει καταντήσει τρεντ και χιπ, και η κουτσή Μαρία μιλάει για καλτ εννοώντας τα τραγούδια της Αλέξιας και τα σίριαλ με τον Ευρυπιώτη) τον μεγάλο μας Κώστα τον Γκουσγκούνη, που μέχρι και διαδήλωση είχε γίνει για πάρτη του με το σύνθημα «το Γκουσγκούνη στη βουλή, να χορτάσωμε μουνί».

Μια από τις μεγαλύτερες, από όλες τις απόψεις, ατάκες του είναι και η προκειμένη, η οποία μετατράπηκε σε καθημερινή έκφραση για πλείστες εφαρμογές, όπως οι ακόλουθες.

1ο
«Μαστορέματα φώτη;»
«Υγρασία Θωμά»
«Δεν το ρίχνεις κάτω, να μην παιδεύεσαι;»
«Βάστα τοίχο, θα σμπρώξω»

2ο
«Ανεπανάληπτε Uri, μας κούφανες κι απόψε! Τι άλλο θα δουν τα ματάκια μας;»
«Giorgo, vasta tiko, ta sbrokso!»

(από ΠΡΩΤΕΥΣ, 18/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η τσόντα στην οποία παίζει χαλαρή μουσική, που χαρακτηρίζεται και ως μουσική τσόντας (υποείδος κατά μίαν έννοια της μουσικής ασανσέρ και μοιάζει συνήθως με την εισαγωγή του πρώτου κομματιού στο όριτζιν οβ σύμμετρυ των μιούζ, αλλά ποτέ γαμωτζάζ), επικρατεί μια και καλά ρομαντική ατμόσφαιρα και οι πρωταγωνιστές πηδιούνται με φαξ.

Βλέπε και αλτεραστής.

- Μαλάκα, είδα μια τσόντα του χιλιομέτρου στο άλτερ χτες, και γαμώ τα γέλια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified