Selected tags

Further tags

Όπως γιγνώσκουν οι αφοσιωμένοι αναγνώσται τοιαύτου διδικτυακού τόπου, η είσοδος εις οινοπνευματοποτεία δι’ ομοφυλόφιλους (κοινώς γκέι μπαρ) γίνεται μετ' επιδείξεως διαπουστευτηρίων.

Αλλά ποία εστί η διαδικασία; Μα εννοείται ότι ακολουθείται το... πρωκτόκωλο! Ήτοι χοντοθεραπεία, κωλοβυθοσκόπηση κτλ.

Φίφης: «Εχθές φίλτατε έγινα δεκτός εις λέσχη αποκλειστικά δια γκέϊ!»

Καυλαγόρας: «Ωχχχ... καιαι... τι έγινε;»

Φίφης: «Ε ως γνωστόν ετηρήθη το πρωκτόκωλο: εμετάβην δια χοντοθεραπείαν αρχικώς, ύστερα επροέβην εις κατανάλωσιν Cosmopolitan και μετά συνευρέθην μετά του Αμπτούλ και του Γιουσούφ Χαμίτ!»

Καυλαγόρας: «Ωω μ' εαυτόν κίναιδε (Πω ρε πστ μου) !!»

Φίφης: «Με εφώναξες;»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κώλος στα Γιαννιώτικα. Πιθανότατα εβραϊκής καταγωγής, από την παλιά παροικία των εβραίων του παζαριού της πόλης, που ξεκληρίσανε οι Ναζί.

Θα κάνω τον τάχα σου να στενάξει !

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βρισιά με την οποία εννοούμε ότι το γαμήσι που ρίχνουμε σε κάποιον είναι τόσο παρατεταμένο, ώστε είναι σαν να του/της βάζουμε τον πούτσο μας και να τον αφήνουμε να μουλιάζει.

Και όπως έπεφτε η νυχτιά σε χάιδευε τ' αγιάζι,
τον πούτσο μου στο κώλο σου, έβαζα να μουλιάζει.

(Στίχος των Μετάληρα απ' το «Τον κώλο σου γάμαγα»).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βορειοελλαδίτικο για ένα υπερμεγεθέστερο καβλόσπυρο από το απλό βυζί του Μαυρόγιαννου.

Έχει όλες τις αρετές του προαναφερθέντος λήμματος στο έπακρο, αλλά εντοπίζεται συνήθως στην περιοχή του κώλου, εμποδίζει το κάθισμα και λερώνει το βρακί με αίμα και πύο από πίσω. Παρεξηγήσιμο…

  1. - Ρε καρντάση θυμάσαι ένα κέρατο σαν βυζί που πέταξα στο κούτελο χθες; Τώρα έχω και ένα στο κώλο τεράστιο! - Bυζούνι, ε;

  2. - Παιδί μου, θέλω να σου μιλήσω…
    - Ναι, μπαμπά…
    - Η μαμά σου με είπε ότι το βρακάκι σου εκτός από κίτρινο μπροστά και καφέ πίσω, έχει και σημάδια από αίμα και από κάτι άλλο πιο γαλακτερό… Πες μου παιδί μου… τον αρμέγεις τον ταύρο, μήπως;
    - Πλάκα με κάνεις ρε γέρο, γαμώ την τρέλα μου, γαμώ… έχω βγάλει βυζούνι στον κώλο και μ’ έχει γαμήσει και συ με λες τώρα σαχλαμάρες…

και χωρίς βυζούνι, καλό είναι! (από BuBis, 25/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χτύπημα στα καπούλια.

phgorapizzzmata legontai aytes oi fapes
Ο χρήστης EktoRRR λέει:
pouli diegertikes
Ο χρήστης EktoRRR λέει:
ki otan o kwlos exei psaxno
Ο χρήστης EktoRRR λέει:
palletai

Του Λουί Μαλτέστ, σηκωμένο από την αγγλική Γουικιπίντια. (από vikar, 19/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχαίες φυλές, συγγενείς των Βησιγότθων και των Οστρογότθων αντίστοιχα, που αποσχίστηκαν από τις φυλές τους λόγω της αδιαφορίας τους για τα τσεκούρια και τους πολέμους και της παράφορης εμμονής τους για τα βυζιά και τους γοφούς (κώλους-μπούτια τα πάντα όλα) αντίστοιχα.

Έπειτα από την απόσχισή τους, καταλαβαίνετε ότι, λόγω της πολυγαμικότατης ζωής τους, αφιερώθηκαν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη στο αχαλίνωτο πήδημα και σαν φυλή αναμίχθηκε και χάθηκε. Τα γονίδιά τους όμως τα κληρονομήσαμε όλοι και σώζονται μέχρι σήμερα.

Για αυτό και χαρακτηρίζουμε σήμερα σαν Οστρογόφο κάποιον που αδιαφορεί γενικά για το μπούστο και τρελαίνεται με τις απανταχού μπουτοκωλάρες και, ανάλογα, Βυζιγότθο αυτόν που ξεφεύγει με τη θέα των βυζιών και συνήθως δεν μπορεί να κοιτάξει ποτέ μια βυζαρού στα μάτια όταν του μιλάει.

  1. - Τι θα έλεγες για μια ισπανική αγόραρέ μου;
    - Μπα είμαι ξερός Οστρογόφος, οπότε σκύψε και αρχίζω τη λίπανση.

  2. - Γεια τι κάνεις Μπάμπη;
    - Εεε, γνωριζόμαστε;
    - Ε, που να με θυμάσαι φατσικά, προχθές που μου μίλαγες για την ορειβασία μόνο τα βυζιά μου κοίταζες..
    - Σόρρυ, αλλά μπέρδευα τα όρη!

Δες και κωλάκιας, βυζάκιας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταφορική έκφραση, σλανγκοπαραλλαγή του κλασικού «με ξένα κόλλυβα μνημόσυνο».

Σημαίνει ότι προσπαθώ δολίως:
1. Να πάρω τα εύσημα για τους κόπους κάποιου άλλου (εδώ ταυτίζεται απόλυτα με την παραπάνω αρχική μορφή της).
2. Να φορτώσω σε κάποιον άλλο μια πολύ δύσκολη ή επικίνδυνη, πάντως σίγουρα ανεπιθύμητη δουλειά, περιοριζόμενος στο εύκολο κομμάτι της προσπάθειας και με την υστεροβουλία να ιδιοποιηθώ το συνολικό αποτέλεσμα.

Αξίζει να σημειωθεί πως η προσβολή του ανδρισμού, που ενυπάρχει ως ιδέα στην έκφραση, λειτουργεί μόνο μεταφορικά. Το να χρησιμοποιήσεις, δηλαδή, τον κώλο σου για να γίνεις πούστης, όχι μόνο δεν δηλώνει από τον ομιλούντα κάτι μεμπτό, ίσα-ίσα, φέρει το σημασιολογικό φορτίο ενός οποιουδήποτε επίπονου εγχειρήματος, ακόμα και του πιο «αντρικού».

  1. - Στο παλιό σου τμήμα πας καθόλου;
    - Δεν πατάω. Φοβάμαι μην δω τον καινούριο που βάλανε στη θέση μου και τον αρχίσω στις γρήγορες.
    - Τι σε κόφτει μωρέ, προαγωγή πήρες κι έφυγες, δε σου την έκλεψε τη θέση!
    - Ξέρεις τι κάνει αυτό το τσογλάνι; Πιάνει τους γενικούς και τους δείχνει νούμερα με δουλειές που έκλεισα εγώ πριν φύγω και τιμολογήθηκαν μετά.
    - Ε, θα το καταλάβουνε όταν δεν θα έχει δικά του ντηλ να δείξει. Χέσ' τον.
    - Όχι ρε, δεν το ανέχομαι! Με ξένο κώλο πούστης; Δεν θα μαζευτούμε σε κανένα μύτινγκ; Θα τον σκίσω!

  2. - Δεν είναι τίποτα Γιωργάκη, τριάντα σελιδούλες είναι, εσύ πληκτρολογείς και γρήγορα... Πόσο να σε πάρει, ένα απόγευμα;
    - Μη βιάζεσαι, δεν είναι μόνο δακτυλογράφηση, εδώ μου λες να κάνω διόρθωση, επικαιροποίηση, να βάλω φωτογραφίες... Τις προτάσεις πότε θα τις γράψουμε;
    - Τις προτάσεις θα τις γράψω εγώ, μην στενοχωριέσαι...
    - Για στάσου, για στάσου, και με χώνεις και θα μπει μόνο στο δικό σου πορτφόλιο η έκθεση; Δεν παίζεσαι ρε μεγάλε! Έτσι κάνεις δουλειές εσύ; Με ξένο κώλο πούστης;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αnal retentive, που λένε και οι αγγλόφωνοι. Είναι αυτός που, κατά τον λαό και κατά τον Φρόυντ, δεν έχει ξεπεράσει το πρωκτικό στάδιο. Το σφίξιμό του, είτε ξεκινάει από την ψυχούλα του και καταλήγει στην κωλοτρυπίδα του, ή το ανάποδο (που δεν νομίζω), έχει ως κύριο χαρακτηριστικό την σφιχτοκωλίασή του, δηλ. την απόλυτη συστολή, σε σωματικό, αλλά και συμπεριφορικό επίπεδο.

Ο άνθρωπος αυτός είναι μεταφορικά και κυριολεκτικά δυσκοίλιος, επιφυλακτικός, συνεσταλμένος, μουλωχτός, τσιγκούνης, υποχόνδριος, αλλά κυρίως ντροπαλός. Μπορεί δηλαδή να μην είναι τίποτε από τα παραπάνω εκτός από απλά ντροπαλός. Πάντως το κωλί του το ξέρει.

- Λες να τα πάει καλά η Μαρία στη στη συνέντευξη;
- Μπα, αυτό το κωλοσφιγμένο; Αποκλείται!
- Μην το λες, κάτι τέτοιες,... δεν ξέρεις ποτέ πώς ξηγούνται στα μουλωχτά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα στα μάτια ενός αρσενικού που, με τον καιρό δεν παρατηρεί τίποτα περιττό και επικεντρώνεται στα βασικά... ΒΥΖΙ και ΚΩΛΟΣ.

- Καλά μαλάκα αν πάμε σε αυτό το club θα είναι γαμώ.
- Γιατί ρε;
- Τι γιατί ρε; Πατάς πουθενά; Ο τόπος είναι γεμάτος από βυζόκωλα!

(από nick, 26/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βάλε μυαλό: Συνετίσου, συμμορφώσου
Βάζω κεφάλι: Διείσδυση πέους στο αιδοίο μέχρι ΚΑΙ την βάλανο (κεφάλι).

Έκφραση που φανερώνει έναν απροκάλυπτο εκβιασμό προς το αδύναμο φύλο. Χρησιμοποιείται κυρίως από μισογύνηδες, μικροτσούτσουνους και από παντρεμένους αλκοολικούς. Λέγεται με ωμό και βάρβαρο τρόπο με σκοπό να συνετίσει παύλα ερεθίσει το εκάστοτε θηλυκό...

Αυτή η μορφή απειλής προσδίδει στο φαλλοκρατικό αρσενικό μπόλικη αυτοπεποίθηση όπως επίσης και μεγαλύτερο φαλλό! Όσο για το θήλυ, ανάλογα με το μπάσο της φωνής του αρσενικού, κυριεύεται από ένα ρεύμα φόβου που μετατρέπεται σιγά σιγά σε ηδονή (λέμε τώρα!)

- Θοδωράαααα!!! Τις παντόφλες...
- Αααα, να σου πω Γιάννη δεν είμαι δούλα σου. Τελείωσαν αυτά!
- Κουνήσου μωρή σαβούρα μην έρθω από κει!
- Για έλα αν τολμάς! Με τόσο κρασί που έχεις πιει, αμφιβάλλω!
- Μωρή ξεκωλιάρα, βάλε μυαλό και πρόσεχε τι λες, μην έρθω απ' εκεί και μαζί με τις παντόφλες σου βάλω και κεφάλι! Ακούς..!!;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified