Further tags

Αυτή/ός που είναι μανούλα στα τσιμπούκια, στο στοματικό σεξ. Φανταζόμαστε ενδεχομένως μια περιποιητική μιλφομάνα σε ρόλο ψωλοβυζάχτρας. Κάποια κλικ πιο μεταφορικά, αυτός που γίνεται πουτανάκι κάποιου, που είναι γλειφτρόνι, εθελόδουλος, που ανελίσσεται επαγγελματικώς παίρνοντας πίπες σύμφωνα με τους επικριτές του. Και γενικότερα, αποτελεί βρισιά για κάποιον/αν που κατά τη γνώμη του χρησιμοποιούντος τη βρισιά δεν θα έπρεπε καθόλου να μιλάει αλλά να ασχολείται με τη ρόκα/ πίπα του.

  1. Αυτή η τσόντα που ανοιγει το στομα της σαν τσιμπουκομανα πια είναι ???? Σιγουρα συνδικαλιστρια , εργαζομενη σε δεκο , δημοσα υπηρεσια. (Από τον Στόκο).

  2. -το επικοινωνιακο γκομενακι του μΠΑτΣΟΚ. ψηφισε και το μεσοπροθεσμο η ξανθια μπάρμπι. ελεος -ΜΗ ΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΕΙΤΕ ΡΕ ΠΑΙΔΙΑ. ΜΕΓΑΛΗ ΤΣΙΜΠΟΥΚΟΜΑΝΑ Η ''ΚΥΡΙΑ'' ! (Εδώ).

  3. τρελη τσιμπουκομανα ο γαύρος εδω και χρονια. (Από το youtube)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τσιμπουκλού ή πιπού που έχει γράψει πολλά πεοχιλιόμετρα κάνοντας στοματικό σεξ. Μάλλον βγαίνει από τις τσιμπουκοδρομίες.

  1. ιβανα υπερτατη τσιμπουκοδρομισσα με 9 νταν στο γλυψιμο και αλλα 9 στο γυαλισμα

  2. Είμαι αρκετά περίεργος να δω την καινούρια τσιμπουκοδρόμισσα.

  3. Έχω τις καλύτερες εντυπώσεις από τις τσιμπουκοδρόμισσες της...

(Αμφότερα και τα τρία από μπουρδελοσάη)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για την κυρίως σημασία βλέπε τον ορισμό του Βραστανδρός με ετυμολογική διερεύνηση. Να συμπληρώσουμε απλώς ότι χρησιμοποιείται συχνότατα με τη σημασία ενός μεγάλου κάζου, μιας καταστροφής, ενός στραπάτσου ή στραπούτσου, μιας κατάστασης άγριας και τραγικής. Συχνά με το ρήμα «πέφτω», «πέφτει πούτσα».

Πιστεύουμε όμως ότι θα πέσει τόσο μεγάλη οικονομική πούτσα που θα έχουμε σημαντικές κοινωνικές ανακατατάξεις. (Από οικονομική ανάλυση σε μπουρδελοσάη- ινσέψιο).

Βασικά ήθελα να βάλω αυτό το μήδι, που συνοψίζει πλείστα όσα εξώφυλλα του περιοδικού Economist για την Ελλάδα και όχι μόνο. (από Khan, 03/04/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νέος που ειδικεύεται στο φόρτωμα μπάζων, ή αλλιώς στην εκούσια σεξουαλική συνεύρεση με νεαρές «εξαιρετικά αμφιβόλου» εξωτερικής εμφάνισης. Τα τελευταία χρόνια, το πρόσωπο του έχει λάβει μυθικές διαστάσεις, έχοντας γίνει αντικείμενο λατρείας για χιλιάδες μπάζα που βλέπουν στο πρόσωπο του την ελπίδα για κατακλυσμιαίους οργασμούς. Ιδιότυπος τόπος λατρείας καθίσταται κάθε είδους εργοτάξιο ανά την υφήλιο, το οποίο πλέον χαρακτηρίζεται από τις νεαρές ως «το μνημείο του αγνώστου χωματουργού».

- Ψηλέ, έχασες χτες! Ο τύπος ξηγήθηκε χωματουργική εργασία!
- Έλα ρε, ο χωματουργός; Πάλι μπάζωμα;
- Αυτό δεν ήταν μπάζωμα, ήταν κατεδάφιση, εκσκαφή, εκβραχισμός και ισοπέδωση!!!
- Καλά μιλάμε ο τύπος είναι Caterpillar και Bob Cat μαζί !!!

Στη φώτο διακρίνεται η Μέκκα της λατρείας του Χωματουργού (από zvintzos, 31/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ξεπεταγμένο νεαρό τσουλάκι που έχει προοπτικές για κοντοπούτανο.

Αν έρθει η Μαρία να φέρει και την αδερφή της μαζί, το τσιμπουκουβρίδιο, είναι να σου παίρνει πίπες όρθια η τύπισσα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δικατάληκτο επίθετο (ο/η πουτσοφάγος) ή ουσιαστικοποιημένο επίθετο, που δηλώνει αυτόν/ήν που τρώει πούτσες για να το πούμε εύσχημα. Μπορεί δηλαδή να χρησιμοποιηθεί ως σεξιστική βρισιά για κάποιον που είναι ή θεωρείται ως ομοφυλόφιλος ή για να εξυβρίσει γυναίκα. Μπορεί, επίσης, να έχει και πιο κυριολεκτικές σημασίες σχετιζόμενες με την πεολειχία από στυλιαροκαταπότρες. Το -φαγος παραπέμπει και σε ζωολογική ταξινόμηση (τ. σαρκοφάγος, χορτοφάγος, σπερματοφάγος) μάλλον επιτείνοντας τον σεξισμό της έκφρασης.

  1. - ποιά ναταλί φιλε; δωσε διεκρισιν\σεις γιατι υπαρχουν πολλες ναταλιες..που δουλευε; ετων; εθνικοτητα; την πουτσοφαγο λεμε ;D
    - γιατι ξερεις εσυ καμια σλαυα ναταλία που να μην ειναι πουτσοφάγος;;;
    - ηταν κανονικη πουτσοφαγος...δαγκωνε πουτσους...ειχε αφησει πληγες σε πολλους... (Διάλογος στο θρεντ «Αναζητήσεις χαμένων ιερόδουλων» σε μπουρδελοσάη).

  2. Eκτος απο ψωλαρπάχτρας και πουτσοφαγος εγινες και πουτσομετρης τωρα;; ΠΩς τις μετρας τις πουτσες; Με το στομμα; (Από βρις-οφ εδώ).

3. Ο ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ Ο ΠΟΥΤΣΟΦΑΓΟΣ ΕΓΙΝΕ ΤΩΡΑ ΔΕΝΔΡΟΦΑΓΟΣ!

4. Εμφανίστηκε κι αυτός ο πουτσοφάγος ο πρόεδρος του 4ου Ράιχ, με το όνομα που θυμίζει βήχα να ζητήσει συγνώμη. Είπε κάτι για «συμβολικές» αποζημιώσεις του κατοχικού ληστοδανείου, κάτι για τουρισμό και ότι μας αγαπάνε οι Γερμανοί. Και μετά βγήκε περιχαρής σε όλες τις τηλεοράσεις της Γερμανίας και παίνευε την γαμημένη φάρα του: «Τι ανώτεροι είμαστε εμείς οι Γερμανοί, μέχρι και συγνώμη από τους Έλληνες ζητήσαμε». (Εκτός από βελανιδοφάγος...)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε συνέχεια της προσπάθειάς μας να ορίσουμε το κωλαράκι, επεκτεινόμαστε τώρα και στο κωλάκι. Πρόκειται για άλλο ένα υποκοριστικό του κώλος (νταξ το κωλαράκι θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως υποκοριστικό του κωλάρα, μα μην το κοσκινίζουμε πολύ). Αλλά:

  1. Στην κυριολεκτική του σημασία, ήτοι ζουμερός, πεταχτός, σφριγηλός, τουρλωτός κ.τ.ό. πρωκτίσκος είναι πολύ πολύ πιο σπάνιο από το συνώνυμο κωλαράκι, όπως φαίνεται κι από μια βόλτα στον γούγλη. Λέγεται πάντως και αποτελεί την κυρίως σημασία του όρου. Συνήθως στον πληθυντικό κωλάκια και ως αντικείμενο ρημάτων γαμεύσεως σημαντικών όπως τα (ξε)σκίζω, σφαλιαρίζω κ.τ.ό. Για άλλα υποκοριστικά βλ. κωλί, κωλίτσα, κωλίδι.

  2. Αντιθέτως προς το κωλαράκι, χρησιμοποιείται επίσης και μεταφορικώς ως χαρακτηρισμός προσώπου. Σύσσλανγκος είχε προσφυώς ορίσει ότι η κατάσταση κώλος είναι η κατάσταση που είναι εντελώς τελείως μουνί. Μπορούμε να πούμε παρομοίως ότι κωλάκι είναι το άτομο που είναι εντελώς τελείως μουνάκι. Πρόκειται δηλαδή για κάποιον που η καθ' υπερβολήν κυριολεκτική ή μεταφορική πρωκτογάμευσις ή πρωκτολειχία τον έχει καταστήσει μουνάκι με την κακή έννοια, πούστη με τη σεξιστική έννοια, δηλαδή γατάκι, πονηρό, ύπουλο, εκθηλυμένο, αναξιόπιστο πλην αξιόπουστο, ανάξιο λόγου, μηδαμινό κ.ά.

  3. Ελεμένταρι το ότι όπως ακριβώς και το κωλαράκι, το κωλάκι μπορεί να σημάνει συνεκδοχικώς όλη την εύκωλη γκόμενα ή γκόμενο.

1.α. Γιατί ξέρει ότι όταν θα γίνει η Μilan, πχ, το πιθανότερο είναι να γαμήσει κωλάκια στο ΤσουΛου.

β. Δώστε του ενα γαμάτο μηχανάκι να σκίσει μερικά κωλάκια!!

γ. Μπρος, συνέλληνες, πάρτε τις παντόφλες κι αρχίστε να μελανιάζετε φεμινιστικά κωλάκια.

2.α. Πώς γίνεται κύριε Ράμφο όντας χριστιανός να είσαι και με το Μνημόνιο; Ή βγαίνει το άλλο το κωλάκι στο Σκάι και λέει «αναγκαστικά, πρέπει να τα πληρώσουμε». Να τα πληρώσουμε από πού ρε μαν; Αφού δεν υπάρχει μία. Πλήρωσέ τα εσύ που τα 'χεις. Και τα βγάζεις τόσα χρόνια ξύνοντας τα παπάρια σου και γράφοντας βιβλία κύριε Τσιτσόπουλε Τσατσόπουλε Τσουτσόπουλε. (Τοποθέτηση των Χατζηφραγκέτα για την κρίση εδώ).

β. μην υποβάλλετε τον εαυτό σας σε τέτοια ασχήμια...πρέπει να ζήσουμε πολλά χρόνια, μη μας θάψουν τα κωλάκια αυτού του κόσμου. (Από το Τουίτερ).

γ. Ολυμπιακό δεν σχολιάζω, αφού είναι ΤΟΣΟ κωλάκια πια.

δ. Κωλάκια σχιστομάτηδες!

ε. Αμερικανοκίνητα κωλάκια πουτανάκια του Νιξον. (Σχόλιο στο συσιφόνι σε έκθεση του Πατακού για το πώς προσέφερε αστακομακαρονάδες στους Αμερικανούς, ενώ οι κρατούμενοι στη Γυάρο «ας πέφτανε στη θάλασσα να κολυμπήσουν να πιάνουν αστακούς μόνοι τους»)

  1. Θα φέρω και δυο τρία κωλάκια για χαβαλέ. (Από σόσιαλ μήντια).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση «πέταξα ένα (μ)πούτσο» έχει περάσει εδώ και πολλά χρόνια στη καθομουλουμένη. Το ρήμα πετάω μπορεί κάλλιστα να αντικατασταθεί με τα: ρίχνω (για λιμάνια), τραβάω, ξήγω (για παντελονάτους τύπους), αμόλησα (για Καθαρές Δευτέρες) κοκ.

Ο νεολογισμός προκύπτει στη χρήση του από μια θηλυκή ύπαρξη και μπορεί να αναφέρεται είτε σε ετεροφυλόφιλο (Παράδειγμα 1) είτε σε ομοφυλόφιλο σεξ (Παράδειγμα 2).

Παράδειγμα 1.
-Να σου πω μώρη, αυτόν απο το Φιφτι Σέιντς οφ Γκρέι, το πηδούσες;
-Του τράβαγα ένα μούνι, έτσι για την αλητεία.

Παράδειμγα 2.
-Τασία! Κοριτσάρα μου! Πού έχεις χάθει ρε! Από το Πράιντ έχω να σε δω!
-Όπως τα ξέρεις Βάγγω μου, μου χάλασε το Ζεντ και τρέχω...
-Γαμείς κανά μουνί;
-Ναι μωρέ τραβιέμαι τώρα τελευταία με μια μπιφτεκού, θα της πετάξω κανά μουνί...
-Άει μωρή Λιάνα Κάνελλη! Καλοφάγωτο το τζιβιτζιλάκι σου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που γουστάρει να την τρώει. Αυτός που αρέσκεται σε υψηλά μακρόστενα και ζουμερά πράγματα.

Το μελώνει το μελομακάρονο.
Το τρίβει το πιπέρι.
Το γυαλίζει το πόμολο.
Και όλα τα συναφή...

Βλ. λουγκρητία, λούγκρα, όπου και παραδείγματα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν τρεις μεγάλες κατηγορίες άουτινγκ:

  • Το οικειοθελές «βγάλσιμο από την ντουλάπα»:Όταν μια μέχρι πρότινος κρυφή ντουλαπίστρια εκδηλώνεται και εξέρχεται επισήμως εκ του ερμαρίου. Η γκεοσύνη άλλοτε πανηγυρίζεται εν χορδαίς και οργάνοις και άλλοτε αναδύεται πιο απλά χωρίς φτερά και τυμπανοκρουσίες.
  • Το σεξιστικό κράξιμο κάποιου υποτιθέμενου ομοφυλόφιλου από τρίτους: Φαινόμουνο βαθύτατα φασιστερό, όπως όταν η «Αυριανή» αποκαλούσε τον Μάνο Χατζηδάκι «χαμερπή ομοφυλόφιλο» και «κίναιδο ολκής», προτρέποντας τους γονείς να προστατευόσουν τα παιδιά τους «από το ηθικό ΑIDS αυτού του βρωμερού υποκειμένου» (εδώ, βλ. και παράδειγμα 2).
  • Η δημόσια παραδοχή κάποιου «ένοχου μυστικού», όχι ντε και καλά σεξουαλικής φύσεως:Όταν πιχί κάποιος παραδέχεται ότι έχει κάνει πλαστική εγχείριση, είναι άθεος, την έχει μικρή, κ.ά. (βλ. παράδειγμα 3)

    Εκ του αγγλικάνικου outing.

1.
Περιμένω να γίνει ένα άουτινγκ στους ομοφιλόφιλους συντρόφους που είναι στην κυβέρνηση (...) να βγούνε να πούνε ότι είναι ομοφιλόφιλοι όσοι είναι και είναι αρκετοί (...) Αυτός ο άνδρας ο Βαρουφάκης ο Γιάνης (...) εκεί που είχε ανάψει η κουβέντα δεν άντεξε (...) και άρχισαν να του φεύγουν τα χέρια αριστερά και δεξιά σαν κοπελίτσα, ο δε Τσακαλώτος αφέθηκε κι αυτός σαν πεταλουδίτσα (...) ο Σακελλαρίδης - προσέξτε, αυτά είναι σοβαρά σημειολογικά - φεύγει κανονικά σαν κοπέλα τελειωμένη, δηλαδή δεν μπορεί να συγκρατηθεί... (Τζίμης Πανούσης «Στο Μικρόφωνο» του e-roi.gr, 4/2/15)

2.
Αλλά και άλλοι «εθνοπροδότες» υφίστανται τακτικό «άουτινγκ» από τις ναζιστικές φυλλάδες:

  • «Η γνωστή για τις “ανωμαλίες” της Λιάνα Κανέλλη θα ”βραβευόταν” φέτος με το επαίσχυντο “βραβείο Ιπεκτσί”…» («Στόχος», 10.2.1993).%
  • Όταν κάποιοι έγραψαν σε αθηναϊκό τοίχο ότι «Ο Μεγαλέξανδρος ήταν αδελφή» -Μάρτιος 1993- τα πυρά, προφανώς, στράφηκαν εκ νέου κατά των «προδοτών ομοφυλοφίλων». «Υπερασπιζόμενος τα όσα έγραψε για τον κοσμοκράτορα μας Μεγαλέξανδρο η σπείρα των Δημητράδων, ο εραστής του Γιωργάκη Παπανδρέου, Γρηγόρης Βαλλιανάτος, παρουσίασε “πίνακα” όλων των διασήμων Ελλήνων στους οποίους απέδωσε τις δικές του ιδιότητες» (17.3.1993)

3.
Κάνω άουτινγκ για το μικρό μου πουλί, να ακολουθήσουν και οι υπόλοιποι μικροτσούτσουνοι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified