Further tags

Όταν κάτι δεν γίνεται τη στιγμή που πρέπει ή θα αργήσει πολύ για να γίνει ή και ακόμα μπορεί να μη γίνει ποτέ.

  1. - Ρε μάνα δε σου είπα να πλήνεις το jean μου;
    - Αύριο θα βάλω πλυντήριο ρε Γιώργο...
    - Ναι καλά... του Αγίου πούτσου ανήμερα!...

  2. - Τι γίνεται ρε συ με το αμάξι... ακόμα συνεργείο ε;...
    - Ναι ρε άσε... 4 μήνες έκλεισε το γαμημένο...
    - Καλά και πότε λες να το πάρεις;
    - Ξέρω γω με τους μαλάκες... του Αγίου Πούτσου ανήμερα!

(από Khan, 01/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ασφαλής τρόπος για να μιλήσετε για σεξ χωρίς να το καταλάβει τρίτος (λέμε τώρα...).

Τι έγινε μεγάλε, φάγαμε κρέπα χτες;

Ωραίες κρέπες. (από Galadriel, 28/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση αυτή χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να ειρωνευτούμε κάποιον ο οποίος συνήθως δεν έχει τι να κάνει και μας πρήζει τον πούτσο.

-Πω ρε, είδες χθες είδες το ματς; Τι γκολάρα έβαλε θεε μου, αα δεν σου είπα, φασώθηκα με την Ελένη, ααα μαλάκα, θα πάμε Firewind έτσι;
-(Και εγώ σκεφτόμενος την χαμένη μου αγάπη), δουλειά δεν είχε ο διάβολος γαμούσε τα παιδιά του.

(από Vrastaman, 04/07/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρρώστια η οποία συναντάται σε γυναίκες οι οποίες έχουν μανία να αυνανίζουν άντρες που το πέος είναι η προέκταση του χεριού τους (ενίοτε προσβάλλονται και οι άντρες από αυτήν την αρρώστια, κυρίως οι gay παρασυρόμενοι από πρότυπα στν TV).

Ρε Μαρία όλο σπίτι σου θες να πάμε, τι σε έχει πιάσει; Πεοφιλίαση;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην έκφραση χωρίς σάλιο ή τους γαμήσαμε ή τους πήραμε χωρίς σάλιο: τους κατανικήσαμε, τους διασύραμε, τους εξευτελίσαμε.

-Πόσο πήγαμε με τη Χ ομάδα;
-Πέντε μπαλάκια ρίξαμε!
-Πω πω φίλε, χωρίς σάλιο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέρα από την κυριολεκτική του χρήση για την διείσδυση στο σεξ χωρίς ύγρανση ή λίπανση, μεταφορικά χρησιμοποιείται για να χλευάσει μια επώδυνη κατάσταση.

- Πέντε γκολάκια φάγατε, ασάλιωτα σας πήγαμε ρε κακομοίρηδες!

(από Khan, 16/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εντυπωσιακό ηχητικά ρήμα το οποίο περιγράφει καταστάσεις όπου δύο άτομα περιστασιακά και χωρίς ιδιαίτερες περαιτέρω σχέσεις πηδιούνται. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και χωρίς να υπονοεί συγκεκριμένον παρτενέρ με την έννοια του «πηδιέμαι από δω και από κει».

  1. -Και τι λέει τώρα ρε Κωστή, τα 'χουν αυτοί οι δύο;
    -Όχι ρε Γιώργο, πας καλά; Απλά τραβογαμιούνται...

  2. Τη βλέπεις αυτή εκεί που τα 'χει πετάξει όλα έξω; Δεν ξέρω αν σου προκαλώ έκπληξη αλλά προφανώς και τραβογαμιέται από τα 12...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ της υγράνσεως του γυναικείου κόλπου κατά την σεξουαλικήν διέγερσιν, υποδηλώνει μεταφορικώς και με τρόπον ενθουσιώδη κάτι που είναι πολύ καλό, τέλειο. Συνώνυμα: (μες την) καύλα, τζετ, τζιτζί.

(Γιάννης) - Έχω βάλει τις μπύρες στην κατάψυξη και είναι μπουμπουνιστές! (Βαγγέλης) - Μούσκεμα είσαι!

βλ. και στάζω, τσουπλί

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το γαλλικό ντεφορμέ (= εκτός φόρμας), χρησιμοποιείται για περιόδους όπου κάποιος δεν έχει ιδιαίτερη όρεξη για σεξ.

- Πωω, αυτές τις μέρες τις θέλω όλες... Κοντεύει να μου στρίψει σου λέω!! - Μπα, εγώ ειμαι ντεκαυλέ τώρα τελευταία...

βλ. και ξενερουά, αντισέξ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified