Further tags

Η αφύσικη υπερδιέγερση του πέους, συνήθως τα πρωινά λόγω της ανάγκης για ούρηση...

- Ξύπνησα νωρίς γιατί είχα κάτι κατουρόκαυλες...

Αγουροξυπνημένος μου φαίνεσαι Μπρους... (από Galadriel, 16/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να στολίσει κάποιον που προκαλεί απορία ή θυμό με τις πράξεις του. Συνώνυμο του την παίζω. Συνοδεύεται συνήθως από την παλινδρομική κίνηση της χειρός, που παραπέμπει σε αυτοϊκανοποίηση.

  1. (Ύστερα από αντικανονική προσπέραση:)
    - Καλά μαλάκα, τρομπάρεις;;

  2. - Ο Γιάννης πάει γυρεύοντας μου φαίνεται... Έχει τη Μαρία για επίσημη, τη Νίκη αναπληρωματική και το ψήνει και με την Ελένη.
    - Τρομπάρει ο μαλάκας; Κακά ξεμπερδέματα θά' χουμε!

(από panos1962, 07/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διαλύω, χαλάω κάτι.

  1. - Το βράδυ έχω κουβαλήματα και θα χρειαστώ το αυτοκίνητο.
    - Σήμερα βρήκες; Μου γάμησες το πρόγραμμα!

  2. Τι φάλτσα ήταν αυτά; Το γάμησε το τραγούδι!

  3. Αυτός ο άσχετος πήγε να μου φτιάξει τον υπολογιστή και μου τον γάμησε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν κάνω κάτι ουσιαστικό ή δημιουργικό, τεμπελιάζω, είμαι αφηρημένος.

-Πού να χάθηκε ο Γιάννης, δεν τον βλέπω στη σχολή τελευταία.
-Κλασικά, ψωλαρμενίζει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω μαλακία. Από την γνωστή πράξη, όπου η υπερβολή της κίνησης συμπεριφέρεται στο δέρμα του ανδρικού μορίου σαν να ήταν λάστιχο!

- Σού είπα ρε Μάκη να το χειριστείς με λεπτότητα το θέμα, αλλά εσύ έκανες το πετσί λάστιχο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι αποτυχημένες προσπάθειες (και επαναλαμβανόμενες στον ίδιο χώρο με διαφορετικούς «στόχους») για one night stand.

- Χτυπήσατε τίποτα χτες στη μουνοθύελλα;
- Μπα,o Μήτσος και γω κάναμε one night stand up comedy!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να δηλώσει την ξεπέτα, δηλαδή την σεξουαλική πράξη που κρατά πολύ λίγο σε διάρκεια ή περιορίζεται χρονικά σε μία νύχτα, χωρίς συναισθηματικές δεσμεύσεις.

Έχεις κάνει ποτέ εσύ one night;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπαλαμούτι μεταξύ δύο γυναικών.

- ...και τότε οι στριπτιτζούδες εκεί που χόρευαν, άρχισαν το τζιβιτζιλίκι και φτιαχτήκαμε όλοι!
- Πωωω τι μου λες, δεν το πιστεύω!

Από τα πλέον διάσημα τζιβιτζιλίκια στον χώρο της σόου βυζ. (από Khan, 25/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιδίδομαι ενεργητικά σε πρωκτικό σεξ.
Παθητικό: καρφοκωλιάζομαι.

«φέρτε μου έναν φοιτητή να τον καρφοκωλιάσω»
(από το ομώνυμο τραγούδι των The Loutsa Project).

(από protnet, 25/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δίνω πίπα.

- Πώς πήγε χθες; Γάμησες;
- Όχι την κέρασα, όμως, μια πίπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified