Συνδυασμός του σεξ και του έξαλλος. Προσδιορίζει κατά βάση θήλεα για να υποδηλώσει ερεθιστική, προκλητική, επιθυμητή γυναίκα.
Το κοντό φορεματάκι που φοράς μωρό μου είναι τέλειο. Είσαι πολύ σέξαλλη σήμερα.
Συνδυασμός του σεξ και του έξαλλος. Προσδιορίζει κατά βάση θήλεα για να υποδηλώσει ερεθιστική, προκλητική, επιθυμητή γυναίκα.
Το κοντό φορεματάκι που φοράς μωρό μου είναι τέλειο. Είσαι πολύ σέξαλλη σήμερα.
Got a better definition? Add it!
Όπως μαρτυρά η κατάληξη -ιμος/ -ιμη, το ρηματικό αυτό επίθετο εκφράζει πρόσωπο (στην περίπτωση μας θήλυ), ικανό να του εφαρμόσουμε αυτό που δηλώνει το ρήμα. Το πρόθεμα ευ- δηλώνει ότι θα το κάναμε ευχαρίστως.
- Πώς σου φάνηκε η καινούρια καθηγήτρια των Αγγλικών;
- Μια χαρά γυναίκα. Ευγαμήσιμη!
Got a better definition? Add it!
Η πολύ μεγάλη, χοντρή και χορταστική πούτσα.
- Κοίτα τα μαλακισμένα μόνο να διαμαρτύρονται ξέρουν. Να πάνε να ανοίξουν κάνα βιβλίο ούτε λόγος. Α ρε βοϊδόπουτσα που σας χρειάζεται...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αρχικά των λέξεων Παίρνει Τσιμπούκια Όρθια. Χαρακτηρίζει τη γκόμενα εκείνη που είναι τόσο κοντή που ο λαιμός της μυρίζει ποδαρίλα, τη γκόμενα εκείνη που είναι 1.50m με τα χέρια στην ανάταση, την πολύ κοντή, να το πω επιστημονικά, γκόμενα. Προσοχή, δεν αναφέρεται στις γυναίκες μπάζα. Πολλές φορές τα Π.Τ.Ο. έχουν πολλά πλεονεκτήματα (εύκολη αποθήκευση και ευχρηστία αν και είναι λίγο ευαίσθητα στην υπερβολική χρήση).
Βλ. και Π.Π.Ο., όρθιο τσιμπούκι, το, πίπα όρθια, Π.Π.Μ.Σ.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η απαραίτητη συνθήκη για την ομαλή πορεία της σεξουαλικής πορείας μιας γυναίκας. Κάθε γυναίκα, κυρίως οι μεγαλύτερες αλλά και οι μικρές, πρέπει να έχει εξασφαλισμένο το σέρβις της, ειδικά στις εποχές των ισχνών αγελάδων. Σέρβις είναι είτε ο αρσενικός που προσφέρει τις θεραπευτικές του υπηρεσίες, ή ίδια η υπηρεσία per se. Για να διευκρινίσουμε τα πράγματα, οι άντρες αυτοί δεν πληρώνονται. Δεν έχουμε φτάσει ακόμα εκεί, όταν λέμε σέρβις. Είναι είτε φίλοι ή άγνωστοι τυχαίοι μιας χρήσεως. Ευτυχώς για τις γυναίκες, είναι πολλοί και διατίθενται με μεγάλη δική τους ευχαρίστηση, είναι αλήθεια. Είναι δε πάντα εν γνώσει του ότι έχουν αυτόν τον ρόλο. Βολεύονται κι αυτοί και γλιτώνουν έτσι τα χειρότερα. Κοινώς, μαζί με τον βασιλικό ποτίζεται και η γλάστρα, μιας κι έχουμε πιάσει τις παροιμίες εδώ μέσα. (βλ. παράδειγμα 1)
Σέρβις όμως λέγεται και η ανακαίνιση της εξωτερικής εμφάνισης της γυναίκας, δηλαδή κανα χημικό πήλιγκ, κανα λιφτάκι, κανα μποτοξάκι, καμιά θηκούλα στα δόντια, κλπκλπ, ή ακόμα και η απλή επίσκεψη στο κομμωτήριο για μαλλί, νύχι και τα συναφή (παράδειγμα 2). Η λέξη είναι συνώνυμη της λέξης ρεκτιφιέ.
Τέλος, καμιά φορά λέμε σέρβις και τα διάφορα ετήσια τσεκάπ, δηλ. τις αναλύσεις αίματος-ούρων, τον οδοντίατρο, τα παπ για τις γυναίκες, κλπ. (παράδειγμα 3)
- Πού είχες πάει χθες, σε ψάχναμε...
- Είχα πεταχτεί στον Τάκη για ένα σέρβις...
- Άντε πάλι!
- Τι, μωρή ζηλιάρα; Βρες και συ ένα σέρβις και θα μου πεις μετά, που μου περιμένεις τον γαμπρό μέρα νύχτα κι έχεις σταφιδιάσει...
- Ρε συ, είδα χθες μετά από καιρό την Τούλα και λάμπει, τι παίχτηκε;
- Ε, τι να παίχτηκε... Κανα σέρβις θά 'κανε, μη νομίζεις.
- Τι σέρβις, τον Τάκη εννοείς;
- Ποιον Τάκη μωρέ και συ, έτσι εύκολα λάμπεις στην ηλικία της με Τάκη; Κανα μποτόξ θα χτύπησε, τι άλλο.
- Πάμε για κανα βρώμικο απόψε;
- Μπαα, δεν θα φάω απόψε, έχω σέρβις αύριο.
- Τι, την Τούλα;
- Ποια Τούλα ρε μαλάκα, αίμα θα δώσω, για χοληστερίνη κλπ.
Βλέπε και σελφ-σέρβις.
Έρωτες χωρίς δεσμεύσεις: ανάβω κεράκι, γαμιολάκι, ελευθερογαμία, ελευθεροσχεσίτες, ένα στα γρήγορα, ερωφίλη, καβάτζα, καβατζογκόμενα, καφέ και πίπα, κοινόχρηστη γκόμενα, ξεπέτα, πηδύλλιο, πισωκολλητός και πισωκολλητή, πουτσοδότης, σαλματζής, σεξάκι (ως και σεξάκοι), σέρβις, φιλικό (τα καλύτερα γκολ μπαίνουν στα φιλικά), φίλοι με προνόμια, fuck buddy, one night.
Got a better definition? Add it!
Η βυζούμπα, οι μεγάλοι βύζοι, τα βυζόμπαλα, τα μπαλκόνια, ο εξώστης, το θεωρείο, οι τορπίλες.
- Τά 'μαθες; Ο Σάββας έγινε Ουρογάμης!
- Γιατί το λες αυτό ρε μαλάκα;
- Αφού γάμησε την Πόπη την άβυζο.
- Καλά, φιλαράκο είσαι νυχτωμένος. Η Πόπη την είδε πλαστική και έφτιαξε τον μεγαλύτερο μπαχταλέ της πιάτσας...
Got a better definition? Add it!
Τα μεγάλα, αβυζαλέα κατά σλανγκ, μπαλκόνια...
- Τι τορπίλες είν' αυτές; Βύζους Christ...!
Got a better definition? Add it!
Αναφέρεται σε μεγάλα βυζιά, ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Επικράτησε μετά την συμμετοχή της Μαντούς στο διαγωνισμό με βυζαλέο ντεκολτέ.
- Κοίτα ρε μαλάκα ένα γιουροβίζιον που περνάει.
- Ναι ρε φίλε. Αυτή πάει χαμένη στην Ελλάδα. Αυτή πρέπει να πάει στην Ισπανία να μάθει στους Ισπανούς Ισπανική.
Got a better definition? Add it!
Λέξη, χρησιμοποιούμενη πάντα σε πληθυντικό αριθμό την καλοκαιρινή περίοδο, η οποία και επισήμως ξεκινά από τότε που το Star Channel αρχιζει να δειχνει ρεπορταζ για κώλους. Χαρακτηρίζει γυναίκες, ξαπλωμένες μπρούμυτα οι οποίες αφού αλείψουν με δυο μπουκάλια Carotten τους ποπούς τους λιάζονται στο πιο κεντρικό σημείο της παραλίας. Αποτέλεσμα της δραστηριότητας αυτής είναι να προκαλούνται μικροατυχήματα μεταξύ των θαμώνων της ακτής: άλλοι τραυματίζονται από μπαλάκι ρακετίστα που έχασε την αυτοσυγκέντρωσή του, άλλοι δέχονται επιθέσεις από πετρούλες των οποίων αρχικός προορισμός είναι τα λαδόκωλα, ενώ μέρικοι παθαίνουν μικροεγκαύματα από την καυτή αμμο λόγω της πολύλεπτης παραμονής τους χωρίς παντόφλες, σε κοντινή απόσταση από τον «στόχο», κάτω από τον ήλιο. Πληροφορίες αναφέρουν πως τα λαδόκωλα αποτελούν μέτρο του υπουργείου τουρισμού ώστε να απασχολούνται οι ναυαγοσώστες που κατά τα άλλα δεν κανουν τίποτα και να γεμίζουν οι ιδιωτικές πλάζ. Οι ίδιες πληροφορίες επιβεβαιώνουν πως το μέτρο αυτό δεν προτάθηκε από παρατηρητές της ηλιοθεραπείας της πρώην υπουργού τουρισμού, κ.κ. Φάνης-Πάλης Πετραλιάς.
- Ρε Μπάμπη φέρε και σε μένα να διαβάσω τη μέτροσπορτ, θέλω και εγώ να μάθω για τον Μπαλχιλα Αμαντιντσισβίλι, το μαραντόνα του Ουζμπεκιστάν που θα φέρει ο πρόεδρος.
- Ρε δε κοιτας τα λαδόκωλα καλύτερα, έχω ακόμα να ρίξω μια ματιά στο ρεπορτάζ του Ανδρούτσου Γραβιάς.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Επίθετο με γαλλίζουσα κατάληξη. Χαρακτηρίζει πράγματα που θα ταίριαζαν με το γούστο/περιβάλλον ενός οίκου ανοχής.
- Σου αρέσουν τα μαλλιά μου αγάπη μου;
- Τι να σου πω βρε Δεσποινάκι, πολύ μπουρδελέ τά 'κανες...
- Επίτηδες!
- Είδες μπουρδελέ κόκκινο φως που έβαλα στο σαλόνι;
- Είχες δεν είχες, έκανες ένα σπίτι μπουρδέλο!
- Ε αφού έχω ξεμπουρδελιάνει τελείως...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified