Παλαιάς κοπής μισοειρωνική μισόεπαινούσα επίπληξη σε διανομέα βόθρου ή κλανιδίου.

Παναπεί ήταν διαρκείας και εντάσεως, ωσάν αυτά τα ξένα που παίζαν στις δισκοθήκες πάλαι ποτέ.

- Ροοοοοοααααααααααααρρρρρρρρρκκκκκκκκκκκ
- Ξαναβάλτο να το χορέψουμε!
- Μπαρδόν, ήταν μια προσφορά της κοακόλα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified