Ο γκαντέμης, ο κατσικοπόδαρος, ο Μητσοτάκουλας.

Εμπνευσμένο από τον ομώνυμο φίλο του Τιραμόλα, ο οποίος κυκλοφορούσε στο σχετικό κόμικ μονίμως με ένα συννεφάκι βροχής πάνω από το κεφάλι του. Σε ένα πανάρχαιο τεύχος δε, η γκαντεμιά του συνετέλεσε στην κατάληψη της Ιερουσαλήμ από τους Σταυροφόρους (τι θυμάται ο άνθρωπος).

Απηρχαιωμένο πλέον, χρησιμοποιείται μόνο από υπερήλικες αναγνώστες Μικυμάου, καθώς η νέα γενιά αγνοεί τελείως τον ήρωα, υφιστάμενη την απαλλοτρίωση στην οποία την εξωθεί η ντόπια αντίδραση και η εισαγομένη υποκουλτούρα μπλα μπλα μπλα ….

- Γαμώ την Αγία Καραμέλα τη ρουφιάνα, είναι η τρίτη φορά που φέρνω χασσόδυο στο καπάκι!
- Αμάν μωρ' αδερφάκι, τι Ιωνάς είσαι και σύ! Μήπως καλύτερα να το γύριζες στο εργόχειρο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει «Εύρηκα!», διάνα, επιτυχία γενικότερα.

Ο όρος έλκει την καταγωγή του από το παιχνίδι Bingo, που παίζεται με κάρτες που περιέχουν νούμερα (κάτι σαν το Λότο) και ήταν πολύ διαδεδομένο στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία. Παρόμοια παιχνίδια παίζονται και σε άλλα μέρη του κόσμου, π.χ. ΗΠΑ, Καναδάς κλπ.

Στην Ελλάδα το Bingo δεν είναι καθόλου διαδεδομένο. Κατά τα εβδομήνταζ ο Νίκος Μαστοράκης προσπάθησε να το φέρει στα μέρη μας, αλλά απέτυχε και έφυγε στην Αμερική σαν κυνηγημένος. Αργότερα, όπως είναι γνωστό, επανήλθε με άλλες παπαριές τις οποίες εφήρμοσε και εδραίωσε, με μεγάλη επιτυχία είναι η αλήθεια, στο ελληνικό τηλεοπτικό γίγνεσθαι.

  1. Μπίνγκο, μαλάκα! Βρήκα αυτό το τραγούδι που έψαχνες τρεις βδομάδες.

  2. - Πώς πάει;
    - Μπίνγκο! Με την πρώτη το πέτυχα το πουστροsite!

Νίκος Μαστοράκης (από panos1962, 30/10/09)Bingo Game (από panos1962, 30/10/09)Μαστοράκης μετά το Πολυτεχνείο (από poniroskylo, 04/11/09)Μαστοράκης Μπίνγκο (από poniroskylo, 04/11/09)

Βλ. και τόμπολα! - σχετικά: μπρισίμι, κελεπούρι, φιλέτο, one-off.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τέλη δεκαετίας '70, αρχές '80 απεκαλείτο ευρέως καρότσα η σπρωχτή (και όχι κοφτή και μονοκόμματη κομιλφό) στεκιά στο μπιλιάρδο, η οποία εθεωρείτο άκυρη και ζαβολιά.

Παρεμπίπταμπλυ, κορδόνι αποκαλείται το σύνολο των πως-διάολο-τα-λένε, αυτά μωρέ τα τρύπια που είναι περασμένα στον ειδικό άβακα για να μετράνε τις καραμπόλες. Νομίζω ήταν 25 σε κάθε σειρά, άρα 1 κορδόνι= 25 καραμπόλες.

Έχω να πιάσω στέκα από τότε που έπεσε εκείνος ο ρημαδιασμένος ο μετεωρίτης και δεν ενθυμούμαι πλέον ποίαν στεκιάν περιγράφαμε ως «μπρικόλα».

Ακούει κανείς ;

- Πετράκη, κερνάς τις μπύρες έτσι ; Είχα δεν είχα δύο κορδόνια σου 'ριξα στ' αυτιά.
- Άντε ρε μαλάκα, έτσι ξέρω κι εγώ. Αφού οι μισές στεκιές σου καρότσες ήτανε ρε απατεώνα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση ολ τάιμ κλάσσικ κατα τα σέβεντις και την ένδοξη δεκαετία, που ακουγόταν στα ουφάδικα και τα ποδοσφαιράκια όταν γίνονται ομηρικές μάχες μεταξύ δύο παικτών ποδοσφαιραq ή τριμπάλου μπιλιάρδου (Γαλλικού).

Στις περιπτώσεις αυτές πλήρωνε μόνον όποιος έχανε και ποτέ ο νικητής. Έτσι μετά από κάθε σετ του παιχνιδιού, ο νικητής με περισσή περηφάνια και με στεντόρια φωνή, και καλούα μονολογούσε: «ο χάνων χύνει».

Υστεριόγραφο: Ολόκληρη η έκφραση ως πρωτοσλανγκίζουσα ήταν: «Ο χάνων χύνει μέταλλο» (κοσάρι). Αφ' ης στιγμής όμως αντικειμενικοποιήθηκε ως αυτόνομος σλανγκισμός, κόπηκε το «μέταλλο» ως ευκόλως εννοούμενον.

- Ρε πστ τι κωλοφαρδία έχεις σήμερα; Κόντρα στο μπανιστήρι και μέσα;
- Χα χα, θα σου περάσει, ο χάνων χύνει!

το μέταλλο (από perkins, 12/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified