Further tags

Το πουστάκι, η νεαρή προκλητική αδερφή.

- Είχα να δω τον Γιάννη χρόνια... Και τι να δω! Ένα πουστρόνι από τα λίγα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο οπαδός του ΠΑΟΚ.

-Με ποιους παίζουμε το Σάββατο;
-Με τους Τουρκόγυφτους στην Τούμπα.

Βλ. και Βούλγαρος, γύφτοι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πολύ χοντρή γυναικα, η υπέρβαρη, αυτή που περπατάει και τρέμουν τα θεμέλια.

Είδα χθες την Ελένη και έχει γινει σαν μποχλάδα, όλη μέρα τρώει.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο γελοίος τύπος, ο σαχλός, ο αναξιοπρεπής, αυτός τον οποίον είναι αδύνατο να πάρει κανείς στα σοβαρά. Ο ίδιος όμως προσπαθεί να πείσει για το αντίθετο (παράδειγμα 1).

(Σημείωση για τους γατόφιλους: ο όρος αυτός δυστυχώς χρησιμοποιήθηκε αφελώς ως όνομα γάτου στο παραμύθι «Η απαγωγή του Λούλη» της Ε.Ζ. Οι γάτοι όμως είναι πάντα αξιοπρεπείς, δεν είναι Λούληδες.)

Στην υποτιμητικότερη μορφή του ο όρος αποκτά γένος θηλυκό (παράδειγμα 2).

  1. -Ρε τον λούλη, που μου το παίζει χρήμα και μπαίνει τζαμπατζής στα λεωφορεία!

  2. -... και του λέει: «Ίσα μωρή λούλα!»...
    -Και τι του απάντησε;
    -... αντί να θυμώσει έβαλε τα κλάματα.

Ο καλός ο Λούλης τα αλέθει όλα (καθ\' ότι και πονηρούλης!) (από Vrastaman, 22/04/09)πολύ μεγάλος Λούλης και καργιούλης (από xalikoutis, 23/04/09)Καστράτο, ο λούλης (καθότι και ευνουχισμένος) γάτος του Αρκά. (από Cunning Linguist, 23/04/09)(από joe909, 01/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Υποτιμητικός όρος για την γυναίκα που επιβλέπει την καθαριότητα στις τουαλέτες δημοσίων χώρων, νυχτερινών κέντρων, κλπ.

  2. Γενικά, η γυναίκα που υποτιμούμε.

  1. Ήθελα να πάω στην τουαλέτα, αλλά με σταμάτησε η σκατού λέγοντάς μου να περιμένω λίγο να τελειώσει το σφουγγάρισμα.

  2. -Είδες τι του έκανε, η σκατού, του ανθρώπου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αδερφή που δεν το κρύβει.

-Είχα καιρό να δω τον Σάκη.
-Είδες, σκέτη σφυρίχτρα έγινε ο Σάκης μας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η παλιαδερφή. Ο μαλάκας ομοφυλόφιλος. Ο μαλάκας, γενικώς.

Και γύρισε και μου είπε να μην τον ξαναενοχλήσω! Αν είναι δυνατόν να μου την πει κι από πάνω, η σκατίπουστα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι οπαδοί του Άρη στη Θεσσαλονίκη.

Πάλι θα οργώσουν τα γήπεδα της β΄εθνικής οι βουλγαροεβραίοι.

(από Vrastaman, 10/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος ο κακομοίρογλου. Ο αργόστροφος. Ο δεν-μπορώ-να-ελέγξω-το-σώμα μου. Εν ολίγοις κάποιος που συμπεριφέρεται ατσούμπαλα λες και σώθηκε από αυτοκινητιστικό αλλά με μερική παράλυση. Απαντάται και με διανοητική χροιά και είναι συνώνυμο της λέξης καθυστέρας.

Εκφωνητής ματς: Μπασίνας το ΣΟΥΤ!!!!! ... έξωωωωω...
Φίλαθλος: Κοίτα ρε έναν παραπλήγα... Ψωνίσαμε από σβέρκο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τυπάκι με κοντό σορτσάκι adidas 80's και άπειρη τρίχα στο πόδι. Στην παραλία παίζει συνέχεια με ρακέτες «το αγόρι» και φορά speedo μαγιουδάκι. Το βράδυ εντοπίζεται με συκοφανέλα διχτυωτή, μπράτσα έξω, λακ, σκαρπίνι, μαύρο κολλητό παντελόνι πάνω από τον αφαλό, αλλά Βαν-Νταμ και κάλτσα στα αρχίδια...

- Τον είδες τον gogo boy;
- Για τον μπούτσο....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified